Γκυστάβ
Λε Μπον/ Gustave Le Bon (1841-1931): Οι ιδέες και η φαντασία των
μαζών
- Δεν πρέπει να πιστέψουμε, άλλωστε, ότι, επειδή η
ορθότητα μιας ιδέας έχει αποδειχθεί, μπορεί αυτή να παραγάγει τα
αποτελέσματά της, ακόμα και στα καλλιεργημένα πνεύματα. Αυτό το
αντιλαμβανόμαστε καθώς βλέπουμε πόσο, η πιο σαφής απόδειξη, έχει μικρή επιρροή
πάνω στην πλειονότητα των ανθρώπων”. Γκυστάβ Λε Μπον, Η
ψυχολογία των μαζών. Ο Γάλλος Γκυστάβ Λε Μπον, σύμφωνα με τα
τρέχοντα βιογραφικά στοιχεία, ήταν επιστήμονας, ερευνητής, ιατρός,
ψυχολόγος, κοινωνιολόγος, ιστορικός, αρχαιολόγος, εθνολόγος και
στοχαστής θα μπορούσαμε να
προσθέσουμε. Ακριβέστερα, ο Λε Μπόν, που γεννήθηκε το 1841 στην
αστική Γαλλική επαρχία, ασχολήθηκε με όλα τα γνωστικά αντικείμενα που
υπαινίσσονται οι προηγούμενοι τίτλοι, ωστόσο δεν ήταν ακριβώς
όλα αυτά, αν θέσουμε πιο αυστηρά κριτήρια.
- Γράφει ο Ερανιστής
Σπούδασε αρχικά Ιατρική στο Παρίσι,
την εγκατέλειψε όμως γρήγορα και ασχολήθηκε με πλήθος μελέτες για διάφορα
φαινόμενα: έκανε πειράματα σχετικά με τον ήχο και την εικόνα, ταξίδεψε για
τουλάχιστον 20 χρόνια στην Ευρώπη, την Ασία
και την Αφρική, γνώρισε τα επιφανέστερα πνεύματα της
Γαλλίας και εξέδωσε αρκετά βιβλία στα οποία προσπάθησε να εκλαϊκεύσει περίπλοκα
επιστημονικά, κοινωνιολογικά και ψυχολογικά ζητήματα που απασχολούσαν μέχρι
τότε μόνο στενούς επιστημονικούς κύκλους. Στα 1880 περίπου,
στρέφεται πιο αποφασιστικά προς την Ψυχολογία και την Εθνολογία,
ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να ερμηνεύσει τα συγκλονιστικά γεγονότα που
τάραξαν συθέμελα τη Γαλλία και την Ευρώπη της εποχής του.
Η Ψυχολογία, την περίοδο
που γράφει ο Λε Μπον, πασχίζει ακόμα να ξεμπλέξει από τα
δίχτυα της Φιλοσοφίας και της μεταφυσικής, ενώ ανάλογη είναι και η κατάσταση
και σε άλλες επιστήμες που βρίσκονται υπό διαμόρφωση, όπως η
Ιστορία, η Ανθρωπολογία, η Κοινωνιολογία κ.α.
Στις μελέτες του ο Γάλλος στοχαστής καταφέρνει να
συγκεντρώσει ένα σημαντικό μέρος των επιστημονικών γνώσεων μέχρι την
εποχή του μέχρι την εποχή του. Βασίστηκε ιδιαίτερα στην επιτόπια εμπειρία
και τη συστηματική παρατήρηση, γι’ αυτό το σκοπό, εξάλλου, ταξίδεψε αρκετά
χρόνια και ταυτόχρονα προσπάθησε να δοκιμάσει τις θεωρίες του σε τρέχοντα και
παρελθόντα γεγονότα.
Η εποχή των μαζών
Ο Γκυστάβ, που
βιοπορίζεται ως συγγραφέας, θα επηρεαστεί βαθιά από διάφορα σημαντικά γεγονότα
που σηματοδότησαν αυτό που κι ο ίδιος ονομάζει ως εποχή των μαζών.
Οι μάζες, σύμφωνα με τον συγγραφέα έρχονται απειλητικές στο πολιτικό
και κοινωνικό προσκήνιο με ιστορικά πρωτοφανή τρόπο και απειλούν
να σαρώσουν κυριολεκτικά τα πάντα. Η εμπειρία της Γαλλικής Επανάστασης
και της Παλινόρθωσης, καθώς και τα αιματηρά γεγονότα του 1848
στο Παρίσι, θα δείξουν και στους πιο δύσπιστους ότι πρέπει επειγόντως
να μελετηθεί η ψυχολογίας της “μάζας” (που δεν ταυτίζεται ακριβώς με τον
“όχλο”), προκειμένου η μάζα να χαλιναγωγηθεί και να αναχαιτιστεί ή
έστω να ελεγχθεί η ανερχόμενη και καταστροφική δύναμή της. Θεωρεί ότι ο
Ναπολέων γνώριζε άριστα την ψυχολογία της (γαλλικής κυρίως) μάζας. Γράφει:
«Επειδή έγινα καθολικός, τελείωσα τον πόλεμο του Βεντέ- επειδή
έγινα μουσουλμάνος εγκαταστάθηκα στην Αίγυπτο, επειδή έγινα παπικός κέρδισα
τους ιερείς στην Ιταλία. Αν κυβερνούσα ένα λαό Εβραίων, θα αναστήλωνα το Ναό
του Σολομώντα»
Σύμφωνα με το Γάλλο στοχαστή ”κάθε
πολιτισμός πηγάζει από έναν μικρό αριθμό θεμελιωδών ιδεών που σπάνια
ανανεώνονται”. Οι ιδέες αυτές εγκαθίστανται δύσκολα και αργά μέσα στην
ψυχή των μαζών, αφού εισχωρήσουν όμως αποκτούν εξαιρετική δύναμη.
Σύμφωνα με το ίδιο “οι μεγάλες ιστορικές αναταραχές πηγάζουν πολύ συχνά
από αλλαγές αυτών των θεμελιωδών ιδεών”.
Η ιδέα του Λε Μπον να
ελέγξει τις μάζες, όπως ήταν επόμενο, ενδιέφερε πάρα πολλούς και για
διαφορετικούς λόγους. Για πρώτη ίσως φορά τόσο καθαρά ο Gustave Le
Bon , κατέγραψε και έδειξε ποιοι ήταν οι μηχανισμοί,
οι νόμοι και οι κανονικότητες σύμφωνα με τους οποιούς
μια ιδέα γίνεται αποδεκτή από την “ψυχή των μαζών“. Ο Λε Μπον
έδειξε επίσης, με αρκετά πειστικά παραδείγματα, ότι η λογική, με την έννοια του
Ορθού Λόγου όπως διαμορφώθηκε στα χρόνια του Διαφωτισμού,
έχει ελάχιστη σημασία ως κίνητρο της συμπεριφοράς των ανθρώπων. Τα συναισθήματα
και τα ένστικτα και οι “εικόνες” η προέλευση των οποίων χάνεται στη βιοψυχική
ρίζα της ύπαρξης, καθορίζουν εν πολλοίς τις πράξεις των ανθρώπων σε
όλη τη διάρκεια της Ιστορίας, αν και με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με τη “φυλή”.
Για να το πούμε κάπως πιο απλά: οι
άνθρωποι, κατά το Λε Μπον φτιάχνουν τους θεσμούς και όχι το αντίστροφο.
Θα κλείσουμε το σημερινό σημείωμα με ένα
κεφάλαιο από το βιβλίο του Gustave Le Bon που
αναφέρεται στις ιδέες και τη φαντασία των μαζών.
