Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

BLAKEMORE COLIN: Η ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΝΟΥ

Η ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΝΟΥFREE photo hosting by Fih.gr
Με το βιβλίο αυτό ο Colin Blakemore, Kαθηγητής της Nευροφυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Oξφόρδης, πραγματοποιεί μια εξερεύνηση στον χώρο του ανθρώπινου εγκεφάλου και νου. Πρόκειται για μια ευφυή συνθετική και αναλυτική δουλειά που στηρίζεται στα δεδομένα των νευροεπιστημών, της νευρολογίας, της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας. Mέσα από τις σελίδες του βιβλίου ο αναγνώστης οδηγείται στην κατανόηση περίπλοκων λειτουργιών όπως είναι η αντίληψη, η μάθηση και μνήμη, η σκέψη, η τρέλα και η κατάθλιψη, η εξάρτηση, η γλώσσα, οι βιολογικοί ρυθμοί, ο πόνος, η γήρανση κ.λπ. Στο τελευταίο κεφάλαιο, ο Blakemore εξετάζει τη βίαιη συμπεριφορά και αναρωτιέται κατά πόσον η ελευθερία της βούλησης είναι απλώς μια ψευδαίσθηση. H Mηχανή του Nου, αυτό το συναρπαστικό βιβλίο, παρέχει στον μη ειδικό αναγνώστη έναν οδηγό για την κατανόηση των νοητικών λειτουργιών που αποτελούν τη βάση της ανθρώπινης ύπαρξης.
BLAKEMORE COLIN
 

Ο ΑΛΜΠΕΡΤ ΑΪΝΣΤΑΙΝ ΉΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ένα και μόνο κύτταρο. Το ίδιο και ο Αδόλφος Χίτλερ. Αρχίζουμε όλοι το μακρύ ταξίδι μας προς τη νοημοσύνη ως ελαχιστότατες μονάδες ζωής: ένα γονιμοποιημένο αυγό. Κατά τη γέννηση, ο ανθρώπινος εγκέφαλος διαθέτει περισσότερα κύτταρα από όσα θα έχει ποτέ, αλλά το βρέφος μάλλον δεν έχει ούτε μία συνειδητή εμπειρία. Σε λίγα χρόνια, αυτό το παιδί θα έχει κατακτήσει με τον εγκέφαλό του τη γλώσσα, θα εννοεί τους πολύπλοκους κοινωνικούς κανόνες, θα έχει επίγνωση του κόσμου, του παρελθόντος, του μέλλοντος, και του εαυτού του.

Η ΑΡΧΗ

Ένα ωάριο γονιμοποιείται από ένα σπέρμα. Το καθένα είναι ένας φάκελος που περιέχει ένα ζωτικό μήνυμα – μια γενετική ιστορία γραμμένη στην παράξενη, τετραγράμματη γλώσσα του DNA. H αιώνια ζωή είναι το τελικό έπαθλο όλων των μεγάλων θρησκειών του κόσμου. Ωστόσο, είμαστε όλοι αθάνατοι, με την έννοια ότι το DNA, που μας κάνει αυτό που είμαστε, περνάει από γενιά σε γενιά.

Για λίγες ώρες το γονιμοποιημένο αυγό φαίνεται να είναι σε νάρκη. Ύστερα χωρίζεται. Τα χρωμοσώματά του διχάζονται και αναδιπλασιάζονται πανομοιότυπα για να φτιάξουν ένα σύνολο σαράντα έξι χρωμοσωμάτων για κάθε νέο κύτταρο. Αυτή η τελετουργική διαίρεση επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Οχτώ μέρες μετά τη σύλληψη, το έμβρυο είναι μία μάζα μερικών εκατοντάδων κυττάρων. Οποιοδήποτε κύτταρο από την κεντρική συστάδα των κυττάρων που θα αποτελέσουν το καθαυτό έμβρυο, θα μπορούσε να αφαιρεθεί χωρίς να διαταραχθεί η φυσιολογική του ανάπτυξη. Μετά, ξαφνικά, τα κύτταρα του εμβρύου ακολουθούν διαφορετική το καθένα πορεία ανάπτυξης.

Δεκαεννιά ημέρες μετά τη γονιμοποίηση, έχουμε το πρώτο βήμα στον σχηματισμό του εγκεφάλου. Μια ομάδα κυττάρων στην επιφάνεια της στρογγυλής μάζας αντιδρά σε ένα χημικό σήμα που έρχεται από την υποκείμενη στιβάδα. Στην αδελφότητα των κυττάρων που σχηματίζουν αυτή την πλάκα, ένα γονίδιο θα αναλάβει να συνθέσει μια ουσία που συγκολλά τις μεμβράνες τους. Μέσα σε λίγες μέρες αυτή η νευρική πλάκα θα αναδιπλωθεί για να σχηματίσει έναν σωλήνα. Από αυτόν τον μικρό κύλινδρο θα αναπτυχθεί ολόκληρος ο εγκέφαλος και το υπόλοιπο νευρικό σύστημα. Το ένα άκρο του σωλήνα αρχίζει να διογκώνεται: θα εξελιχθεί σε εγκέφαλο. Το άλλο, λεπτότερο άκρο θα γίνει ο νωτιαίος μυελός. Τα κύτταρα του πρωτόγονου εγκέφαλου αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται γρήγορα. Μερικά θα γίνουν νευρώνες, τα καθαυτό νευρικά κύτταρα. Τα υπόλοιπα θα γίνουν τα νευρογλοιακά κύτταρα, που στηρίζουν, τρέφουν και καθοδηγούν τους αναπτυσσόμενους νευρώνες.

Η ταχύτητα διαίρεσης των κυττάρων είναι τώρα φρενιτιώδης, ως εάν τα γονίδια να έχουν αποδυθεί σε αγώνα δρόμου για να δημιουργήσουν αστρονομικούς αριθμούς νευρώνων, ώστε να είναι έτοιμοι για τη γέννηση. Το κάθε νέο κύμα νευρικών κυττάρων τρέχει πάνω στον οδηγό των νευρογλοιακών κυττάρων για να φτάσει στον προορισμό του, που είναι ο αναπτυσσόμενος εγκέφαλος. Διαδοχικές γενεές κυττάρων μεταναστεύουν πέρα από τις επιστρώσεις των νευρώνων που γεννήθηκαν νωρίτερα και ήδη ησυχάζουν. Αυτό το παράδοξο σχέδιο αποδημίας ευθύνεται για τη χαρακτηριστική επιστρωματοειδή δομή πολλών μερών του εγκεφάλου. Ευθύς μόλις ένα νευρικό κύτταρο αρχίζει το ταξίδι του, παύει να διαιρείται, και συντονίζεται, με λεπτές και μυστηριώδεις διεργασίες, με τα διαφορετικά χημικά περιβάλλοντα μέσω των οποίων κινείται. Τα γονίδια του κυττάρου αντιδρούν σε αυτά τα σήματα θέτοντας σε λειτουργία νέα χημικά προγράμματα που οδηγούν το κύτταρο στον αναπόδραστο προορισμό του. Η διαφοροποίηση – η διαδικασία με την οποία τα κύτταρα του σώματος, τα οποία περιέχουν όλα το ίδιο γενετικό μήνυμα, ειδικεύονται για να εκτελέσουν το ιδιαίτερο έργο τους στο σώμα – παραμένει ένα από τα βαθύτερα μυστήρια της βιολογίας. Βασίζεται σε μια στεγνή αλληλεπίδραση γονιδίων και περιβάλλοντος, που αντιδρούν το ένα στο άλλο σε τέλειο συγχρονισμό. Οι συνέπειες της διαφοροποίησης δεν είναι πουθενά αλλού τόσο εντυπωσιακές όσο στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο.

ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Την όγδοη εβδομάδα μετά τη σύλληψη, ο ακατάσχετος πολλαπλασιασμός των νευρώνων και των νευρογλοιακών κυττάρων έχει διαμορφώσει, ως δια μαγείας, μία δομή με αναγνωρίσιμο σχήμα. Διακρίνονται πλέον το στέλεχος του εγκεφάλου, η παρεγκεφαλίδα, και τα εγκεφαλικά ημισφαίρια, που εξωθούν το αναπτυσσόμενο κρανίο. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου ο εγκέφαλος είναι εξαιρετικά εύτρωτος. Στις 6 και στις 9 Αυγούστου του 1945, ατομικές βόμβες έπεσαν στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Η ραδιενέργεια δεν υπολογίζει τη σάρκα και το αίμα που προστατεύουν ένα αναπτυσσόμενο έμβρυο. Μεταξύ των επιζώντων υπήρξαν περισσότερες από χίλιες έγκυες γυναίκες. Μερικά από τα παιδιά τους, που είναι τώρα στα πενήντα τους χρόνια, γεννήθηκαν με ατέλειες του νευρικού συστήματος και είναι ακόμη διανοητικά καθυστερημένα. Ο William Scull και οι συνεργάτες του στο Ίδρυμα Ερευνών Ακτινοβολίας και Φύλου της Χιροσίμα, διαπίστωσαν ότι οι μητέρες όλων των σοβαρά προσβεβλημένων παιδιών ήσαν, όταν οι βόμβες εξερράγησαν, μεταξύ της όγδοης και της δέκατης έκτης εβδομάδας εγκυμοσύνης. Τα παιδιά των μητέρων που ήσαν σε πιο προχωρημένη εγκυμοσύνη, ή λιγότερο από δύο μήνες έγκυοι, είναι λιγότερο καθυστερημένα ή και καθόλου. Η ραδιενέργεια είχε ιδιαίτερα σοβαρές επιπτώσεις μεταξύ όγδοης και δέκατης έκτης εβδομάδας ανάπτυξης του εμβρύου, όταν ο εγκέφαλος είναι εξαιρετικά εύτρωτος. Αυτή η περίοδος ευπάθειας συμπίπτει με την περίοδο της ταχύτερης δημιουργίας των νευρικών κυττάρων – μέχρι 250.000 το λεπτό – και της αθρόας εισβολής τους στον αναπτυσσόμενο εγκεφαλικό φλοιό. Διότι, για να λειτουργήσει ο εγκέφαλος σωστά, οι νευρώνες πρέπει να βρίσκονται στη σωστή θέση για να σχηματίσουν τις σωστές συνάψεις και να εκτελέσουν το προδιαγεγραμμένο έργο τους. Η ακτινοβολία πιθανότατα επηρεάζει όχι μόνο την παραγωγή των νευρικών κυττάρων αλλά και την πορεία τους στο δίκτυο των νευρογλοιακών ινών, αναγκάζοντάς τα να σταματήσουν προτού φτάσουν στον τελικό τους προορισμό.