Οι ιδέες και η φαντασία των
μαζών
Του Γκυστάβ Λε Μπον / Gustave Le Bon
1. Οι ιδέες των μαζών
Μελετώντας σε ένα παλαιότερο έργο το ρόλο των ιδεών
στην εξέλιξη των λαών αποδείξαμε ότι κάθε πολιτισμός πηγάζει από έναν μικρό
αριθμό θεμελιωδών ιδεών που σπάνια ανανεώνονται. Εκθέσαμε πώς αυτές οι ιδέες
εγκαθίστανται μέσα στην ψυχή των μαζών με ποια δυσκολία εισχωρούνε σε αυτήν,
και τη δύναμη που αποκτούν αφού εισχωρήσουν σε αυτή. Δείξαμε επίσης ότι οι
μεγάλες ιστορικές αναταραχές πηγάζουν πολύ συχνά από αλλαγές αυτών των
θεμελιωδών ιδεών.
Έχοντας επαρκώς ασχοληθεί με αυτό το θέμα
δεν θα επανέλθω σε αυτό και θα περιοριστώ να πω κάποια λόγια για τις ιδέες τις
προσιτές στις μάζες, και κάτω από ποιες μορφές τις αντιλαμβάνονται.
Μπορούμε να τις χωρίσουμε σε δύο
κατηγορίες.
Στη μία θα τοποθετήσουμε τις τυχαίες και
προσωρινές ιδέες, που δημιουργούνται κάτω από επιδράσεις της στιγμής:
η προκατάληψη για ένα άτομο ή μια θεωρία, για παράδειγμα.
Στην άλλη τις θεμελιώδεις ιδέες, στις
οποίες το περιβάλλον, η κληρονομικότητα η κοινή γνώμη δίνουν μια μεγάλη σταθερότητα:
τέτοιες ήταν άλλοτε οι θρησκευτικές ιδέες, σήμερα οι δημοκρατικές και
κοινωνικές ιδέες.
Οι θεμελιώδεις ιδέες θα μπορούσαν να
παρασταθούν με τη μάζα των νερών ενός ποταμού που κυλάει αργά στο ρεύμα του· οι
προσωρινές ιδέες με τα μικρά κύματα που πάντα αλλάζουν, ταράζουν την επιφάνειά
του, και τα οποία, αν και δίχως πραγματική σημασία, είναι περισσότερο ορατά από
την πορεία του ίδιου του ποταμού.
Στις μέρες μας, οι μεγάλες θεμελιώδεις ιδέες με τις
οποίες έζησαν οι πρόγονοι μας μοιάζουν όλο και περισσότερο ασταθείς και,
ταυτόχρονα, οι θεσμοί που στηρίζονταν πάνω τους βρίσκονται βαθιά κλονισμένοι.
Επί του παρόντος διαμορφώνονται πολλές από αυτές τις μικρές εφήμερες ιδέες, για
τις οποίες μιλούσα πριν, όμως ελάχιστες ανάμεσά τους μοιάζουν να μπορούν να
αποκτήσουν μια καταλυτική επιρροή.
Όποιες και αν είναι οι ιδέες που υποβάλλονται στις μάζες, δεν μπορούν
να αποβούν κυρίαρχες παρά μόνο υπό την προϋπόθεση να πάρουν ένα σχήμα πολύ
απλό, και να παρουσιαστούν μέσα στο πνεύμα τους με τη μορφή εικόνων.
Καθώς κανένας λογικός σύνδεσμος αναλογίας ή διαδοχής δεν συνδέει μεταξύ τους
αυτές τις ιδέες-εικόνες, αυτές μπορούν να υποκαταστήσουν η μία
την άλλη όπως τα γυαλιά του μαγικού φαναριού, τα οποία ο πειραματιστής
ανασύρει από το κουτί όπου ήταν τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο.
Μπορούμε λοιπόν να δούμε μέσα στις μάζες
τη διαδοχή των πιο αντιφατικών ιδεών. Ανάλογα με τις συγκυρίες
της στιγμής, η μάζα θα τεθεί υπό την επιρροή μιας από τις διάφορες ιδέες που
έχουν εναποθηκευθεί στο νου της και θα προβεί επομένως σης πιο ανόμοιες
ενέργειες. Η πλήρης απώλειά της του κριτικού πνεύματος δεν της επιτρέπει να
αντιληφθεί τις αντιφάσεις τους.
Εδώ, εξάλλου, δεν έχουμε να κάνουμε με ένα
φαινόμενο ιδιαίτερο στις μάζες. Το συναντούμε σε πολλά μεμονωμένα άτομα,
όχι μόνο ανάμεσα στις πρωτόγονες υπάρξεις, αλλά σε όλους αυτούς που, με κάποια
πλευρά του πνεύματος τους -οι οπαδοί μιας ισχυρής θρησκευτικής πίστης, για
παράδειγμα- προσεγγίζουν τους πρωτόγονους.
Το έχω παρατηρήσει, για παράδειγμα, στους εγγράμματους
Ινδούς, που εκπαιδεύτηκαν στα ευρωπαϊκά μας πανεπιστήμια και που απέκτησαν όλα
τα διπλώματα. Πάνω στο αμετάβλητο έδαφος τους των
κληρονομημένων θρησκευτικών ή κοινωνικών ιδεών, είχε προσεπιτεθεί, δίχως
καθόλου να τις αλλοιώσει, ένα στρώμα δυτικών ιδεών δίχως συγγένεια με τις
πρώτες. Ανάλογα με τις συγκυρίες της στιγμής, οι μεν ή οι δε εμφανίζονταν με
την ιδιαίτερη ακολουθία τους του λόγου, κα το ίδιο άτομο παρουσίαζε έτσι τις
πιο πρόδηλες αντιφάσεις. Αντιφάσεις περισσότερο φαινομενικές παρά πραγματικές,
γιατί, οι κληρονομικές ιδέεςαπό μόνες τους, είναι αρκετά
ισχυρές στο μεμονωμένο άτομο για να γίνουν αληθινά ελατήρια συμπεριφοράς. Μόνο
όταν, από διασταυρώσεις, ο άνθρωπος βρίσκεται ανάμεσα σε διαφορετικές
κληρονομικές παρορμήσεις, οι πράξεις μπορούν να είναι από τη μια στιγμή στην
άλλη εντελώς αντιφατικές. Είναι ανώφελο να επιμείνουμε εδώ πάνω σε αυτά τα
φαινόμενα, παρόλο που η ψυχολογική τους σημασία είναι θεμελιώδης. Θεωρώ ότι
χρειάζονται τουλάχιστο δέκα χρόνια ταξιδιών και παρατηρήσεων, για να φτάσουμε
να τα καταλάβουμε.
Οι ιδέες, καθώς δεν είναι προσιτές στις μάζες παρά αφού περιβληθούν μια μορφή
πολύ απλή, πρέπει, για να γίνουν δημοφιλείς, να υφίστανται συχνά τις
πιο πλήρεις μεταμορφώσεις. Όταν πρόκειται για φιλοσοφικές ή επιστημονικές ιδέες
λίγο υψηλές, μπορούμε να διαπιστώσουμε το βάθος των τροποποιήσεων που τους
είναι απαραίτητες για να κατεβούν σταδιακά μέχρι το επίπεδο των μαζών. Αυτές οι
τροποποιήσεις εξαρτώνται κυρίως από τη φυλή στην οποία ανήκουν αυτές α μάζες-
είναι όμως, πάντα μειωτικές και απλουστευτικές. Επίσης, δεν υπάρχει καθόλου,
στην πραγματικότητα, από κοινωνικής άποψης, ιεραρχία των ιδεών,
δηλαδή ιδέες περισσότερο ή λιγότερο υψηλές. Από μόνο το γεγονός ότι μα ιδέα
φτάνει στις μάζες και μπορεί να τις συγκινήσει, απογυμνώνεται σχεδόν από όλα
όσα έκαναν την υπεροχή της και το μεγαλείο της.