Το 1970 η Christy Uland, ιατρός στο Παιδιατρικό Τμήμα του Νοσοκομείου Παίδων του Σηάτλ της Ουάσινγκτον, παρατήρησε μια περίεργη ομοιότητα σε μερικά από τα νήπια που μελετούσε. Ήσαν μικρόσωμα για την ηλικία τους, είχαν πεπλατυσμένα πρόσωπα, και ήσαν όλα διανοητικά καθυστερημένα. Έμοιαζαν σαν να ανήκαν στην ίδια οικογένεια, χωρίς να έχουν όμως συγγενική σχέση. Το μόνο που είχαν κοινό ήταν το ότι οι μητέρες ήσαν αλκοολικές. Ο Kenneth Jones και ο David Smith του Κέντρου Παιδικής Ανάπτυξης και Διανοητικής Καθυστέρησης του Σηάτλ ονόμασαν αυτό το πλέγμα συμπτωμάτων Εμβρυακό Αλκοολικό Σύνδρομο. Γνωρίζουμε σήμερα ότι είναι η Τρίτη σε συχνότητα μορφή συγγενούς ανωμαλίας μετά το Σύνδρομο του Ντάουν και τις ανωμαλίες των νευρικών σωλήνων, όπως η διφυής άκανθα (spina difida).

Ο Sterling Clarren του Πανεπιστημίου του Σηάτλ μελετά επί μακρόν πιθήκους σε νηπιακή ηλικία, προσπαθώντας να καταλάβει πότε και πώς το αλκοόλ – που περνά εύκολα τον πλακούντα και μπαίνει στο αίμα του εμβρύου – επηρεάζει τον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο. Τα πιθηκάκια είναι από φυσικού τους περίεργα, αλλά, αν δοθεί αλκοόλ στις μητέρες τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, παρουσιάζουν υπερκινητικότητα και διαταραγμένη συμπεριφορά, περίπου όπως τα ανθρώπινα μωρά με Εμβρυακό Αλκοολικό Σύνδρομο. Ο Clarren διαπίστωσε ότι το αλκοόλ επηρεάζει τον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο σε όλη τη διάρκεια της κύησης, αλλά οι συνέπειες στα πρώτα στάδια είναι πολύ πιο καταστρεπτικές. Για άλλη μια φορά οι μαρτυρίες δείχνουν ότι η κρίσιμη αρχική περίοδος, όταν το έμβρυο είναι περίπου δύο μηνών, είναι η περίοδος της μεγαλύτερης ευπάθειας.

Η πιθανή αιτία των διανοητικών ανωμαλιών έγινε προφανής όταν ο Sterling Clarren είχε την ευκαιρία να εξετάσει ανατομικά ένα μωρό που είχε την ασθένεια και πέθανε. Ο εγκέφαλός του ήταν πολύ μικρός, αλλά δεν ήταν αυτό η μόνη ατέλεια. Σε έναν φυσιολογικό ανθρώπινο εγκέφαλο η επιφάνεια των εγκεφαλικών ημισφαιρίων έχει βαθιές πτυχώσεις, ώστε να χωρέσει ο τεράστιος όγκος του εγκεφαλικού φλοιού στον θόλο που σχηματίζει το κρανίο. Αλλά στον εγκέφαλο που έχει υποστεί βλάβες από το αλκοόλ, οι γεμάτες υγρό κοιλίες που βρίσκονται μέσα στον εγκέφαλο είναι υπερβολικά μεγάλες, η στιβάδα των νευρικών ινών (λευκή ουσία) που βρίσκεται κάτω από τον φλοιό είναι αφύσικα λεπτή, και οι πτυχώσεις του ίδιου του φλοιού είναι αβαθείς. Έτσι, όχι μόνο ο ολικός όγκος του φλοιού αλλά και οι συνάψεις του έχουν μειωθεί.

Το μικροσκόπιο μας δίνει και άλλες μαρτυρίες καταστροφής και αποδιοργάνωσης. Οι στιβάδες του φλοιού είναι παραμορφωμένες, σαν να μην υπήρξε σήμα να πει στους αποδημούντες νευρώνες πότε να σταματήσουν. Πολλοί από αυτούς συνέχισαν την πορεία τους πέρα από την προκαθορισμένη τους θέση, ωσότου διέρρηξαν την επιφάνεια και χύθηκαν έξω, σχηματίζοντας ένα μπερδεμένο κουβάρι.

ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

Βρισκόμαστε στο μέσον της κύησης. Σε πολλά μέρη του εγκεφάλου τα κύματα της αποδημίας σταμάτησαν. Ο εγκέφαλος αρχίζει να σταθεροποιείται. Τα ανώριμα, αδιαμόρφωτα νευρικά κύτταρα έχουν φτάσει στον προορισμό τους και έχουν αρχίσει να διαφοροποιούνται. Θα ποικίλουν κατά το μέγεθος, το σχήμα, τις χημικές ουσίες που παράγουν και χρησιμοποιούν για τη μετάδοση σημάτων. Πάνω απ΄όλα, θα διαφέρουν στις συνάψεις τους με άλλα νευρικά κύτταρα. Αν υπάρχει μια διαδικασία που ευθύνεται για τη γένεση του νου, είναι ο σχηματισμός των συνάψεων στον εγκέφαλο. Στο μέσον της κύησης, η διαδικασία αυτή είναι ταχύτατη, φρενιτιώδης. Αλλά ο σχηματισμός και η απόρριψη των συνάψεων συνεχίζεται, όχι μόνο μέχρι τη γέννηση, αλλά και στην παιδική ηλικία και, πιο περίπλοκα, σε όλη τη ζωή.

Ο κάθε διαφοροποιούμενος νευρώνας βγάζει ένα λεπτό “δάχτυλο” που χώνεται γρήγορα σε άγνωστη περιοχή, ψαύοντας το χημικό περιβάλλον. Αυτή η απόφυση θα γίνει ο άξονας ή η ίνα του νευρικού κυττάρου. Στο ένα του άκρο, που αναπτύσσεται, μικροσκοπικά τριχίδια ερευνούν την πρόσω περιοχή, αναζητώντας κύτταρα που έχουν την κατάλληλη «γεύση» στη μεμβράνη τους, σπρώχνοντας τον άξονα προς τον στόχο του. Οι άξονες ορισμένων κυττάρων, οι κινητικοί νευρώνες στον νωτιαίο μυελό και στο στέλεχος του εγκεφάλου, ανοίγουν δρόμο μέσα στο σώμα, γυρεύοντας τους μυς που τελικά θα ελέγξουν. Όταν γίνουν αυτές οι συνάψεις και οι κινητικοί νευρώνες αρχίζουν, αυθόρμητα, να μεταδίδουν ώσεις, το έμβρυο αρχίζει να συσπάται, να κλοτσάει, και τελικά να αναπνέει – αναρροφώντας το υγρό που το περιβάλλει στα πνευμόνια του, ασκούμενο και προετοιμαζόμενο, μήνες πριν, για τη στιγμή που θα πάρει την πρώτη του αναπνοή αέρος.

Μέσα στον καθαυτό εγκέφαλο οι νευρώνες συνάπτονται με νευρώνες, κι αυτοί με άλλους, κ.ο.κ., για να σχηματίσουν δίκτυα ασύλληπτης πολυπλοκότητας. Τα αισθητήρια όργανα – τα μάτια, τα αυτιά και το πλήθος των ευαίσθητων κυττάρων παντού στο σώμα – οδηγούν τις ίνες τους στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Στις αισθητηριακές διόδους εντός του εγκεφάλου, η ανάπτυξη γίνεται κλιμακωτά, από την περιφέρεια προς το κέντρο. Οι εισερχόμενες αισθητηριακές ίνες βρίσκουν τον κεντρικό στόχο τους, συμπλέγματα νευρικών κυττάρων που παρεμβάλλονται στην άνοδο προς τον εγκεφαλικό φλοιό. Σε κάθε επίπεδο, οι εισβάλλοντες νευράξονες εναύουν μία φάση ανάπτυξης στη δομή στην οποία εισδύουν. Όταν σε κάθε οπτικό νεύρο, που συνδέει το μάτι με τον εγκέφαλο, οι ίνες φτάσουν στον πρώτο τους προορισμό, το καλούμενο πλάγιο γονατώδες σώμα, αυτός δεν είναι παρά μία ομοιογενής μάζα κυττάρων. Περισσότερες από τις μισές ίνες του οπτικού νεύρου περνούν στην αντίθετη πλευρά του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα το κάθε πλάγιο γονατώδες σώμα να λαμβάνει ένα μίγμα ινών από τα δύο μάτια. Η άφιξή τους διεγείρει την αδιαμόρφωτη μάζα και εγκαινιάζει μια νέα φάση ανάπτυξης. Τα κύτταρά της διαφοροποιούνται και ανακατανέμονται για να σχηματίσουν στιβάδες. Η κάθε στιβάδα λαμβάνει ίνες μόνο από ένα μάτι. Αυτή η απόλυτα συγχρονισμένη διαδικασία – η άφιξη των ινών και ο επακόλουθος σχηματισμός των στιβάδων – δεν είναι καθόλου τυχαία. Οι ίδιοι οι εισβάλλοντες νευράξονες διεγείρουν το πλάγιο γονατώδες σώμα για να μπει σε αυτή τη νέα φάση ανατομικής ανάπτυξης. Ο εγκέφαλος αυτοδραστηριοποιείται για να αυτοοικοδομηθεί.