Η ιεραρχική αξία μιας ιδέας είναι,
εξάλλου, δίχως σημασία. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνο τα αποτελέσματα που
προκαλεί. Οι χριστιανικές ιδέες του Μεσαίωνα οι δημοκρατικές ιδέες του
περασμένου αιώνα οι κοινωνικές ιδέες του σήμερα σίγουρα δεν είναι πολύ υψηλές.
Μπορούμε φιλοσοφικά να τις θεωρήσουμε ως αρκετά ευτελείς πλάνες.
Εντούτοις ο ρόλος τους ήταν -και θα συνέχισα να είναι τεράστιος, και θα
λογαριάζονται για καιρό ανάμεσα στους πιο ουσιαστικούς παράγοντες της
διοίκησης των κρατών.
Έστω και αν η ιδέα έχει υποστεί τροποποιήσεις που την
καθιστούν προσιτή στις μάζες, δεν ενεργεί παρά όταν, με διάφορες διαδικασίες
που θα μελετηθούν αλλού εισχωρεί μέσα στο ασυνείδητο και γίνεται ένα αίσθημα
Αυτή η μεταμόρφωση είναι γενικά πολύ αργή.
Δεν πρέπει να πιστέψουμε, άλλωστε, ότι,
επειδή η ορθότητα μιας ιδέας έχει αποδειχθεί, μπορεί αυτή να
παραγάγει τα αποτελέσματά της, ακόμα και στα καλλιεργημένα πνεύματα. Αυτό το
αντιλαμβανόμαστε καθώς βλέπουμε πόσο, η πιο σαφής απόδειξη, έχει μικρή επιρροή
πάνω στην πλειονότητα των ανθρώπων. Την περιφανή προφάνεια θα μπόρεσα να την
αναγνωρίσει ένας πεπαιδευμένος ακροατής· όμως θα επαναφερθεί γρήγορα από το
ασυνείδητο του στις πρωτόγονες αντιλήψεις του. Δείτε τον πάλι μετά από κάποιες
ημέρες, και θα σας παραθέσει εκ νέου τα παλιά του επιχειρήματα ακριβώς με τους
ίδιους όρους. Πράγματι, τα αισθήματα δημιουργήθηκαν κάτω από την
επίδραση προηγούμενων ιδεών επομένως, μόνο αυτές δρουν πάνω στα βαθιά ελατήρια
των πράξεων μας και των λόγων μας.
Όταν, με διάφορες διαδικασίες, μια ιδέα έχει
καταλήξει να χαραχθεί μέσα στην ψυχή των μαζών, αποκτά μια ακαταμάχητη ισχύ και
αναπτύσσει μα ολόκληρη σειρά από συνέπειες. Οι φιλοσοφικές ιδέες που κατέληξαν στη Γαλλική
Επανάσταση έκαναν καιρό να ριζώσουν μέσα στη λαϊκή ψυχή. Γνωρίζουμε
την ακαταμάχητη δύναμή τους όταν εγκαταστάθηκαν σε αυτήν. Η ορμή ενός
ολόκληρου λαού προς την κατάκτηση της κοινωνικής ισότητας, προς την πραγμάτωση
αφηρημένων δικαιωμάτων και ιδεατών ελευθεριών έκανε να κλονιστούν όλοι οι
θρόνοι και τάραξε βαθιά τον δυτικό κόσμο. Επί είκοσι χρόνια οι λαοί έπεφταν ο
ένας πάνω στον άλλον, και η Ευρώπη γνώρισε εκατόμβες συγκρίσιμες με αυτές του Τζένγκις
Χαν και του Ταμερλάνου. Ποτέ δεν φάνηκε τόσο καθαρά
αυτό που μπορεί να προκαλέσει η εξαπόλυση ιδεών, ικανών να αλλάξουν τον
προσανατολισμό των αισθημάτων.
Αν χρειάζεται πολύς καιρός στις ιδέες για να εγκατασταθούν μέσα στην
ψυχή των μαζών, ένας χρόνος όχι λιγότερο σεβαστός τούς είναι απαραίτητος για να
βγουν από αυτήν. Επομένως, οι μάζες είναι πάντα από την άποψη των ιδεών,
καθυστερημένες πολλές γενιές, σε σχέση με τους επιστήμονες και τους φιλοσόφους.
Όλοι οι πολιτικοί άντρες γνωρίζουν σήμερα την πλάνη που περιέχουν οι
θεμελιώδεις ιδέες που αναφέραμε πριν λίγο, αλλά επειδή η επίδραση τους είναι
ακόμα πολύ ισχυρή, αυτοί είναι υποχρεωμένοι να κυβερνούν σύμφωνα με αρχές στην
αλήθεια των οποίων έχουν σταματήσει να πιστεύουν.
2. Οι συλλογισμοί των μαζών
Δεν μπορούμε να πούμε με απόλυτο τρόπο ότι
οι μάζες δεν μπορούν να επηρεαστούν από συλλογισμούς. Όμως τα επιχειρήματα που
χρησιμοποιούν, και αυτά που επιδρούν πάνω τους, φαίνονται, από την άποψη της
λογικής, μιας τόσο κατώτερης τάξης που μόνο αναλογικά μπορούμε να τα
χαρακτηρίσουμε συλλογισμούς.
Οι κατώτερα συλλογισμοί των μαζών είναι, όπως οι υψηλοί συλλογισμοί,
βασισμένοι σε αρμούς: όμως, οι ιδέες που συνδυάζονται από τις μάζες, δεν έχουν
μεταξύ τους παρά μόνο φαινομενικούς δεσμούς ομοιότητας ή διαδοχής. Συνάπτονται
όπως οι ιδέες ενός Εσκιμώου που, γνωρίζοντας από εμπειρία ότι
ο πάγος, σώμα διαφανές, λιώνει μέσα στο στόμα, συμπεραίνει από αυτό ότι το
γυαλί, σώμα ομοίως διαφανές, πρέπει επίσης να λιώσει μέσα στο στόμα ή όπως
αυτές του αγρίου, που φαντάζεται ότι τρώγοντας την καρδιά ενός θαρραλέου εχθρού
αποκτά την αντρεία του ή, ακόμα όπως αυτές του εργάτη, που, επειδή τον εκμεταλλεύτηκε
κάποιο αφεντικό, βγάζει από αυτό το συμπέρασμα ότι όλα τα αφεντικά είναι
εκμεταλλευτές.
Συνδυασμός ανόμοιων πραγμάτων, που δεν έχουν ανάμεσά τους παρά σχέσεις
φαινομενικές, και άμεση γενίκευση ιδιαίτερων καταστάσεων αυτά είναι τα
χαρακτηριστικά της ομαδικής λογικής. Αυτής της τάξης συνδυασμούς παρουσιάζουν
πάντα στις μάζες, οι ρήτορες που ξέρουν να τις μεταχειρίζονται. Μόνο αυτοί
μπορούν να τις επηρεάσουν. Μια αλυσίδα αυστηρών συλλογισμών θα ήταν
ολοκληρωτικά ακατανόητη για τις μάζες, και γι’ αυτό επιτρέπεται να πούμε ότι
δεν συλλογίζονται ή συλλογίζονται λάθος, και δεν μπορούν να επηρεαστούν από ένα
συλλογισμό. Η αδυναμία ορισμένων λόγων που άσκησαν μια τεράστια επιρροή
στους ακροατές τους, ενίοτε ξαφνιάζει στην ανάγνωση· ξεχνούμε όμως ότι
κατασκευάστηκαν για να παρασύρουν ομάδες, και όχι για να διαβαστούν από
φιλοσόφους. Ο ρήτορας, σε ενδόμυχη επικοινωνία με τη μάζα ξέρει να
ξυπνά τις εικόνες που την αποπλανούν. Αν το πετύχει, ο σκοπός του επιτεύχθηκε·
και ένας τόμος δημηγοριών δεν αντισταθμίζει κάποιες φράσεις που πέτυχαν να
αποπλανήσου τις ψυχές που έπρεπε να πείσουν.
Είναι ανώφελο να προσθέσουμε ότι η
αδυναμία των μαζών να συλλογιστούν ορθά τις στερεί από κάθε κριτικό πνεύμα,
δηλαδή από την ικανότητα να διακρίνουν την αλήθεια από την πλάνη, να εκφέρουν
μια σαφή κρίση. Οι κρίσεις που δέχονται δεν είναι παρά κρίσεις επιβεβλημένες,
και ποτέ κρίσεις που τις συζήτησαν. Πολλά είναι, από αυτήν την άποψη, τα άτομα
που δεν υψώνονται πάνω από τις μάζες. Η ευκολία με την οποία ορισμένες
απόψεις γίνονται γενικές οφείλεται κυρίως στην αδυναμία των περισσότερων
ανθρώπων να σχηματίσουν μια ιδιαίτερη άποψη, βασισμένη στους δικούς τους
συλλογισμούς.
3. Η φαντασία των μαζών
Η παραστατική φαντασία των μαζών, όπως
αυτή όλων των όντων στα οποία δεν παρεκβαίνει ο συλλογισμός, είναι επιδεκτική
στο να είναι βαθιά εντυπωτική. Οι εικόνες που ανακαλούνται στο πνεύμα τους από
ένα πρόσωπο, ένα γεγονός, ένα δυστύχημα, έχουν σχεδόν τη ζωηρότητα των αληθινών
πραγμάτων. Οι μάζες βρίσκονται λίγο στην κατάσταση του κοιμωμένου, του οποίου η
λογική, που αναστέλλεται στιγμαία, αφήνει να αναδυθούν μέσα στο πνεύμα εικόνες
μας υπέρμετρης έντασης, οι οποίες όμως θα σκόρπιζαν γρήγορα στην επαφή με τη
σκέψη. Οι μάζες, καθώς δεν είναι ικανές ούτε για σκέψη ούτε για
συλλογισμό, δεν γνωρίζουν το απίθανο: έτσι, τα πιο απίθανα πράγματα, είναι
γενικά τα πιο εντυπωσιακά.
Και, γι’ αυτό, είναι πάντα οι μεταφυσικές
και μυθικές πλευρές των γεγονότων που κάνουν περισσότερο εντύπωση στις μάζες.
Το μεταφυσικό και το μυθικό είναι, στην πραγματικότητα τα αληθινά στηρίγματα
ενός πολιτισμού. Μέσα στην ιστορία, το φαινόμενο έπαιξε πάντα ένα ρόλο πολύ πιο
σημαντικό από την πραγματικότητα. Εκεί, το μη πραγματικό επικρατεί πάντα πάνω
στο πραγματικό.
Οι μάζες, καθώς δεν μπορούν να σκεφτούν παρά μόνο με εικόνες, δεν εντυπωσιάζονται
παρά μόνο από εικόνες. Μόνο αυτές α τελευταίες τις τρομάζουν ή τις παραπλανούν
και γίνονται ελατήρια δράσης.
Γι’ αυτό οι θεατρικές παραστάσεις, που
δίνουν την εικόνα υπό την πιο σαφή της μορφή, έχουν πάντα μια τεράστια επίδραση
πάνω στις μάζες. Άρτος και θεάματα συνιστούσαν άλλοτε για τον ρωμαϊκό όχλο το
ιδεώδες της ευτυχίας. Καθώς η μια εποχή διαδεχόταν την άλλη αυτό το ιδεώδες
λίγο άλλαξε. Τίποτα δεν πλήττει περισσότερο τη λαϊκή φαντασία όσο ένα θεατρικό
έργο. Όλη η αίθουσα δοκιμάζει ταυτόχρονα τις ίδιες συγκινήσεις, και αν αυτές οι
τελευταίες δεν μεταμορφώνονται πάραυτα σε πράξεις, είναι που, ο πιο ασυνείδητος
θεατής δεν μπορεί να αγνοεί ότι είναι θύμα ονειροπολημάτων, και ότι γέλασε ή
έκλαψε με φανταστικές περιπέτειες.
Κάποιες φορές, όμως, τα αισθήματα που υποβάλλονται από
τις εικόνες, είναι αρκετά δυνατά για να τείνουν, όπως οι συνήθεις υποβολές, να
μεταμορφωθούν σε πράξεις. Συχνά διηγούνται την ιστορία αυτού του λαϊκού
δραματικού θεάτρου, που ήταν υποχρεωμένο να προστατεύει στην έξοδο τον ηθοποιό
που παρίστανε τον προδότη, για να τον απαλλάξει από τις βιαιότητες των θεατών,
των αγανακτισμένων από τα φανταστικά του εγκλήματα. Εδώ βρίσκεται, πιστεύω, μία
από τις πιο αξιοσημείωτες ενδείξεις της διανοητικής κατάστασης των μαζών, και
κυρίως της ευκολίας με την οποία κανείς τις υποβάλλει. Το μη πραγματικό έχει
τόση σχεδόν σημασία στα μάτια τους όση και το πραγματικό. Έχουν μια προφανή
τάση να μην τα διακρίνουν.
Είναι πάνω στη λαϊκή φαντασία που είναι
θεμελιωμένες η ισχύς των πορθητών και η δύναμη των κρατών. Δρώντας πάνω σε αυτή, παρασύρουν τις
μάζες. Όλα τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα η δημιουργία του Βουδισμού, του
Χριστιανισμού, του Ισλαμισμού, η Μεταρρύθμισα η Επανάσταση και, στις μέρες
μας, η απειλητική εισβολή του Σοσιαλισμού, είναι οι άμεσες ή μακρινές συνέπειες
δυνατών εντυπώσεων που παρήχθησαν στη φαντασία των μαζών.
Επίσης, οι μεγάλοι πολιτικοί άντρες όλων
των εποχών και όλων των χωρών, συμπεριλαμβανομένων των πιο απόλυτων δεσποτών,
θεώρησαν τη λαϊκή φαντασία ως το στήριγμα της δύναμής τους. Ποτέ δεν προσπάθησαν
να κυβερνήσουν εναντίον της. «Επειδή έγινα καθολικός», έλεγε ο Ναπολέων στο
Συμβούλιο της Επικρατείας, «τελείωσα τον πόλεμο του Βεντέ- επειδή έγινα
μουσουλμάνος εγκαταστάθηκα στην Αίγυπτο, επειδή έγινα παπικός κέρδισα τους ιερείς
στην Ιταλία. Αν κυβερνούσα ένα λαό Εβραίων, θα αναστήλωνα το Ναό του
Σολομώντα».
Ποτέ, ίσως, από τον καιρό του Αλεξάνδρου και του Καίσαρα κανένας μεγάλος άντρας
δεν κατάλαβε καλύτερα πώς πρέπει να εντυπωσιάζεται η φαντασία των μαζών. Η
διαρκής του μέριμνα ήταν να την εξάψει Αυτό σκεφτόταν στις νίκες του, στις
δημηγορίες του, στους λόγους του, σε όλες του τις πρόζας Ακόμα και στο νεκρικό
του κρεβάτι αυτό σκεφτόταν.