Μία από τις εκπληκτικότερες νεότερες ανακαλύψεις είναι το ότι ο θάνατος, σε μαζική κλίμακα, παίζει κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, προτού γεννηθεί το παιδί. Μερικές εβδομάδες πριν από τη γέννηση, υπάρχουν στον εγκέφαλο πολύ περισσότερα κύτταρα από όσα θα έχει το νεογέννητο παιδί, και το δίκτυο των συνάψεων είναι επίσης πολύ πιο εκτεταμένο. Ο θάνατος των νευρικών κυττάρων και η απόρριψη των συνάψεων είναι ζωτικής σημασίας για την ολοκλήρωση του εγκεφάλου. Το γενετικό πρόγραμμα που ενορχηστρώνει την κατασκευή του νευρικού συστήματος φαίνεται ότι εξασφαλίζεται δημιουργώντας απόθεμα κυττάρων και ενθαρρύνοντας τους ανώριμους νευρώνες να σχηματίσουν διερευνητικές συνάψεις σε απομακρυσμένα μέρη του νευρικού συστήματος. Μόλις ο εγκέφαλος φτάσει στην πλήρη ολοκλήρωσή του, τα περιττά κύτταρα και οι ανεπιθύμητες συνάψεις απορρίπτονται.

Οι παράγοντες που ρυθμίζουν τον θάνατο των κυττάρων και την επαναδιάταξη των συνάψεων είναι πολυάριθμοι. Ορισμένες αλλαγές φαίνεται ότι είναι γραμμένες στο πρόγραμμα του γενετικού κώδικα – κώδικα που μπορεί εξίσου να φονεύσει όσο και να δημιουργήσει. Άλλες όμως εξαρτώνται από τη συγκεκριμένη ατομική μάχη που δίνει κάθε αναπτυσσόμενη ίνα για να εξασφαλίσει χώρο σε έναν υπερπλήρη εγκέφαλο. Το οπτικό νεύρο ενός πιθήκου, μερικές εβδομάδες πριν από τη γέννηση, περιέχει περισσότερες από 2 εκατομμύρια ίνες – το διπλάσιο από όσο θα έχει ως ενήλικας. Αν ένα μάτι χαθεί σε αυτό το στάδιο, το μάτι που απομένει διατηρεί περισσότερα νευρικά κύτταρα και οπτικές νευρικές ίνες απ’ ότι συνήθως. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ίνες από τα δύο μάτια μάχονται η μία την άλλη για τον ζωτικό τους χώρο στα κύτταρα του εγκεφάλου – ένας αδυσώπητος αγώνας ζωής και θανάτου.

Ο κυριολεκτικός θάνατος των νευρώνων δεν είναι ο μόνος μηχανισμός που χρησιμοποιεί ο αναπτυσσόμενος εγκέφαλος για να καταργήσει ανεπιθύμητες συνάψεις. Ορισμένα κύτταρα, ιδιαίτερα στον εγκεφαλικό φλοιό, στέλνουν τις ίνες τους σε ασυνήθιστους στόχους, και αργότερα, σε κάποιο συγκεκριμένο στάδιο της ανάπτυξης, καταργούν τις συνάψεις και αντ’ αυτών δημιουργούν νέες, χωρίς να πεθάνουν τα ίδια. Ο Giorgio Innocenti, του Ινστιτούτου Ανατομίας της Λωζάνης, ανακάλυψε ότι αυτή η διαδικασία αλλαγής των συνάψεων παίζει μεγάλο ρόλο στον σχηματισμό του στελέχους του μεσολοβίου (το τεράστιο παλαμάρι εκατομμυρίων ινών που συνδέει τα ημισφαίρια του εγκεφάλου). Στα τρωκτικά, στις γάτες, στους πιθήκους και στους ανθρώπους, το στέλεχος του μεσολοβίου του εγκεφάλου του εμβρύου περιέχει ένα τεράστιο πλεόνασμα νευρικών ινών, που συνδέουν μέρη των δύο εγκεφαλικών ημισφαιρίων τα οποία δεν παραμένουν συνδεδεμένα στον ενήλικο.

Αυτή η καταστροφή κυττάρων και αξόνων δεν συνιστά απώλεια, όπως εκ πρώτης όψεως φαίνεται. Είναι ένα έξυπνο τέχνασμα της Φύσης για να μοντάρει, από υπερπληθώρα κυττάρων και περίσσεια αλληλοσυνδέσεων, την τέλεια νευρωνική μηχανή.

Η ΖΩΗ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ

Γέννηση είναι η ανάδυση ενός μωρού από το συνεχές σκότος της μήτρας σε ένα σύμπαν διαφορετικό, έναν κόσμο αισθητηριακών εμπειριών, τον οποίο ο William James χαρακτήρισε «ανθηρή, βουερή σύγχυση». Τα πρόβατα, τα πουλάρια και τα μοσχάρια βαδίζουν και τρέχουν ευθύς ως γεννηθούν. Τα γατιά και τα κουτάβια χειραφετούνται από τη μητέρα τους μέσα σε λίγες βδομάδες. Ακόμη και οι πίθηκοι μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό τους προτού κλείσει χρόνος από τη γέννησή τους. Αλλά τα μωρά των ανθρώπων φαίνεται ότι παρασιτούν στους γονείς τους για χρόνια. Κανένα άλλο είδος δεν επενδύει τόσο χρόνο στην ανατροφή των επογόνων. Κανένα άλλο είδος δεν χρειάζεται τόσο χρόνο για να μάθει να είναι ανεξάρτητο άτομο. Αλλά αυτή η «μακρά παιδική ηλικία», καθώς τη χαρακτηρίζει ο Jacob Bronowski, δεν είναι βιολογικό λάθος ούτε σπατάλη χρόνου. Είναι περίοδος ωρίμανσης του εγκεφάλου και του νου – μιας διαδικασίας που υπερβαίνει κατά πολύ οποιοδήποτε άλλο συμβάν ή ανάγκη του ζωικού βασιλείου. Αν υπάρχει ένα και μόνο χαρακτηριστικό που διακρίνει τον άνθρωπο από τα ζώα, τούτο δεν είναι παρά η παρατεταμένη περίοδος ανάπτυξης του εγκεφάλου.

Αλλά είναι πράγματι ένα νεογέννητο ανήμπορο; Είχε δίκιο ο μπιχεβιοριστής ψυχολόγος J. B. Watson όταν είπε ότι «Το μόνο που χρειαζόμαστε για να φτιάξουμε ένα ανθρώπινο πλάσμα είναι ένα κομμάτι σφριγηλή σάρκα»; Το να κρίνουμε ένα μωρό με κριτήρια ενηλίκου είναι τόσο ανόητο όσο και το να εκτιμήσουμε τη νοημοσύνη ενός σαλίγκαρου συγκρίνοντάς τον με έναν σκύλο. Οι ενέργειες ενός μωρού είναι τέλεια προσαρμοσμένες στις άμεσες ανάγκες του, όχι στη μελλοντική του ζωή. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, οι ψυχολόγοι που μελετούν τον τρόπο που τα παιδιά κατανοούν τον κόσμο, δεν ασχολούνταν με τον πρώτο ή και τον δεύτερο χρόνο της ζωής. Βαθμιαία όμως άρχισαν να ερευνούν τον νου του παιδιού που δεν έχει ακόμη μιλήσει.

Σε ηλικία ολίγων λεπτών, ένα μωρό θα στρέψει το κεφάλι του προς ένα αντικείμενο που αγγίζει το μάγουλό του, θα το φέρει στο στόμα του και θα αρχίσει να το βυζαίνει. Οι συντονισμένες κινήσεις του κεφαλιού και του λαιμού, που αποτελούν ανταποκρίσεις σε αισθητηριακές πληροφορίες, σε συνδυασμό με τις ανάλογες αντιδράσεις της αναπνοής, του βυζάγματος και της κατάποσης, γίνονται όλες χωρίς λάθος από την πρώτη στιγμή. Η παρόρμηση να αναζητήσει και να βυζάξει είναι, βέβαια, μια προγραμματισμένη αντίδραση – μια αντανακλαστική ενέργεια – με σκοπό να βοηθήσει το μωρό να βρει τη θηλή. Αυτό που βυζαίνει το νεογέννητο από τη μητέρα τους τις τρεις πρώτες μέρες είναι πρωτόγαλα (κολάστρα), ένα κιτρινωπό γάλα, πλούσιο σε πρωτεΐνες, ορισμένες από τις οποίες ενισχύουν το ανοσιοποιητικό του σύστημα. Αλλά το όφελος λειτουργεί και αντίστροφα. Το βύζαγμα του μωρού αποδεσμεύει στο σώμα της μητέρας μια ορμόνη, την οκυτοκίνη, η οποία συστέλλει τη μήτρα και ως εκ τούτου βοηθεί στην αποβολή του ύστερου. Και αυτή η άμεση παρόρμηση για θηλασμό μπορεί να συμβάλει στον αρχικό ψυχικό δεσμό μεταξύ μητέρας και παιδιού. Άλλωστε, πολλά από όσα κάνουν τα νεογέννητα, ανταποκρινόμενα σε σήματα του περιβάλλοντος, μπορούν να ερμηνευθούν ως ενίσχυση ή τροποποίηση της σχέσης μεταξύ νηπίου και γονέων.