Πώς εντυπωσιάζει κανείς τη φαντασία των
μαζών, θα το δούμε
σε λίγο. Ας πούμε από τώρα ότι, αποδείξεις που προορίζονται να επηρεάσουν τη
διάνοια κα την κρίση, θα ήταν ανίκανες να φτάσουν αυτόν το σκοπό. Ο Αντώνιος
δεν είχε ανάγκη από μια επιδέξια ρητορική για να συνεγείρει το Λαό έναντι όντων
δολοφόνων του Καίσαρα. Του διάβασε τη διαθήκη του και του έδειξε το πτώμα του.
Όλα όσα εξάπτουν τη φαντασία των μαζών,
παρουσιάζονται υπό τη μορφή μιας εικόνας συγκινητικής και καθαρής απαλλαγμένης
από πρόσθετη ερμηνεία, ή μην έχοντας άλλη συνοδεία από κάποια θαυμαστά γεγονότα:
μια μεγάλη νίκη, ένα μεγάλο θαύμα, ένα μεγάλο έγκλημα, μια μεγάλη ελπίδα.
Ενδιαφέρει να παρουσιάζονται τα πράγματα χονδρικά, και χωρίς ποτέ να
προσδιορίζεται η γένεση τους. Εκατό μικρά εγκλήματα ή εκατό μικρά δυστυχήματα
δεν θα εξάψουν καθόλου τη φαντασία των μαζών ενώ, ένα μόνο σημαντικό έγκλημα,
μια μόνο καταστροφή, θα τις πλήξουν βαθιά, έστω και με αποτελέσματα απείρως
λιγότερο καταστροφικά από τα εκατό μικρά δυστυχήματα συγκεντρωμένα.
Η μεγάλη επιδημία γρίπης, που έκανε να χαθούν στο Παρίσι πέντε
χιλιάδες άνθρωποι, μέσα σε μερικές εβδομάδες, λίγο συγκίνησε τη λαϊκή φαντασία.
Αυτή η αληθινή εκατόμβη δεν μεταφραζόταν, πραγματικά, σε κάποια ορατή
εικόνα, αλλά μονάχα σε εβδομαδιαίες ενδείξεις της στατιστικής. Ένα
δυστύχημα στο οποίο αντί για πέντε χιλιάδες ανθρώπους θα χάνονταν μόνο
πεντακόσιοι, την ίδια μέρα σε ένα δημόσιο χώρο, εξαιτίας ενός γεγονότος πολύ
ορατού, της πτώσης του πύργου Άιφελ, για παράδειγμα, θα είχε προκαλέσει στη
φαντασία μια τεράστια εντύπωση. Η ενδεχόμενη απώλεια ενός υπερωκεάνιου που
υπέθεταν, ελλείψει νέων, ότι καταποντίστηκε στην ανοιχτή θάλασσα, έπληξε βαθιά,
επί οκτώ ημέρες, τη φαντασία των μαζών. Όμως, οι επίσημες στατιστικές δείχνουν
ότι, μέσα στην ίδια χρονιά, χάθηκαν χίλια μεγάλα σκάφη. Γι’ αυτές τις
διαδοχικές απώλειες κατά τα άλλα πολύ σημαντικές όπως η καταστροφή ζωών κα
εμπορευμάτων, οι μάζες δεν ανησύχησαν ούτε στιγμή.
Δεν είναι, επομένως, τα γεγονότα καθαυτά
που εξάπτουν τη λαϊκή φαντασία, αλλά μάλλον ο τρόπος με τον οποίο
παρουσιάζονται. Αυτά τα γεγονότα πρέπει με συμπύκνωση, αν μπορώ να εκφραστώ
έτσι, να παραγάγουν μια συγκινητική εικόνα που γεμίζει και βασανίζει το π
νεύμα. Όταν γνωρίζεις την τέχνη να εντυπωσιάζεις φαντασία των μαζών, σημαίνει
ότι γνωρίζεις την τέχνη να τις κυβερνάς.
Πηγή: Gustave Le Bon, Η
ψυχολογία των μαζών, εκδ. το Βήμα, 2010, μετάφραση Ι.Σ.Χριστοδούλου.
Οι επισημάνσεις είναι δικές μας. Εραν.
Οι μάζες χρειάζονται μια Θρησκεία,
γράφει ο Λε Μπον, αν και θεωρεί όλες τις θρησκείες του κόσμου,
λίγο έως πολύ, ευτελείς πλάνες. Ακόμα και οι
πολιτικές και κοινωνικές ιδέες για να ‘ριζώσουν” χρειάζεται να πάρουν τη μορφή
της Θρησκείας, της αλήθειας που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Γράφει σχετικά:
“Επίσης είναι μια αρκετά ανώφελη
κοινοτοπία να επαναλάβουμε ότι στις μάζες χρειάζεται μα θρησκεία. Οι πολιτικές θεολογικές και κοινωνικές
πεποιθήσεις δεν ριζώνουν σε αυτές, παρά μόνο υπό την προϋπόθεση να
περιβάλλονται πάντα τη θρησκευτική μορφή που τις προφυλάσσει από την
αμφισβήτηση.”
O Αθεϊσμός
Και η άρνηση όλων των θρησκειών, ο Αθεϊσμός ”αν
ήταν δυνατό να γίνει αποδεκτός από τις μάζες, θα είχε όλη τη μισαλλόδοξη ορμή
ενός θα είχε όλη τη μισαλλόδοξη ορμή ενός θρησκευτικού
αισθήματος, και, στις εξωτερικές του μορφές, θα γινόταν
γρήγορα μια λατρεία”.
Είναι προφανές ότι ο Λε Μπον
δεν αναφέρεται στο περιεχόμενο μιας ιδεολογίας αλλά στις μορφές
της, οι οποίες βασικά δεν αλλάζουν, είτε πρόκειται για τη λατρεία του Ρωμαίου
αυτοκράτορα, του Ιησού, του Βούδα ή
οποιουδήποτε άλλου. Οι οξυδερκείς παρατηρήσεις του ψυχολόγου
Gustave Le Bon, ο οποίος γράφει το 1895, επιβεβαιώθηκαν
με τραγικό τρόπο στη διάρκεια του 20ου αιώνα και χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα στην
πολιτική προπαγάνδα και τη διαφήμιση.
Γαλλική Επανάσταση
Ο ίδιος θεωρεί τη Γαλλική
Επανάσταση, εκτός των άλλων, και ένα εκτεταμένο κοινωνικό
πείραμα από το οποίο μπορεί να αντλήσει κανείς χρήσιμα
συμπεράσματα. Όσον δε αφορά την περίπτωση του Αθεισμού, που
επικρατεί ως καθεστώς, μπορούμε ξεκάθαρα να τη δούμε στο αλβανικό ολοκληρωτικό
σύστημα, το πρώτο κομμουνιστικό κράτος που απαγόρευσε με νόμους και διατάγματα
όλες ανεξαιρέτως τις θρησκείες.
Τα αποτελέσματα ήταν βεβαίως τραγικά: οι μειονότητες
τσακίστηκαν κι ένα περήφανος και σχεδόν αναλφάβητος λαός υπέστη επί 40 περίπου
χρόνια μια απόλυτη πλύση εγκεφάλου και ταυτόχρονα την πιο σκληρή καταστολή. Στο
τέλος της τραγικής αυτής πορείας προς τον κομμουνιστικό παράδεισο, και παρά την
αυτοθυσία πολλών που πίστεψαν ειλικρινά στην προσπάθεια, συναντάμε, εκτός από
πολιτικά και κοινωνικά ερείπια, μια πρωτοφανή άνοδο του ανορθολογισμού και μια
πρωτοφανή αναβίωση όχι μόνο του θρησκευτικού συναισθήματος αλλά και πλήθους
δοξασιών που “λογικά” θα έπρεπε να είχαν να είχαν υποχωρήσει αισθητά. Το
καθεστώς διαλύθηκε κυριολεκτικά όπως οι μούμιες στο φως.