Πότε αυτά τα συμπεριφορικά προγράμματα επιβίωσης πρωτοεμφανίζονται στο αναπτυσσόμενο έμβρυο; Η Cecilia McCarton, της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας Αρτιγέννητων του Νοσοκομείου Άλμπερτ Αϊνστάιν στο Μπρονξ, μελετά μωρά που επέζησαν μολονότι γεννήθηκαν μέχρι και δεκαπέντε εβδομάδες πρόωρα. Η μεγάλη τεχνολογική πρόοδος που έχει σημειωθεί στην εντατική θεραπεία καθιστά δυνατή την επιβίωση ανώριμων βρεφών, δίνοντας στον ψυχολόγο την ευκαιρία να μελετήσει το στάδιο ανάπτυξης ενός εμβρύου που είναι έτοιμο για γέννηση μόνο κατά τα δύο τρίτα. Ακόμη και την εικοστή ένατη εβδομάδα της κύησης, δέκα ολόκληρες εβδομάδες προ της φυσιολογικής γέννησης, ένα πρόωρο βρέφος αντιδρά στον ήχο και το φως, μπορεί να στραφεί για να εντοπίσει την πηγή ενός ήχου, μπορεί να ακολουθήσει με τα μάτια ένα κινούμενο παιχνίδι (μολονότι δεν είναι σαφές αν χρησιμοποιεί για όλες αυτές τις ενέργειες τον εγκεφαλικό του φλοιό). Ένα πρόωρο βρέφος μπαίνει στη ζωή λίγο νωρίς, αλλά ο εγκέφαλός του είναι ήδη έτοιμος να αντιμετωπίσει μερικές τουλάχιστον όψεις της «ανθηρής, βουερής σύγχυσης».

ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΝΟΥ ΕΝΟΣ ΠΑΙΔΙΟΥ

Ότι γνωρίζουμε για την αντίληψη, τις σκέψεις και τα αισθήματα των άλλων ανθρώπων προέρχεται βασικά από όσα μας λένε οι ίδιοι. Το ότι ένα μωρό δεν μπορεί να πει τι βλέπει ή να εκφράσει τις σκέψεις του, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να σκεφθεί ή να αντιληφθεί. Αλλά πώς μπορούμε να μάθουμε τι γνωρίζει ένα μωρό; Η πρόοδος που έχει σημειωθεί στην ψυχολογία της ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επινόηση επιτήδειων μεθόδων επικοινωνίας με βρέφη που δεν μπορούν ακόμη να μιλήσουν.

Φυσικά, η γλώσσα δεν είναι το μόνο μέσον δια του οποίου ο νους μπορεί να υπερβεί τα όρια του εγκεφάλου. Η δραστηριότητα των ζώων μπορεί να γεμίσει τόμους για τον χαρακτήρα των αισθήσεών τους, τη μνήμη τους και τις σκέψεις τους. Η μεγάλη πρόοδος της αναπτυξιακής ψυχολογίας επιτεύχθηκε με τον εντοπισμό και την ερμηνεία ενεργειών που τα βράφη μπορούν να εκτελέσουν. Ένα πράγμα που τα μωρά εκτελούν πολύ καλά είναι το θήλασμα: ρυθμίζουν τη δύναμη με την οποία βυζαίνουν, ανάλογα με την προφανή ηδονή ή πρωτοτυπία της κατάστασης στην οποία βρίσκονται. Μια δυνατή, τραχιά φωνή θα κάνει ένα μωρό να σταματήσει το βύζαγμα, ενώ μια φωνή μαλακή και οικεία θα το κάνει να βυζαίνει γρηγορότερα και δυνατότερα.

Ο William Fifer του Πρεσβυτεριανού Νοσοκομείου του Κολούμπια στη Νέα Υόρκη μετράει πόσο δυνατά βυζαίνει ένα βρέφος από μια τεχνητή θηλή, ενώ ακούει φωνές από μαγνητόφωνο. Οι έρευνές του δείχνουν ότι το μωρό, ευθύς μόλις γεννηθεί, όχι μόνο βυζαίνει πιο δυνατά όταν ακούει τη φωνή γυναίκας μάλλον παρά άντρα, αλλά και προτιμά τη φωνή της μητέρας του από άλλων γυναικών. Όταν ένα μικροσκοπικό μικρόφωνο τοποθετήθηκε στη μήτρα μιας εγκύου, το έμβρυο άκουγε τη φωνή της μητέρας του, αν και «πνιγμένη» από τα στρώματα των ιστών που ο ήχος είχε να διαπεράσει. Είναι φανερό ότι όχι μόνο άκουγε μέσα στη μήτρα, αλλά και έμαθε να αναγνωρίζει την παραμορφωμένη φωνή που άκουγε πιο πολύ. Πράγματι, ως νεογέννητο προτιμούσε να ακούει τη φωνή της μητέρας του μαγνητοφωνημένη, επεξεργασμένη ηλεκτρονικά ώστε να έχει παρόμοια παραμόρφωση. Πήρε τρεις εβδομάδες μετά τη γέννηση, για να μάθει το βρέφος να προτιμά την καθαρή, πραγματική φωνή της μητέρας του!

Το νεογέννητο έχει επίσης μια καλώς ανεπτυγμένη, αν και απλή, ικανότητα όρασης. Η Jan Atkinson και ο Oliver Braddick του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, καθώς και άλλοι ερευνητές σε όλο τον κόσμο, μελετούν τον οπτικό κόσμο των βρεφών. Έχει αποδειχθεί ότι ακόμη και ένα νεογέννητο έχει φυσικές προτιμήσεις. Αν προβάλουμε δύο διαφάνειες σε μια λευκή οθόνη, το μωρό θα στρέψει το βλέμμα του σε αυτή που έχει πλουσιότερο σχέδιο, περισσότερες γραμμές και ακμές. Αν η μία διαφάνεια αποτελείται από μαύρες και λευκές γραμμές και η άλλη είναι ένα σκέτο γκρίζο, το μωρό θα κοιτάζει την πρώτη. Αν αρχίσουμε να λεπτύνουμε τις λωρίδες, το μωρό θα σταματήσει σε κάποια στιγμή να τις κοιτάζει – και τούτο μας δίνει ένα μέτρο της οξυδέρκειας των πολύ νεαρών νηπίων, προτού μπορέσουν να διαβάσουν τον δοκιμαστικό πίνακα του οφθαλμίατρου. Η οπτική οξύτητα ενός νεογέννητου, όπως συνάγεται από αυτές τις μετρήσεις, είναι χειρότερη από αυτήν ενός ανεπτυγμένου αρουραίου και πενήντα φορές μικρότερη αυτής ενός ενηλίκου ανθρώπου. Αλλά ακόμη και αυτή η φτωχή όραση καθιστά το βρέφος ικανό να ανταποκριθεί στις ανάγκες του δικού του μικρού κόσμου – του μικρόκοσμου που εκτείνεται μεταξύ των ματιών του και του προσώπου της μητέρας του, που το κρατεί αγκαλιά. Υπάρχουν ενδείξεις ότι πολύ νεαρά βρέφη προτιμούν να κοιτάζουν πρόχειρα σκίτσα προσώπων παρά μπερδεμένες παραλλαγές του ίδιου πάντα σχήματος. Η ενστικτώδης προσήλωση του βλέμματος σε πρόσωπα είναι πιθανόν να εξυπηρετεί τη ζωτική λειτουργία του δεσμού του γονέα με το παιδί.

Αλλά ένα μωρό δεν είναι απλώς βιολογικά προγραμματισμένο να αποσπάσει αντιδράσεις από τη μητέρα. Είναι εφοδιασμένο με έναν φιλοπράγμονα εγκέφαλο, που δομήθηκε για να ανακαλύψει νέα πράγματα στον γύρω κόσμο. Ο Eric Courchesne, του Ερευνητικού Κέντρου του Νοσοκομείου Παίδων στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας, καταγράφει εγκεφαλικά κύματα με ηλεκτρόδια τοποθετημένα στο τριχωτό μέρος της κεφαλής βρεφών. Προσπαθεί έτσι να καταλάβει τον τρόπο που ο εγκέφαλος του μωρού αναγνωρίζει καινούργια πράγματα στο περιβάλλον του. Ακόμη και ο γαλήνιος κόσμος ενός ήρεμου μωρού είναι γεμάτος από ήχους και σχήματα που αλλάζουν συνεχώς. Ο Courchesne απλοποιεί αυτόν τον κόσμο προβάλλοντας μία σειρά εικόνων μπροστά από τα μάτια του βρέφους, ενώ καταγράφει το δυναμικό που κάθε εικόνα παράγει – την ακολουθία των εγκεφαλικών κυμάτων που ανταποκρίνονται στη σειρά των συμβάντων που τελούνται στον εγκέφαλο κατά την επεξεργασία των εισερχόμενων αισθητηριακών μηνυμάτων.

Η εικόνα είναι ένα ανθρώπινο πρόσωπο που προβάλλεται ξανά και ξανά – το ίδιο κάθε φορά. Έπειτα, ξαφνικά, προβάλλεται ένα νέο πρόσωπο – τόσο διαφορετικό, ώστε να εκπλήξει έναν ενήλικο. Ορισμένα στοιχεία του παραγόμενου δυναμικού, που εκλύεται σε ένα τρίτο περίπου του δευτερολέπτου μετά την εμφάνιση του ερεθίσματος, μεταβάλλονται δραματικά σε έναν ενήλικο που θα δει ξαφνικά μια διαφορετική εικόνα μετά την επαναληπτική προβολή της ίδιας εικόνας. Αυτή η αποκαλυπτική αλλαγή των εγκεφαλικών κυμάτων (που υποδηλώνει την αναγνώριση μιας νέας εικόνας) απαντάται και σε μωρά τριών μηνών. Αλλά δεν υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι ο εγκέφαλος μπορεί να ξεχωρίσει πρόσωπα σε μικρότερη ηλικία. Στην ηλικία των τριών μηνών ο εγκεφαλικός φλοιός έχει μόλις ολοκληρώσει την ταχύτερη φάση σχηματισμού συνάψεων μεταξύ των νευρικών κυττάρων. Ο εγκέφαλος χρησιμοποιεί τώρα τα κυκλώματα που έχει σχηματίσει για να μάθει τη φύση του κόσμου. Η μάθηση θα ήταν αδύνατη χωρίς την ικανότητα αντίληψης της διαφοράς και της αλλαγής.

Οι νέες ικανότητες του βρεφικού εγκεφάλου, που εμφανίζονται μεταξύ δύο και τριών μηνών, είναι φανερές και στη συμπεριφορά του. Ο Leslie Cohen, του Ερευνητικού Εργαστηρίου Παίδων του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Ώστιν, καταγράφει τις θηλαστικές αντιδράσεις ενός βρέφους κατά την προβολή σχεδίων μπροστά στα μάτια του. Ενδιαφέρεται να μάθει πώς τα βρέφη αναγνωρίζουν και ταξινομούν τα απλούστερα στοιχεία σχημάτων – ζεύγη ευθειών γραμμών. Αν ένα σχέδιο αποδειχθεί επανειλημμένα, χωρίς αλλαγή, το μωρό μοιάζει να βαριέται: θηλάζει όλο και λιγότερο δυνατά. Όποτε αλλάζει το σχέδιο, και η αλλαγή αυτή αναγνωρίζεται από το μωρό, διεγείρεται το ενδιαφέρον του και έχουμε ένταση του θηλασμού. Ο Cohen προβάλλει ένα ζεύγος γραμμών που σχηματίζουν οξεία γωνία – ένα V. Το σχήμα προβάλλεται επανειλημμένα και το μωρό «εξοικειώνεται» και σταματάει να βυζαίνει. Τότε δίνεται ένα καινούργιο ερέθισμα: είτε η ίδια γωνία V αλλά στραμμένη σε διαφορετική κατεύθυνση, είτε οι ίδιες γραμμές αλλά σε σχηματισμό αμβλείας γωνίας. Τούτο το τελευταίο ερέθισμα είναι μια εντελώς διαφορετική γωνία, που αποτελείται όμως από τις ίδιες γραμμές. Ένα βρέφος έξι εβδομάδων δεν αντιλαμβάνεται την αλλαγή από την οξεία γωνία στην αμβλεία – δεν εντείνει τον θηλασμό. Είναι σαν να μην έχει αίσθηση της γωνίας, σαν να βλέπει μόνο τις γραμμές. Στην ηλικία των τριών μηνών το μωρό αντιδρά ισχυρά στην αλλαγή από την οξεία γωνία στην αμβλεία, αλλά πλήττει όταν το V αλλάζει απλώς κατεύθυνση. Είναι φανερό ότι στην ηλικία αυτή τα μωρά αντιλαμβάνονται τις γωνίες, και τούτο μπορεί να είναι ένα κρίσιμο βήμα στην κατανόηση των αντικειμένων που βλέπουν.

Οι ψυχολόγοι πίστευαν παλαιότερα ότι τα ανθρώπινα όντα ταξινομούν τα πράγματα που βλέπουν χρησιμοποιώντας τη γλώσσα για να τα βάλουν σε ομάδες. Ένα τετράγωνο είναι διαφορετικό από ένα διαμάντι, απλώς επειδή έχει διαφορετικό όνομα. Ο Leslie Conen πιστεύει ότι τα πειράματά του, όπως και τα πειράματα άλλων ψυχολόγων που μελέτησαν την «κατηγοριοποίηση» σε νήπια και σε ζώα, δείχνουν καθαρά ότι η γλώσσα δεν είναι αναγκαία για αυτό το είδος ταξινόμησης. Ο Cohen μας ζητάει να φανταστούμε ένα βρέφος τριών μηνών, που δεν μπορεί να σχηματίσει απλές έννοιες και κατηγορίες με τις οποίες να εννοήσει τον κόσμο, διότι δεν γνωρίζει γλώσσα: «Κάθε φορά που το νήπιο θα βλέπει ένα πρόσωπο από διαφορετική γωνία, το πρόσωπο τούτο θα είναι εντελώς διαφορετικό. Αυτό το παιδί δεν θα μπορέσει να επιβιώσει σε αυτό τον κόσμο. Ο κόσμος θα είναι χαώδης».

Δεν ξέρουμε πολλά για το πώς ο εγκέφαλος αναδιοργανώνεται σε κάθε στάδιο της νευρολογικής ανάπτυξης, αλλά είναι πολύ πιθανόν τα σήματα που έρχονται δια των νεύρων από τα αισθητήρια όργανα να συμβάλλουν στην ανασυγκρότηση και τελειοποίηση των κυκλωμάτων του, με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται μηχανισμοί αναγνώρισης των συνήθων συνδέσεων απλών σχημάτων και ήχων. Ο κόσμος δεν αποτελείται από μεμονωμένες γραμμές. Αποτελείται από γραμμές που συνδέονται για να σχηματίσουν γωνίες, οι οποίες είναι τα όρια των πραγματικών αντικειμένων στον χώρο. Ίσως η συνεχής εμφάνιση γραμμών που σχηματίζουν γωνίες στο είδωλο του αμφιβληστροειδούς να επιτρέπει στο βρέφος, κατά τον τρίτο μήνα της ζωής του, να αναπτύξει τον μηχανισμό που χρειάζεται για να αναγνωρίζει τις γωνίες ως γωνίες και όχι ως μεμονωμένες γραμμές. Αυτή η αναγνώριση συνήθων συνδυασμών ερεθισμάτων στον κόσμο είναι πιθανόν να αποτελεί τη βάση των πολυπλοκότερων εκείνων ταξινομήσεων που μας επιτρέπουν να διακρίνουμε ένα σκυλί από μία γάτα, ένα πρόσωπο από ένα άλλο.

ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΟΥΣΤΑΚΙΑ ΕΝΟΣ ΠΟΝΤΙΚΟΥ

Ο αείμνηστος Hendrik Van Der Loos, του Ινστιτούτου Ανατομίας της Λωζάνης, μελέτησε τα μουστάκια των ποντικών και την περιοχή των εγκεφαλικών ημισφαιρίων που αφορά αυτά τα σπουδαία αισθητηριακά όργανα. Ο Van der Loos θεώρησε ότι τα μουστάκια αποτελούν μια «έκτη αίσθηση». Το ωεύρο που ξεκινάει από το ρύγχος του ποντικού και μεταφέρει τα αισθητηριακά μηνύματα που στέλνουν τα μουστάκια, είναι αρκετές φορές χοντρότερο από το οπτικό νεύρο! Καθώς ο ποντικός ανιχνεύει το περιβάλλον του, χρησιμοποιεί συνεχώς τα μουστάκια του σαν δάχτυλα για να αναγνωρίσει τα αντικείμενα. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιον το ότι ένα μεγάλο μέρος του εγκεφαλικού φλοιού καταγίνεται στην ανάλυση των σημάτων που έρχονται από τα μουστάκια.

Ένας φυσιολογικός ποντικός διαθέτει τριάντα τρία μεγάλα μουστάκια σε κάθε πλευρά του ρύγχους και υπάρχει μια αξιοσημείωτη αντιστοιχία μεταξύ της δομής της περιοχής των μουστακιών στο άνω χείλος του. Όταν ο Van der Loos και οι συνεργάτες του εξέτασαν στο μικροσκόπιο τομές των μεσαίων στιβάδων του εγκεφαλικού φλοιού (εκεί που καταλήγουν οι αισθητηριακές ίνες που μεταφέρουν τα μηνύματα στον φλοιό), είδαν μία εκπληκτική διάταξη νευρικών κυττάρων, που σχημάτιζαν δακτύλιους ή, ακριβέστερα, δομές που έμοιαζαν με «βαρέλια» ή κυλίνδρους. Οι νευρώνες του φλοιού σχημάτιζαν τα τοιχώματα του κυλίνδρου, ενώ το εσωτερικό ήταν γεμάτο από νευρικές ίνες που μεταφέρουν τα μηνύματα από τα μουστάκια. Η αντιστοιχία μεταξύ κυλίνδρων και μουστακιών ήταν φανερή: υπήρχαν τριάντα τρεις κύλινδροι σε κάθε πλευρά του εγκεφάλου, σε διάταξη που αντιστοιχούσε ακριβώς στη διάταξη των μουστακιών στην αντίθετη πλευρά του ρύγχους. Έτσι, οι νευροφυσιολόγοι, χρησιμοποιώντας μικροσκοπικά ηλεκτρόδια για να καταγράψουν τη δραστηριότητα σε αυτή την περιοχή του εγκεφάλου, επιβεβαίωσαν το γεγονός ότι τα περισσότερα των κυττάρων που είναι συγκεντρωμένα στα τοιχώματα ενός κυλίνδρου, λαμβάνουν πληροφορίες από ένα μόνο μουστάκι.