Ελευθερία, Δημοκρατία, ή Σοσιαλισμός
Οι περισσότεροι άνθρωποι, λέει ο Λε Μπον,
αδυνατούν να σκεφτούν κριτικά και γενικά δεν πείθονται με λογικά επιχειρήματα,
αλλά με εικόνες και συναισθήματα. Οι εικόνες ανακαλούνται με λέξεις και από ένα σημείο και πέρα δεν
υπάρχει καμιά πραγματική αντιστοιχία ανάμεσα στη λέξη και στην εικόνα που
ανακαλεί. Αυτό που μετράει είναι οι συνειρμοί που δημιουργούνται. Σε αυτό
βοηθάει ιδιαίτερα η ασάφεια και η γενικότητα των λέξεων: λέξεις όπως Ελευθερία,
Δημοκρατία, ή Σοσιαλισμός νοηματοδοτούνται κάθε φορά και κάθε
λαός, ομάδα ή και άτομο τις ερμηνεύειι διαφορετικά.
Δεν είναι βεβαίως όλες οι λέξεις
κατάλληλες γι’ αυτό το σκοπό, πολλές φορές μάλιστα χρειάζεται να αλλάξουν τα
ονόματα, προκειμένου να μη δημιουργούνται ανεπιθύμητοι συνειρμοί. Αυτή είναι
και η κάπως δύσκολη δουλειά των ηγετών, των καθοδηγητών, των διαφημιστών και
όποιων άλλλων ενδιαφέρονται να δημιουργήσουν τη μια ή την άλλλη εικόνα.
Ανθρωπιστικές αποστολές
Η παρατήρηση αυτή του Γάλλου εθνολόγου
φαίνεται να επιβεβαιώνεται διαχρονικά: οι βομβαρδισμοί των Αμερικάνων στο Ιράκ
ή τα Βαλκάνια βαφτίζονται ανθρωπιστικές αποστολές, με χαμογελαστούς
στρατιώτες να φιγουράρουν μπροστά σε σωρούς από καρβέλια, τα σοβιετικά τανκς
εισβάλουν στην Τσεχοσλοβακία για να ‘υπερασπίσουν τις
σοσιαλιστικές δομές” και πάει λέγοντας. Θα μπορούσα να παραθέσω πλήθος
παραδείγματα και άλλες τόσες εικόνες που να “υποβάλλουν” ως εικόνα τη μια ή την
άλλη άποψη. Μπορείτε να το κάνετε και εσείς, με όποια δοσολογία φρίκης ή
ευτυχίας επιθυμείτε, ο Λε Μπον δείχνει τον τρόπο.
Ντοστογιέφσκι
Η ανάπτυξη του φασισμού και η κυριαρχία
ολοκληρωτικών αντιλήψεων σε ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης έδειξαν με πολύ
ξεκάθαρο τρόπο πώς η πολιτική ιδεολογία έγινε Θρησκεία κανονική:
τελετουργικές παρελάσεις, το αλάθητο του Αρχηγού, ο απόλυτος
εχθρός, η επαγγελία ενός μέλλοντος όπου θα πραγματωθεί η “ευτυχία’, οι
μάρτυρες, είναι μόνο μερικά από τα χαρακτηριστικά που εμφανίζονται με
αξιοσημείωτη ομοιότητα. Αξίζει να παραθέσουμε μια αναφορά στο Ντοστογιέφσκι:
“Η ανάπτυξη της μικρής θετικιστικής
αίρεσης μας παρέχει μα περίεργη απόδειξη γι’ αυτό. Αυτή μοιάζει με εκείνο το
μηδενιστή, του οποίου την ιστορία μας διηγείται ο βαθύς Ντοστογιέφσκι. Φωτισμένος μια μέρα από τα φώτα του Λόγου, κατέστρεψε τις εικόνες των θεοτήτων κα
των αγίων που στόλιζαν το βωμό από το μικρό του παρεκκλήσι, έσβησε τα κεριά,
και, δίχως να χάσει μια στιγμή, αντικατέστησε τις κατεστραμμένες εικόνες με τα
έργα κάποιων άθεων φιλοσόφων, και μετά άναψε πάλι με ευλάβεια τα κεριά. Το αντικείμενο των θρησκευτικών του
πεποιθήσεων είχε μεταμορφωθεί, αλλά, τα θρησκευτικά του αισθήματα μπορεί κανείς
να πει στ’ αλήθεια ότι είχαν αλλάξει;
Τα πολιτικά συναισθήματα
Τα πολιτικά συναισθήματα είναι κατ’ ουσίαν
θρησκευτικά, εκτιμά λοιπόν ο Λε Μπον, ο οποίος θεωρεί ότι μόνο η ανορθολογική
φύση αυτών των αντιλήψεων μπορεί να εξηγήσει τόσο τις βαρβαρότητες όσο και τους
ηρωισμούς και την αυταπάρνηση που επέδειξαν πλήθη ανθρώπων στη διάρκεια της
ιστορίας:
“Αυτό το αίσθημα έχει πολύ απλά
χαρακτηριστικά: λατρεία ενός όντος υποτίθεται ανώτερου, φόβος για τη δύναμη που του αποδίδουν, τυφλή υποταγή στις προσταγές του, αδυναμία να
συζητήσουν τα δόγματά του, επιθυμία να τα διαδώσουν, τάση να θεωρούν εχθρούς όλους αυτούς που
αρνούνται να τα δεχτούν. Επειδή ένα τέτοιο αίσθημα αναφέρεται σε έναν αόρατο θεό, σε ένα
πέτρινο είδωλο, σε έναν ήρωα ή σε μια πολιτική ιδέα, παραμένει πάντα κατ’ ουσία
θρησκευτικό. Το υπερφυσικό και το θαυματουργό
ξαναβρίσκονται εκεί εξίσου. Οι μάζες περιβάλλουν με μια ίδια μυστηριακή δύναμη το πολιτικό
σχήμα ή τον τροπαιούχο αρχηγό που τις φανατίζει προς στιγμή.”
Από τα προηγούμενα είναι νομίζουμε σαφές
και γιατί το Μνημόνιο ονομάστηκε Μνημόνιο. Το
ίδιο ισχύει, πολύ περισσότερο, για τη Δανειακή Σύμβαση. Η
ουδετερότητα των όρων έχει προφανή πολιτικό σκοπό: θα ήταν αδιανόητο, ας πούμε,
να ονομαστεί Σύμβαση της Υποτέλειας.
Θα κλείσουμε το σημερινό σημείωμα με ένα
αυτούσιο απόσπασμα με τον τίτλο:
Θρησκευτικές μορφές που καλύπτουν όλες τις πεποιθήσεις των μαζών
Του Γκυστάβ Λε Μπον / Gustave Le Bon
Η μισαλλοδοξία και ο φανατισμός συνιστούν
τη συνηθισμένη συνοδεία ενός θρησκευτικού αισθήματος. Είναι αναπόφευκτα σε
αυτούς που πιστεύουν ότι κατέχουν το μυστικό της πρόσκαιρης ή αιώνιας ευτυχίας.
Eίδαμε ότι οι μάζες δεν συλλογίζονται, ότι
δέχονται ή απορρίπτουν τις ιδέες χονδρικά, ότι δεν ανέχονται ούτε συζήτηση ούτε
αντιλoγία και ότι οι υποβολές που δρουν πάνω τους κατακλύζουν εντελώς το
πεδίο της νόησής τους και τείνουν αμέσως να μεταμορφωθούν σε πράξεις. Έχουμε
δείξει ότι οι μάζες που υποβάλλονται με τον κατάλληλο τρόπο είναι έτοιμες να
θυσιαστούν για το ιδανικό που τους έχουν υποβάλει. Είδαμε τέλος ότι αυτές
γνωρίζουν μόνο τα βίαια και ακραία αισθήματα. Σε αυτές η συμπάθεια γίνεται
γρήγορα λατρεία, και μόλις γεννηθεί η αντιπάθεια μεταμορφώνεται σε μίσος.
Αυτές οι γενικές ενδείξεις επιτρέπουν ήδη να προαισθανθούμε τη φύση των
πεποιθήσεών τους.
Εξετάζοντας από κοντά τις πεποιθήσεις των
μαζών, τόσο στις εποχές πίστης όσο και στις μεγάλες πολιτικές εξεγέρσεις, όπως
αυτές του περασμένου αιώνα, διαπιστώνουμε ότι παρουσιάζουν πάντα μια ιδιαίτερη
μορφή, που δεν μπορώ να την ορίσω καλύτερα παρά δίνοντάς της το όνομα του
θρησκευτικού αισθήματος.
Αυτό το αίσθημα έχει πολύ απλά
χαρακτηριστικά: λατρεία ενός όντος υποτίθεται ανώτερου, φόβος για τη δύναμη που
του αποδίδουν, τυφλή υποταγή στις προσταγές του, αδυναμία να συζητήσουν τα
δόγματά του, επιθυμία να τα διαδώσουν, τάση να θεωρούν εχθρούς όλους αυτούς που
αρνούνται να τα δεχτούν. Επειδή ένα τέτοιο αίσθημα αναφέρεται σε έναν αόρατο
θεό, σε ένα πέτρινο είδωλο, σε έναν ήρωα ή σε μια πολιτική ιδέα, παραμένει
πάντα κατ’ ουσία θρησκευτικό. Το υπερφυσικό και το θαυματουργό ξαναβρίσκονται
εκεί εξίσου. Οι μάζες περιβάλλουν με μια ίδια μυστηριακή δύναμη το πολιτικό
σχήμα ή τον τροπαιούχο αρχηγό που τις φανατίζει προς στιγμή.
Δεν είναι κανείς ευσεβής μόνο όταν
λατρεύει μια θεότητα αλλά όταν θέτει όλα τα μέσα του πνεύματος του όλη την
πειθαρχία της βούλησής του, όλες τις ορμές του φανατισμού στην υπηρεσία ενός
σκοπού ή μιας ύπαρξης που έχει γίνει ο στόχος και ο οδηγός των αισθημάτων και
των πράξεων.
Η μισαλλοδοξία και ο φανατισμός συνιστούν
τη συνηθισμένη συνοδεία ενός θρησκευτικού αισθήματος. Είναι αναπόφευκτα σε αυτούς
που πιστεύουν ότι κατέχουν το μυστικό της πρόσκαιρης ή αιώνιας ευτυχίας. Αυτά
τα δύο χαρακτηριστικά αναγνωρίζονται σε όλους τους ανθρώπους που βρίσκονται σε
ομάδα όταν τους διεγείρει κάποια πεποίθηση. Οι Ιακωβίνοι της Τρομοκρατίας ήταν
το ίδιο, κατά βάθος, ευσεβείς, όσο οι καθολικοί της Ιερής Εξέτασης, και η
άσπλαχνη ορμή τους απέρρεε από την ίδια πηγή.
Τις πεποιθήσεις των μαζών περιβάλλουν
αυτοί οι χαρακτήρες της τυφλής υπακοής, της θηριώδους μισαλλοδοξίας, της
ανάγκης για βίαιη προπαγάνδα, που είναι σύμφυτοι στο θρησκευτικό αίσθημα Μπορούμε
λοιπόν να πούμε ότι όλες οι πεποιθήσεις τους έχουν μια θρησκευτική μορφή. Ο
ήρωας που επευφημεί η μάζα είναι στ’ αλήθεια ένας θεός γι’ αυτή. Ο Ναπολέων
υπήρξε αυτό για δεκαπέντε χρόνια και ποτέ θεότητα δεν είχε τόσο τέλειους
λάτρεις. Καμία δεν έστειλε πιο εύκολα τους ανθρώπους στο θάνατο. Οι θεοί του
Παγανισμού και του Χριστιανισμού δεν άσκησαν ποτέ μια εξουσία περισσότερο
απόλυτη πάνω στις ψυχές.
Οι θεμελιωτές θρησκευτικών ή πολιτικών
πεποιθήσεων δεν τις θεμελίωσαν παρά επειδή ήξεραν να επιβάλλουν στις μάζες
αυτά τα αισθήματα θρησκευτικού φανατισμού, που κάνουν να βρίσκει ο άνθρωπος
την ευτυχία του στη λατρεία και τον σπρώχνουν να θυσιάσει τη ζωή του για το
είδωλο του. Έτσι είχαν τα πράγματα σε όλες τις εποχές. Στο ωραίο βιβλίο του για
τη ρωμαϊκή Γαλατία ο Fustel de Coulanges παρατηρεί ορθά ότι η ρωμαϊκή
αυτοκρατορία δεν διατηρήθηκε καθόλου με τη δύναμη αλλά με το θρησκευτικό
θαυμασμό που ενέπνεε. «θα ήταν ανήκουστο μέσα στην ιστορία του κόσμου», λέει
δικαιολογημένα, «ένα βασίλειο μισητό από τους πληθυσμούς να διαρκέσει πέντε
αιώνες. Δεν θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε ότι τριάντα λεγεώνες της αυτοκρατορίας
μπόρεσαν να εξαναγκάσουν εκατό εκατομμύρια ανθρώπων να υπακούσουν». Αν
υπάκουγαν, είναι γιαπί ο αυτοκράτορας, προσωποποιώντας το ρωμαϊκό μεγαλείο,
λατρευόταν ομόφωνα όπως μια θεότητα.
Μέσα στην πιο ελάχιστη κώμη της
αυτοκρατορίας, ο αυτοκράτορας είχε βωμούς. «Έβλεπε κανείς να εμφανίζεται
απότομα εκείνον τον καιρό μέσα στις ψυχές, από τη μια άκρη της αυτοκρατορίας
ως την άλλη, μια καινούργια θρησκεία, που είχε για θεότητες τους ίδιους τους
αυτοκράτορες. Μερικά χρόνια πριν τη χριστιανική εποχή, ολόκληρη η Γαλατία, που
συναπαρτιζόταν από εξήντα πολιτείες, ανήγειρε από κοινού ένα ναό, κοντά στην
πόλη της Λυών, στον Αύγουστο… Οι ιερείς του, εκλεγμένοι από τη συνέλευση των
γαλατικών πολιτειών, ήταν τα πρώτα πρόσωπα της χώρας τους… Είναι αδύνατο να
αποδώσουμε όλα αυτά στο φόβο και στη δουλοπρέπεια. Ολόκληρα λαοί δεν είναι
δουλοπρεπείς, και δεν είναι τέτοια επί τρεις αιώνες. Δεν ήταν οι αυλικοί που λάτρευαν
τον αυτοκράτορα, ήταν η Ρώμη. Δεν ήταν μόνο η Ρώμη, ήταν η Γαλατία, ήταν η
Ισπανία, ήταν η Ελλάδα και η Ασία».
Σήμερα, α περισσότερα από τους μεγάλους
κατακτητές των ψυχών δεν διαθέτουν πια βωμούς, όμως έχουν αγάλματα ή εικόνες,
και η λατρεία που τους αποδίδουν δεν είναι πολύ διαφορετική από αυτή στο παρελθόν.
Δεν κατορθώνουμε να κατανοήσουμε, λίγο έστω, τη φιλοσοφία της Ιστορίας, παρά
αφού καταλάβουμε καλά αυτό το θεμελιώδες στοιχείο της ψυχολογίας των μαζών:
πρέπει να είσαι θεός γι’ αυτές, αλλιώς δεν είσαι τίποτα.
Δεν έχουμε να κάνουμε εδώ με
δεισιδαιμονικές προλήψεις μιας άλλης εποχής, που εκδιώχθηκαν οριστικά από το
Λόγο. Στον διηνεκή αγώνα του ενάντια στο Λόγο, το συναίσθημα δεν νικήθηκε
ποτέ. Οι μάζες δεν θέλουν πια να ακούν τα λόγια της θεότητας και της θρησκείας,
που τόσον καιρό τις δυνάστευσαν μα καμιά εποχή δεν τις είδε να υψώνουν τόσα
αγάλματα και βωμούς, όσα εδώ και έναν αιώνα τώρα.
Το λαϊκό κίνημα που είναι γνωστό υπό το
όνομα του Χαρτισμού, απέδειξε με πόση ευκολία τα θρησκευτικά ένστικτα των μαζών
είναι έτοιμα να ξαναγεννηθούν. Δεν υπήρχε πανδοχείο χωριού, που να μην είχε
την εικόνα του ήρωα. Του απέδιδαν τη δύναμη να επανορθώνει όλες τις αδικίες,
όλα τα κακώς κείμενα, και χιλιάδες ανθρώπων θα έδιναν τη ζωή τους γι’ αυτόν.
Ποιον τόπο δεν θα είχε κατακτήσει μέσα στην ιστορία, αν ο χαρακτήρας του είχε
μπορέσει να αντέξει το μύθο του!
Επίσης είναι μια αρκετά ανώφελη κοινοτοπία
να επαναλάβουμε ότι στις μάζες χρειάζεται μα θρησκεία. Οι πολιτικές θεολογικές
και κοινωνικές πεποιθήσεις δεν ριζώνουν σε αυτές, παρά μόνο υπό την προϋπόθεση
να περιβάλλονται πάντα τη θρησκευτική μορφή που τις προφυλάσσει από την
αμφισβήτηση. Ο Αθεϊσμός, αν ήταν δυνατό να γίνει αποδεκτός από
τις μάζες, θα είχε όλη τη μισαλλόδοξη ορμή ενός θα είχε όλη τη μισαλλόδοξη ορμή
ενός θρησκευτικού αισθήματος, και, στις εξωτερικές του μορφές, θα γινόταν
γρήγορα μα λατρεία. Η ανάπτυξη της μικρής θετικιστικής αίρεσης μας παρέχει μα
περίεργη απόδειξη γι’ αυτό. Αυτή μοιάζει με εκείνο το μηδενιστή, του οποίου
την ιστορία μας διηγείται ο βαθύς Ντοστογιέφσκι. Φωτισμένος
μια μέρα από τα φώτα του Λόγου, κατέστρεψε τις εικόνες των θεοτήτων κα των
αγίων που στόλιζαν το βωμό από το μικρό του παρεκκλήσι, έσβησε τα κεριά, και,
δίχως να χάσει μια στιγμή, αντικατέστησε τις κατεστραμμένες εικόνες με τα έργα
κάποιων άθεων φιλοσόφων, και μετά άναψε πάλι με ευλάβεια τα κεριά. Το
αντικείμενο των θρησκευτικών του πεποιθήσεων είχε μεταμορφωθεί, αλλά, τα
θρησκευτικά του αισθήματα μπορεί κανείς να πει στ’ αλήθεια ότι είχαν αλλάξει;
Δεν καταλαβαίνουμε καλά, το επαναλαμβάνω
ακόμα, κάποια ιστορικά γεγονότα- και ακρβώς τα πιο σημαντικά- παρά αφού
λάβουμε υπόψη μας τη θρησκευτική μορφή που καταλήγουν πάντα να περιβάλλονται
οι πεποιθήσεις των μαζών. Πολλά κοινωνικά φαινόμενα απαιτούν τη μελέτη ενός
ψυχολόγου πολύ περισσότερο από αυτή ενός νατουραλιστή. Ο μεγάλος μας ιστορικός Taine
δεν εξέτασε την Επανάσταση παρά ως νατουραλιστής, και η πραγματική γένεση των
γεγονότων συχνά του ξέφυγε. Παρατήρησε τέλεια τα συμβάντα, αλλά, επειδή δεν
είχε κατανοήσει την ψυχολογία των μαζών, ο διάσημος συγγραφέας δεν μπόρεσε πάντα
να αναχθεί στις αιτίες. Επειδή τα συμβάντα τον τρόμαξαν με την αιματηρή,
αναρχική και θηριώδη πλευρά τους, δεν είδε στους ήρωες της μεγάλης εποποιίας
άλλο από μα ορδή άγριων επιληπτικών που παραδίνονταν ανεμπόδιστα στα ένστικτά
τους. Οι βιαιότητες της Επανάστασης, οι σφαγές της, η ανάγκη της για
προπαγάνδα οι κηρύξεις της πολέμου σε όλους τους βασιλιάδες, εξηγούνται μόνο αν
θεωρήσουμε ότι αυτή υπήρξε η εγκατάσταση μας καινούργιας θρησκευτικής
πεποίθησης μέσα στην ψυχή των μαζών. Η Μεταρρύθμιση, ο
Άγιος Βαρθολομαίος, οι θρησκευτικοί πόλεμοι, η Ιερή Εξέταση,
η Τρομοκρατία, είναι ταυτόσημα φαινόμενα που έλαβαν χώρα υπό την υποβολή αυτών
των θρησκευτικών αισθημάτων, που οδηγούν αναγκαστικά στην εξόντωση με το
σίδηρο και τη φωτιά, όλων όσων αντιτίθενται στην εγκατάσταση της καινούργιας
πεποίθησης. Οι μέθοδοι της Ιερής Εξέτασης και της Τρομοκρατίας
είναι αυτές των αληθινών πεπεισμένων. Δεν θα ήταν πεπεισμένοι αν χρησιμοποιούσαν
άλλες.
Οι ανάλογες με αυτές που μόλις ανέφερα
ταραχές, δεν είναι δυνατές παρά μόνο όταν η ψυχή των μαζών τις κάνει να
γεννιούνται. Οι πιο απόλυτα δεσπότες θα ήταν αδύναμοι να τις υποκινήσουν. Οι
ιστορικοί που παρουσιάζουν τον Άγιο Βαρθολομαίο ως το
έργο ενός βασιλιά, αγνοούν την ψυχολογία των μαζών όσο και αυτή των βασιλιάδων.
Παρόμοιες εκδηλώσεις δεν μπορούν να προέλθουν παρά μόνο από τη λαϊκή ψυχή. Η
δύναμη, η περισσότερο απόλυτη, του πιο δεσποτικού μονάρχη, δεν πάει καθόλου
μακρύτερα από το να τους επισπεύσει ή να τους καθυστερήσει λίγο την ώρα Δεν
είναι α βασιλιάδες που έκαναν ούτε τον Άγιο Βαρθολομαίο ούτε τους θρησκευτικούς
πολέμους, και ούτε ο Ροβεσπιέρος, ο Νταντόν
ή ο Σαιν-Ζυστ έκαναν την Τρομοκρατία. Πίσω
από παρόμοια γεγονότα ξαναβρίσκουμε πάντα την ψυχή των μαζών.
Πηγή: Gustave Le Bon, Η
ψυχολογία των μαζών, εκδ. το Βήμα, 2010, μετάφραση Ι.Σ.Χριστοδούλου.
Οι επισημάνσεις είναι δικές μας.