Πώς δημιουργήθηκε αυτή η εκπληκτική ανταπόκριση μεταξύ της δομής του εγκεφάλου και της δομής των αισθητηρίων οργάνων; Και οι δύο ανατομικές δομές – τα μουστάκια και οι κύλινδροι – θα μπορούσαν, βέβαια, να είναι προκαθορισμένες βάσει οδηγιών στον γενετικό κώδικα. Αλλά, επίσης, οι νευρικές ίνες που αναπτύσσονται στον φλοιό και μεταφέρουν σήματα από τα μουστάκια, θα μπορούσαν κατά κάποιον τρόπο να επιφέρουν τον σχηματισμό των κυλίνδρων στον φλοιό. Όταν ο Van der Loos εξέτασε τον εγκέφαλο ενός νεογέννητου ποντικιού, δεν είδε κυλίνδρους. Αρχίζουν να εμφανίζονται λίγες μέρες μετά τη γέννηση. Σε ένα κρίσιμο πείραμα που διενήργησε, αφήρεσε μία σειρά μουστακιών από τη μία πλευρά του ρύγχους ενός νεογέννητου ποντικού και περίμενε ωσότου ο φλοιός ολοκληρώσει τη φάση του σχηματισμού των κυλίνδρων. Όταν τελικά εξέτασε στο μικροσκόπιο τομές του φλοιού, διαπίστωσε ότι μία σειρά κυλίνδρων, αυτή που αντιστοιχούσε στα μουστάκια που αφαιρέθηκαν, δεν είχε καθόλου αναπτυχθεί.

Πιο πρόσφατα, ο Van der Loos εξέτασε τον εγκέφαλο διασταυρωμένων, μεταλλαγμένων ποντικών, με ένα ή και περισσότερα πρόσθετα μουστάκια. Σε όλες τις περιπτώσεις, η διάταξη των κυλίνδρων στον εγκέφαλο αντιστοιχούσε στον αριθμό και στη διάταξη των μουστακιών. Είναι αδιανόητο μία και μόνη γενετική μεταλλαγή να δημιουργεί και πρόσθετο μουστάκι και πρόσθετο κύλινδρο. Το συμπέρασμα είναι προφανές: κατά κάποιο τρόπο, τα νεύρα, που μεταφέρουν μηνύματα από κάθε μουστάκι, αναγκάζουν τον εγκεφαλικό φλοιό να αναδιευθετήσει τα νευρικά του κύτταρα και να σχηματίσει έναν κύλινδρο για την παραλαβή των εισερχόμενων μηνυμάτων.

Τούτο είναι ένα πολύ συγκεκριμένο παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο τα αισθητήρια όργανα και τα μηνύματα που μεταδίδουν επηρεάζουν τη διαμόρφωση του αναπτυσσόμενου εγκέφαλου. Αλλά είναι πολύ πιθανόν ότι και ο εγκέφαλος των βρεφών, ιδιαίτερα στους πρώτους μήνες, διαπλάθεται και τροποποιείται με διάφορους τρόπους από τα αισθητηριακά σήματα που λαμβάνει. Η εμπειρία κρατάει ημερολόγιο στα μεταβαλλόμενα κυκλώματα του εγκέφαλου του παιδιού.

ΚΥΚΛΟΙ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ

Στα πειράματα του Hendrik Van der Loos, οι κύλινδροι στον εγκέφαλο δεν αναπτύσσονται μόνον εφ’ όσον τα αντίστοιχα μουστάκια αφαιρεθούν λίγες μέρες μετά τη γέννηση. Αν αφαιρέσουμε τα μουστάκια από ένα μεγαλύτερο στην ηλικία ποντίκι, δεν έχουμε αποτελέσματα. Αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα μιας συγκεκριμένης ευαίσθητης περιόδου στην ανάπτυξη του εγκεφάλου. Η επίδραση του αλκοόλ και της ακτινοβολίας στο ανθρώπινο έμβρυο των οκτώ μηνών είναι άλλο ένα εντυπωσιακό παράδειγμα ευαισθησίας του εγκεφάλου σε ένα συγκεκριμένο στάδιο της ανάπτυξης. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο αναπτυσσόμενος εγκέφαλος περνά σύντομες περιόδους ευαισθησίας, στη διάρκεια των οποίων πρέπει να εκτίθεται στα σωστά χημικά σήματα ή στις κατάλληλες εμπειρίες, έτσι ώστε η ωρίμανση να γίνει φυσιολογικά.

Σε αυτές τις ευαίσθητες περιόδους ο εγκέφαλος είναι ιδιαίτερα ευπαθής και επηρεάζεται από διαταραχές των σημάτων που έρχονται από τα αισθητήρια όργανα. Η οπτική περιοχή του εγκεφαλικού φλοιού ενός αναπτυσσόμενου γατιού ή πιθήκου περνά τέτοιες ευαίσθητες περιόδους κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων της ζωής. Μερικές εβδομάδες πριν από τη γέννηση του πιθήκου, νευράξονες που αναπτύχθηκαν από κύτταρα του πλάγιου γονατώδους σώματος αρχίζουν να εισβάλλουν στην εν μέρει μόνο διαμορφωμένη περιοχή του εγκεφαλικού φλοιού στο οπίσθιο μέρος των ημισφαιρίων, που μέλλει να γίνει ο οπτικός φλοιός. Αυτές οι ίνες, που θα μεταφέρουν μηνύματα από τα μάτια στον φλοιό, εξακολουθούν να φτάνουν και μετά τη γέννηση. Η δραστηριότητα που φτάνει στον εγκέφαλο από τα δύο μάτια φαίνεται ότι χρησιμοποιείται κατά κάποιο τρόπο για να ελέγξει τον σχηματισμό των συνάψεων. Κανονικά, με την ισοδύναμη οπτική διέγερση των δύο οφθαλμών, οι οπτικές ίνες του αριστερού και του δεξιού ματιού εγκαθιστούν τις συνάψεις τους σε πυκνές λωρίδες πάχους 0,3 χιλιοστομέτρων, σχηματίζοντας παράλληλες διατάξεις των τερματικών του αριστερού και του δεξιού ματιού, που διασχίζουν ολόκληρο τον οπτικό φλοιό και εξασφαλίζουν μιαν απολύτως ισοζυγιασμένη εισροή δεδομένων στον εγκέφαλο και από τα δύο μάτια.

Όπως και με τους κυλίνδρους των μουστακιών του ποντικιού, κάθε διαταραχή στην εισροή των αισθητηριακών δεδομένων κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσιμης φάσης, αποδιοργανώνει τον σχηματισμό και οδηγεί σε μία εξαιρετικά ανώμαλη διάταξη των λωρίδων. Για παράδειγμα, αν σκεπάσουμε το μάτι μιας γάτας ή ενός ποντικού, ακόμη και για σύντομο χρονικό διάστημα, στη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων της ζωής, οι ίνες που μεταφέρουν μηνύματα από εκείνο το μάτι δεν σχηματίζουν φυσιολογικές τερματικές λωρίδες, αλλά μικρές ανομοιογενείς νησίδες σε μια θάλασσα εισροών από το άλλο, το φυσιολογικό μάτι. Έτσι, η σύνδεση του ματιού με τον εγκέφαλο προσδιορίζεται εντέλει από το τι βλέπουν τα μάτια στην αρχή της ζωής.

Είναι πολύ πιθανόν να ακολουθείται παρόμοια διαδικασία στον οπτικό φλοιό του ανθρώπινου βρέφους στην ηλικία μεταξύ τριών μηνών και ενός έτους. Αν υπάρχει κάποιου είδους ανισορροπία μεταξύ των οφθαλμών ενός παιδιού στα αρχικά στάδια της ανάπτυξής του (για παράδειγμα, εξαιτίας καταρράκτη στον κρυσταλλοειδή φακό ή άτονου, κρεμάμενου βλεφάρου του ενός ματιού), το παιδί θα έχει τελικά πολύ φτωχή όραση από το συγκεκριμένο μάτι, ακόμη και αν το αρχικό πρόβλημα θεραπευθεί πλήρως.

Οι οπτικές εμπειρίες ενός βρέφους στις αρχές της ζωής του επηρεάζουν τον σχηματισμό των νευρικών συνάψεων στον εγκέφαλό του, οι οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τις οπτικές πληροφορίες. Η ικανότητα του εγκεφάλου να αυτορυθμίζεται, βάσει των εμπειριών του, απελευθερώνει το άτομο από τις αλυσίδες του δικού του DNA. Ειδάλλως, το μυαλό διαφορετικών ανθρώπων θα ήταν παραπλήσιο, τόσο όσο και οι μύες τους ή τα στομάχια τους.

Η έννοια των περιόδων ευαισθησίας, που προέκυψε από απλά πειράματα σχετικά με τη δομή και τη λειτουργία του αναπτυσσόμενου εγκεφάλου, είχε μεγάλο αντίκτυπο στον χώρο της ψυχολογίας της ανάπτυξης. Τα ανθρώπινα όντα, ακόμη και για πολλά χρόνια μετά τη γέννηση, περνούν ορισμένες περιόδους «γνωστικής ευαισθησίας», όταν το στάδιο ωρίμανσης του εγκεφάλου επιτρέπει στο παιδί να σχηματίσει νέες διανοητικές ικανότητες και έννοιες. Πάρτε, για παράδειγμα, τη γλώσσα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάθε φυσιολογικό μωρό γεννιέται με την έμφυτη ικανότητα να μάθει να μιλάει μια γλώσσα – οποιαδήποτε γλώσσα. Είναι σαφές ότι κατά κάποιο τρόπο μία εν γένει ικανότητα θα μεταμορφωθεί σε μία ειδική επιδεξιότητα. Η Janet Werker του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας μελετά Ινδιάνους του Βορείου Καναδά με σκοπό να ανακαλύψει τον τρόπο που τα παιδιά τους μαθαίνουν την τοπική διάλεκτο – τη γλώσσα Τόμσον ή Ινσλάτσετιν. Για να μάθει ένα μωρό μια γλώσσα, το πρώτο που απαιτείται είναι να αναγνωρίζει τους χαρακτηριστικούς ήχους της συγκεκριμένης γλώσσας. Αλλά δεν χρησιμοποιούν όλες οι γλώσσες το ίδιο σύνολο βασικών δομικών ήχων. Η Janet Werker ανακάλυψε ότι τα μωρά, καθώς αρχίζουν να μαθαίνουν μία διέλεκτο, χάνουν την ικανότητα να αναγνωρίζουν όλους τους δυνατούς ήχους των γλωσσών.

Η γλώσσα Τόμσον έχει μία σειρά συμφώνων που δεν χρησιμοποιούνται στην αγγλική, και τα οποία ένας αγγλόφωνος δεν μπορεί να διακρίνει – όπως οι πρώτες συλλαβές των λέξεων «Κάχρεμ» (τηγάνισμα) και «Κάχερεμ» (ασφαλίζω). Η Werker έχει μάθει στο μωρό ότι όποτε αλλάζει ένας ήχος, θα του δείχνει πολλά παιχνίδια. Του μωρού του αρέσει να βλέπει τα παιχνίδια και γυρίζει το κεφάλι του να κοιτάξει όποτε αναμένεται να εμφανιστούν. Αυτή η αντίδραση του παιδιού – η στροφή του κεφαλιού – είναι μια ένδειξη ότι έχει αναγνωρίσει μιαν αλλαγή στους ήχους που παραδίδονται. Η Werker μεταδίδει μαγνητοφωνημένους ήχους της γλώσσας Τόμσον, για να διαπιστώσει αν τα μωρά μπορούν να διακρίνουν την αλλαγή από έναν ήχο σε έναν άλλο (όπως από το κα του «Κάχρεμ» στο κα του «Κάχερεμ») – αλλαγές που ένας αγγλόφωνος ενήλικας δεν μπορεί να συλλάβει. Ένα μωρό οκτώ μηνών, οποιασδήποτε εθνικότητας, εντοπίζει αμέσως την αλλαγή και στρέφεται με αδημονία να δει τα παιχνίδια. Αλλά στην ηλικία του ενός έτους, το παιδί που δεν έχει εκτεθεί συστηματικά στη γλώσσα Τόμσον, δεν μπορεί να αναγνωρίσει πια τις λεπτές ηχητικές αλλαγές. Καθώς παρατηρεί η Janet Werker: «Το παιδί γεννιέται έτοιμο να μάθει οποιαδήποτε γλώσσα. Ακολούθως η εμπειρία περιορίζει το ευρύ φάσμα των δυνατοτήτων του…στη συγκεκριμένη γλώσσα που μαθαίνει.».

Φαίνεται αυτονόητο ότι τα βρέφη και τα παιδιά περνούν από καθορισμένες φάσεις διανοητικής ανάπτυξης, αλλά η αντίληψη αυτή είναι σχετικά πρόσφατη. Γύρω στο 1900, ο αμερικανός ειδικός στην πειραματική ψυχολογία G. Stanley Hall άρχισε να ερευνά τις γνώμες, τις γνώσεις, τη μνήμη και τις σκέψεις μικρών παιδιών, υποβάλλοντάς τους απλές ερωτήσεις του τύπου «Τι κάνει ο ήλιος όταν δύει;». Τα αποτελέσματα των ερευνών του Hall θεωρήθηκαν εκείνη την εποχή εκπληκτικά. Ανακάλυψε ότι τα παιδιά δεν κατανοούν πολλές από τις έννοιες που οι ενήλικες θεωρούν δεδομένες. Συγκρίνοντας παιδιά διαφορετικών ηλικιών, ο Hall άρχισε να διαμορφώνει ιδέες για το πώς αντιλαμβάνονται τα παιδιά τον κόσμο.

Αλλά εκείνος που το όνομά του συνδέεται περισσότερο με τη μελέτη των κρίσιμων φάσεων της παιδικής ανάπτυξης είναι ο Jean Piaget (1896-1980), ο επιφανής Ελβετός ψυχολόγος που εξερεύνησε τον γνωστικό κόσμο του παιδιού με ερωτηματολόγια και τεστ. Ένα από τα πιο γνωστά τεστ που χρησιμοποίησε είναι εκείνο όπου χύνουμε νερό από ένα κοντό και χοντρό ποτήρι σε ένα ψηλό και λεπτό και ρωτάμε το παιδί ποιο από τα δύο περιέχει περισσότερο νερό. Τα μικρά παιδιά θα απαντήσουν ανεξαιρέτως ότι το ψηλό ποτήρι έχει περισσότερο, ακόμη και όταν βλέπουν το ίδιο το νερό να μεταγγίζεται από το ένα ποτήρι στο άλλο.

Ο Piaget διέκρινε στην ανάπτυξη του παιδιού τέσσερα στάδια. Από τη γέννηση μέχρι δύο ετών έχουμε το Αισθητηριακό-Κινητικό Στάδιο, όταν το νήπιο συλλαμβάνει τον κόσμο μόνο μέσω των άμεσων αισθητηριακών εντυπώσεών του. Όταν του δείξουμε ένα παιχνίδι, θα το ακολουθήσει με τα μάτια και θα δοκιμάσει να το πιάσει ωσότου χαθεί από το οπτικό του πεδίο. Αμέσως μετά το παιδί συμπεριφέρεται ως εάν το παιχνίδι να έχει παύσει να υφίσταται. Σύμφωνα με τον Piaget, το επόμενο στάδιο, της Προενεργητικής Νόησης, διαρκεί από την ηλικία των δύο περίπου ετών μέχρι τα επτά. Το παιδί σε αυτό το στάδιο κατανοεί τη γλώσσα και τα σύμβολα, αλλά δεν μπορεί ακόμη να σκεφτεί λογικά και δεν μπορεί να καταλάβει ότι ένα άλλο πρόσωπο μπορεί να έχει διαφορετική άποψη. Δύο νήπια στην ηλικία των δύο περίπου ετών, που παίζουν στο ίδιο δωμάτιο, δεν παίζουν μαζί – παίζουν με τα παιχνίδια τους και το καθένα μονολογεί τον δικό του μονόλογο. Κατά τον Piaget, το παιδί σε αυτό το στάδιο έχει μια εγωκεντρική άποψη του κόσμου.

Από την ηλικία των επτά ετών περίπου μέχρι τα έντεκα έχουμε το Στάδιο των Συγκεκριμένων Νοητικών Πράξεων, όταν το παιδί δεν ξεγελιέται πια με το υγρό που χύνεται από ένα δοχείο σε άλλο διαφορετικού σχήματος. Αρχίζει να αναπτύσσει μιαν έμφυτη αντίληψη της στατιστικής, μαθαίνοντας να κρίνει τον κόσμο με τους όρους της πιθανότητας μάλλον ή της δυνατότητας των όσων συμβαίνουν, παρά της βεβαιότητας. Στα έντεκα περίπου χρόνια αρχίζει η Ηλικία των Τυπικών Νοητικών Πράξεων και το παιδί διαθέτει πλέον όλα τα διανοητικά εργαλεία που χρειάζεται για την ενήλικη ζωή. Στο εξής, η περαιτέρω ανάπτυξη είναι απλώς θέμα πρόσκτησης γνώσεων.

Μολονότι οι κατά το μάλλον ή ήττον δογματικές απόψεις του Piaget έχουν αμφισβητηθεί εν μέρει από πολλούς ψυχολόγους της ανάπτυξης, (ιδιαίτερα όσον αφορά τον χρόνο και τη διάρκεια των σταδίων), η αντίληψη ότι υπάρχουν μεγάλα ορόσημα στη γνωστική ανάπτυξη είναι σήμερα εδραιωμένη. Είναι δελεαστική η υπόθεση ότι αντιπροσωπεύουν στάδια ευαισθησίας του εγκεφάλου, όταν τα κυκλώματα των νευρικών κυττάρων υφίστανται κρίσιμες τροποποιήσεις και βελτιώσεις.

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΝΟΥ

Μπορούμε να διακρίνουμε στη συμπεριφορά ενός μωρού κανένα σημάδι που να δείχνει την εμφάνιση της έννοιας του εγώ; Η συνείδηση – η συνειδητοποίηση του κόσμου, των προθέσεων και του εαυτού – εμφανίζεται αργά και βαθμιαία; Μήπως αρχίζει ήδη στην ενδομήτριο ζωή; Ή υπάρχει μια κρίσιμη περίοδος ανάπτυξής της, αντίστοιχη με τη δόμηση των κυλίνδρων στον εγκέφαλο του ποντικιού ή των συνδέσεων από τα δύο μάτια στον οπτικό φλοιό; Ο Jerome Kagan, του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, πιστεύει ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο στάδιο, μεταξύ δεκαοχτώ και εικοσιτεσσάρων μηνών μετά τη γέννηση, όταν ένα φυσιολογικό παιδί συνειδητοποιεί για πρώτη φορά ότι έχει προθέσεις και αισθήματα, ότι μπορεί να δράσει. Αυτό το «μπα!» της εμπειρίας, όπως το ονομάζει, «προϋποθέτει την αλληλενέργεια του εγκέφαλου… με τους άλλους ανθρώπους. Ωστόσο, όλες οι αλληλεπιδράσεις του κόσμου δεν θα οδηγήσουν στη συνείδηση του εγώ, γιατί ο εγκέφαλος δεν είναι ακόμη ώριμος. Τούτο θα επιτευχθεί στα μέσα του δεύτερου έτους».

Κάνετε ένα σημαδάκι με ρουζ στη μύτη ενός μωρού τριών μηνών. Ύστερα βάλτε το μωρό μπροστά σε έναν καθρέφτη. Θα κοιτάξει το είδωλό του αλλά δεν θα αγγίξει τη μύτη του, γιατί δεν αναγνωρίζει το πρόσωπο που βλέπει για δικό του. Ακόμη και στην ηλικία των εννέα ή των δέκα μηνών, τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν το νόημα του ειδώλου σε έναν καθρέφτη. Αλλά στους δεκαοχτώ ή στους είκοσι μήνες, ίσως διότι η συνείδηση του εγώ έχει ωριμάσει, το παιδί που έχει λίγο ρουζ στη μύτη του και κοιταχτεί στον καθρέφτη, θα σηκώσει το χέρι του να το αγγίξει.

Ο Jerome Kagan βλέπει και άλλα σημάδια αυτής της αυξανόμενης συνειδητοποίησης του εγώ σε αυτή περίπου την ηλικία: το παιδί αρχίζει να χρησιμοποιεί λέξεις που σχετίζονται με την ατομικότητα, όπως «εγώ», «εμένα», και «δικό μου». Η Laura Petito, του Πανεπιστημίου Μακγκίλ του Μόντρεαλ, ανακάλυψε ότι ακόμη και τα κωφά παιδιά κωφών γονέων, που μαθαίνουν να επικοινωνούν με τη γλώσσα των κωφαλάλων, χρησιμοποιούν τη χειρονομία που σημαίνει «εγώ» στην ίδια περίπου ηλικία με τα παιδιά που λένε τη λέξη «εγώ» στην ίδια περίπου ηλικία με τα παιδιά που λένε τη λέξη «εγώ» (στην ηλικία που σκοτίζουν το ρουζ από τη μύτη τους).

Τον ίδιο περίπου καιρό εμφανίζεται άλλο ένα χαρακτηριστικό ανθρώπινο γνώρισμα. Σύμφωνα με τον Kagan, το παιδί αρχίζει να αναπτύσσει το ηθικό συναίσθημα. Στους δώδεκα μήνες κανένα νήπιο δεν θα ανησυχήσει όταν δει μια σπασμένη κούκλα, ένα κατεστραμμένο αυτοκινητάκι, ή έναν τοίχο που η μπογιά του έχει ξεφλουδίσει. Λίγο αργότερα όμως αναγνωρίζει πως εδώ υπάρχει ένα λάθος. Αυτά τα πράγματα αποκαλούνται «σπασμένα», «βρόμικα» ή «κακά». Η ερμηνεία που δίνει ο Kagan είναι ότι «το παιδί κατανοεί τώρα με πρωτόγονο τρόπο ότι υπάρχει μια ακεραιότητα στα πράγματα και ότι αν αυτή η ακεραιότητα θιγεί, τούτο σημαίνει ότι κάποιος, κάποιο ζωντανό πράγμα, έκανε κάτι κακό».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συνειδητοποίηση του εγώ και η αίσθηση του σωστού και του λάθους είναι θεμελιώδεις συνθήκες στη ζωή του ανθρώπου. Την εμφάνισή τους κατά την ανάπτυξη του παιδιού θα πρέπει να τη θεωρούμε επίτευγμα όχι μικρότερο από τη μάθηση της ομιλίας ή της εργασίας. Το «φοβερό δεύτερο» {έτος} δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως περίοδος παράλογων αντιδράσεων και επιθετικότητας, αλλά ως το στάδιο εκείνο κατά το οποίο το παιδί προσπαθεί να εδραιώσει στη συνείδησή του το σωστό και το λάθος – να μάθει τους κανόνες με τους οποίους ζούμε.

Οι θεωρητικοί του δέκατου ένατου και των αρχών του εικοστού αιώνα, με εξέχοντα τον Φρόιντ, είχαν την άποψη ότι η ανάπτυξη των πρωτογενών συναισθημάτων αποτελούσε τη βάση για την ωρίμανση της νόησης και της ηθικής. Για τον Φρόιντ, το id προηγείται του εγώ. Οι σημερινές απόψεις είναι διαφορετικές και θεωρούν τα πρώτα στάδια στη ζωή ενός παιδιού ως αγώνα για να κατακτηθεί η γνωστική ικανότητα.

Ο πασίγνωστος φόβος για τους ξένους, που εμφανίζεται σε όλα τα παιδιά στην ηλικία μεταξύ οχτώ και δώδεκα μηνών, δεν θα παρουσιαζόταν αν το παιδί ήταν τόσο ώριμο ώστε να μπορεί να αναγνωρίσει τα διαφορετικά πρόσωπα και να θυμηθεί το παρελθόν. Το άγχος που συνδέεται με το πρόσωπο ενός ξένου εξαρτάται από την πρόοδο που έχει σημειώσει το παιδί στην ανάπτυξη των αντιληπτικών και γνωστικών του ικανοτήτων. Προ της ηλικίας των οχτώ μηνών, χαμογελούν συχνά σε οποιοδήποτε πρόσωπο. Αυτή η δυναμική αντίδραση δεν μπορεί να δηλώνει αναγνώριση ή ίσως και συναίσθημα του παιδιού. Το πιθανότερο είναι ότι αποτελεί έναν ακόμη αυτοματικό, αντανακλαστικό μηχανισμό που τοποθέτησε η Φύση στο παιδί για να ενθαρρύνει τις προστατευτικές αντιδράσεις των ενηλίκων απέναντί του και να συσφίξει τη σχέση. Αλλά, προς το τέλος του πρώτου έτους, καθώς εμφανίζονται η ικανότητα για αναγνώριση και το άγχος του ξένου, το χαμόγελο δεν είναι πια μια ασυνείδητη απαίτηση για προστασία, αλλά γνήσια ένδειξη των αισθημάτων του παιδιού. Ίσως το πρώτο χαμόγελο αληθινής ευχαρίστησης να σηματοδοτεί την ίδια τη γέννηση ενός νέου νου.

Όταν το παιδί αρχίζει να περπατάει, του ανοίγεται ένας νέος κόσμος ευκαιριών για εξερεύνηση και ο νους είναι έτοιμος τώρα για αυτές τις νέες αλληλεπιδράσεις. Το παιδί αποκτά επιδεξιότητα στο περπάτημα και ακολούθως στην ομιλία. Η μνήμη και η ικανότητα για μάθηση βελτιώνονται και το παιδί προσαρμόζεται εύκολα σε νέες καταστάσεις, νέες απαιτήσεις. Μεταξύ δύο και έξι ετών οι περιορισμένοι ορίζοντες της νηπιακής ηλικίας δεν υπάρχουν πια. Το λεξιλόγιο εκρήγνυται.

Οι γνώσεις πληθαίνουν. Η κοινωνικότητα ανθεί. Δεν είναι να απορούμε που όλοι οι πολιτισμοί θεώρησαν πάντα αυτή την περίοδο κατάλληλη για να εξερευνήσουν το δυναμικό του παιδιού – για να αρχίσει η βασική εκπαίδευση. Το παιδί αναπτύσσει την ικανότητα να συνδυάζει τις έννοιες, να συσχετίζει την έννοια του εγώ με την έννοια των γεγονότων του έξω κόσμου. Είναι δυνατόν να φανταστεί αφηρημένα πράγματα. Τα παιδιά των τεσσάρων ετών φοβούνται συγκεκριμένες εμπειρίες οι οποίες μπορεί να τους τύχουν στην καθημερινή τους ζωή – σκοτάδι, κλέφτες, αράχνες, μεγάλα σκυλιά. Μετά τα έξι, οι φόβοι και οι ανησυχίες μερικές φορές αφορούν πράγματα αφηρημένα, μακρινά ή μυστηριώδη. Λένε στη μητέρα τους ότι φοβούνται τον πυρηνικό πόλεμο, μην έχουν καρκίνο ή μήπως τα απαγάγουν.

Από το γονιμοποιημένο αυγό μέχρι το αναπτυσσόμενο έμβρυο, από τον σχηματισμό και την αποδημία των νευρώνων μέχρι την ανάπτυξη της προσωπικότητας, οι αλλαγές είναι πάγκοινες. Σιγά σιγά, αναπόφευκτα, κατά στάδια που παρατηρούνται σε κάθε κοινωνία και κάθε πολιτισμό, ο νους του παιδιού αναδύεται. Από το κουκούλι της μήτρας, από τη φωλιά της οικογένειας, στον έξω κόσμο. Κατά τη διατύπωση του Jerome Kagan, «Τα ανθρώπινα όντα είναι έτσι φτιαγμένα ώστε να αναζητούν πάντα νέες πληροφορίες, να μαθαίνουν από αυτές, να εδραιώνουν αυτή τη γνώση και να συνεχίζουν».
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου