Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ, ΙΘΑΓΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ



ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ, ΙΘΑΓΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ


[Κεφάλαιο 8]

D.J. Hess


Η πικρή αλήθεια της τρέχουσας κατάστασης είναι ότι η σχέση μεταξύ δυτικής και γηγενούς γνώσης και τεχνολογίας κάθε άλλο παρά αγαθοεργής είναι. Οικονομική ανισότητα, μείωση των πόρων και υπερπληθυσμός στις εθνικές κοινωνίες είναι μεταξύ των κινούμενων δυνάμεων, πίσω από τον συνεχιζόμενο αποικισμό στα εδάφη των ιθαγενών. Μολονότι, υπάρχουν μερικές υποδειγματικές περιπτώσεις όπως η εθνομαθηματική εκπαίδευση και τα μικτά ιατρικά προϊόντα, πιο συχνά η Δυτική επιστήμη και τεχνολογία είναι εργαλεία της πορείας προς την καταστροφή της γης και της κουλτούρας των ιθαγενών. Αυτή η διαδικασία έχει απλώς επιταχυνθεί στο πέρασμα κάθε δεκαετίας. Από την προοπτική των ιθαγενών το άμεσο πρόβλημα είναι να επινοήσουν στρατηγικές για το πως θα αντισταθούν στη μη επιθυμητή εισβολή στα εδάφη και τον τρόπο ζωής τους. Σ’ αυτό το κεφάλαιο εξερευνώ το περίπλοκο πλέγμα τεχνολογίας, πολιτισμού και αντίστασης στο πλαίσιο των ιθαγενών.

Οι ιθαγενείς είναι συχνά, για να χρησιμοποιήσω τη φράση του ανθρωπολόγου John Bodley (1982), τα “θύματα της προόδου”. Η φράση είναι αρκετά πονηρή, καθώς η λέξη θύματα υπαινίσσεται μια παθητικότητα η οποία, όπως θα δείξω, δεν ταιριάζει με την ακριβή περιγραφή της πολυμηχανίας των ιθαγενών στους αντιστασιακούς τους αγώνες. Επιπλέον, ο Bodley χρησιμοποιεί τη λέξη πρόοδος ειρωνικά, γιατί είναι μια πρόοδος που συχνά οι ιθαγενείς δεν ελέγχουν, ούτε θέλουν και είναι επίσης μια πρόοδος η οποία έχει συσχετιστεί με οικολογικά συγκρατημένες κοινωνικέ εντολές στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αυξανόμενοι τομείς των εθνικών κοινωνιών έρχονται να αναρωτηθούν την παραδοσιακή αξία της προόδου, ιδίως όταν αφορά κατασκευή δρόμων, ράντσα, ορυχεία, υδροηλεκτρικά φράγματα κλπ. σε περιοχές του κόσμου που οι ιθαγενείς διεκδικούν για δικές τους εδώ και πολλές γενιές ή ακόμη και αιώνες. Το θέμα είναι κάτι παραπάνω από ηθική των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εδαφικής ακεραιότητας· διαρκώς μέλη των μεγάλων τεχνοβιομηχανικών πολιτισμών αρχίζουν να βλέπουν ότι οι ιθαγενείς έχουν ένα σπουδαίο πρόγραμμα να μας διδάξουν για οικολογικά συγκρατημένους τρόπους ζωής.

Σε οποιαδήποτε δυσκολία μεταξύ δύο κοινωνιών, η τεχνολογία παίζει συνήθως ρόλο κλειδί. Αυτό είναι προφανές στη σημερινή high-tech εποχή. Για παράδειγμα, στον πόλεμο του Περσικού κόλπου το 1991 ο κόσμος παρακολούθησε πως η υψηλή τεχνολογία των Δυτικών συμμάχων κατέστρεψε και άφησε απροστάτευτο τον Ιρακινό στρατό και τον άμαχο πληθυσμό. Ωστόσο, αυτό επαληθεύεται από πολύ πιο πριν. Ο “μικροσκοπικός” στρατός του Άγγλου Henry του 5ου ήταν πολύ πιο μικρός σε αριθμό από τον Γαλλικό, αλλά οι Άγγλοι κατάφεραν να κερδίσουν κυρίως χάρις τη τεχνολογική υπεροχή των τόξων τους έναντι αυτών των Γάλλων. (Τα τόξα παρεμπιπτόντως, είναι ένα ακόμη παράδειγμα μιας Κινέζικης καινοτομίας που δημιούργησε τη δική της πορεία προς την Ευρώπη). Στην εισβολή του Νέου κόσμου οι Ευρωπαίοι είχαν ακόμη μεγαλύτερη στρατιωτική ανωτερότητα από τους ιθαγενείς και μικρός αριθμός Ευρωπαίων ήταν ικανός να κερδίσει τον έλεγχο ολόκληρων πολιτισμών όπως των Ίνκας και των Αζτέκων. Μολονότι, Ισπανοί όπως ο Pizzaro και ο Cortez βασίστηκαν στο τέχνασμα και στη τοπική εξέγερση τόσο όσο στα άλογα και στα κανόνια τους, ωστόσο χρησιμοποίησαν την υψηλή τεχνολογία για να τους δώσει στρατηγικό πλεονέκτημα. Στο σημερινό κόσμο των ηλεκτρονικών αερομαχιών το τεχνολογικό χάσμα εθνικών και ντόπιων κοινωνιών είναι ακόμη μεγαλύτερο από την εποχή της εισβολής στο νέο κόσμο. Οι ιθαγενείς σήμερα καταφεύγουν σποραδικά στα όπλα, αλλά οι αντιστασιακοί τους αγώνες δείχνουν να περιορίζονται σε εχθροπραξίες ανταρτών και στη τρομοκρατία αντί να κατευθύνονται στην αναμέτρηση με τα γενικώς πολύ καλύτερα εφοδιασμένα εθνικά στρατεύματα.

Μολονότι, κατάκτηση και εισβολή έχουν γίνει χαρακτηριστικά των σχέσεων μεταξύ των εθνικών κοινωνιών και των ιθαγενών σ’ ολόκληρο τον κόσμο, δεν μπορούν όλες οι σχέσεις μεταξύ εθνικών και ντόπιων κοινωνιών να ταξινομηθούν με τόσο αρνητικά κριτήρια. Σε πολλές περιπτώσεις οι δύο τύποι κοινωνιών συνυπάρχουν ειρηνικά μέσω εμπορικών και άλλων μορφών σχέσεων ήπιας και αγαθής επαφής. Επίσης, ακόμη και όταν η επαφή δεν έχει σαν συνέπεια τη γενική απαλλοτρίωση των ιθαγενών από τις περιοχές τους, κοσμοπολίτικες τεχνολογίες διαχέονται μέσα στις ντόπιες κοινωνίες. Τα αποτελέσματα αυτών των τεχνολογιών, ακόμη και όταν οι ιθαγενείς (ή τμήματα κοινωνιών τους) τις θέλουν, είναι δύσκολο να προβλεφθούν και μερικές φορές οι νέες τεχνολογίες οδηγούν σε σημαντικούς κοινωνικούς διαμελισμούς. Σ’ αυτό το κεφάλαιο θα μελετήσω μερικά από τα πλαίσια για να εξετάσω Δυτικές Τεχνολογίες και ιθαγενείς, και ποικίλες στρατηγικές για να τους βοηθήσουν να αποκτήσουν περισσότερο έλεγχο της γης, της ζωής και της σχέσης τους με εθνικές κοινωνίες και τεχνολογίες.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ

Θεωρητικά συστήματα

Στην πολιτισμική ανθρωπολογία, μια σημαντική ομάδα συστημάτων για να αναλύσουμε το ρόλο της τεχνολογίας στις σχέσεις μεταξύ ιθαγενών και κοσμοπολίτικων κοινωνιών αντλείται από δημόσιες συζητήσεις πάνω σε θεωρίες για την πολιτιστική εξέλιξη. Στα 1940 ο ανθρωπολόγος Leslie White ισχυρίστηκε ότι η πολιτιστική εξέλιξη ήταν επηρεασμένη από την πρόοδο στην τιθάσευση της ενέργειας “ανά κεφάλαιο ανά χρόνο” και την “ικανότητα ή αποδοτικότητα των εργαλείων χρησιμοποιημένη στην ανάλωση της ενέργειας”. Μολονότι, δεν αποδέχθηκαν όλοι τη θεωρία του White, είχε το πλεονέκτημα να συγκεντρώσει την προσοχή σε ερωτήσεις για το πως και γιατί οι πολιτισμοί αλλάζουν και στη τεχνολογία και την κατανάλωση ενέργειας σαν παράγοντας κλειδί για την αλλαγή του πολιτισμού. Στην επόμενη δεκαετία ο ανθρωπολόγος Julian Steward ανέπτυξε μια ιστορική θεωρία που συνέδεσε την αλλαγή και την εξέλιξη του πολιτισμού με την προσαρμογή στο τοπικό περιβάλλον και η εξελικτική θεωρία στην ανθρωπολογία έχει συνεχίσει να παραμένει σήμερα ζωντανή, μεταξύ μελετών του οικολογικού πολιτισμού.

Συζητήσεις για την φυσικότητα της αλλαγής και της εξέλιξης του πολιτισμού βοήθησαν να τεθεί η θεωρητική βάση για τη μελέτη της επίδρασης της Δυτικής τεχνολογίας στις κοινωνίες των ιθαγενών. Στα συντηρητικά πολιτικά κλιμάκια των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι συζητήσεις βοήθησαν επίσης στο να γίνει δυνατό να υλοποιηθούν ιδέες οι οποίες ήταν όμοιες με εκείνες που πρότεινε ο Karl Marx έναν αιώνα πριν. Με αυτές τις συζητήσεις για την τεχνολογία και την αλλαγή του πολιτισμού σε βάθος, οι ανθρωπολόγοι είχαν ένα πλαίσιο για να αναλύσουν την σύγκρουση των νέων τεχνολογιών πάνω σε ολόκληρο το οικοδόμημα του πολιτισμού: κοινωνική οργάνωση, πολιτική συγκρότηση, θρησκεία κλπ. Σαν αποτέλεσμα η πρώτη γενιά των μελετών για την τεχνολογία, τους ιθαγενείς και την αλλαγή στον πολιτισμό εξέτασε το ερώτημα από την άποψη της σύγκρουσης και της εξάπλωσης των κοσμοπολίτικων τεχνολογιών στους τοπικούς πολιτισμούς.

Μια ερειστική κατευθυντήρια γραμμή που αναδύθηκε μέσα από τη μελέτη της κοινωνικής σύγκρουσης είναι η διαφορά μεταξύ μάκρο- και μικρο-τεχνολογίας από τους ανθρωπολόγους Η. Russell Bernard και Pertti Pelto. Οι μακροτεχνολογίες είχαν σαν συνέπεια “ριζικές μεταμορφώσεις του περιβάλλοντος” όπως φράγματα, εργοστάσια, καινούργιες πόλεις κλπ. ενώ αντίθετα οι μικροτεχνολογίες είναι “μηχανές και εξοπλισμός που άτομα ή οργανισμοί μπορούν να αποκτήσουν στο ελεύθερο εμπόριο”. Τα μακροτεχνολογικά προϊόντα είναι γενικά ελεγχόμενα από εταιρείες, νομικά πρόσωπα, κυβερνήσεις, τράπεζες, διεθνή πρακτορεία, ή από άλλα μη τοπικά ιδρύματα και αυτά τα ιδρύματα συχνά μετατοπίζουν ντόπιους πληθυσμούς και καταλαμβάνουν τη γη τους και τα αποθέματα νερού. Αντίθετα, οι μικροτεχνολογίες συνήθως αγγίζουν τις αυτόχθονες κοινωνίες μέσω των αγορών, ιεραποστόλων, ή άλλων βοηθητικών ενεργειών. Σαν αποτέλεσμα, είναι πιθανό οι τοπικές κοινωνίες να έχουν μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στις μικροτεχνολογίες.

Η διάκριση μεταξύ μάκρο- και μικρο-τεχνολογιών συνεπώς τείνει να συμπέσει με τη διαφορά μη τοπικής εναντίον τοπικής εξουσίας. Ωστόσο, όσο χρήσιμη μπορεί να είναι αυτή η διάκριση σε μερικές περιπτώσεις, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κακώς έτσι ώστε να γίνεται ένα είδος τεχνολογικού ντετερμινισμού. Υπάρχουν σημαντικές εξαιρέσεις σ’ αυτό το μοτίβο, και πράγματι υπάρχουν μερικές περιπτώσεις στις οποίες οι μακροτεχνολογίες να είναι συνδεδεμένες με τοπικές εξουσίες και οι μικροτεχνολογίες να παίζουν έναν ρόλο κλειδί στην ολική καταστροφή του πολιτισμού των ιθαγενών. Επιπλέον, το ακριβές πρόβλημα της τοπικής εξουσίας είναι περίπλοκο, γι’ αυτό μπορεί να ποικίλλει από το συγκεντρωτισμό σε ένα απολυταρχικό οικοδόμημα χτισμένο γύρω από μερικούς διεφθαρμένους, γέρους, άντρες ηγέτες, από μια περιοχή της τοπικής κοινωνίας ή μπορεί να είναι αποκεντρωμένοι διαμέσου γενιάς, γεωγραφίας, ηλικίας και άλλων κοινωνικών διαχωριστικών γραμμών εντός της τοπικής κοινωνίας. Παρόμοια, ακόμη κι αν οι καινούργιες τεχνολογίες συνοδεύονται από κάποια εκδοχή του τοπικού ελέγχου, μπορεί να αλλάξουν κοινωνικό οικοδόμημα και ισχυρούς δεσμούς μέσα στην τοπική κοινωνία.

Έτσι, ένα δεύτερο και εξίσου σημαντικό βήμα προς την οργάνωση της ανάλυσης της επίδρασης της κοσμοπολίτικης τεχνολογίας στους ιθαγενείς είναι να βρούμε “τεχνολογικές εκδόσεις” σαν μέρος ενός μεγαλύτερου ιστού από ενδοπολιτιστικές ισχυρές σχέσεις. Γενικά, σαν εθνικές κοινωνίες έχουν απλώσει τα σύνορά τους σε αποικιακά και νεοαποκιοκρατικά εγχειρήματα, πρωταρχικά σε οικονομικά και πολιτικά μοτίβα. Περιπτώσεις όπως ο αποικισμός της νέας Αγγλίας, ομάδες θρησκευτικών μειονοτήτων που επιχειρήσουν να χτίσουν καινούργιες κοινωνίες είναι σχετικά σπάνιες. Αντίθετα, ο Ευρωπαϊκός αποικισμός στην Αφρική, την Ασία και την Αμερική είναι σε μεγάλο βαθμό μια ιστορία γεωπολιτικού ανταγωνισμού για τον έλεγχο των εμπορικών οδών, των σκλάβων και των εθνικών πόρων· η ανατολική Ασία και άλλες εθνότητες τώρα ολοκληρώνονται οικονομικά με τέως Ευρωπαίους αποίκους· ο οικονομικός νεοαποικισμός έχει αντικαταστήσει τον πολιτικό αποικισμό της Ευρωπαϊκής Αυτοκρατορίας· και τα εργοστάσια στα οποία εργάτες αμείβονται ανεπαρκώς. Έχουν αντικαταστήσει τα καραβάνια των σκλάβων της αποικιακής εποχής. Ακόμη πολιτικοοικονομικές σχέσεις παραμένουν τόσο κρίσιμες στην κατανόηση της συνάντησης απροσδόκητων μεταξύ εθνικών και αυτόχθονων κοινωνιών σήμερα όσο ήταν και σε περασμένους αιώνες.

Τελικά, αν και η μακρο-μικροτεχνολογική διαφορά, το ζήτημα του τοπικού ελέγχου και η οργάνωση μιας παγκόσμιας οικονομικής πολιτικής είναι τα απαραίτητα αρχικά θέματα, δεν προωθούν ένα επαρκές πλαίσιο για μια συζήτηση για την τεχνολογία, τους ιθαγενείς και την τοπική εξουσία. Θεωρητικοί των μονολιθικών δομικών δυνάμεων μπορούν να υποβιβάσουν τους ιθαγενείς σε παθητικά θύματα των αποικιακών δυνάμεων και στην πορεία αυτή οι θεωρητικοί ακούσια συνεισφέρουν στις πολύ αποικιακές δυνάμεις στο να εμφανίζονται να επικρίνουν. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ιθαγενείς αναμιγνύονται ενεργά στον επαναπροσδιορισμό, στην ανοικοδόμηση και στην αντίσταση κατά των κοσμοπολίτικων τεχνολογιών και συχνά ενσωματώνουν κοσμοπολίτικες τεχνολογίες μέσα στους αντιστασιακούς τους αγώνες. Έτσι, η μελέτη των κοσμοπολίτικων τεχνολογιών και των ιθαγενών χρειάζεται να ισορροπηθεί μεταξύ μιας οργάνωσης η οποία εξετάζει τον κοινωνικό αντίκτυπο αυτών των τεχνολογιών και μιας η οποία κοιτάζει για το πως οι τεχνολογίες αναπλάθονται και ανθίστανται. Ωστόσο, πριν προχωρήσουμε στο ζήτημα της ανάπλασης και της αντίστασης, είναι χρήσιμο να ξαναθυμηθούμε μερικά από τα πορίσματα του πρώτου “κύματος” της έρευνας που εξέτασε το θέμα του κοινωνικού αντίκτυπου από τις κοσμοπολίτικες τεχνολογίες στις αυτόχθονες κοινωνίες.

ΜΙΚΡΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ

Όπως ο Bernard και ο Pelto αναγνωρίζουν, οι μικροτεχνολογίες με κανέναν τρόπο δεν είναι πάντα συσχετισμένες με μια τοπική ελεγχόμενη πορεία μιας αγαθοεργής τεχνολογικής αλλαγής. Οι μικροτεχνολογίες μπορούν να οδηγήσουν στην κατάρρευση των θεμελίων ενός πολιτισμού: τη θρησκεία και την κοσμολογία το κοινωνικό οικοδόμημα και το σύστημα της λήψης αποφάσεων και των αποφασιστικών αγώνων. Ίσως το πιο γνωστό παράδειγμα είναι η περίπτωση του “Ατσάλινα τσεκούρια για Αυστραλούς της λίθινης εποχής”, που περιγράφεται από τον ανθρωπολόγο Lauriston Sharp (1952). Το θέμα του είναι ένα παράδειγμα του είδους της κατάρρευσης του πολιτισμού που μπορεί να απαντηθεί ως κοσμοπολίτικες μικροτεχνολογίες διάχυτες μεταξύ αυτόχθονων κοινωνιών. “Κοφτερές σκέψεις” όπως οι καταρρεύσεις, μπορούν να μετριαστούν ή ακόμη και να αποφευχθούν αν καλοεκπαιδευμένοι ανθρωπολόγοι τοποθετηθούν μεταξύ τοπικών φυλετικών κοινωνιών και των δυνάμεων ανάπτυξης.

Το άρθρο του Sharp εξηγεί λεπτομερώς τα αποτελέσματα των ατσάλινων τσεκουριών στους Yir-Yiront, μια συγκεντρωτική κοινωνία ψαράδων και κυνηγών στο Ακρωτήριο York της Χερσονήσου Queensland στην Αυστραλία. Από το 1915, μια αγγλικανική αποστολή εγκαταστάθηκε σε μια αποστολή περίπου τριών ημερών, με τα πόδια, από το κύριο έδαφος των Yir -Yiront, αλλά στα 1930 οι Yir -Yiront ζούσαν ακόμη σε σχετική απομόνωση και χωρίς πολλές συναλλαγές ή επιρροές από τον έξω κόσμο. Περνώντας τα χρόνια, ωστόσο, οι ιεραπόστολοι άρχισαν να δίνουν ασφαλή αγαθά στους Yir -Yiront και τίποτα δεν ήταν σε μεγαλύτερη αξίωση από το ατσάλινο τσεκούρι, το οποίο χρησιμοποιούνταν για κατασκευή, στη μαγειρική, στο κυνήγι, στη συγκέντρωση και σε άλλες δραστηριότητες.

Προγενέστεροι των ιεραποστόλων, εισαγωγείς των ατσάλινων τσεκουριών, οι άντρες Yir -Yiront ήταν οι “ιδιοκτήτες” των πέτρινων τσεκουριών. Τους εξασφάλιζαν μέσω μιας σειράς από πολύπλοκες εμπορικές σχέσεις με άνδρες άλλων φυλών. Μολονότι, γυναίκες και παιδιά δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το τσεκούρι, έπρεπε να το δανειστούν από έναν άνδρα και να το επιστρέψουν αμέσως. Οι κανόνες δανεισμού ακολούθησαν και ενίσχυσαν το συγγενικό σύστημα: μια γυναίκα δανειζόταν από τον άνδρα της ή από τον μεγαλύτερο αδελφό της ή τον πατέρα της όταν δεν ήταν δυνατόν να δανειστεί από τον άνδρα της.

Παρόμοια, τα παιδιά και οι νέοι που χρειάζονταν ένα τσεκούρι, το δανείζονταν από τα μεγαλύτερα αδέλφια ή τον πατέρα τους. Το σύστημα δανεισμού επομένως επικύρωσε το συγγενικό σύστημα το οποίο είχε σαν συνέπεια μια κοινωνική ιεραρχία των αρσενικών πάνω στα θηλυκά, των μεγαλύτερων στους μικρότερους. Επιπλέον, ακολουθώντας τα εθιμοτυπικά, μόνο τα μέλη μιας φυλής - η φυλή των ηλιόλουστων σύννεφων των Ιγκουάνα - μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το τσεκούρι και σαν αποτέλεσμα το πέτρινο τσεκούρι έπαιξε ένα ρόλο υποστήριξης μέσα στο τοτεμικό οικοδόμημα του όλου θρησκευτικού και τελετουργικού συστήματος.

Οι μεγάλοι άνδρες, επιπλέον, είχαν μια καλύτερη συλλογική μνήμη της τραχύτητας του λευκού άνδρα και άρα ήταν πιο δύσπιστοι στους ιεραπόστολους και το λευκό άνδρα από ότι ήταν οι νεότεροι. Έτσι οι μεγάλοι ήταν λιγότερο ανοικτοί στην αλληλεπίδραση με τους ιεραποστόλους για να πάρουν τα ατσάλινα τσεκούρια. Οι ιεραπόστολοι σκόπευαν επίσης τα ατσάλινα τσεκούρια να ξεφύγουν αδιάκριτα από κάθε έλεγχο, ακόμα και από τις γυναίκες και τα παιδιά. Σαν αποτέλεσμα, οι συμβατικές σχέσεις δανεισμού κατά γένος και ηλικία έσπασαν λόγω εμπορικών σχέσεων με άλλες φυλές και οι μεγάλοι ήταν αναγκασμένοι να δανείζονται τσεκούρια από τις γυναίκες ή τους νέους.

Σ’ αυτό το σημείο κάποιος ίσως ρωτήσει αν είναι καλό να εισάγουμε νέες τεχνολογίες που μπορεί να υποσκάψουν υπαρκτά κοινωνικά οικοδομήματα όταν, από μια δυτική όψη, αυτά τα οικοδομήματα μπορούν να κατηγορηθούν σαν ηλικιακά ή σεξιστικά δομημένα. Εξάλλου, γιατί πρέπει οι γυναίκες και οι νέοι να περιορίζονται από την “πρόσβαση” στο τσεκούρι; Ίσως, θα ήταν καλό να έχουμε μια επανάσταση στον πολιτισμό των Yir -Yiront έτσι ώστε οι ισχυροί άνδρες να πειθαναγκαστούν να ζητήσουν ατσάλινα τσεκούρια από νέους και γυναίκες. Σίγουρα ο καυγάς που μπορούσε να δημιουργηθεί από την κατάρρευση των ιεραρχιών με βάση την ηλικία και το γένος μέσα στην κοινωνία των Yir -Yiront θα ήταν καλός γιατί τέτοιες κοινωνικές φόρμες ήταν άδικες και γιατί η ισότητα είναι καλύτερη. Αλλά ποιος προτίθεται να ξεκαθαρίσει τι συνιστά τη δικαιοσύνη σαν μια καλύτερη κοινωνική λειτουργία; Είναι η ισότητα πάντα καλύτερη από την ιεραρχία; Πως μπορεί κάποιος να συμμεριστεί την αίσθηση των παγκόσμιων ανθρωπίνων δικαιωμάτων με την αποικιακή επίπτωση του να επεμβαίνεις σε μια άλλη κοινωνία;

Σίγουρα τείνω όλο και περισσότερο στην “κάτω τα χέρια” πλευρά του φάσματος. Σκέφτομαι ότι η μόνη σωστή λύση σ’ αυτό το ηθικό δίλημμα μπορεί να είναι να αφήσουμε τους Yir -Yiront να αποφασίσουν μόνοι τους τι θέλουν από τις κοσμοπολίτικες κοινωνίες και πως θέλουν να αλληλεπιδράσουν με τις κοινωνίες τους. Ωστόσο, αυτή η ιδανική λύση σπάνια είναι εφαρμόσιμη, γιατί οι ιθαγενείς γενικά δεν έχουν φωνή στις εθνικές κοινωνίες και είναι σχετικά αδύναμοι όταν παρεμβάλλονται άλλα συμφέροντα που θέλουν να αποικίσουν αυτούς και τη γη τους. Επιπλέον, ακόμη και η “κάτω τα χέρια” λύση αποπνέει την ερώτηση του ποιοι μεταξύ των Yir -Yiront θα κληθούν να αποφασίσουν και πως θα αποφασίσουν. Είναι λύση μόνο αν οι άνδρες-μέλη καλέσουν ένα συμβούλιο και πάρουν μια απόφαση; Μπορεί να είναι, σύμφωνα με τον ορισμό της δικαιοσύνης και της σωστής απόφασης που θα ληφθεί μεταξύ τους, αλλά θα συμφωνήσουν σ’ αυτό οι νέοι και οι γυναίκες; Η δική μου απάντηση είναι ότι αν οι αδύναμες ομάδες μεταξύ της ντόπιας κοινωνίας θέλουν να αλλάξουν και αν συμφωνήσω με τις αλλαγές που θέλουν, τότε ίσως αισθανθώ δικαιωμένος βοηθώντας τους, γιατί είναι μια πιο καθαρή δικαιοσύνη μέσα στην κοινωνία. Ωστόσο, στην περίπτωση των Yir -Yiront, ο Sharp δεν μας λέει τι ήθελαν οι νέοι και οι γυναίκες. Μπορεί να θέλησαν τα ατσάλινα τσεκούρια, αλλά μπορεί και να ήθελαν να αποφύγουν όλες τις συνέπειες της πολιτιστικής κατάρρευσης που θα συνόδευε η εισαγωγή τους.

Ο συνολικός αντίκτυπος της εισαγωγής των ατσαλένιων τσεκουριών και της επαφής με το λευκό άνδρα είναι πιθανότατα κάτι που όλοι οι Yir -Yiront θα συμφωνούσαν σαν ανεπιθύμητο. Οι Yir -Yiront σταμάτησαν να πηγαίνουν να δουλεύουν για ιεραπόστολους και ιδιοκτήτες βοοειδών και στην πορεία μπλέχτηκαν με καινούργιες ιεραρχίες και ανισότητες, οι οποίες ήταν πιθανότατα χειρότερες από αυτές των ίδιων τους των κοινωνιών. Το πιο σημαντικό είναι ότι η εισαγωγή του ατσαλένιου τσεκουριού συντέλεσε στο θάνατο της κοσμολογίας των Yir -Yiront. Η κοσμολογία ήταν αποκλειστικά προσεκτικά στηριγμένη στο τοτεμικό φυλετικό σύστημα. Μια από τις φυλές καλούνταν κεφάλι - προς το - ανατολικό - πτώμα. Η φυλή συσχετιζόταν με το θάνατο, το λευκό χρώμα και τα φαντάσματα. Όταν οι λευκοί ήρθαν στο προσκήνιο, αυτοί και τα προϊόντα τους - περιλαμβανομένου και του ατσαλένιου τσεκουριού - ήταν φυσικά συσχετισμένοι με αυτή τη φυλή. Ωστόσο, το παραδοσιακό ατσαλένιο τσεκούρι ήταν ένα τοτέμ των Ηλιόλουστων Σύννεφων των Ιγκουάνα όπως αναφέρεται αργότερα. Ο Sharp συνεχίζει:

Επιπλέον, το ατσάλινο τσεκούρι, όπως τα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα, δεν έχει καμία χαρακτηριστική μυθική προέλευση, ούτε άλλοι μυθικοί πρόγονοι σχετίζονται με αυτό. Μπορεί κάποιος καθισμένος στη σκιά ενός δέντρου ένα απόγευμα, να δημιουργήσει ένα μύθο για να λύσει αυτό το μπέρδεμα; Κανένας δεν το έχει κάνει και η φρικτή υποψία εμφανίζεται όπως η αυθεντικότητα των αρχικών μύθων, που απέτυχαν να πιάσουν τόσο σ’ αυτό το αχανές νέο σύμπαν του λευκού άνδρα. Το ατσάλινο τσεκούρι μετακινούμενο απελπιστικά από τη μια φυλή στην άλλη, δεν αντικατέστησε μόνο το πέτρινο τσεκούρι φυσιολογικά, αλλά πελέκησε και τα θεμέλια ολόκληρου του πολιτιστικού συστήματος.

Η κατάρρευση της κοσμολογίας συνοδεύει την κατάρρευση της κοινωνικής τάξης. Ο Sharp περιγράφει το επόμενο στάδιο της κατάρρευσης του πολιτισμού που είχε διαπιστώσει με άλλες πιο αφομοιωμένες Yir -Yiront ομάδες: οι αποθαρρυμένοι ιθαγενείς οι οποίοι αφομοιώνονται σε αγροκτήματα ή παραμεθόριες πόλεις.

Η μελέτη του Sharp για τα ατσάλινα τσεκούρια είναι διδακτική, δείχνει πως ακόμα και, καθώς φαίνεται, αβλαβείς τεχνολογικές καινοτομίες όπως τα ατσάλινα τσεκούρια μπορούν εξ ολοκλήρου να μεταμορφώσουν την κοινωνία των ιθαγενών. Ωστόσο, άλλες μελέτες των μικροτεχνολογιών και των ντόπιων δείχνουν ότι τα αποτελέσματα δεν είναι πάντοτε καταστρεπτικά. Η πασίγνωστη περίπτωση της απόκτησης χιονομηχανών μεταξύ των Εσκιμώων του Βόρειου Καναδά και των Λαπώνων της Νορβηγίας ορίζει ένα αντιπαράδειγμα στο οποίο οι μικροτεχνολογίες είχαν μια σχετικά ευεργετική επιρροή. (Pelto 1973, Pelto & Müller - Wille 1987). Αντίθετα από τους Yir -Yiront, οι Εσκιμώοι και οι Λάπωνες έχουν ζήσει σε επαφή με εθνικούς πληθυσμούς για πολλές χρόνια, και λίγο-πολύ διεύθυναν την εισαγωγή της νέας τεχνολογίας. Σαν αποτέλεσμα, η εισαγωγή των χιονομηχανών ήταν μια σχετικά ήπια διαδικασία. Γενικά, οι Λάπωνες, οι Εσκιμώοι έκριναν ότι τα πλεονεκτήματα της αυξανόμενης κινητικότητας και της μειωμένης ζωικής φροντίδας υπερτερούσαν των μειονεκτημάτων της αυξανόμενης δαπάνης και του αυξανόμενου κινδύνου που οφειλόταν σε βλάβη. Κάποτε , μερικά μέλη της κοινότητας πειραματίστηκαν επιτυχώς με την νέα τεχνολογία και άλλοι ακολούθησαν. Όπως διαπιστώνουν οι ανθρωπολόγοι Pertti Pelto και Ludger Müller Wille “Είναι κάτι σαν ένα πλήγμα στον ρομαντισμό μας να μαθαίνουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν σχετικά πρόθυμοι να σκοτώσουν ή να πουλήσουν τα σκυλιά τους και τους ταράνδους τους με σκοπό να αγοράσουν χιονομηχανές”.

Επειδή οι Pelto και Müller-Wille συγκέντρωσαν πληροφορίες σε μια συγκριτική βάση, ήταν ικανοί να επεκτείνουν τις μελέτες της κοινωνικής επίδρασης, μελετώντας πως η απόκτηση και η επίδραση προσαρμόζονται στο τοπικό περιβάλλον, ένα θέμα που προβλήθηκε από τον Steward (1955) στις θεωρίες του για την πολιτιστική εξέλιξη. Για παράδειγμα, στις νοτιότερες από τις περιοχές που μελετήθηκαν στον Καναδά, στο νησί Belcher στον κόλπο Hudson τα έλκηθρα προέβλεψαν το πλεονέκτημα μιας καλύτερης κινητικότητας πάνω στο ανώμαλο (ακατέργαστης μορφής) έδαφος του νησιού, και τα έλκηθρα ήταν επίσης χρήσιμα για μια μεγαλύτερη περίοδο του χρόνου, ιδιαίτερα, όταν ο πάγος άρχιζε να λιώνει. Οι Pelto και Müller-Wille επέκτειναν επίσης τις μελέτες της κοινωνικής επίδρασης, εξετάζοντας πως η κοινωνική ισότητα έπαιξε ρόλο στη διαφορά της επίδρασης του νεωτερισμού. Σε περιοχές όπου υπήρχαν ήδη ρωγμές μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών, οι χιονομηχανές εμφανίζονται να έχουν κάνει το χάσμα χειρότερο. Ωστόσο, σε περιοχές όπου ο καθένας ήταν ικανός να διαθέσει χρήματα για μια χιονομηχανή, εκεί υπήρχε μια σχετικά μικρή επίδραση στην κοινωνική ανισότητα. Επιπλέον, σε πολλές περιοχές, οι χιονομηχανές διευκόλυναν τους ανθρώπους να επισκέπτονται ο ένας τον άλλον, και συνεπώς οδήγησαν σε μια αυξανόμενη ένταση και συχνότητα των κοινωνικών σχέσεων .

Μια ακόμη διάσταση στο ζήτημα των μικροτεχνολογιών και των ντόπιων, τέθηκε προς συζήτηση από την ανθρωπολόγο Lila Abu-Lughod (1989), η οποία μελέτησε τηλεόραση και κασέτες μεταξύ των Βεδουίνων της Δυτικής Αιγύπτου. Όπως με τις Αρκτικές ομάδες, οι Βεδουίνοι είχαν μια μακροπρόθεσμη σχέση με τις περιβάλλουσες εθνικές κοινωνίες, και είχαν σχετικά καλό έλεγχο της εισαγωγής των μικροτεχνολογιών. ΄Ετσι, θα περίμενε κανείς η κοινωνική επίδραση να είναι σχετικά ήπια και πράγματι αυτό είναι αυτό που περιγράφει. Σε πολλές περιπτώσεις, βλέποντας τηλεόραση και ακούγοντας κασέτες εγγραφής, γίνεται ακόμη ένα μέρος μιας καθημερινής οικογενειακής δραστηριότητας. Όπως στην περίπτωση των ατσάλινων τσεκουριών η Abu Lughod δείχνει πως οι νέες τεχνολογίες έχουν κλονίσει το γένος και τις ηλικιακές ιεραρχίες, αλλά με ένα πιο ήπιο τρόπο. Άντρες και γυναίκες, γέροι και νέοι, τείνουν να παρακολουθούν προγράμματα μαζί, και η τηλεόραση έχει εξασφαλίσει μια ευχάριστη διέξοδο στον έξω κόσμο για τις απομονωμένες γυναίκες.

Η Abu Lughod επαυξάνει στο έντυπο πάνω στην επίδραση των μικροτεχνολογιών, ρωτώντας την ευρύτατα αποδεκτή ιδέα ότι οι νέες τεχνολογίες των ΜΜΕ, θα οδηγήσουν σε πολιτιστικό ομοιογενισμό. Σημειώνει πως οι οικογενείς χρησιμοποιούν τα τραγούδια, την ποίηση και τα τηλεοπτικά προγράμματα ως αφορμές για ερμηνευτικά σχόλια και επίσης πως προσεγγίζουν κατ’ επιλογήν τα ΜΜΕ (Μπορώ να επιβεβαιώσω το σημείο αυτό από δική μου εμπειρία, βλέποντας το τηλεοπτικό πρόγραμμα “Dallas” στην Βραζιλία: Οι φίλοι μου είχαν μια πολύ περισσότερο ευνοϊκή αντίδραση στο J.R. απ’ ότι είχα διαπιστώσει στις ΗΠΑ). Τα τραγούδια, η ποίηση και τα προγράμματα της τηλεόρασης είναι επομένως καλά παραδείγματα από αυτό που έχει ονομαστεί ερμηνευτική ευελιξία: η ιδέα ότι οι νέες τεχνολογίες χρησιμοποιούνται συχνά και ερμηνεύονται με τρόπους που διαφωνούν αρκετά με τις προθέσεις των συγγραφέων ή των παραγωγών τους.

Επιπλέον, η Abu Lughod διαπίστωσε ότι οι Βεδουίνοι κατέγραφαν την ποίησή τους και τα τραγούδια τους σε κασέτες και ένας Βεδουίνος τραγουδιστής είχε κατορθώσει ακόμη και μια αξιοσημείωτη επιτυχία στην εθνική κοινωνία. Το ενδιαφέρον της εθνικής κοινωνίας στον Βεδουίνο τραγουδιστή συνέβαλλε θετικά στην έπαρση του πολιτισμού των Βεδουίνων, αλλά την ίδια στιγμή οι πληροφοριοδότες της Abu Lughod της είπαν ότι προτίμησαν έναν άλλον λιγότερο γνωστό Βεδουίνο τραγουδιστή ο οποίος είχε αρνηθεί μια πρόσκληση να εγγράψει δίσκο σ’ ένα στούντιο της στο Κάιρο και ο οποίος ήταν λιγότερο “Αιγυπτιακός” από τον πρώτο τραγουδιστή. Έτσι, οι μικροτεχνολογίες μπορούν να συμβάλλουν σε μια αντίθετη κοινωνική επίδραση της αντικαταλλιεργητικότητας: η ιθαγενής κοινωνία μπορεί να επηρεάσει και να διαμορφώσει την εθνική κοινωνία.

Παρ’ όπλα αυτά ακόμη και η διαδικασία της αντικαλλιεργητικότητας δεν είναι “αγνή”. Ο Βεδουίνος τραγουδιστής έγινε σταρ στον ευρύτερο Αιγυπτιακό εθνικό πολιτισμό αλλά επίσης έγινε ηλεκτρικός. Έτσι, οι απόψεις του τοπικού πολιτισμού απορροφήθηκαν στον εθνικό πολιτισμό και επίσης μεταμορφώθηκαν. Στην πορεία, νέοι νόθοι πολιτισμοί και πολιτισμικά σχήματα αναδύονται. Αντί να σκεφτόμαστε την επιστήμη και την τεχνολογία ότι κάνουν τον κόσμο περισσότερο ομοιογενή, φαίνεται ότι έχει περισσότερο νόημα να σκεφτούμε την επιστήμη και την τεχνολογία ότι βοηθάνε να δημιουργηθούν νέοι νόθοι πολιτισμοί, μια διαδικασία που αναφέρεται μερικές φορές ως εθνογένεση.

Μακροτεχνολογίες και τα όρια της ερμηνευτικής ευελιξίας

Σήμερα, το χάος που περιέγραψε ο Sharp για τους Yir-Yiront είναι ειδυλλιακό σε σύγκριση με την επίδραση της μεγάλης κλίμακας των μακροτεχνολογιών και των σχεδίων ανάπτυξης σε πολλά μέρη του κόσμου. Τα ατσάλινα τσεκούρια του χθες, παραχώρησαν τη θέση τους στα αλυσιδωτά πριόνια για να μην αναφέρουμε τα υδροηλεκτρικά φράγματα, τα ορυχεία και τους δρόμους. Επιπλέον, αυτές οι μακροτεχνολογίες έρχονται όλο και περισσότερο να κυριαρχήσουν στο σύνορο ανάμεσα στις εθνικές και στις ιθαγενείς κοινωνίες. Ελεγχόμενα από συμμαχίες του διεθνούς και εθνικού κεφαλαίου τα προγράμματα ανάπτυξης αποφέρουν κοσμοπολίτικές τεχνολογίες οι οποίες καταστρέφουν όχι μόνο τις οικονομίες και τους πολιτισμούς των φυλετικών και χωρικών πληθυσμών, αλλά ακόμη και την ίδια την γη και το περιβάλλον.

Σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει παρέμβαση από το κράτος, όπως σε μέρη του Αμαζονίου όπου η ανάπτυξη ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από ιδιοκτήτες ράντσων και άλλους τοπικούς εκλεκτούς, οι ιθαγενείς οι οποίοι παρεμβαίνουν στα σχέδια ανάπτυξης είναι πιθανόν να φύγουν με τη βία ή να δολοφονηθούν. Ακόμη και οι μικροτεχνολογίες μπορούν να έχουν μια δυσάρεστη πλευρά, όπως στην περίπτωση μιας ομάδας Ινδιάνων Nambiquara, των οποίων την ιστορία έχει αφηγηθεί ο ανθρωπολόγος David Price στην έκθεσή του, “Πριν από την μπουλντόζα” (1989). Ξύπνησαν στη μέση της νύχτας από τον θόρυβο που έκαναν οι μπουλντόζες, εισβάλλοντας στο χωριό τους για να ισοπεδώσουν τις καλύβες τους στο έδαφος και τυχεροί ήταν αυτοί που επέζησαν και αφηγούνται την ιστορία. Περιπτώσεις γενοκτονίας έχουν αναφερθεί στον Αμαζόνιο στην Κεντρική Αμερική και στην νοτιοανατολική Ασία, για να ονομάσουμε μόνο μερικά πρόσφατα παραδείγματα. Η γενοκτονία των ιθαγενών σε όλο τον κόσμο, και συγκεκριμένα στο Νέο Κόσμο, έχει πάρει επικές διαστάσεις που μερικές φορές παρομοιάζονται με το ολοκαύτωμα των Ευρωπαίων Εβραίων κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου.

Ακόμα κι όταν οι κυβερνήσεις και οι άλλοι οργανισμοί μεσολαβούν στην πορεία της ανάπτυξης, η βασική αρχή παραμένει η ίδια: να απομακρυνθούν οι ιθαγενείς από το δρόμο της εξέλιξης. Ωστόσο, η ευγενικότερη, φιλικότερη λύση τους συχνά εξαναγκάζεται να αποκατασταθεί, συνήθως σε μικρότερα εδάφη και συχνά σε περιοχές με ριζικά διαφορετικές οικολογίες. Ακόμη κι όταν η κρίση του ακαθάριστου εισοδήματος από την στατικότητα, αρρώστια, αλκοολισμός, εξάρτηση και κοινωνικοοικονομική κατάρρευση μπορούν να υπερνικηθούν, τίποτα δεν μπορεί να αντισταθμίσει την απώλεια της γης. Για τους ιθαγενείς η γη είναι ζωή, είναι το κείμενο πάνω στο οποίο η θρησκευτική κοσμολογία και η ιστορία των ανθρώπων έχει γραφεί. Το να πάρεις τη γη τους είναι σαν να καταστρέφεις τον πολιτισμό τους.

Υπάρχουν τόσες πολλές περιπτώσεις μακροτεχνολογιών, μετατόπιση και γενοκτονία, ώστε είναι δυνατό να δώσουμε μόνο ένα γενικό διάγραμμα του πεδίου των προβλημάτων. Ίσως, καμιά περίπτωση δεν είναι πιο αξιομνημόνευτη από την επανεγκατάσταση των Marshall νησιωτών των αμερικάνικων περιοχών για τους σκοπούς της πυρηνικής δοκιμής κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων του ψυχρού πολέμου. Η Αμερικανική κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε την αφέλεια των ντόπιων, για να τους πείσει ότι εάν εγκατέλειπαν το νησί τους (κοραλλιογενής νήσος) για πυρηνική δοκιμή, τότε η πυρηνική ενέργεια θα μπορούσε ακίνδυνα να χρησιμοποιηθεί ώστε να ωφελήσει το ανθρώπινο γένος και να δώσει τέλος σε όλους τους πολέμους. Οι άνθρωποι του Bongelap δεν μετακινήθηκαν, ακόμα κι αν ήταν κατευθείαν στο πεδίο της διαρροής και έγιναν ανθρώπινα πειραματόζωα για τα πειράματα. Οι άνθρωποι από τα νησιά Bikini, ήταν λίγο πιο τυχεροί: Μετακινήθηκαν τρεις φορές σε νησιά, τα οποία ήταν οικολογικά πολύ διαφορετικά από τα αρχικά κοραλλιογενή νησιά τους. Αποτέλεσμα της επανεγκατάστασης ήταν, η οικονομία τους να καταρρεύσει στην κτήση της Αμερικανικής Κυβέρνησης. Σήμερα, οι νησιώτες των Bikini διαπραγματεύονται την επιστροφή στα σπίτια τους, με αβεβαιότητα όσον αφορά την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας. Επιπλέον, η θέα της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας και της υψηλότερης στάθμης των ωκεανών προκαλεί τον ύστατο ξεπεσμό των εδαφών τους: την πλημμύρα.

Κατά τη διάρκεια της πυρηνικής δοκιμής, οι νησιώτες Marshall όπως πολλοί Αμερικάνοι πίστεψαν την λογική εξήγηση της αμερικανικής κυβέρνησης να καταστρέψουν τα εδάφη τους με σκοπό να δοκιμάσουν τα πυρηνικά όπλα. Σήμερα ωστόσο, οι ιθαγενείς (όπως τοπικές παροικίες σε εθνικές κοινωνίες) είναι γενικά πολύ περισσότερο εκλεπτυσμένοι σχετικά με την κοσμοπολίτικη πολιτική και είναι λιγότερο πιθανό να παραδώσουν τη γη ή τους πόρους τους χωρίς έναν αγώνα ή κάποιες σοβαρές παραχωρήσεις. Σε μερικές περιπτώσεις, οι ιθαγενείς είναι ικανοί να σταματήσουν τα προγράμματα ανάπτυξης και σε άλλες, επιτυγχάνουν ένα περιορισμένο τοπικό έλεγχο, τουλάχιστον πάνω στα έσοδα που παράγοντα από τα προγράμματα. Για παράδειγμα, όταν η αμερικανική κυβέρνηση πρότεινε το δικό της σχέδιο εξόρυξης πετρελαίου για το Βόρειο τμήμα της Αλάσκα, οι Inupiat ίδρυσαν τη δική τους αυτοδιοίκηση, το Βόρειο διοικητικό διαμέρισμα, η οποία είχε τη δύναμη να επιβάλλει φόρους ιδιοκτησίας στα έργα του πετρελαίου. Χρησιμοποίησαν τα έσοδα για να αρχίσουν ένα μισού δισεκατομμυρίου δολαρίων κεφαλαίου πρόγραμμα βελτίωσης, το οποίο απασχόλησε πάνω από το μισό πληθυσμό των Inupiat χτίζοντας σχολεία, δρόμους, στέγαση και άλλα δημόσια έργα. Τα εισοδήματα των οικογενειών αυξήθηκαν, το εισόδημα της ανισότητας δεν χειροτέρευσε και οι Inupiat ξεκίνησαν ακόμη και εκπαίδευση κολεγιακού επιπέδου στη γλώσσα τους. Ωστόσο, τα αποτελέσματα ήταν ανάμικτα: ο αλκοολισμός και άλλα κοινωνικά προβλήματα συνεχίζουν να υπάρχουν και πρόχειρα “ίσες αναλογίες (20%) των κατοίκων αντιλήφθηκαν τις συνολικές συνέπειες της ανάπτυξης του πετρελαίου ως καλές, κακές και ανάμικτες” (Kruse, Kleinfeld & Travis 1984: 332). Όπως είπε ένας Inupiat “Στην ουσία, ευημερούμε, (αλλά) ο πολιτισμός ολοένα και βυθίζεται γρηγορότερα.

Η περίπτωση των Inupiat δείχνει ότι ακόμη και με μεγάλης κλίμακας μακροτεχνολογικά προγράμματα ανάπτυξης, μερικοί ιθαγενείς μπορεί να κερδίζουν οικονομικές παραχωρήσεις ακόμη κι αν δεν αποκτούν αρκετό έλεγχο για να διευθύνουν ή να σταματούν τα προγράμματα. Ωστόσο, δεν φαίνεται κατάλληλο να χρησιμοποιήσουμε παραδείγματα όπως τους Inupiat για να υποστηρίξουμε πως ακόμη και αυτά τα μακροτεχνολογικά προγράμματα υπόκεινται στην “Ερμηνευτική Ευελιξία”. Όπως υποστηρίζει ο πολιτικός - θεωρητικός Langdon Winner (1986), χειροτεχνήματα από όλα τα είδη - μικροτεχνολογίες, μακροτεχνολογίες, κτίρια, δρόμοι κ.ά. έχουν πολιτική. Θα πρόσθετα ότι μεγάλα χειροτεχνήματα στη μορφή μακροεπιπέδου αναπτυξιακών προγραμμάτων, φέρουν μεγάλες πολιτικές επιπτώσεις, ιδιαίτερα για τις σχετικά μικρής κλίμακας ιθαγενείς κοινωνίες οι οποίες συνήθως απομακρύνονται από τον τόπο τους. Έτσι, ενώ σε μερικές περιπτώσεις είναι δυνατό να μιλήσουμε για ερμηνευτική ευελιξία των χειροτεχνημάτων, ιδιαίτερα στην περίπτωση των μικροτεχνολογιών σε καταστάσεις μακροπρόθεσμης επαφής και τοπικού ελέγχου, αυτές οι συζητήσεις δεν πρέπει να αγνοούν τις μεγάλης κλίμακας κατασκευαστικές ανάγκες που περιορίζουν τις ερμηνείες και την ευελιξία. Ιδιαίτερα, στην περίπτωση των μακροτεχνολογιών της ανάπτυξης και των ιθαγενών, το να πει κανείς ότι οι τεχνολογίες είναι κείμενα τα οποία μπορούν να ερμηνευτούν με ευελιξία, αγνοεί τα πολιτικά και οικονομικά οικοδομήματα τα οποία καταστρέφουν γρήγορα τη γη και τους πολιτισμούς των ιθαγενών καθώς και το ίδιο το περιβάλλον. Όπως έχει σημειώσει ο Winner “Η Ερμηνευτική Ευελιξία” γίνεται σύντομα ηθικό δίδαγμα και πολιτική αδιαφορία” (1993b:372).

Ανάπτυξη, Τεχνολογία και Αντίσταση

Για μια εναλλακτική λύση στην προσέγγιση της τεχνολογίας ως ένα κείμενο που μπορεί να ερμηνευτεί με ευελιξία, ο Winner προτείνει μια ανάλυση των μεγαλύτερων πολιτικών και οικονομικών οικοδομημάτων στα οποία τέτοιες τεχνολογίες είναι βαθιά ριζωμένες. Αναλύσεις βασισμένες σε έννοιες όπως τοξικά συμφέροντα, ροή πολυεθνικών κεφαλαίων και νέο-αποικιακές πολιτειακές σχέσεις εξασφαλίζουν μια απαραίτητη βάση για την διαδικασία του να μαθαίνουν πως να αγωνίζονται. Έτσι, η προσέγγιση που αποδέχομαι εδώ, θεωρεί ότι τα περισσότερα μακροτεχνολογικά προγράμματα ανάπτυξης είναι περιπτώσεις στις οποίες διάφορες οικονομικές συμμαχίες, κυβέρνηση και βιομηχανία απαλλοτριώνουν τη γη των ιθαγενών στην αναζήτηση για φυσικούς πόρους και κέρδη. Αυτό που επιθυμώ να συγκεντρώσω ωστόσο, δεν είναι οι συντριπτικές οικονομικές δυνάμεις οι οποίες κινούν αυτά τα προγράμματα. Αυτές οι δυνάμεις μπορούν να αλλάξουν μόνο από τον διεθνή αγώνα για μεγαλύτερη οικονομική ισότητα, πολιτική δημοκρατία, και συνείδηση για το περιβάλλον στις κοσμοπολίτικες κοινωνίες. Αντί γι’ αυτό, θα συγκεντρώσω την προσοχή μου στις ιδιάζουσες στρατηγικές αντίστασης τις οποίες οι ιθαγενείς χρησιμοποιούν ενάντια στις ισχυρές δυνάμεις που καταστρέφουν τη γη και τους πολιτισμούς τους. Για να το κάνω αυτό, προχωρώ στο δεύτερο επίπεδο της ανάλυσης της τεχνολογίας και των ιθαγενών, από μελέτες κοινωνικής επίδρασης, για να κάνω έρευνα πάνω στις στρατηγικές και τους αγώνες αντίστασης.

Στρατηγικές αντίστασης

Οι ιθαγενείς δεν έχουν χρόνο να περιμένουν για μακροπρόθεσμους αγώνες για να φτάσουν στην αληθινή εκπλήρωση των στόχων τους. Σ’ ολόκληρο τον κόσμο, απασχολούνται με αγώνες αντίστασης. Γενικά, οι αγώνες αντίστασης τείνουν να ξεκινήσουν με διαπραγματεύσεις διαμέσου επίσημων οδών. Σε μερικές περιπτώσεις, γηγενείς οργανώσεις, πέτυχαν αρκετά δικαιώματα εξαιτίας της άμεσης δουλειάς με περιφερειακές ή εθνικές κυβερνήσεις. Η επιτυχία αυτής της στρατηγικής είναι πολύ ευπαθής σε πολιτιστικές παραλλαγές σε εθνικά πολιτικά συστήματα. Επιτυχείς διαπραγματεύσεις διαμέσου επίσημων οδών λαμβάνουν χώρα σε δημοκρατικές χώρες κατά τη διάρκεια περιόδων, όπου ελέγχονται από προοδευτικές ή τουλάχιστον όχι αντι-ιθαγενείς κυβερνήσεις. Περιπτώσεις αυτού του τύπου συμπεριλαμβάνουν κάποιες διαπραγματεύσεις μεταξύ των ιθαγενών στις πολικές περιοχές και των κυβερνήσεων των ΗΠΑ και του Καναδά, των Sami στις Σκανδιναβικές χώρες, των Ainu στην Ιαπωνία και των ιθαγενών της Αυστραλίας κατά τη διάρκεια των χρόνων της κυβέρνησης Whitlam. Δεν ήταν επιτυχείς όλες οι άμεσες διαπραγματεύσεις και σε μερικές περιπτώσεις ήταν επιτυχείς μετά από την είσοδο των ιθαγενών σε ένα δεύτερο επίπεδο αντίστασης: τη μη βίαιη δράση.

Ως στρατηγική αντίστασης, η μη βίαιη δράση είναι πολιτιστικά εξαρτώμενη. Η άποψή μου δεν είναι γενικά αποδεκτή και κάποιοι ερευνητές της ειρήνης όπως ο Gene Sharp έχουν δείξει πως η μη βίαιη δράση μπορεί να είναι επιτυχής ακόμη και κάτω από συνθήκες υπερβολικά καταπιεστικών, απολυταρχικών καθεστώτων. Στην “πολιτική της μη βίαιης δράσης” (1973) ο Sharp χωρίζει τις στρατηγικές της μη βίαιης αντίστασης σε τρεις κύριες ομάδες: διαμαρτυρία και πειθώ, μη συνεργασία και μεσολάβηση. Για τους ιθαγενείς η μη βίαιη δράση έχει λειτουργήσει αρκετά καλά σε δημοκρατικές χώρες, ιδιαίτερα όπου είναι πιθανό να τραβήξουν την προσοχή των ΜΜΕ και να επηρεάσουν την κοινή γνώμη. Στην Ινδία για παράδειγμα, όπου υπάρχει μια παλιά παράδοση μη-βίαιης δράσης, μέλη του Chipko χρησιμοποίησαν επιτυχώς αυτές τις μεθόδους (μαζί με σχηματισμούς ανθρώπινων κύκλων γύρω από δένδρα) για να αποτρέψουν ένα δικαίωμα υλοτόμησης και το κίνημα, κατά μεγάλο μέρος συγκροτούμενο από γυναίκες, διαδόθηκε σε άλλες ομάδες.

Στη Σουηδία, οι Sami αλυσοδέθηκαν σε μπουλντόζες για να αποτρέψουν την κατασκευή ενός υδροηλεκτρικού φράγματος και οι ενέργειες τους προκάλεσαν ένα άμεσο αίσθημα συμπάθειας ανάμεσα σε ένα κοινό το οποίο υπερηφανεύεται για την ηγεσία στα ανθρώπινα δικαιώματα και την ευημερία. Στην Αυστραλία, διαμαρτυρίες των ντόπιων κέρδισαν την υποστήριξη εργατικών σωματείων, οι οποίοι με τη σειρά τους έκαναν απεργία για να αποτρέψουν ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα. Στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία, οι ιθαγενείς έχουν κερδίσει δικαιώματα ιδρύοντας κατασκηνώσεις στην εθνική πρωτεύουσα μια στρατηγική, όμοια με την περίφημη γραμμή της διαλυμένης συνθήκης του Μαρτίου, στην Ουάσιγκτον το 1972. Με λίγα λόγια, πορείες, διαμαρτυρίες, απεργίες, μπλόκα στους δρόμους, διαδηλώσεις και ένα σωρό από τις άλλες μεθόδους της μη βίαιης δράσης οι οποίες καταγράφηκαν από τον Sharp, μπορούν συχνά να είναι ένα πρώτο βήμα προς το σχηματισμό συνασπισμών με φιλικές ομάδες στην εθνική κοινωνία καθώς και με άλλες γηγενείς ομάδες.

Μια άλλη μορφή μη βίαιης δράσης συνεπάγεται την είσοδο σε εκλογική πολιτική σε χώρες, όπου αυτή η επιλογή είναι ελεύθερη. Σε διάφορες περιπτώσεις, ιδιαίτερα στην Ινδία, οι ιθαγενείς υποστήριζαν μια εκλογή ή ακόμη και σχημάτιζαν πολιτικά κόμματα. Ενώ αντίθετα, σε κάποιες χώρες η στρατηγική είναι επιτυχής, διάφορες γηγενείς αμερικανικές εθνότητες στις ΗΠΑ απορρίπτουν τη στρατηγική επειδή ανεπιφύλακτα σημαίνει να παραδεχτούν την κοινωνική θέση τους ως Αμερικανοί πολίτες μάλλον, παρά ως παράνομοι άποικοι των οποίων τα εδάφη έχουν κλαπεί. Ωστόσο, δεν υποστηρίζουν όλοι οι γηγενείς Αμερικανοί αυτή την άποψη· για παράδειγμα, ένας γηγενής αμερικανός είχε εκλεγεί στο Αμερικανικό Κογκρέσο στις αρχές του 1990 και είχε δεσμευτεί να σταματήσει αυτή την κατάληξη της γης των ιθαγενών.

Ένα τρίτο επίπεδο αντίστασης συνεπάγεται τη βία. Υπερασπιστές της μη βίαιης δράσης όπως ο Sharp, πιστεύουν πως η βίαιη αντίσταση έχει σε τελευταία ανάλυση, το αντίθετο αποτέλεσμα, αλλά η εμπειρία μου ως λατινοαμερικάνος και ανθρωπολόγος, με κάνει επιφυλακτικό σχετικά με την έγερση γενικών αξιώσεων για στρατηγικές και τακτικές στην πορεία της αντίστασης. Σε μερικές περιπτώσεις, η βίαιη δράση έχει περιοριστεί σε πράξεις με μορφή σαμποτάζ. Συχνά, το σαμποτάζ στρέφεται ενάντια στα μηχανήματα της ανάπτυξης, όπως οι μπουλντόζες, αλλά ο στόχος διαφέρει ανάλογα με τον τόπο και το αναπτυξιακό σχέδιο. Στον Παναμά, οι Ινδοί, Kuna έκαψαν ξενοδοχεία τα οποία είχαν χτιστεί στα εδάφη τους χωρίς την άδειά τους και αγνοώντας τις διαμαρτυρίες τους. Η βίαιη γηγενής αντίσταση έχει επίσης προχωρήσει πέρα από το σαμποτάζ, στη δημιουργία αντάρτικων κινημάτων. Τα κινήματα των ανταρτών αναδύονται, όπου επίσημες οδοί και μη βίαιες επιλογές έχουν εξαντληθεί, η όπου μη βίαιες μορφές διαμαρτυρίας τυγχάνουν “σκληρής κατάπνιξης”. Σε πολλές περιπτώσεις, τα αντάρτικα κινήματα αποτελούν μέρος εθνικών απελευθερωτικών αγώνων και σε κάποιες περιπτώσεις γηγενείς ομάδες ανταρτών συνδέονται με άλλους απελευθερωτικούς αγώνες. Στις περιπτώσεις των ανταρτών, ο άμαχος πληθυσμός εξαναγκάζεται συχνά να φεύγει, προκαλώντας έτσι τεράστιους “χειμάρρους” προσφύγων, το οποίο έχει ταξινομηθεί ως μια μορφή μη βίαιης δράσης.

Συνοψίζοντας, οι στρατηγικές αντίστασης παίρνουν διαφορετικές μορφές, σύμφωνα με το πολιτικό κλίμα της εθνικής κουλτούρας και το στάδιο ή το επίπεδο αντίστασης. Στις σχετικά δημοκρατικές χώρες οι στρατηγικές αντίστασης, μερικές φορές, δεν είναι απαραίτητο να γίνουν πέρα από τις νόμιμες διαπραγματεύσεις και τις ειρηνικές διαμαρτυρίες. Στις σχετικά αυταρχικές χώρες αυτοί οι δρόμοι μπορεί να είναι κλειστοί και η ειρηνική ενέργεια μπορεί να οδηγήσει σε βίαιη καταστολή. Σε συνθήκες ανεξέλεγκτου κρατικού ή τοπικού φασισμού η μόνη εφαρμόσιμη επιλογή μπορεί να είναι μια πράξη ανταρτοπόλεμου διαφορετικά απλά παρατώντας τη μάχη κι εγκαταλείποντας την περιοχή. Επιμένοντας σε ειρηνική πράξη διαμαρτυρίας ως ζήτημα αρχής σε όλες τις συνθήκες, μπορεί στην πραγματικότητα να έχει ως αποτέλεσμα την γενοκτονία. σε άλλες περιπτώσεις πράξη βίας μπορεί να οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη καταπίεση και γενοκτονία. Με άλλα λόγια οι στρατηγικές και οι τακτικές δε μπορούν να θεωρηθούν καθολικές. πρέπει να οροθετηθούν τοπικά.

Η επιτυχία ή αποτυχία των γεγενών κινήσεων αντίστασης δεν είναι πλήρως καθορισμένη από τον τύπο του εθνικού και διεθνούς περιβάλλοντος στο οποίο λειτουργούν. Αυτό που ο ερευνητής ειρήνης Johan Galtung έχει περιγράψει στην έκθεσή του "Μια δομική θεωρία του Ιμπεριαλισμού" (A structural Theory of Imperialism-1980) σαν τη φεουδαρχική αλληλεπίδραση της δομής στους περιφερειακούς τομείς του παγκόσμιου συστήματος, μπορεί επίσης να επηρρεάσει την επιτυχία. Με άλλα λόγια, οι κινήσεις αντίστασης μπορούν να διασπαστούν, όπου υπάρχουν μεγάλα γεωγραφικά εμπόδια, όπου η ποικιλία ιθαγενών ομάδων έχουν έλλειψη μιας κοινής γλώσσας και όπου τα έθνη ιθαγενών είναι διαιρεμένα από εθνικά σύνορα. Επιπλέον, σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η αντίσταση είναι μερικές φορές δυσχερής από το στρώμα των διεφθαρμένων φυλετικών αρχηγών, των οποίων η κυβέρνηση και τα αναπτυσσόμενα συμφέροντα έχουν εξαγοράσει ούτως ώστε να δώσουν ένα επικάλυμμα νομιμότητας στα αναπτυσσόμενα έργα. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, τα επίσημα κανάλια είναι διπλά μπλοκαρισμένα από μια συνομωσία των φυλετικών ηγεσιών και των αναπτυσσόμενων συμφερόντων και υπογείως, πράξεις όπως ανταρτοπόλεμος μπορούν να γίνουν απαραίτητες.

ΠΙΝΑΚΑΣ 8.1.

Τεχνολογίες Καταστροφής και Αντίστασης

ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

Τεχνολογίες Εξαγωγής Τεχνολογίες Υποδομής

αρχεία, φράγματα, θέσεις αεροπλάνα, πλοία, βιντεοκασέτες

στρατιωτικών δοκιμών, υλοτομία ραδιοτηλεφωνία μικρού μήκους

Τεχνολογίες Εγκατάστασης και Γηγενή Μέσα Ενημέρωσης

Αποικισμού δρόμοι, αερογραμμές, Τηλεόραση, ταινία, μουσικές

φυτοφάρμακα και τεχνολογίες ηχογραφήσεις γηγενή υλιστική

αγροκαλλιέργειας κουλτούρα

Τεχνολογίες κυριαρχίας και Τεχνολογίας Ανταρτοπόλεμου

και Επιτήρησης δορυφόροι, ιατρική περίθαλψη, υποδομή, όπλα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ

Τα προβλήματα των ιθαγενών είναι πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά, αλλά οι πολιτικές της τεχνολογίας παίζουν επίσης ένα ρόλο στο σχηματισμό της δομής των συγκρούσεων. Για να αναπτυχθεί μια αντίληψη του ρόλου της τεχνολογίας στην καταστροφή και την απαλλοτρίση της γης των ιθαγενών και στον αντιστασιακό τους αγώνα, είναι απαραίτητο να εμφανίσουν ένα νέο είδος λεξιλογίου, το οποίο ξεπερνά τις διχοτομήσεις όπως είναι οι μακρο-και μικρό-τεχνολογίες. Ενας καλύτερος τρόπος σκέψης σχετικά με την τεχνολογία στο γενικότερο πλαίσιο της γης των ιθαγενών και τους αγώνες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι να σκεφτείς με όρους της τεχνολογίας καταστροφής και αντίστασης (Δες πίνακα 8.1).

Δεν είναι όλες οι τεχνολογίες που μισθώνονται από τις εθνικές κοινωνίες και τους διεθνείς οργανισμούς, τεχνολογίες καταστροφής. Υπάρχουν πολυάριθμες περιπτώσεις στις οποίες νοσοκομεία, σχολεία και άλλα έργα κάνουν πράγματι φανερό να βρίσκουν την έγκριση των ιθαγενών και μπορούν να θεωρηθούν τεχνολογίες εξουσιοδότησης. Ωστόσο μέλημά μου εδώ είναι η εγκαθίδρυση μιας τυπολογίας των τεχνολογιών καταστροφής. Διαίρεσα τις τεχνολογίες καταστροφής σε τρεις ομάδες: τεχνολογίες εξαγωγής, εγκατάστασης και στρατιωτικής κυριαρχίας.

Οι τεχνολογίες εξαγωγής περιλαμβάνουν μακροτεχνολογικά αναπτυσσόμενα έργα όπως είναι τα υδροηλεκτρικά φράγματα, επιχειρήσεις μετάλλευσης, υλοτομίας και στρατιωτικών δοκιμών. Αυτά τα έργα απαιτούν ενέργεια, υλικά ή γνώση, καταστρέφοντας το τοπίο. Οι τεχνολογίες εξαγωγής δεν είναι απαραίτητα συνδιασμένες με την τεράστια εισροή πληθυσμών και ως αποτέλεσμα υπάρχει τουλάχιστον η πιθανότητα στη καταστροφή του περιβάλλοντος, να περιλαμβάνεται και η απώλεια γης. Οι τεχνολογίες εξαγωγής περικλείουν τη μετατόπιση των ντόπιων ιθαγενών, αλλά η έκταση της μετατόπισης εξαρτάται σ' ένα μέρος, από το μέγεθος του έργου και άλλων τεχνικών θεμάτων. Οι στρατιωτικές δοκιμές (ειδικά αν είναι δοκιμές πυρηνικών όπλων) συνήθως περικλείουν τέτοια εκτεταμένη και δραματική καταστροφή στο περιβάλλον που οι γηγενείς κοινωνίες εξαναγκάζονται σε ριζική επανατοποθέτηση και επανεγκατάσταση. Σε αντίθεση με τις υλοτομικές, υδροηλεκτρικές και μεταλευτικές επιχειρήσεις, οι ιθαγενείς έχουν μια καλύτερη ευκαιρία να συνεχίσουν να υπάρχουν στο περιθώριο των επιχειρήσεων.

Ενας αριθμός τεχνικών θεμάτων έχει δραματικές περιβαντολλογικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, η καταστροφή από την υλοτόμηση μπορεί να περιοριστεί αν το δάσος δεν είναι ευδιάκριτο κι επιπλέον η καταστροφή από τα υδροηλεκτρικά έργα μπορεί να περιοριστεί αν τα μεγάλα φράγματα αντικατασταθούν από μια σειρά μικρών υδροηλεκτρικών έργων (τα μικρότερα φράγματα είναι γενικά πιο αποδοτικά τόσο οικονομικά όσο και ηλεκτρικά και παράγουν μικρότερη περιβαντολλογική καταστροφή). Σε περιπτώσεις όπως τα υδροηλεκτρικά έργα του James Bay στο Βορεινό Κεμπέκ, η αποτυχία να μετακινήσουν δένδρα και χλωρίδα, είχε σαν αποτέλεσμα την μόλυνση από υδράργυρο σε μεγάλο βαθμό, που με τη σειρά του έκανε το παραδοσιακό ψάρεμα αδύνατο σε κάποιες περιοχές. Επιπλέον τα έργα εξαγωγής όπως το έργο Carajas στη Βραζιλία, αρχικά περιελάμβανε εκχέρσωση για την παραγωγή ξυλάνθρακα από το να χρησιμοποιήσουν οπτάνθρακα εξωτερικά του Αμαζονίου. Κατά συνέπεια, ένας αριθμός από τα φαινομενικά τεχνικά θέματα, μπορούν να επηρεάσουν την έκταση της καταστροφής εξαιτίας των τεχνολογιών εξαγωγής.

Οι τεχνολογίες εξαγωγής δεν είναι αναγκαστικά συνοδευόμενες από την εγκατάσταση, αλλά μπορεί να είναι, ειδικά αν έχουν ανοιχτεί δρόμοι. Οι δρόμοι είναι η πρωταρχική τεχνολογία εγκατάστασης και ξανά υπάρχουν τεχνικά θέματα μεταξύ των τεχνολογιών εγκατάστασης που έχουν τεράστιες περιβαντολλογικές και πολιτικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, οι σιδηρόδρομοι και οι αερογραμμές μπορούν να προκαλέσουν λιγότερη καταστροφή από τις εθνικές οδούς, γιατί οι εθνικοί οδοί διανοίγουν μια περιοχή σε μαζική εγκατάσταση και δε μπορούν τόσο εύκολα να παρακολουθηθούν ή να ελεγχθούν. Ακόμα και ανάμεσα στην εξαιρετικά καταστροφική τεχνολογία εγκατάστασης των δρόμων, υπάρχουν τεχνικά θέματα που μπορούν να αμβλύνουν το κακό τους. Για παράδειγμα, αν οι δρόμοι είναι φτιαγμένοι μακριά από τα κέντρα πληθυσμού των ιθαγενών, η καταστροφή μπορεί να περιοριστεί. Ομοια αν οι δρόμοι είναι φτιαγμένοι από υλικά άλλων περιοχών της χώρας και με ξένους εργολάβους, μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη πιθανότητα ότι θα γίνει λιγότερη οικολογική ζημιά στη γύρω περιοχή και τα συνεργεία κατασκευής θα πάνε πίσω, από όπου κατάγονται αφότου έχουν τελειώσει το έργο τους.

Οι τεχνολογίες εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν επίσης τεχνολογίες υποδομής και αγροκαλλιέργειας. Τα αυτοκίνητα, ο εξοπλισμός φάρμας, οι ραδιοτηλεφωνίες και τα αεροπλάνα μπορούν να θεωρηθούν μικροτεχνολογίες, αλλά αυτό δεν τα κάνει λιγότερο βλαβερά. Μάλιστα οι τεχνολογίες εγκατάστασης είναι αδιαφιλονίκητα πιο βλαβερές από τις τεχνολογίες εξαγωγής, γιατί είναι οι τεχνολογικές βάσεις νέων πληθυσμών και τρόπων παραγωγής, που είναι λιγότερο πιθανό να συνυπάρξουν ειρηνικά με τις ντόπιες ομάδες. Λαμβανομένου υπόψην των επιχειρήσεων μετάλλευσης, φραγμάτων και περιορισμένης υλοτόμησης μπορεί να μείνει κάποιος χώρος ελιγμών για τους ιθαγενείς, αφού συνήθως οι τεχνολογίες εγκατάστασης συνεπάγουν μεγαλύτερα επίπεδα μετακίνησης. Στην περίπτωση των ανθρώπων που κατοικούν στα δάση, ο αποικισμός είναι πιθανό να προκαλέσει μαζικό κάψιμο των δασών για να καθοριστεί η γη για τις φάρμες και τα ράντσα. Οι νέες τεχνολογίες εγκατάστασης έφεραν επίσης μαζί τους τους δικούς τους τύπους μόλυνσης από τα φυτοφάρμακα, αυξήθηκε ο κίνδυνος αρρωστιών εξαιτίας της αυξανόμενης πληθυσμιακής επαφής και μια υψηλή πιθανότητα βίαιης αντιμετώπισης σχετικά με τα δικαιώματα στη γη.

Τελικά, οι τεχνολογίες κυριαρχίας και επιτήρησης αναφέρονται στις στρατιωτικές και αστυνομικές τεχνολογίες που επιβάλλουν τη νέα τάξη. Οι στρατιωτικές τεχνολογίες δεν περιλαμβάνουν μόνο έλεγχο πάνω στα ανώτερα όπλα, αλλά ελέγχουν επίσης και την πρόσβαση στα μέσα μεταφοράς και επικοινωνίας περιλαμβανομένου και του αεροχώρου. Σε μερικές περιπτώσεις, οι τεχνολογίες κυριαρχίας έχουν γίνει μέρος των έργων γενοκτονίας, σκοπεύοντας στην εξάλειψη ή στην υποδούλωση ιθαγενών. Η ορεινή Γουατεμάλα, η Δυτική Παπούα, οι λόφοι του Chittagong στο Μπαγκλαντές και τα χωριά του Ache και Guayki της Παραγουάης, είναι μεταξύ των πιο φημισμένων περιπτώσεων στις οποίες οι τεχνολογίες κυριαρχίας έχουν γίνει όργανα γενοκτονίας.

Μια τυπολογία των τεχνολογιών καταστροφής μπορεί να βοηθήσει συμπαθητικές ομάδες στις εθνικές κοινωνίες να υποβάλλουν ερωτήσεις για τα αναπτυσσόμενα έργα που έχουν μικρή πιθανότητα να σταματήσουν, δείχνοντας σε τεχνικά θέματα που μπορούν ν' αλλάξουν, με σκοπό να μειώσουν την καταστροφή. Ωστόσο οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές θα πρέπει να περιλαμβάνουν απευθείας βοήθεια στους ιθαγενείς για τους δικούς τους αγώνες αντίστασης για να σταματήσουν τις εισβολές εξαρχής.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

Στους γηγενείς αντιστασιακούς αγώνες που διαλέγουν πράξεις βίας, οι στρατιωτικές τεχνολογίες παρουσιάζονται σαν τις πιο σπουδαίες. Οι ξένες κυβερνήσεις μπορούν να βοηθήσουν κόβοντας τις στρατιωτικές προμήθειες στην αμυνώμενη εθνική κυβέρνηση, απαιτώντας ένα τέλος στις πολιτικές γενοκτονίας, προσφέροντας φαρμακευτική βοήθεια στους αυτόχθονες πληθυσμούς και παρέχοντας περίθαλψη στους πρόσφυγες. Μολονότι μπορεί να είναι παράνομο για τους φιλοϊθαγενείς παρακινητές να επιδοτήσουν ευθέως κινήσεις εθνικού ανταρτοπόλεμου, οι παρακινητές μπορούν ακόμα να παρέχουν γενικά κονδύλια ως επίσης και διαφήμιση και άσκηση πίεσης στις εθνικές κυβερνήσεις.

Στους επίσημους και μη βίαιους τύπους αγώνων αντίστασης, οι τεχνολογίες αντίστασης είναι κυρίως τεχνολογία υποδομής. Για παράδεγμα, στη Βραζιλία, το Καyapo έχει τη δική του "αεροπορία" την οποία χρησιμοποιεί για τη περιπολία της γης τους από τους καταπατητές και άλλους εισβολείς. Επίσης τεκμηριώνουν εκθέσεις από τους Βουλευτές της Κυβέρνησης με βιντεοσκοπήσεις, έτσι ώστε να μπορούν αργότερα να δείξουν πως οι βουλευτές της Κυβέρνησης είπαν ψέματα ή αθέτησαν τις υποχρέσεις. Οι ραδιοτηλεφωνίες μικρού κύματος, επιτρέπουν την επικοινωνία μεταξύ των χωριών και τα αεροπλάνα επιτρέπουν στους αρχηγούς των φυλών να ταξιδεύουν και να συναντούν ο ένας τον άλλο. Τα πλοία και τα λεωφορεία επιτρέπουν στους ιθαγενείς να μετακινούν μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Ο ανθρωπολόγος William Fisher, που έκανε επιτόπια εργασία στο Kayapo, μου εξήγησε περισσότερο σ' ένα γράμμα του σε μένα, ότι αυτές οι τεχνολογίες υποδομής - αεροπλάνα, ραδιοτηλεφωνία, και πλοία - χρησιμοποιήθηκαν αρχικά από την κυβέρνηση και από αναπτυξιακές εταιρίες για να εξουσιάζουν και να ελέγχουν το Kayapo, αλλά μεταγενέστερα το Kayapo είτε αγόραζε τις τεχνολογίες ή πίεζε την κυβέρνηση ή τις αναπτυξιακές εταιρίες να τους επιτρέψουν να χρησιμοποιήσουν τις τεχνολογίες.

Οι τεχνολογίες υποδομής επιτρέπουν στους ιθαγενείς να μετακινήσουν πληροφορίες και ανθρώπους με μεγαλύτερη ελευθερία. Αυτό με τη σειρά του κάνει δυνατή την επέκταση και την ενίσχυση συνασπισμών κι επίσης, τη συσσώρευση μεγαλυτέρου αριθμού ανθρώπων για δημόσιες διαδηλώσεις. Εν τούτοις, όπως παρατηρεί ο Fisher, η ιδέα της πολιτικής των συνασπισμών μεταξύ των ιθαγενών δεν είναι πάντα η ίδια όπως στο αστικό, Δυτικό περιβάλλον. Οι γηγενείς ομάδες προσεγγίζουν συγγενικούς δεσμούς, ηλικιωμένες ομάδες, τελετουργικές υποχρεώσεις και άλλες πολιτιστικές πηγές για να κινητοποιήσουν ανθρώπους σε μια ενωμένη δράση.

Σε αντιπαράθεση με τις τεχνολογίες υποδομής, υπάρχει ένας σχετικά καινούργιος τύπος τεχνολογίας ο οποίος φαίνεται επηρρεάζει όλο και περισσότερο τις μη βίαιες διαμαρτυρίες, ιδιαίτερα αυτές που τραβάνε τη διεθνή κοινή προσοχή: γηγενή χρήση των Μέσων Ενημέρωσης. Στο παρελθόν οι ανθρωπολόγοι μερικές φορές, έφτιαχναν εθνογραφικές ταινίες, αλλά τα τελευταία χρόνια οι ιθαγενείς παράγουν δικιά τους τηλεόραση, ταινίες κι άλλα ηλεκτρονικά μέσα. Μερικές ομάδες - με σημαντικότερες το Kayapo της Βραζιλίας, το Inuit του Καναδά και τους Aborigines της Αυστραλίας - προέκυψαν πολύ εκλεπτυσμένες στη χρήση των Μέσων Ενημέρωσης στη προσπάθειά τους να διατηρήσουν την κουλτούρα τους και να αντισταθούν στην εξωτερική παρέμβαση.

Τα γηγενή Μέσα Ενημέρωσης και η χρήση των διεθνών Μέσων Ενημέρωσης, τώρα κερδίζει αναγνώριση σαν μια τεχνολογία αντίστασης με μεγάλες δυνατότητες. Η ταινία To kayapo: έξω από το Δάσος (The Kayapo: Out of the Forest), σκηνοθετημένο από τον Michael Beckham με την επίβλεψη του ανθρωπολόγου Terence Turner, εδραίωσε τέτοια χρήση για την επίδειξη των Αμαζόνιων Ιθαγενών, οι οποίοι εναντιώθηκαν σ' ένα τεράστιο υδροηλεκτρικό σχέδιο στον ποταμό Xingu, που είχε προτείνει η κυβέρνηση. Οι Kayapo και οι υποστηρικτές τους στην διαδήλωση της Altamira πέτυχαν να προκαλέσουν την προσοχή των Μέσων Ενημέρωσης για το σκοπό τους. Μέρος της επιτυχίας προήρθε από την υποστήριξη του Ροκ αστεριού, Sting, του οποίου η συμμετοχή βοήθησε να προσελκύσει την προσοχή των διεθνών Μέσων Ενημέρωσης. Τα αστέρια των Μέσων Ενημέρωσης έχουν όλο και περισσότερο συνειδητοποιήσει τη δύναμή τους σαν φωτεινοί ράβδοι που μπορούν να τραβήξουν την προσοχή των Μέσων Ενημέρωσης σε σκοπούς, που αλλιώς θα είχαν περάσει απαρατήρητοι.

Αν και η εμφάνιση ενός διεθνούς αστεριού είναι χρήσιμη για να κερδίσεις ένα μικρό στήριγμα στους προβολείς των διεθνών Μέσων Ενημέρωσης, ενδεχομένως λιγότερο κατανοητός είναι ο ρόλος της παραδοσιακής υλιστικής κουλτούρας (για παράδειγμα ρούχα και εργαλεία) στις μεσολαβητικές παραγωγές των Ιθαγενών. Το Kayapo οδήγησε τη διαδήλωση στην Altamira, περιλαμβάνοντας ένα περίερχο μίγμα από ειρηνικές δημόσιες διαμαρτυρίες, οργανωμένες τελετουργικές εχθροπραξίες και εξαιρετικά επιδέξια διαχείρηση των διεθνών Μέσων Ενημέρωσης. Σε κάποιο βαθμό, το μίγμα περιπλεκόταν εξαιτίας των διαφορετικών επιπέδων κατανόησης και επιτήδευσης, μεταξύ του συνασπισμού των ανθρώπων του δάσους. Οι αρχηγοί και οι ανθρωπολόγοι σίγουρα κατάλαβαν τη σημασία των Μέσων Ενημέρωσης, αλλά μερικοί ιθαγενείς χρησιμοποίησαν ντουντούκες και αγόρευσαν με παραδοσιακό τρόπο ή κίνησαν εχθροπραξίες και σπαθιά και παρουσίασαν πολεμικούς χορούς. Κάποιοι από το Kayapo εμφανίστηκαν επίσης, ντυμένοι με παραδοσιακά ρούχα και την ίδια στιγμή κουβαλούσαν βιντεοκάμερες για να κινηματογραφήσουν το γεγονός. Η αντιπαράθεση στις βιντεοκάμερες και τις ντουντούκες, στα τηλεοπτικά γεγονότα και στους πολεμικούς χορούς, προέκυψε φυσιολογικά από τα διαφορετικά επίπεδα κατανόησης και τις διαφορετικές στρατηγικές αυτών των επιπέδων για τους σκοπούς της διαδήλωσης. Η χαμηλή τεχνολογία των ντουντουκών και των πολεμικών συγκεντρώσεων τροφοδότησαν την υψηλή τεχνολογία της τηλεόρασης και των βιντεοκαμερών, να μεταφέρουν μια εικόνα που εκμεταλλευόταν τις ρομαντικές ευαισθησίες του κοινού για τους ιθαγνείς.

Ο Fisher (1994) είχε εξετάσει τη διαμαρτυρία της Altamira στο γενικό πλαίσιο της ιστορίας των σχέσεων του Kayapo με τη διεθνή κοινότητα. Η ανάλυσή του αποδεικνύει πως η επιτυχία της χρήσης των στολιδιών του Kayapo και των Μέσων Ενημέρωσης ήταν μια εξαιρετικά απρόβλεπτη στρατηγική που χρησιμοποιήθηκε σ' ένα μακροπρόθεσμο αγώνα για αυτοπροσδιορισμό. Απέδειξε ότι υπήρχαν ποικίλες φάσεις συσχέτισης μεταξύ του Kayapo και του έξω κόσμου οι οποίες σχηματίστηκαν από την περιφερειακή πολιτική οικονομία. Ειδικότερα, η εξωτερική απειλή άλλαξε από τη Βραζιλία, μαζεύοντας καρύδια και καουτσούκ στη δεκαετία του '40 και '50, στα εθνικά κυβερνητικά έργα κατασκευής στη δεκαετία του '60 και '70, στα έργα εκτεταμένης εξόρυξης (και το φράγμα του Xingu) επιδοτούμενα από διεθνή κεφάλαια στη δεκαετία του '80. Οι Kayapo είχαν ισχυρή γνώση σύμφωνα με την ανταπόκρισή τους στα σχέδια εξωτερικού αποικισμού και προσάρμοσαν τις στρατηγικές τους αντίστασης στις συγκεκριμένες οικονομικές ή τεχνικές δυνάμεις της εξωτερικής κυριαρχίας. Κατά συνέπεια, όπως υποστηρίζει ο Fisher η γεμάτη από Μέσα Ενημέρωσης διαμαρτυρία στην Altamira των Kayapo και η ενσυνείδητη εκμετάλλευση της συμπάθειας του αστικού περιβάλλοντος, ήταν μέρος μιας προσαρμοστικής μάχης αντίστασης.

Ο Fisher ανάφερε τη διαμαρτυρία των Kayapo στην Altamira τοποθετώντας την ιστορικά, και θα μπορούσα να προσθέσω στην ανάλυσή του ότι τέτοια στρατηγική προσανατολισμού στα Μέσα Ενημέρωσης μπορεί επίσης να εξεταστεί συγκριτικά με σκοπό να βρεθούν άλλα μοντέλα. Η υπόθεση του φράγματος Kinzua από τις Ηνωμένες Πολιτείες στη δεκαετία του '50, δίνει ένα ενδιαφέρον σημείο σύγκρισης. Οπως οι Kayapo, οι ντόπιοι Αμερικάνοι ήταν οργανωμένοι, μα αντίθετα με τους Kayapo δεν ήταν επιτυχής. Το φράγμα του Kinzua χτίστηκε πάνω στον ποταμό Allegheny στην Πενσυλβανία και πλημμύρισε στην Seneca σε δημόσια περιοχή στην πολιτεία της Νέας Υόρκης σε πλήρη καταπάτηση της συμφωνίας. Η διοίκηση του Eisenhower ακολούθησε μια πολιτική εξόντωσης και αφομοίωσης των ιθαγενών Αμερικάνικων φυλών και οι πολιτικοί της Washinghton υποστήριξαν το ειδικό στρατιωτικό σώμα του έργου των μηχανικών γιατί εξυπηρετούσε συμφέροντα μεγαοβιομηχάνων και ψηφοφόρων στο Πίτσμπουργκ.

Πριν την κατασκευή του φράγματος, οι άνθρωποι της Seneca οργάνωσαν μια εκστρατεία στέλνοντας γράμματα, συγκεντρώνοντας την υποστήριξη πολυάριθμων διανοούμενων ακόμη και τον κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Averell Harriman, παρουσιάζοντας ένα εναλλακτικό σχέδιο υπό την συμβουλή του πρώην προέδρου της TVA και πολιτικό μηχανικό Arthur Morgan, δημοσιεύοντας πολυάριθμες διαμαρτυρίες από τα ντόπια συνέδρια και πήγαν στο δικαστήριο. Ο πρόεδρος Cornellius Seneca πήγε στο πανεθνικό πρόγραμμα της τηλεόρασης "να πεις την Αλήθεια" (To tell the truth), ντυμένος εξ΄ολοκλήρου με ινδιάνικα εμβλήματα για να κερδίσει την κοινή υποστήριξη και δημοσιότητα. Για τη δεκαετία του '50, ήταν μια πολύ επιτηδευμένη διαμαρτυρία, αλλά απέτυχε να τραβήξει την κοινή προσοχή και υποστήριξη. Πιθανότατα σ' εκείνη τη στιγμή η απ' ευθείας διαμαρτυρία και αντιμετώπιση στη θέση του φράγματος θα ήταν η μόνη τακτική για να τραβήξει την κοινή προσοχή. Μάλιστα ο αγώνας για να σταματήσει το έργο του φράγματος του Kinzua και η μάχη για να σταματήσει το χάσιμο των δικαιωμάτων των άλλων φυλών και των εδαφικών περιοχών υπό τη δύναμη των έργων της πολιτείας της Νέας Υόρκης, ο μεγιστάνας Robert Moses συνέβαλλε πάρα πολή στη θέση των Iroquois ως αρχηγών του κινήματος της κόκκινης δύναμης.

Αφήστε με να επιστρέψω στο επίκεντρο, όμως, πίσω στην ερώτηση της τεχνολογίας, εδώ παρμένου ευρέως έτσι ώστε να περιλάβουν το ρόλο της γηγενής υλιστικής κουλτούρας στον αντιστασιακό αγώνα. Η χρήση των γηγενών ρούχων, όπλων, κοσμημάτων και άλλων υλιστικών αντικειμένων μπορεί να παρέχουν ένα μέσο επί σκηνής των Μέσων Ενημέρωσης, μολονότι θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει μια παλλινδρομική αντίδραση μεταξύ των τηλεθεατών αν η χρήση της βλέποντας ως δόλος. Τα σύμβολα πρέπει να τα σκεφτούμε εξ' ολοκλήρου σαν μέρος μιας τοπικά βασισμένης, ομάδα τακτικής. Για παράδειγμα, το να διαμαρτυρηθείς για τα σχέδια της πολιτείας της Νέας Υόρκης, να αγοράσει ενέργεια από την Hydro-Quebec, το Cree και το Inuit του Βορεινού Κεμπέκ διακυμαίνονταν μεταξύ της Νέας Υόρκης και του ποταμού Hudson. Οπως ο STS ερευνητής Kenneth Croes (1994) εξηγεί, αυτοί κωπηλατούσαν σ' ένα οdeyak, ένα μίγμα από κανό (ade από την χρησιμοποιούμενη λέξη για το κανό στον ποταμό από τους Cree) και ενός καγιάκ (μια λέξη από το ναυτικό κόσμο του Inuti). Η χρήση του οdeyak δεν ήταν υποκριτική. ήταν ένα κατάλληλο σύμβολο το οποίο γεφύρωνε τα κοινά ενδιαφέροντα που απεικονίζονταν από ένα χειροτέχνημα, το οποίοι οι ιθαγενείς χρησιμοποιούσαν για το μάζεμα φαγητού και για τη μεταφορά και αυτό οι τηλεθεατές της μεσαίας τάξης της διεθνής κοινότητας, μπόρεσαν ν' αναγνωρίσουν σαν ένα όργανο αναψυχής. Το οdeyak θύμισε στους τηλεθεατές μια όψη της εθνικής υλιστικής κουλτούρας που είναι αντλημένη από τις γηγενείς κουλτούρες και φανέρωσε ένα σημείο ενός κοινού σκοπού: προκάλεσε το ενδιαφέρον για τη προστασία του περιβάλλοντος. Ο Croes αναφέρει, "μέσω αυτού του γεγονότος οι Cree πέτυχαν να ενδυναμώσουν την υποστήριξη της περιβαντολλογικής κοινωνίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Μέχρις εδώ, η πολιτεία της Νέας Υόρκης έχει αρνηθεί μια δεύτερη σύμβαση με την Hydro-Quebec αν και η απουσία των προβαλλομένων αναγκών για επιπλέον ηλεκτροδότηση είναι μάλλον μια πιο σπουδαία σκέψη από την περιβαντολλογική σύγκρουση των έργων ή των δικαιωμάτων των Cree και των Innuit.

Δεν ξέρω πως να ονομάσω τις ντουντούκες, τα καπέλα με φτερά, τις πολεμικές εχθροπραξίες, τα χρώματα πολέμου, τα odeyak και άλλα παραδείγματα γηγενούς υλιστικής κουλτούρας όπως μεταμορφώνονται σε σύμβολα μέσω της τηλεόρασης και των Μέσων Ενημέρωσης. Ο όρος cyborgs, έρχεται στο μυαλό. Τα cyborgs γεφυρώνουν ανθρώπους και μηχανές, ακριβώς όπως οι ντουντούκες, τα πολεμικά χρώματα και η μύτη και τα σκουλαρίκια γεφυρώνουν τους ανθρώπους με τον υλιστικό κόσμο των αντικειμένων. Μέχρι τώρα, στο βλέμα της τηλεοπτικής κάμερας, τα χαμηλής τεχνολογίας cyborgs γίνεται κάτι άλλο: σύμβολα ενός πιο φυσικού τρόπου ζωής που παρέχει μια απάντηση κι εναλλακτική λύση στα υψηλά τεχνολογικά επιστημονικά προβλήματα της μείωσης του όζοντος, της αύξησης της θερμοκρασίας της γης και της οικολογικής ικανότητας για συντήρηση. Οπως τα Μέσα Ενημέρωσης και οι δημόσιοι αρχηγοί της δεκαετίας του '90 ανάπλασαν το σενάριο Αρμαγεδών από την απειλή πυρηνικού πολέμου στο παγκόσμιο οικοσύστημα. Οι ιθαγενείς πέτυχαν νέα αναγνώριση σαν δεσμοφύλακες ενός μηνύματος της οικολογικής σωφροσύνης και σταθερότητας. Παρ' όλα αυτά αν οι ιθαγενείς πέτυχαν ένα νέο καθεστώς ως οι πρώτοι οικολόγοι, πήραν επίσης το ρίσκο να γίνουν αγαπητοί μόνο ως μια νέα έκδοση αξιαγάπητων ρομαντικών αγριάνθρωπων που κάθε γενιά κατασκευάζει μια απάντηση σ' αυτό που βρίσκουν ότι λείπει από τους εαυτούς τους. Οπως δείχνει ο Fisher, τα θεμελιώδη θέματα δεν είναι τι μπορούν οι ιθαγενείς να προσφέρουν στη διεθνή κοινότητα, αλλά αντί αυτού πως η διεθνής κοινότητα μπορεί να παρακινηθεί σε αναγνώριση και τιμή των δικαιωμάτων των ιθαγενών και της αυτεξουσιότητάς τους.

Αν και επικεντρώθηκα στα γηγενή Μέσα Ενημέρωσης σ' αυτό το μέρος ως μια σπουδαία νέα διέξοδο μεταξύ των τεχνολογιών αντίστασης μπορεί και να μην είναι πάντα κατάλληλη στο συγκεκριμένο απόσπασμα και πρόβλημα. Σε μερικές περιπτώσεις που αντιμετώπισα οι ίδιοι άμεση στρατιωτική καταστολή, μπορεί να μείνουν χωρίς άλλη εναλλακτική από το να εγκαταλείψουν την περιοχή ως πρόσφυγες ή να οπλιστούν και ανταποδώσουν τη μάχη.

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΩΝ ΛΑΪΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ

Σε μια συζήτηση για την ιστορία του οργανισμού γηγενών δικαιωμάτων Επιβίωση Καλλιέργειας, ο ανθρωπολόγος Jason Clay έγραψε για μια αλλαγή στην οποία υποβλήθηκε σταδιακά ο οργανισμός: Αντιλαμβανόμαστε ότι η δικηγορική υποστήριξη, η διαφήμιση και ο τύπος από μόνα τους δεν θα έσωζαν ανθρώπους, αφού οι περισσότερες από τις προσπάθειες και τα χρήματά μας θα πήγαιναν σε σχέδια τα οποία οι ίδιοι οι ντόπιοι σχεδίασαν και διέτρεξαν. Με έναν παρόμοιο τρόπο η έννοια της αντίστασης και η σχέση μεταξύ της τεχνολογίας και της αντίστασης χρειάζεται να διευρυνθεί για να ενσωματώσει αυτό που ο Clay και οι συνεργάτες του αποκαλούν "εξέλιξη των λαϊκών αγώνων". Εδώ η λέξη εξέλιξη χρησιμοποιείται με μια λιγότερο αριστερή έννοια. Αναφέρεται σε σχέδια όχι μόνο για το καλό των ντόπιων αλλά που επίσης θα ελέγχονται από αυτούς. Επομένως, δεν είναι αρκετό να προσπαθούμε να σταματήσουμε τα φράγματα, τα ορυχεία, τους αγρότες και τους κτηματίες. Η αντίσταση πρέπει να είναι δραστική όπως και αντιδραστική. Οι ντόπιοι χρειάζεται να έχουν τις οικονομικές ικανότητες και την κατάλληλη υποδομή για να είναι σε θέση να αμυνθούν δυναμικά όταν τα φράγματα, τα ορυχεία, οι κτηματίες και άλλοι καταστροφικοί φορείς φθάσουν.

Γιατί συχνά αποτυγχάνουν τα αναπτυξιακά σχέδια

Τα περισσότερα αναπτυξιακά σχέδια σήμερα είναι σχεδιασμένα σε ένα κυβερνητικό γραφείο, και συχνά υποκινούνται από κυβερνητικά και βιομηχανικά συμφέροντα. Μερικοί ανθρωπολόγοι και άλλοι κοινωνικοί επιστήμονες έπαιξαν έναν ρόλο σε σχέδια ανάπτυξης αυτού του τύπου, αλλά ο ρόλος τους συνήθως περιορίζεται στο να ελαχιστοποιούν τις αρνητικές επιδράσεις των σχεδίων που έχουν ήδη αποκτήσει βαρύτητα. Η ισχυρή σχέση μεταξύ εθνικών και διεθνών ελίτ από τη μια μεριά και των τοπικών αυτοδιοικήσεων από την άλλη συχνά αναπτύσσεται μέσα από τα σχέδια ανάπτυξης μεταξύ οικονομολόγων και φυσικών επιστημών από τη μια μεριά και των ανθρωπολόγων και άλλων κοινωνικών επιστημών από την άλλη. Όπως επισημαίνει ο ανθρωπολόγος Janice Sacherer "Ανθρωπολόγοι συχνά προσλαμβάνονται μόνο αφού έχουν έρθει στην επιφάνεια δυσκολίες και βαθιά ρήξη και η βασική δομή του σχεδίου έχει αποκρυσταλλωθεί". Όπως οι εθνικές μειονότητες στις Αμερικάνικες επιχειρήσεις, που έχουν συχνά βιώσει τον κανόνα του να προσλαμβάνεσαι τελευταίος και να απολύεσαι πρώτος, οι ανθρωπολόγοι είναι συχνά οι τελευταίοι των τελευταίων στην ιεραρχία ενός σχεδίου. Σύμφωνα με αυτή τη θέση, τους βλέπουν σαν μοναχικούς κτηματίες, "χελώνες", "μαλακούς", "νοσταλγικούς" και "πλήρως αντικαταστάσιμους".

Ο ανθρωπολόγος Bryan Pfaffenberger (1988) πιστεύει ότι τα αναπτυξιακά σχέδια, ακόμα και με τις καλύτερες προθέσεις, μπορεί να αποτύχουν εάν οι σχεδιαστές υιοθετήσουν μια αφελή στάση απέναντι στην τεχνολογία και τη σχέση της με την τοπική κουλτούρα. Παρουσιάζει αυτό το σημείο σε μια μελέτη για σχέδια άρδευσης που ανέπτυξε η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα για να βοηθήσει τους χωρικούς.

Το γενικό πρόβλημα με τα σχέδια άρδευσης ήταν ότι οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με την κορυφή του σχεδίου - το τμήμα πλησιέστερα στην πηγή του νερού - χρησιμοποίησαν περισσότερο νερό από όσο δίκαια τους αναλογούσε, αφήνοντας εκείνους που ήταν στην ουρά με λίγο νερό. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι "κορυφαίοι" έγιναν πλούσιοι και οι "τελευταίοι" της ουράς έγιναν φτωχότεροι. Αυτές οι κοινωνικές επιδράσεις φαίνεται να είναι ένα αναπόφευκτο αποτέλεσμα των τεχνολογικών γεγονότων των σημαντικών συστημάτων άρδευσης. Μόνο ένα πολύ περισσότερο εκτεταμένο σύστημα με αγροτικά κανάλια και αυτόματη μεταφορά θα είχε αποτέλεσμα σε ένα σύστημα πιο εκλεπτυσμένο.

Παρ'όλα αυτά, ο Pfaffenberger αποδεικνύει πως στην παραδοσιακή κοινωνία της Σρι Λάνκα υπάρχουν παλιά έθιμα που ρυθμίζουν την πρόσβαση στο νερό και μειώνουν την διαφορά κέρδους ανάμεσα στους "κορυφαίους" και τους "τελευταίους". Αντί να θέτει κανονισμούς που θα υποστήριζαν συστήματα ανταπόδοσης μεταξύ των "κορυφαίων" και των "τελευταίων", η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα ίδρυσε ένα ατομικιστικό σύστημα ιδιοκτησίας που επέτρεπε στους "κορυφαίους" να κάνουν περιουσία αλλά δεν τους ενθάρρυνε στο να την μοιράζονται. Ο Pfaffenberger αποδεικνύει ότι η αποτυχία του αναπτυξιακού σχεδίου οφειλόταν σε μια στενοκέφαλη προσέγγιση της τεχνολογίας που αγνοεί τον ρόλο της σ'έναν πολύπλοκο ιστό κοινωνικών σχέσεων. Η προειδοποιητική του ιστορία θα μπορούσε κάλλιστα να γενικευτεί σε πολλά άλλα αναπτυξιακά σχέδια. Θα λάβω υπ'όψιν μου εδώ μόνο μια περίπτωση η οποία αποδεικνύει πολλά από τα θέματα που βρέθηκαν σε άλλα αναπτυξιακά σχέδια ίδιου τύπου.

Η Πράσινη Επανάσταση

Παρόμοια προβλήματα στοίχειωσαν την σκέψη πίσω από την πολύ μεγαλύτερη κλίμακα και τις σειρές των αναπτυξιακών σχεδίων με πολύ μεγαλύτερη επιρροή, γνωστών ως η Πράσινη Επανάσταση. Με μια πρώτη ματιά η προοπτική της Πράσινης Επανάστασης είναι ελκυστική και ειλικρινής: οι επιστήμονες θα δημιουργήσουν νέες ποικιλίες φυτών, που θα παράγουν περισσότερη τροφή από ότι οι παλιότερες, φυσικές ποικιλίες, και σαν αποτέλεσμα η παγκόσμια πείνα θα μειωθεί ή ακόμα και θα εξαλειφθεί. Κανένας δεν θα χάσει, και τα τεράστια νούμερα των παγκοσμίως φτωχών θα μειωθούν κατά πολύ. Το μέγεθος της φάρμας δεν θα χρειάζεται να είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο, έτσι είναι δυνατόν να αποφύγουμε όλη αυτή την άσχημη συζήτηση σχετικά με την αναμόρφωση της γης και της πολιτικής. Είναι το τέλειο τεχνολογικό δίλημμα.

Παρ'όλα αυτά, η τεχνολογία είναι πάντα χωμένη βαθιά στα πολιτικά σημειωματάρια και στα οικονομικά ενδιαφέροντα. Οι αναπτυξιακοί ερευνητές Robert S.Anderson και Barrie Morrison αποδεικνύουν μια προσέγγιση στην Πράσινη Επανάσταση η οποία την τοποθετεί στο φόντο του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και του τέλους της Βρετανικής κυριαρχίας στην νότια Ασία.

Η Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και η Σρί Λάνκα υπέστησαν τέτοια ραγδαία αύξηση πληθυσμού ώστε οι πληθυσμοί τους διπλασιάστηκαν σε μέγεθος από το 1950 έως το 1980.

Αυτές οι χώρες, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, βρέθηκαν με αδύναμα κεντρικά κράτη, τα οποία είχαν φτωχή φορολογική βάση. Η Ιαπωνία είχε ηττηθεί, αλλά ο ψυχρός πόλεμος μαινόταν. Η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού, τα αδύναμα κεντρικά κράτη, και το κλίμα του ψυχρού πολέμου, συνέβαλαν στην αύξηση κομμουνιστικών μετακινήσεων στις γύρω περιοχές της Νότιας Ασίας. Η αγροτική ανάπτυξη φαινόταν απαραίτητη.

Οι αρχηγοί των νέων Ασιατικών κρατών - μαζί με τους αντικομουνιστές υποστηρικτές τους στην Βόρεια Αμερική, Αυστραλία και Δυτική Ευρώπη - θα μπορούσαν να είχαν διαλέξει μια δημοκρατική μορφή αγροτικής ανάπτυξης. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαν να είχαν επιλέξει για την αναμόρφωση της γης: να περιορίσουν τις ιδιοκτησίες γης, να δημιουργήσουν νομοθεσία προστασίας ενοικιαστή, να ιδρύσουν συνεταιριστικούς πιστωτικούς οργανισμούς, να αναπτύξουν κυβερνητικά προγράμματα σταθεροποίησης του κόστους και να επεκτείνουν τα προγράμματα αποθήκευσης σιτηρών. Παρ' όλα αυτά, η στρατηγική αναμόρφωσης της γης πιθανόν δεν θα είχε ενδυναμώσει τα αδύναμα κεντρικά κράτη, αφού η τεχνολογική βοήθεια ήταν περισσότερο υπεύθυνη για αυτό το επίτευγμα. Ο Anderson και ο Morrison αποδεικνύουν ότι με την τεχνολογική επιλογή οι αναπτυξιακοί γραφειοκράτες είχαν δύο επιλογές: βιοχημική βοήθεια, όπως λιπάσματα, φυτοφάρμακα, και νέες ποικιλίες υψηλής σοδειάς (HYVs) σιτηρών και μηχανική βοήθεια, όπως αντλίες νερού, τρακτέρ, τρυπάνια, αλωνιστικές μηχανές κλπ.

Οι κρατικοί σχεδιαστές πίστευαν ότι η πρώτη λύση, βιοχημική βοήθεια, ήταν ουδέτερη και σωτήρια για τη γη, αφού η δεύτερη δεν ήταν. Με άλλα λόγια, με την πρώτη λύση και οι μεγάλοι και οι μικροί αγρότες θα μπορούσαν να επωφεληθούν, και επειδή χρησιμοποίησαν τις νέες ποικιλίες ρυζιού και άλλες σοδειές, θα παρήγαγαν περισσότερη τροφή χωρίς να χρειάζονται πολύ περισσότερη γη. Επομένως, στο διάστημα της τεχνολογικής επιλογής, που αυξήθηκε η ίδια τους η δύναμη, οι σχεδιαστές επέλεξαν την πιο δίκαιη εναλλακτική λύση.

Παρ' όλα αυτά, η Πράσινη Επανάσταση αποδείχτηκε τελικά όχι και τόσο δίκαιη. Για να αρχίσουμε, η επιστημονική έρευνα πίσω από την Πράσινη Επανάσταση δεν είχε δομηθεί για να καλύψει τις τοπικές ανάγκες. Τα ινστιτούτα διεθνών ερευνών για τους διαφορετικούς τύπους σοδειάς δεν αποκέντρωσαν την δουλειά τους σε διάφορες χώρες ή τοπικές κοινότητες, όπου η έρευνα μπορούσε καλύτερα να υπολογίσει τις τοπικές ανάγκες και την οικολογία. Πέραν τούτου, οι νέες ποικιλίες σιτηρών προέκυψαν από εργαστηριακή έρευνα, όχι από τις τοπικές κοινωνίες, όπου υπήρχαν εκατοντάδες ποικιλιών από ακατάλληλα σιτηρά, που συχνά ταίριαζαν με την τοπική οικολογία κατά τέτοιο τρόπο που δεν είχε ποτέ μελετηθεί.

Ποιός επωφελήθηκε; Οι κρατικοί γραφειοκράτες επωφελήθηκαν, επειδή έλεγχαν την διανομή των καινούριων ποικιλιών. Η ελίτ των Δυτικών χωρών επωφελήθηκε, επειδή εισχώρησαν σε μια συνεργασία με τριτοκοσμικές χώρες, οι οποίες εξαρτιόντουσαν μερικώς από τη Δυτική εισφορά, έρευνα και τεχνολογία για να υποστηρίξουν την Πράσινη Επανάσταση. Στην περίπτωση του ρυζιού, οι διεθνείς εταιρείες ρυζιού επίσης επωφελήθηκαν, επειδή η τυποποίηση των ποικιλιών του ρυζιού απλοποίησε την δουλειά της αποθήκευσης, του αλέσματος και της μεταφοράς του με πλοίο. Οι πετρελαιοπαραγωγές εταιρείες και χώρες επίσης επωφελήθηκαν, επειδή τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα που συνοδεύουν τις ποικιλίες υψηλής σοδειάς είναι φτιαγμένα από προϊόντα πετρελαίου. Οι κεντρικές κρατικές κυβερνήσεις λοιπόν μπορεί να κέρδισαν δύναμη σχετικά με τον τοπικό πληθυσμό και περιφερειακά, αλλά ότι κέρδισαν τοπικά το έχασαν παγκοσμίως προκαλώντας βαθύτερες σχέσεις διεθνούς εξάρτησης.

Οι φτωχοί αγρότες επωφελήθηκαν; Ναι σε μερικές περιπτώσεις επωφελήθηκαν, τουλάχιστον κάπως. Για να απαντήσουμε σ'αυτό το ερώτημα πλήρως απαιτείται προσοχή στις διαφορές που έχουν πολλές περιοχές διαφορετικών χωρών. Παρ'όλα αυτά, γενικώς η Πράσινη Επανάσταση αποδείχτηκε ότι δεν ήταν ουδέτερη όπως αρχικά είχε παρουσιαστεί. Οι πλουσιότεροι χωρικοί είχαν μεγαλύτερη πρόσβαση σε κυβερνητικές υπηρεσίες, που σήμαινε καλύτερη πρόσβαση όχι μόνο στο ρύζι αλλά και στα λιπάσματα, τα φυτοφάρμακα και άλλα γεωργικά πρόσθετα. Ο πλούσιος γινόταν πλουσιότερος και ο φτωχός γινόταν φτωχότερος. Σε μερικές περιοχές οι πλουσιότεροι αγρότες εξαπλώθηκαν και παραμέρισαν άλλους μικρότερους, και το αποτέλεσμα ήταν πόλωση, βία, και αιματοκύλισμα. Η Πράσινη Επανάσταση μετατράπηκε σε κόκκινη. Τέτοια προβλήματα θα μπορούσαν μόνο να αυξήσουν την πίεση των εγχώριων χωραφιών, όπως επίσης και να αυξήσουν τις πιθανότητες για τις πολύ κομμουνιστικές εξεγέρσεις τις οποίες οι σχεδιαστές ήλπιζαν αρχικά ότι θα απέφευγαν.

Παρ'όλο που υπάρχει λιγότερη συμφωνία στη λογοτεχνία στο θέμα του φύλλου, η Πράσινη Επανάσταση είχε επίσης μια διαφορετική επίδραση στο φύλλο. Μια επίδραση ήταν επειδή γυναίκες και παιδιά - ειδικά στις φτωχές περιοχές του τρίτου κόσμου - συχνά υποφέρουν δυσανάλογα κατά περιόδους από την υψηλή κοινωνία, είναι πιθανόν ότι το αυξανόμενο εισοδηματικό χάσμα οδήγησε σε αυξήσεις των φύλλων και του χάσματος των γενεών μεταξύ εκείνων των χωρικών που έγιναν φτωχότεροι. Πέραν τούτου, υπάρχουν ακόμη μερικές αποδείξεις ότι ακόμη και μεταξύ εκείνων των χωρικών που ζούσαν καλύτερα, μερικές από τις παραδοσιακές μορφές πατριαρχίας ίσως είχε διαιωνιστεί με άλλα μέσα.

Για παράδειγμα, οι άντρες πήγαιναν σε αγροτικά ταμεία ή σε βαριές δουλειές με υψηλότερο μισθό, ενώ οι γυναίκες συνέχιζαν να κάνουν αγροτικές εργασίες για την τροφοδοσία του σπιτιού και τα αναγκαία προς το ζην, ή όταν δούλευαν για μισθό, έπαιρναν πολύ λιγότερα από έναν άντρα. Πέραν τούτου τα υπερηχητικά τεστ αυξήθηκαν σε μερικές περιοχές της Πράσινης Επανάστασης, επιτρέποντας την συνέχιση των εκτρώσεων θηλυκών βρεφών.

Ο συσχετισμός μπορεί να μην είναι τυχαίος, αλλά είναι επίσης πιθανόν ότι η αύξηση του πλούτου έκανε την χρήση της αναπαραγωγικής τεχνολογίας κατά των γυναικών, πιο προσιτή.

Μια πρόσθετη και απρόβλεπτη επίδραση της Πράσινης Επανάστασης είναι ότι η πλεονάζουσα τροφή που έχει παραχθεί από ποικιλίες υψηλής απόδοσης δεν λύνει απαραιτήτως και το πρόβλημα θρέψης των φτωχών. Στο Μεξικό, για παράδειγμα, οι σοδειές από ποικιλίες υψηλής απόδοσης έγιναν τροφή για τα ζώα, για να παράγουν κρέας και τυρί για να πουληθεί στους αστούς, στις μεσαίες τάξεις ή σε διεθνείς αγορές. Ως αποτέλεσμα, η Πράσινη Επανάσταση στο Μεξικό συνόδευσε μια αλλαγή στην επαρχιακή κατάσταση, αυτή του καθαρού εισαγωγέα τροφής. Τελικά, καθώς οι τυποποιημένες ποικιλίες υψηλής απόδοσης αντικατέστησαν τις εγχώριες σοδειές σε όλο τον κόσμο, οι αγροτικές κοινοπραξίες μειώθηκαν. Η τυποποίηση μπορεί να διευκόλυνε πολυεθνικές εταιρείες στην ταξινόμηση, στο άλεσμα και στην μεταφορά της σοδειάς με πλοίο, αλλά έκανε επίσης τις τοπικές σοδειές πιο ευάλωτες στα παράσιτα. Μια διαφορετική βάση σοδειάς προστατεύει από τις ασθένειες, γιατί οι ασθένειες δεν μεταδίδονται πάντοτε από τη μία διάσταση στην άλλη. Πέραν τούτου οι τοπικές ποικιλίες συχνά προσαρμόζονται καλύτερα στις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας και στις βροχοπτώσεις οι οποίες θα μπορούσαν να τρομάζουν τις περισσότερες ποικιλίες υψηλής απόδοσης.

Η Πράσινη Επανάσταση οδήγησε επομένως σε ένα νέο επιστημονικό πρόβλημα, τη σωτηρία της παγκόσμιας σοδειάς σιτηρών γενετικής ποικιλίας. Καθώς πανεπιστήμια, κυβερνήσεις, και σωματεία συζητούν για τις ποικιλίες στις καινούριες τους κοινωνίες με τους αυξημένους τρόπους καλλιέργειας, οι επιστήμονες τώρα αρχίζουν να ανησυχούν για την ποικιλία των αγροτικών κοινοπραξιών. Η Πράσινη Επανάσταση με όλες της τις μοντέρνες υποθέσεις ότι "το μεγαλύτερο είναι και καλύτερο" και με την τυποποίηση, άνοιξε το δρόμο σε ότι πιθανόν αποκαλούμε Μεταβίβαση Γονιδίων. Οι επιστήμονες έσπευσαν σε όλο τον κόσμο να σώσουν τις σπάνιες ποικιλίες σιτηρών πριν εξαφανιστούν εντελώς, και αποθήκευσαν τα πολύτιμα σιτηρά σε κεντρικά κελάρια. Στις ΗΠΑ το κελάρι έγινε γνωστό ως το φρούριο της γενετικής ποικιλίας.

Η νέα λύση “χαστουκίζεται” για άλλη μια φορά από το τεχνολογικό δίλημμα. Περιλαμβάνει την γνωστή αδιαφορία των πολιτικών που χαρακτήρισε την Πράσινη Επανάσταση, στην οποία ο συγκεντρωτισμός της ίδιας παραγγελίας δημιούργησε τις τυποποιημένες ποικιλίες που ήταν ένας σημαντικός παράγοντας πίσω από το μεγάλο πρόβλημα των ποικιλιών που ένα νέο συγκεντρωτικό ίδρυμα προσπαθεί να επιλύσει. Εξουσιοδοτημένοι του συγκεντρωτισμού, εκείνοι που ελέγχουν το συγκεντρωτικό ίδρυμα, και κατ' επέκταση αυτή η αποθήκευση σιτηρών που υπάρχει στις ανεπτυγμένες χώρες, νέο-αποικιακές σχέσεις αρχίζουν και πάλι να αναπτύσσονται.

Το τεχνολογικό δίλημμα της αποθήκευσης σιτηρών είναι επίσης πιθανόν να απέτυχε για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Καθώς τα οικονομικά στοιχήματα μεγαλώνουν, οι τοπικές κυβερνήσεις αρχίζουν να περιορίζουν τις επιστημονικές αποστολές σε αναζήτηση σιτηρών. Έτσι κι αλλιώς, η αγροτική ποικιλία είναι πλέον τμήμα της ευημερίας της χώρας και δεν θα έπρεπε να δίνεται ελεύθερα. Τοπικές χώρες ιδρύουν τις δικές τους τράπεζες σιτηρών που συγκεντρώνουν πόρους σε μια εθνική μάλλον παρά διεθνή κλίμακα. Πέραν τούτου, ακόμη και ολόκληρο το πρόγραμμα αποθήκευσης σιτηρών υποφέρει από μακροχρόνια τεχνικά προβλήματα. Τα αποθηκευμένα σιτηρά πρέπει να μένουν εκτός αποθήκης για αναπαραγωγή κάθε λίγα χρόνια και με κάθε νέα γενιά μερικές από τις ποικιλίες χάνονται.

Ποιες εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν; Κατ’ αρχήν, ας μην ξεχάσουμε το αποφασιστικό βήμα που δεν έγινε στην αρχή της Πράσινης Επανάστασης: η αγροτική μεταρρύθμιση. Αποκέντρωση της αγροτικής παραγωγής σημαίνει ότι περισσότεροι αγρότες ελέγχονται για τις αποφάσεις τους, και είναι πολύ πιο πιθανό να διατηρούν γενετική ποικιλία παρά μεγάλη αγροτική επιχείρηση ή φυτείες απλής σοδειάς. Επομένως, μικρές φάρμες με διαφορετικές σοδειές σημαίνει μειωμένη ανάγκη φυτοφαρμάκων. Στα βροχερά δάση της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής είναι συνηθισμένο για τους αγρότες να φυτεύουν δωδεκάδες σοδειών στην μια πλευρά, αναμιγνύοντας πολυετείς και μη πολυετείς σοδειές. Η εθνική εμπειρία, στην οποία η διεθνής σοδειές βασίστηκαν, αντιπροσωπεύει έναν επιτυχημένο τρόπο να μειωθεί η μόλυνση από παράσιτα και να περιοριστεί η εξάντληση του εδάφους. Στην Ινδία, το κέντρο ερευνών Shri AMM Murugappa Chettiar υιοθέτησε μια παρόμοια στρατηγική γνωστή ως βιοδυναμική κηπουρική. Ερευνητές από το κέντρο της εργάστηκαν με γυναίκες για να τις βοηθήσουν να ιδρύσουν υψηλής απόδοσης βιοδυναμική κηπουρική που βασίζεται σε οργανικό λίπασμα (όπως η κοπριά) και οργανικά φυτοφάρμακα (οικολογικά). Τα κενά διαστήματα μεταξύ των φυτών είναι έντονα, αλλά πολλαπλές σοδειές μεγαλώνουν μαζί για να περιορίσουν τις παρασιτικές μολύνσεις και για να συμπληρώσουν την ανάγκη τους σε βιταμίνες.

Για την ολοκλήρωση της διαδικασίας, η εκπαίδευση του καταναλωτή είναι επίσης σημαντική. Για παράδειγμα, μερικοί επιστήμονες ήδη εργάζονται για να αναπτύξουν αγορές για ασυνήθιστες αλλά σκληρές σοδειές όπως αμάρανθο ή μπλε καλαμπόκι. Καθώς οι καταναλωτές ενημερώνονται για την σπουδαιότητα της διατήρησης τοπικής ποικιλίας στις σοδειές, θα θέλουν όλο και περισσότερο να αποδεχτούν τις παλιές τροφές σε μη τυποποιημένες φόρμες, καθώς επίσης και να αναπτύξουν γεύση για νέα φρούτα και λαχανικά.

Υπάρχουν ακόμη τεχνικές λύσεις στο πρόβλημα της ανάπτυξης υψηλότερων παραγωγών που χαράζουν άλλες πολιτικές σχέσεις από την αύξηση εξάρτησης και τον συγκεντρωτισμό.

Καθώς η βιολόγος και ερευνήτρια STS, Meera Nanda (1991) αναφέρει, πολλά από τα σιτηρά που παράγονται τώρα δεν είναι υβρίδια και δεν χρειάζεται να αντικαθίστανται κάθε χρόνο, και είναι επίσης δυνατόν να παράγονται σιτηρά που υπερτερούν των κανονικών ποικιλιών ακόμη και εάν χρησιμοποιούνται παραδοσιακές αγροτικές μέθοδοι (δηλ. χωρίς φυτοφάρμακα και χημικά λιπάσματα). Επομένως, θεωρητικά η Πράσινη Επανάσταση μπορεί να ξεπακεταριστεί, να ξαναστηθεί και να συνδυαστεί με παραδοσιακές αγροτικές πρακτικές που δεν ενισχύουν τις σχέσεις εξάρτησης. Και ακόμη, δεδομένης της τρομερής ευλυγισίας των νέων βιοτεχνολογιών, ίσως είναι πιθανόν να ξαναδημιουργήσουμε μερικές από τις γενετικές ποικιλίες που χάθηκαν μέσω των κανονικών ποικιλιών, φτιάχνοντας νέες με μηχανήματα, μη κανονικές ποικιλίες που είναι το κλειδί στις τοπικές οικολογίες και τις τοπικές γνώσεις.

Διδάγματα από τα αναπτυξιακά σχέδια του απλού λαού

Τα διδάγματα από τα πάνω-κάτω αναπτυξιακά σχέδια, όπως η άρδευση στη Σρι Λάνκα και η Πράσινη Επανάσταση, προτείνουν ότι η κατάλληλη εναλλακτική λύση είναι η εξέλιξη του λαού. Δηλαδή η ιδέα της εξέλιξης του λαού εμπλέκει την επιστροφή στο θέμα του τοπικού ελέγχου που αναπτύχθηκε στην αρχή του κεφαλαίου. Είναι τώρα ώρα να εξετάσουμε με περισσότερες λεπτομέρειες μερικά από τα συμπλέγματα της ιδέας του τοπικού ελέγχου.

Ας μελετήσουμε, για παράδειγμα, τα διδάγματα του σχεδίου του διάσημου Cornell Peru Vicos, που είχε την τοπική αυτάρκεια ως επιτυχία του. Στα 1950 ανθρωπολόγοι από το πανεπιστήμιο του Cornell και το Περουβιανό Εθνικό Ινδιάνικο Ινστιτούτο, εκμίσθωσαν μια έκταση για μια περίοδο 5 ετών και προχώρησαν σε αρχικές αλλαγές που ενδυνάμωσαν τους χωρικούς μέσω της ανάπτυξης της δημοκρατικής απόφασης – κάνοντας προόδους και διευκολύνσεις στην εκπαίδευση και στην υγεία και βελτίωσαν την καλλιέργεια και τις διαδικασίες έρευνας της αγοράς. Υπάρχει τώρα μια τεράστια λογοτεχνία για τον Vico, συμπεριλαμβανομένων πολλών δημοσίων συζητήσεων και το σχέδιο απείχε από ομοιόμορφη επιτυχία. Για παράδειγμα, έτεινε να προκαλέσει αυξανόμενη ανισότητα μεταξύ αντρών και γυναικών, καθώς είναι συχνό το φαινόμενο των αναπτυξιακών σχεδίων που επιτρέπουν στους άντρες να έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στην οικονομία. Μη ανθεκτικά σφάλματα αυτού του είδους, όπως ο τερματισμός του σχεδίου είχε σχέση με μακρο-πολιτικά μάλλον γεγονότα παρά με εσωτερικές σύντομες αφίξεις. Καθώς τα νέα της επιτυχίας του σχεδίου διαδόθηκαν, κι άλλοι χωρικοί άρχισαν να φωνάζουν για παρόμοιες καινοτομίες. Ιδιοκτήτες γης στην κοιλάδα και γύρω από τη χώρα σύντομα μεσολάβησαν για να σταματήσουν ότι θεωρούσαν ως ανατρεπτικό σχέδιο που απειλούσε την υπάρχουσα ταξική δομή της χώρας. Το σχέδιο Vicos αντιμετωπίστηκε ως ένα μοντέλο αναμόρφωσης γης και οι κλήσεις για αναμόρφωση γης σε πολλές τριτοκοσμικές χώρες είναι ισοδύναμη με κλήσεις για ένοπλη επανάσταση.

Το σχέδιο Vicos εστίασε πάνω στους χωρικούς σε εθνικό επίπεδο, έτσι αναπόφευκτα έμπλεξε στα πόδια των μεγάλων ιδιοκτητών γης και προκάλεσε ένα πισω-χτύπημα. Η άνοδος και η πτώση του Vicos δείχνουν πόσο σημαντικός είναι ο έλεγχος της γης σε κάθε μορφή αναπτυξιακού σχεδίου χορταρένιων ριζών. Παρ’όλο που οι Ντόπιοι συνήθως ελέγχουν ένα μέρος της γης τους (συνήθως πολύ λιγότερη από αυτή που κατείχαν) η εδαφική ακεραιότητα είναι ένα πρώτο βήμα για την ανάπτυξη των χορταρένιων ριζών. Σε μερικές περιπτώσεις οι ντόπιοι ή οι αγροτικές κοινότητες των χωρικών πρέπει να δουλέψουν με εθνικούς και διεθνής οργανισμούς για να αποκτήσουν την ώθηση που τους χρειάζεται για να πιέσουν εθνικές κυβερνήσεις για την οριοθέτηση και την προστασία της γης τους.

Παρ’όλα αυτά, ο συνασπισμός πολιτικών που πήραν μέρος σε αγώνες για τα δικαιώματα στη γη, μπορεί και να σημαίνει επαναπροσδιορισμό των αγώνων για τα αγροτικά δικαιώματα στη γη ως περιβαλλοντολογικών αγώνων, οι οποίοι κερδίζουν πολύ ευκολότερα το ενδιαφέρον των προοδευτικών τμημάτων των μεσαίων αστικών τάξεων. Αυτή η στρατηγική με τη σειρά της εγκυμονεί νέους κινδύνους. Για παράδειγμα, σε μερικές περιπτώσεις τα αποθέματα της βιόσφαιρας μπορεί στην πραγματικότητα να σημαίνουν την απώλεια τοπικού ελέγχου στην χρήση της γης. Οι χωρικοί σε μια τέτοια περιοχή της Κεντρικής Αμερικής αντιμετώπισαν τόσο αυστηρές ρυθμίσεις που δεν μπορούσαν ούτε να εξασκήσουν την παραδοσιακή (κόψε και κάψε) γεωργία ή το κόψιμο των δέντρων χωρίς άδεια από το ρυθμιστικό γραφείο. Εδώ διεθνής περιβαλλοντολογικές ομάδες έδειξαν τόση ευαισθησία στις μακροχρόνιες τοπικές ανάγκες και πρακτικές ώστε έπαψαν να παίζουν τον ρόλο των νέων ιμπεριαλιστών.

Άλλος ένας περίπλοκος παράγοντας στην ανάπτυξη του τοπικού ελέγχου είναι το πρόβλημα του καταμερισμού στην εγχώρια κοινωνία. Όπως άλλες κυβερνήσεις, τα φυλετικά συμβούλια ίσως να μεγάλωναν την απόσταση από τους ανθρώπους και να αποθάρρυναν την συμμετοχή κοινοτήτων και δημοκρατικών ενεργειών. Η διαδικασία της ρήξης και της πόλωσης μέσα στην εγχώρια κοινωνία μπορεί να συμβεί με την φαινομενική ενδυνάμωση του ελέγχου των εσόδων που γενικεύτηκαν από παραχωρήσεις για μεταλλεύματα και εκχυλίσματα. Όπως παρουσιάζει η γνωστή περίπτωση του Navaho και της Hopi – και προφανώς μια παρόμοια διαδικασία αρχίζει να συμβαίνει και με τον Kayapo – σχέδια ενεργειακής ανάπτυξης μπορεί να προκαλέσουν συμμαχίες μεταξύ εξωτερικών συμφερόντων και ντόπιων αρχηγών, επιδεινώνουν λοιπόν τις ανισότητες με τον ντόπιο πληθυσμό και δημιουργούν επίσης εντάσεις με τους γειτονικούς πληθυσμούς. Η περίπτωση Vicos είναι επίσης τυπική της γενικής τάσης που επικρατεί για αναπτυξιακά σχέδια, ακόμη και για λαϊκά σχέδια με καλές προθέσεις, που επιδεινώνουν τις γενετικές ανισότητες. Η γενετική ανισότητα δεν είναι απαραίτητη συνέπεια, αλλά τα σχέδια πρέπει να προστατευτούν από αυτό το ενδεχόμενο, ιδρύοντας πιστωτικούς συνδέσμους και την πρόσβαση των γυναικών στην ταμειακή οικονομία.

Η εργασία του ανθρωπολόγου Allen Turner (1987) στο Kaibub Paiute της Βόρειας Αριζόνα εξασφαλίζει ένα μοντέλο για το πώς ένας ανθρωπολόγος (ή κάποιος άλλος που θεωρείται ξένος) μπορεί να βοηθήσει να αναζωογονηθεί η κοινοτική συμμετοχή κι οι δημοκρατικές διαδικασίες ανάμεσα στις φυλές. Με την υποστήριξη του φυλετικού συμβουλίου ο Turner οργάνωσε εβδομαδιαίες συναντήσεις που επικαλέστηκαν απευθείας κοινοτική συμμετοχή προς τη δομή ενός φυλετικού σχεδίου. Οι συναντήσεις τελικά βοήθησαν τη φυλή να κινητοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο Turner περιέγραψε τη διαδικασία σαν έναν κοινωνικό μετασχηματισμό, που είχε ως συνέπεια όχι μόνο ισότιμες σχέσεις μέσα στη φυλή, αλλά επιπλέον μια πολύ περισσότερο κατηγορηματική και επιτυχημένη θέση σε σχέση με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση (1987: 126-27). Στη σύσταση του σχεδιασμένου προγράμματος το φυλετικό συμβούλιο δημιούργησε ένα τμήμα γερά τοποθετημένης διαχείρισης, η οποία με τη σειρά της άρχισε και διηύθυνε διάφορες τεχνικές βελτίωσης, όπως τη βελτίωση των υδρευτικών συστημάτων και την επισκευή αρδευτικών συστημάτων, τοποθετώντας έναν αγωγό και ένα σύστημα δεξαμενής αποθήκευσης.

Ωστόσο, ένα μέρος της ενέργειας για την άμεση συμμετοχή των πολιτών διασκορπίστηκε εμφανώς αφότου τελείωσε το έργο και ο Turner καταλήγει ότι: "Το φυλετικό συμβούλιο του Kaibar Paiute είναι σήμερα πολύ δεκτικό στις κοινοτικές ιδέες" και ότι είναι επίσης "πολύ λιγότερο διστακτικό να δεχθεί μερικά ή όλα τα ομοσπονδιακά προγράμματα χωρίς να υπολογίσει τα οφέλη και τις δαπάνες για την κοινότητα".

Το έργο του Turner ήταν σχετικά μικρής διάρκειας, αλλά σε άλλες περιπτώσεις οι ανθρωπολόγοι είχαν αναπτύξει μακροχρόνιες σχέσεις εργασίας με τοπικές κοινότητες. Ένα καλό παράδειγμα είναι η δουλειά ενός ανθρωπολόγου, του John H. Peterson, με το "Choctaws του Missisipi", την οποία περιγράφει παρακάτω:

"Κατά τη διάρκεια των περασμένων 16 χρόνων, ο ρόλος μου σαν ανθρωπολόγος άλλαξε από εκείνον του νεοφώτιστου τοπικού εργάτη σε ένα μεσήλικα διευθυντή ενός κοντινού πανεπιστημίου. Οι θέσεις μου με την ομάδα των πελατών περιλάμβαναν δουλειά σαν ένα εξωτερικά αμοιβόμενο βασικό εργάτη, άμισθο φίλο, πληρωμένο εμπειρογνώμονα, τακτικό εργαζόμενο, υπεργολάβο σε φυλετικά προγράμματα και διορισμένο μέλος από το δικαστήριο Choctaw Heritage.

Η ομάδα πελατών μετατράπηκε από μια Ινδιάνικη φυλή που μόλις άρχιζε να εξετάζει την πλήρη εξουσία από το σχεδόν "λευκό" προσωπικό της αντιπροσωπείας του Choctaw - ένα παράρτημα του γραφείου Ινδιάνικων υποθέσεων (ΒΙΑ) - σε μια επιθετική φυλετική κυβέρνηση με πολλές φυλετικά κατακτημένες βιομηχανικές επιχειρήσεις και μια αντιπροσωπεία του Choctaw ινδιάνικα καθοδηγούμενη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο ρόλος μου σαν ανθρωπολόγος μετατιθόταν σε συνδυασμό με τις γνώσεις και τις ικανότητές μου, τις ανάγκες των Choctaws με τους οποίους δούλευα και τις γνώσεις και επιδεξιότητές τους για να αξιοποιήσω τα ανθρωπολογικά προσόντα και ταλέντα μου" (1987: 264).

O Petersonδεν ήταν υπεύθυνος για τις αλλαγές που περιγράφει. αντίθετα, εξασφάλισε τεχνικούς και άλλους τρόπους βοήθειας για το Choctaw με μεθόδους σε μεγάλο βαθμό καθορισμένες από το φυλετικό συμβούλιο. Η δουλειά του φανερώνει τη σπουδαιότητα της ανάπτυξης μιας ελαστικής μακροχρόνιας σχέσης: περισσότερο από το να εμφανιστεί στη σκηνή για τη σύντομη περίοδοενός αναπτυξιακού σχεδίου, ο ανθρωπολόγος ή ακτιβιστής γίνεται μέρος της κοινότητας και αλλάζει ρόλους, κάνοντας υπερωρίες, ανταποκρινόμενος στις ανάγκες και τις αποφάσεις της Κοινότητας.

Τα παραδείγματα των Vicos, των Paiute και των κατοίκων του Choctaw βοηθούν ώστε να καθοριστούν μερικές από τις παραμέτρους που χρειάστηκαν για να οριστεί και να επιτευχθεί ο τοπικός έλεγχος.

Οι Vicos δείχνουν τη σημασία της υποστήριξης ή τουλάχιστον της μη επέμβασης από την εθνική κυβέρνηση. Για τους ιθαγενείς, η κυβερνητική υποστήριξη έχει σαν συνέπεια "δικαιωματικά και ουσιαστικά" την αναγνώριση των εδαφικών δικαιωμάτων. (Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υπήρχε μια μακράς διάρκειας τακτική για το ακριβώς αντίθετο: η κατάληξη των γηγενών Αμερικάνικων φυλών και οι επιφυλάξεις). Έτσι, όπως η αντίσταση αγωνίζεται, η ανάπτυξη του απλού λαού εξαρτάται πολύ από τη θέση της εθνικής κυβέρνησης. Τα περισσότερα από τα πρότυπα σχεδίων βρίσκονται σε δημοκρατικές χώρες ή σε μεγάλες εθνικές κοινωνίες, όπου υπάρχει κάποια υποχρέωση για τη βοήθεια των ιθαγενών. Θα ήταν παράλογο να μιλήσουμε για τον εντοπισμό σχεδίων ανάπτυξης του απλού λαού, σε χώρες όπου οι κυβερνήσεις ασχολούνται με γενοκτονικές πολιτικές, είτε μέσω άμεσης μεσολάβησης είτε μέσω μοχθηρής αμέλειας.

Η περίπτωση των Paiute αναπτύσσει το δύσκολο ζήτημα της δικαιοσύνης και της συμμετοχής μέσα στη φυλή. Το ζήτημα είναι δύσκολο γιατί υπάρχει αντιπαράθεση στην εκμετάλλευση των δυτικών μορφών δημοκρατίας πάνω στις μη δυτικές κοινωνίες και στη βοήθει των καταπιεσμένων ομάδων μέσα στη μη δυτική κοινωνία, κυρίως στις γυναίκες, για να πετύχουν μεγαλύτερο έλεγχο της ζωής τους. (Έχω σκιαγραφήσει τη δική μου προσέγγιση πάνω στο δίλημμα, στην προαναφερθείσα συζήτηση του Yir Yiront, αλλά διλήμματα αυτού του είδους χρειάζεται να προσεγγιστούν με βάση την κάθε περίπτωση).

Τελικά, η περίπτωση των Choctaw δίνει μια γεωγραφική άποψη στο ζήτημα του τοπικού ελέγχου και δείχνει πώς η ελαστικότητα είναι ενίοτε ένα σημαντικό μέρος της ανάπτυξης του απλού λαού. Ο Peterson δείχνει πως οι ανθρωπολόγοι - σαν σύμβολα του τύπου πολιτών της εθνότητας - επιπλέον υφίστανται τη δική τους μορφή ανάπτυξης του απλού λαού, παράλληλα με τις εξελίξεις των ανθρώπων με τους οποίους δουλεύουν. Οι ανθρωπολόγοι όπως ο Peterson συνεισφέρουν επίσης ώστε να επαναπροσδιορίσουν το επάγγελμά τους για να διακόψουν με το παρελθόν που συχνά κινδύνεψε σε μεγάλο βαθμό από την αποικιοκρατία.

Η τεχνολογία και η ανάπτυξη του απλού λαού

Έχοντας τώρα σκιαγραφήσει μερικές από τις δυσκολίες και τις παραμέτρους της ιδέας του τοπικού ελέγχου στην ανάπτυξη του απλού λαού, θα ανακεφαλαιώσω εστιάζοντας στο θέμα της τεχνολογίας και της πολιτικής οικονομίας από μια σχετική άποψη.

Η συζήτησή μου ορίζει έναν τρόπο σκέψης για την έξοδο με έναν αντιπροσωπευτικό δείγμα από την τενχολογία και τη σχέση της με την παγκόσμια οικονομία (βλέπε πίνακα 8.2).

ΠΙΝΑΚΑΣ 8.2.

Μια τυπολογία της τεχνολογίας και των σχεδίων εξέλιξης του απλού λαού

ΤΟΠΙΚΗ ΧΡΗΣΗ
ΜΗ ΤΟΠΙΚΗ ΧΡΗΣΗ

ΧΑΜΗΛΗ Ή

ΤΟΠΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Σχέδιο Ladakh

Μηχανικά σχέδια

τύπου Grandhi
- Ξυλουργική του Hrikol

- Βραζιλιάνικοι ξηροί καρποί

- Εναλλακτική παραγωγή

χαρτιού

ΥΨΗΛΗ Ή ΜΗ

ΤΟΠΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
- Σχέδιο αναεπιλογής

κατά Haitian

- Σχέδιο ραδίου του

Shuar

- Δυτικά ιατρικά πρότυπα
- Φαρμακευτική παραγωγή

- Ενδογενή μέσα

Η απλούστερη μορφή σχεδίου ανάπτυξης του απλού λαού έχει σαν συνέπεια την κατώτερη τεχνολογία για τοπική χρήση. Ένα παράδειγμα του Trombe που χρησιμοποιήθηκε στο σχέδιο του Ladach στην περιοχή του μικρού Θιβέτ στο Νεπάλ.

Κατασκευασμένο από ένα διπλό γυάλινο στρώμα προσκολλημένο σε έναν τοίχο κατασκευασμένο από πέτρες της περιοχής και τούβλα, το τείχος του Trombe έχει το πλεονέκτημα του ηλιόλουστου κλίματος της περιοχής για να εξασφαλίζει ένα σύστημα παθητικής ηλιακής θέρμανσης. Επειδή χρησιμοποιούνται οι τοπικές πηγές, ο τοίχος δεν δημιουργεί σχέσεις εξάρτησης στον έξω κόσμο και διακόπτει την εξάρτηση από καύσιμα όπως ο γαιάνθρακας. Η γλωσσολόγος και ακτιβίστρια ανάπτυξης Helena Norberg-Hodge αποκαλεί το σχέδιο παράδειγμα αντιανάπτυξης, στο οποίο οι τοπικές πρωτοβουλίες χρησιμοποιούνται σαν στηρίγματα επιλογής.

Στην Ινδία υπάρχουν πολλά προγράμματα παρόμοιας μορφής, που εμπνέονται από τους Gandhi. Ενώ οι Gandhi είχαν σχολιαστεί από τους αριστερούς επειδή ήσαν πολιτικά αφελείς και ανίκανοι να οργανώσουν επιτυχώς την πλατιά κλίμακα προγραμμάτων μακρο-ανάπτυξης, ήταν πολύ επιτυχημένοι στο σχεδιασμό ενός πλήθους προγραμμάτων εξέλιξης του απλού λαού. Για παράδειγμα ένα πρόγραμμα του λαού στην Ινδία, δίνει μια τοπικά ελεγχόμενη λύση στο πρόβλημα του νερού.

Η αυξημένη χρήση των ηλεκτρικών αντλιών είχε μειώσει το επιτραπέζιο νερό και οι δεξαμενές υψηλής τεχνολογίας φέρνουν μαζί τους πολλά προβλήματα, μεταξύ των οποίων το χάσιμο γης και τοπικού ελέγχου. Ωστόσο, οι χωρικοί έλυσαν το πρόβλημά τους με το νερό, δημιουργώντας μια σειρά μικρών νερολάκκων που δίνουν τοπική είσοδο στο νερό κατά την ξηρασία.

Ένα άλλο παράδειγμα από το σχέδιο που είναι εμπνευσμένο από τους Gandhi, το οποίο χρησιμοποιεί την τοπική τεχνολογία για τοπική χρήση, είναι ένα από τα πολλά σχέδια που προαναφέρθηκαν ως Shri AMM Murugappa Chettiar Research Center (MCRC) στη Nadra. Οι ερευνητές του κέντρου, όπως ο μηχανικός C.V. Sesheradri, οδηγούνται από τις διδασκαλίες του Gandhi, οι οποίες έδιναν έμφαση σε μη βίαιους τρόπους ζωής αγκυροβολημένους σε αγροτικές κοινότητες.

Ένα από τα σχέδιά τους ορίζει μια χαμηλής τεχνολογίας λύση στο πρόβλημα των αγροτών Ινδιάνων για την έλλειψη της βιταμίνης Α, που οδηγεί σε πολυάριθμες περιπτώσεις οφθαλμολογικών προβλημάτων και ακόμα σε πολυάριθμες περιπτώσεις που προκαλούν τύφλωση. Η σίγουρη λύση στο πρόβλημα ήταν να γυρίσουν σε διεθνείς φαρμακευτικές εταιρείες και να εισάγουν τις απαιτούμενες βιταμίνες.

Ωστόσο, για κάποιους λόγους, η λύση δεν είναι πάντα ικανοποιητική: τα αποθέματα φαρμάκων δεν είναι πάντα κατάλληλα για τους ανθρώπους, οι εταιρίες συχνά κάνουν πειράματα σε ζώα (το οποίο οι Gandhi θεωρούν απάνθρωπο) και το ακριβό κόστος εισαγωγής των προϊόντων τους κάνει το κράτος περισσότερο εξαρτημένο από τις διεθνείς εταιρίες και τις αγροτικές κοινότητες πιο εξαρτημένες από την Ινδική Κυβέρνηση.

Το MCRC βρήκε έναν εύκολο και αποτελεσματικό τρόπο ώστε οι οικογένειες να καλλιεργήσουν φύκια σε κάδους στις αυλές τους. Ένα διαιτητικό συμπλήρωμα από φύκη εξασφαλίζει αρκετή βιταμίνη Α, για να υπερνικήσει την έλλειψη. Οι κάδοι μπορούν να κατασκευαστούν από εγχώρια υλικά ή από τσιμέντο προμηθευόμενο από την κυβέρνηση. Σε άλλη περίπτωση το σύστημα είναι μια επαρκής πηγή βιταμίνης Α, που δεν βλάπτει την τοπική οικολογία ή δεν απαιτεί σχέσεις εξάρτησης με τον εξωτερικό κόσμο.

Ένας δεύτερος τύπος προγραμμάτων ανάπτυξης του απλού λαού περιλαμβάνει εξωτερικά υψηλή τεχνολογία για τοπική χρήση. Πολλά ιατρικά προγράμματα προσαρμόζονται σ' αυτή την κατηγορία. Ένα παράδειγμα έιναι το σχέδιο ανάπτυξης για το Shuar του Ισημερινού.

Μια επιχορήγηση $40.000 από την "Cultural Survival" ("Πολιτιστική Επιβίωση") βοήθησε το Shuar του Ισημερινού να αποφύγει να εγκλωβιστεί στο ισπανόγλωσσο εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα, χρησιμοποιώντας ραδιόφωνα, για να αναπτύξουν την εκπαίδευση στη διάλεκτο του Shuar από την πλευρά ενός κατοίκου του Shuar.

Σε πολλές περιπτώσεις οι ιθαγενίς χρησιμοποιούν video για να καταγράψουν τελετουργίες και γεγονότα και έτσι να διατηρήσουν την κουλτούρα τους και σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν το δικό τους χρόνο στο τοπικό ραδιόφωνο ή την τηλεόραση. Ένα διαδεδομένο παράδειγμα μη τοπικής τεχνολογίας για εγχώρια χρήση είναι το πρόγραμμα αναδάσωσης της Αϊτής, καθοδηγούμενο από τον ανθρωπολόγο Gerald Murray ([1987] 1989).

Χρησιμοποιώντας τις γνώσεις του στην οικολογία, στην εθνική πολιτική, στην αγροτική οικονομία της Αϊτής, σχεδίασε ένα επιτυχές πρόγραμμα αναδάσωσης, που επέτρεψε στους χωρικούς να αποφασίζουν από μόνοι τους για τη σπορά και τη συγκομιδή των δέντρων τους.

Κατατάσσω το σχέδιο περισσότερο σαν μη τοπικό υψηλής τεχνολογίας, παρά σαν τοπικό χαμηλής τεχνολογίας, γιατί οι σπόροι ήσαν ειδικού τύπου που έπρεπε να παρασκευαστούν σε φυτώριο, ωστόσο, αφού τα δέντρα φυτευθούν, μπορούν να μετατραπούν σε τοπικούς επαρκείς φυσικούς πόρους.

Ενώ τα προηγούμενα προγράμματα αναδάσωσης είχαν μεγάλες αποτυχίες, αυτό το πρόγραμμα εξελίχθηκε να είναι πιο επιτυχημένο από ό,τι και ο ίδιος ο Murray είχε αρκετά οραματιστεί. Για παράδειγμα, ο Murray διάλεξε δέντρα για ξυλεία που αναπτυσσόταν γρήγορα, έτσι ώστε να μπορέσουν μέσα σε τέσσερα χρόνια να καλύψουν τις ανάγκες σε καυσόξυλα και κατασκευαστικά υλικά. Τα δέντρα επανέφεραν θρεπτικά συστατικά στο έδαφος και το φυτώριο ανέπτυξε έναν ακόμα μικρότερο μικρο-σπόρο, που θα μπορούσε να αντικαταστήσει το ογκωδες σακίδιο των μικροσπόρων που χρησιμοποιούνταν προηγουμένως.

Η μέθοδος φύτευσης επέτρεψε περισσότερο τη φυσική αντιπαράθεση δέντρων και σπαρτών παρά την παράδοση μιας περιοχής μόνο σε δέντρα και αυτή η ρύθμιση είχε σαν συνέπεια μεγαλύτερη εξασφάλιση σοδειάς για τους χωρικούς. Ωστόσο, ενώ αυτοί οι τεχνικοί παράγοντες ήταν σημαντικά στοιχεία για την επιτυχία του προγράμματος, το "κλειδί" ήταν ότι ο έλεγχος για τις αποφάσεις σχετικά με το φύτεμα και τη συγκομιδή παραχωρήθηκε στους χωρικούς. Αφού ανακάλυψαν τα οφέλη του προγράμματος, πολλοί χωρικοί εντάχθηκαν σε αυτό.

Ένας τρίτος τύπος προγράμματος ανάπτυξης του απλού λαού περιλαμβάνει αναπτυσσόμενη τοπική τεχνολογία για την εθνική ή παγκόσμια οικονομία.

Ένα από τα σχέδια του MCRC ήταν να αναπτύξει μια επαρκή εναλλακτική λύση για τη χρησιμοποίηση πολτού ξύλου σαν πηγή χαρτιού. Τα προϊόντα χαρτιού προέρχονταν πρωταρχικά από δέντρα μαλακού ξύλου, τα οποία αφθονούν στις βόρειες χώρες του βόρειου ημισφαιρίου (Καναδά, Σουηδία κ.λπ.) αλλά σπανιότερα στην Ινδία. Σαν αποτέλεσμα, η χώρα έχει ένα σοβαρό έλλειμμα χαρτιού. Για την κατασκευή χαρτιού το MCRC πειραματίστηκε με την παραγωγή δέντρων μεταξιού και βάμβακος, τα οποία βγάζουν μια φλούδα η οποία μπορεί να συλλεχθεί χωρίς να καταστρέψει το φυτό. Η φλούδα προέρχετια από κυτταρίνη και μπορεί να αναχθεί σε χαρτί. (Το MCRC έχει αναπτύξει άλλες εναλλακτικές λύσεις για χαρτί, για παράδειγμα η επιχειρηματική κάρτα που μου έδωσε ο C.V. Seshandri ήταν φτιαγμένη από πλαστικό που προερχόταν από αλκοόλη ζαχαροκάλαμου).

Διάφορα προγράμματα ανάπτυξης του απλού λαού εμπίπτουν σ' αυτή την κατηγορία. Για παράδειγμα οι Irula στην Ινδία ανέπτυξαν ένα αγρόκτημα με φίδια και πουλούν το δηλητήριο σε εργοστάσια για να φτιάξουν αντίδοτο. Το Huichol στο Μεξικό, με τη βοήθεια ενός ανθρωπολόγου και ενός δασολόγου, ανέλαβε την εκχώρηση ξυλείας που ελάττωσε τα καλύτερα δέντρα της φυλής και ξεκίνησν τη δική τους βιομηχανία ξύλου. Ο Clay γράφει: "ενθάρρυναν επιπλέον την αναδάσωση κόβοντας επιλεκτικά τα κατεστραμμένα και άρρωστα δέντρα" (1989: 55).

Ίσως εκείνο που αποκόμισαν καλύτερα από αυτά τα προγράμματα ήταν να αναπτύξουν ένα βραζιλιάνικο καρπό ανταγωνιστικό στον Αμαζόνιο, που εμπορεύεται τους καρπούς στις δυτικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της παγωτοβιομηχανίας Ben & Jerry που φτιάχνει τώρα μια γεύση γνωστή ως Rainforest Crunch.

To Body Shop είναι ένα άλλο παράδειγμα της πρώτης στον κόσμο ετιαρίας που βοηθάει να δημιουργηθεί ένα αίτημα για προϊόντα τοπικών δασών, και η εταιρία δούλεψε με την Cultural Survival για να εκπαιδεύσει τους καταναλωτές όχι μόνο για τα τροπικά δάση του κόσμου αλλά ακόμα τους ιθαγενείς στους οποίους ανήκουν πολλά από τα δάση.

Δημιουργώντας συνδετικούς κρίκους ανάμεσα σε εγχώριες επιχειρήσεις και εθνικές και παγκόσμιες αγορές, οι ακτιβιστές ελπίζουν να δημιουργήσουν οικονομικά κίνητρα για να προστατέψουν τα τροπικά δάση και το φυσικό περιβάλλον από τους ιθαγενείς. Εάν οι εθνικές κυβερνήσεις μπορούσαν να πειστούν ότι παραδείγματος χάριν ένα δάσος είναι οικονομικά πιο πολύτιμο από ένα κτηνοτροφικό κτήμα, τότε οι πιέσεις στους κατοίκους των δασών θα είχνα μετριαστεί.

Ταυτόχρονα, οι νεο-εξαγωγικές ανατολικές εταιρίες επιτρέπουν στους ιθαγενείς να αρχίσουν να απολαμβάνουν την αυτάρκεια μέσα από οικονομική αυτοανάπτυξη σύμφωνα με τους παραδοσιακούς τρόπους ζωής τους, περισσότερο από ότι να πιεστούν σε εργοστάσια και κτηνοτροφεία σαν εργάτες με ημερομίσθιο.

Ωστόσο, υπάρχουν κίνδυνοι σ' αυτή την προσέγγιση. Αναλογιστείτε την ακόλουθη πιθανότητα. Τα ακτιβιστικά προγράμματα να είναι τόσο επιτυχή, ώστε η παγκόσμια καταναλωτική συνείδηση να δημιουργήσει τεράστιες απαιτήσεις για προϊόντα τροπικών δασών.

Πολλές ετιαρίες, όχι τόσο προοδευτικές όσο το Body Shop ή η "Ben & Jerry's", αποφάσισαν να κάνουν τα τροπικά δάση πράσινα. Τα Mac Donald's φτιάχνουν χάμπουργκερ με βραζιλιάνικους καρπούς, η Kellog's φτιάχνει granola από βραζιλιάνικους καρπούς, και η Skippy φτιάχνει βούτυρο από καρύδια. Στην αναζήτηση των οφελών, οι βραζιλιάνικοι συνετιαρισμοί και επιχειρήσεις έχουν παραμεριστεί για συστήματα χρεους δουλοπαροικιών και γυρνάμε πίσω στις μέρες των tapper από καουτσούκ.

Ο Αμαζόνιος υφίσταται άλλον ένα από τους κύκλους ακμής του, αυτή τη φορά περισσότερο από τους μεγιστάνες των βραζιλιάνικων καρπών παρά από τους μεγιστάνες του καουτσούκ. Ακόμα, οι ετιαρίες βρίσκουν έναν τρόπο να βιοκατασκευάσουν βραζιλιάνικους καρπούς ή να τους αναπτύξουν σε φυτείες της Ασίας και αναμιγνύουν αυθεντικούς βραζιλιάνικους καρπούς από τον Αμαζόνιο με ποικιλίες ασιατικών φυτοανεπτυγμένων και βιοκατασκευασμένων, εργαστηριακά αναπτυγμένων κυττάρων. Έτσι, όπως η οικονομία της περιοχής του Αμαζονίου κατέρρευσε, όταν οι Βρεττανοί έκαναν λαθρεμπόριο σε καουτσουκόδεντρα και ανέπτυξαν φυτείες στην Ασία, έτσι οι επιχειρήσεις βραζιλιάνικων καρπών χρεωκόπησαν.

Το σενάριο θα μπορούσε να ακουστεί αστείο, αλλά δεν είναι απίθανο. Γι' αυτό το λόγο, νομίζω ότι το σενάριο για την ανάπτυξη του παλού λαού πρέπει να εξετάσει άλλες επιλογές.

Ο τέταρτος τυπος ανάπτυξης του απλού λαού είναι η υψηλή τεχνολογία που εξασφαλίζει εισόδημα από την εξαγωγή. Τα δυο βασικά παραδείγματα τώρα είναι τα τοπικά πραγόμενα μέσα για το εξωτερικό και η φαρμακευτική έρευνα που "θερίζει" τροπικά φυτά για ελέγχους για ενδεχόμενη χρήση σαν φάρμακα. Αυτή τη στιγμή οι ραδιοφωνικοί και οι τηλεοπτικοί σταθμοί των Αυστραλιανών ιθαγενών είναι από τις περιπτώσεις παραγωγής μέσων που ελέγχονται από τους ιθαγενείς αλλά καταναλώνονται από έναν ευρύτερο πληθυσμό.

Στην Κεντρική Αυστραλία οι ιθαγενείς λειτουργούν έναν από τους σταθμούς που ακούγονται περισσότερο στη βόρεια περιοχή και ελέγχουν επίσης έναν τηλεοπτικό στθμό που εκπέμπει σε έξι γλώσσες ιθαγενών και στα Αγγλικά. Στη Βόρεια Αμερική τα "ντόπια" μέσα αμερικάνικης παραγωγής είναι τώρα διαθέσιμα μέσα από λίγα πρακτορεία ενοικιάσεων, ωστόσο για εκπαιδευτικούς γενικά λόγους αυτή τη φορά.

Η τοπική τέχνη και μουσική είναι ένα σχετικό παράδειγμα μιας παρέμβασης τύπου υψηλής τεχνολογίας, που εξάγεται για μη τοπική κατανάλωση. Η δημιουργία της παγκόσμιας μουσικής έφερε την τοπική μουσική σε διάκριση σε μουσικά καταστήματα στα κύματα αέρος. Επίσης, μερικοί ιθαγενείς μετέφεραν τις καλλιτεχνικές παραδόσεις τους στα μέσα της σύγχρονης τέχνης, όπως ακρυλικές μπογιές, και έτσι η δουλειά τους μπήκε σε κυκλοφορία στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή.

Η παραγωγή τοπικών φιλμ, βίντεο, μουσικής και τέχνης μη τοπικής κατανάλωσης είναι πιθανό να έχει σα συνέπεια περίπλοκες διαπραγματεύσεις, τόσο ανάμεσα στους ιθαγενείς και κοσμοπολίτικους κόσμους όσο και μέσα στις ιθαγενείς κοινωνίες. Ο ανθρωπολόγος Terence Turner (1922) σημειώνει ότι για τους Kayaro ο ρόλος του φωτογράφου μπορεί να τους οδηγήσει σε μια ισχυρή θέση ως διαχειριστές της τέχνης, και θα μπορούσε να είναι ένας δρόμος για τους φιλόδοξους ανθρώπους να προχωρήσουν σε ηγετικές θέσεις.

Έτσι, μερικοί μελετητές κατέκριναν τα τοπικά μέσα μαζικής ενημέρωσης και την τοπική τέχνη, ότι πουλούσε τοπικές παραδόσεις και διακινδυνεύουν να σφετεριστούν αυτό το παγκόσμιο σύστημα. Αυτές οι επικρίσεις, όπως επισημαίνει ο Turner, δεν θα έπρεπε να γίνουν πιστευτές, γιατί μπορεί να οδηγούσαν σε συντηρητικά μετρα, που θα περιόριζαν τα δικαιώματα των ιθαγενών να έχουν πρόσβαση σε κοσμοπολίτικες τεχνολογίες και αγορές.

Όπως συζητήθηκε στην προηγούμενη παράγραφο, η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων από τοπικά φυτά θα αποδώσει μόνο αν συνοδεύεται από τιμητικές ρυθμίσεις και προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων των ιθαγενών. Η δημιουργία κατευθυντήριων γραμμών κι η ανάπτυξη διεθνών κανόνων για τα πνευματικά δικαιώματα είναι τα πρώτα βήματα. Αφού ληφθούν αυτά τα μέτρα, οι ιθαγενείς θα ήταν επίσης ικανοί να εκπαιδευτούν στην επιστήμη και την τεχνολογία, γεγονός που θα τους επέτρεπε τελικά να μπορούν να παράγουν τα δικά τους φάρμακα και καλλυντικά.

Εν κατακλείδι, η επιτυχής ανάπτυξη του λαού στην παγκόσμια οικονομία θα συνεπάγται τοπικό έλεγχο της τοπικής τεχνολογίας αλλά και της παραγωγής της. Οι ιθαγενείς δεν θα πρέπει να θεωρούνται απλοί εφαρμοστές των φαρμακολογικών γνώσεων ή θεμάτων για εξωτικά φιλμ και μουσική, αλλά κυρίως αυτοί να ελέγχουν τους σκοπούς της παραγωγής τους.

Θα μπορούσα να πάω ακόμα πιο μακριά για να συζητήσω ότι ένας μακροπρόθεσμος σκοπός της ανάπτυξης του λαού θα ήταν η ανάπτυξη πανεπιστημίων ελεγχόμενων από τους ιθαγενείς, τα οποία θα μπορούσαν να τους εκπαιδεύσουν ώστε να επιτηρούν την παραγωγή σε επίπεδα υψηλής τεχνολογίας, θα επιθυμούσα αυτή την επιλογή.

Είναι εμφανές ότι δεν μιλάω για θεσμούς τους οποίους δεν θέλουν οι ιθαγενείς. Μάλλον υποστηρίζω τη βοήθεια στις προσπάθειες των ιθαγενών να αναπτύξουν τα υψηλότερα εκπαιδευτικά συστήματα και τις συνεταιριστικές επιχειρήσεις. Ο σκοπός θα ήταν ουτοπικός, αλλά ήδη υπάρχουν κολλέγια στις Η.Π.Α. κι θα ήταν ένα τεράστιο βήμα να αναπτύξουν τα τοπικά ελεγχόμενα μέσα και τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις από τα τοπικά κολέγια. Μόνο μέσω ελέγχου από υψηλή εκπαίδευση και τεχνολογία μπορούν οι ιθαγενείς και άλλες αγροτικές κοινότητες να έχουν μια ευκαιρία για πρόσβαση στις πνευματικές και οικονομικές πηγές, πρέπει να ελέγξουν, να προστατέψουν και να διατηρήσουν τα εδάφη και τους πολιτισμούς τους, καθώς και να αντισταθούν στις εθνικές και οικολογικές δυνάμεις που τους περιτριγυρίζουν.

Παράρτημα

Για τα βασικά κείμενα των Αμερικανών εξελικτικών ανθρωπολόγων του 20ου αιώνα, βλέπε White (1949, 1987), Steward (1955) & Sahlins & Servce (1988). Δείτε επίσης τη συζήτηση του Harris για τους White και Steward και τα σχετικά σχήματα καθώς και την υπεράσπιση του ίδιου για τον “πολιτιστικό υλισμό” στο Harris (1968). Για την Ερμηνευτική Ευελιξία δείτε το Εμπειρικό Πρόγραμμα του Σχετικισμού (Collins 1985) και τον απολογισμό για την “στροφή στην τεχνολογία” στο STS (Woolgar, 1991). Για μια γενική αξιολόγηση σχετικά με την επίδραση των προγραμμάτων ανάπτυξης στους ιθαγενείς και για κάποιες από τις αντιδράσεις τους, δείτε Burger (1987) και για το κίνημα Chipko, Shiva (1989: 67-77). Σχετικά με τη διάθεση των εδαφών των ιθαγενών για πυρηνική δοκιμή, δείτε Dibblin (1988), Nietschmann και Lebon (1987) και Kiste (1987). H Αμερικανική δοκιμή στο Νότιο Ειρηνικό Ωκεανό είναι ένα μόνο παράδειγμα ιθαγενών από ολόκληρο τον κόσμο που έχουν υποφέρει από την πυρηνική δοκιμή. Δείτε επίσης Gusterson (n.d.) για επιστήμονες πυρηνικών όπλων. Σχετικά με το σχέδιο για την βόρεια περιοχή της Αλάσκα, έχω λάβει υπόψη μου τον Condon (1989). Για την επίδραση των υδροηλεκτρικών έργων, δείτε το ειδικό τεύχος του Cultural Survival Quarterly (1988), τόμος 12, Νο 2, καθώς και τους Chernela (1988) και Lawson (1982). Για μια γενική συζήτηση σχετικά με το εθνογραφικό φιλμ, τα ΜΜΕ των ιθαγενών, και τις περιπλοκές της πολιτιστικής μεσολάβησης δείτε Ginsburg (1992, 1994). Για το Kayapo και τα ΜΜΕ δείτε Turner (1991, 1992) και τα φιλμ The Kayapo of Corotire και The Kayapo: Out of the Forest, με παραγωγό και σκηνοθέτη τον Michael Beckham (Disappearing World Series της Grenada TV, αντίστοιχα το 1987 και 1989).

Σχετικά με τους Inuit δείτε το Magic in the Sky, σκηνοθετημένο από τον Peter Raymont (Εθνική Επιτροπή ταινιών του Καναδά, 1991). Δείτε επίσης τις συζητήσεις στην εφημερίδα “Οπτική ανθρωπολογία”.

Για τους Iroquois, τους Kinzua Dam και άλλες επιδρομές στις περιοχές τους, δείτε Hauptman (1986). Για τον πολιτικό μηχανικό και ουτοπιστή Arthur Morgan, δείτε Talbert (1987) και για τα δημόσια έργα του μεγιστάνα Robert Moses, δείτε Caro (1974). Για τους Hydro-Quebec εκεί υπάρχει τακτική κάλυψη στις New York Times και Albany Times Union, καθώς και σε μερικά περιοδικά. Για μια λεπτομερειακή συζήτηση για τους Hydro-Quebec στο γενικό πλαίσιο της πολιτικής του περιβάλλοντος της πολιτείας της Νέας Υόρκης, δείτε τη διατριβή από το φοιτητή μου Kenneth Croes (1994).

Σχετικά με την ιδέα του τεχνολογικού στίγματος δείτε Ellison (1978). Για την συζήτηση της πολιτικής προϊστορίας της Οικολογικής Επανάστασης, έχω βασιστεί στους Anderson και Morrison (1982) και στον Anderson (1991), με κάποια υποστήριξη από τους DeWalt και Barkin (1987) στο Μεξικό. Για τη σχέση μεταξύ του γένους και της αυξανόμενης φτώχειας, δείτε τους Lipton και Longhurst (1989). Δείτε Shiva (1989) για μια γενική συζήτηση φεμινιστικών και οικολογικών θεμάτων που σχετίζονται με την Οικολογική επανάσταση, και δείτε Nanda (1991) για μια κριτική ανάλυση του Shiva. Για την απώλεια της γενετικής ποικιλίας δείτε το εκπαιδευτικό φιλμ Seeds of Tomorrow (παραγωγής WGBH για τις Nova Series, 1985).

Για το Shri AMM Murugappa Chettiar Research Centre και βιοδυναμική κηπουρική, δείτε Seshagiri και Chitra (1983). Για τους μη διασταυρωμένους σπόρους και για την ικανότητα να συνδυάσουμε την Οικολογική επανάσταση με τοπικές και παραδοσιακές γεωργικές συνήθειες, δείτε Nanda (1991).

Για τους Vicos, δείτε Hlmberg et al (1965), Doughty (1987) και για τις αδικίες γενιών, δείτε Babb (1985). Για μια μελέτη των δυσκολιών του πολιτικού συνασπισμού που εμπλέκεται στην οροθεσία της γης και της βιόσφαιρας δείτε Chernela (1990), Ehrenreich (1990) και Jahnige (1989). Για μια εκτίμηση των φεμινιστικών απόψεων σχετικά με τις εξελικτικές ιδεολογίες, δείτε Warren και Bourque (1991). Για μια εισαγωγή στις γυναίκες και στην εξέλιξη της λογοτεχνίας δείτε Tinker (1990). Για μια αξιολόγηση των λαϊκών αναπτυξιακών προγραμμάτων, δείτε “Grassroots Economic Development”, ένα ειδικό τεύχος του Cultural Survival Quarterly (1987), τόμος 11, Νο 1. Αυτό το τεύχος περιέχει περιλήψεις και αναφορές των προγραμμάτων που παραπέμπονται στους Irulu, Huichol, Ladaknis και Shuar. Για πρόσθετα παραδείγματα στο γενικό πλαίσιο της κατάλληλης τεχνολογικής δράσης, βλέπε Pacey (1983: Κεφ. 8, 1990: κεφ. 11). Για την προϊστορία του Trombe Wall και Ladakn Project, τώρα της διεθνούς κοινωνίας για οικολογία και πολιτισμό, δείτε Norberg-Hodge (1991). Το σχέδιο της κατασκευής τοπικών νερόλακκων είναι βασισμένο στο βίντεο We can solve it, που παρουσιάζεται από τον Ashvin Shab στην Πολυτεχνική Σχολή Rensselaer, για τη σύσκεψη “Μη-δυτικές προοπτικές για το περιβάλλον: Η τρίτη (σχετική) σύσκεψη Επιστήμη και Τεχνολογία”, Απρίλιος 1993. Για τους δημοσιευμένους καταλόγους του Shri AMM Murugappa Chettiar Research Centre γράψτε στη διεύθυνση Tharamani, Madrass 600113, Ινδία. Δες επίσης την Ινδική εφημερίδα ΡΡSΤ Bulletin (για των ανθρώπων την Πατριωτική Επιστήμη και Τεχνολογία).

Για τα Αυστραλιανά γηγενή προγράμματα των ΜΜΕ δείτε Fry και Willis (1989), Ginsburg (1992) και Michaels (1986). Τα ελεγχόμενα ΜΜΕ των ιθαγενών όπως το ραδιόφωνο, και οι τηλεοπτικοί σταθμοί έχουν την τάση να απορροφούνται από μη ιθαγενείς ακροατές και σαν αποτέλεσμα αυτή η τεχνολογία μπορεί να ταξινομηθεί στην δεύτερη και τέταρτη κατηγορία. Σχετικά με τη γηγενή τέχνη δείτε, Benjamin (1990) και για έναν πιο γενικό προβληματισμό για την γηγενή τέχνη και την (υποδοχή της) δείτε Myers (1992), δείτε επίσης την εφημερίδα Studies in the Anthropology of Visual Communication. Για γενικές εισαγωγές, σε κινήματα αντίστασης, δείτε Moore (1978), Piven και Cloward (1977) και Scott (1990). O Scott (1985) συζητάει επίσης την αντίσταση στο γενικό πλαίσιο της Οικολογικής επανάστασης μεταξύ των Μαλαισιανών χωρικών. Ο Hill (1988) θίγει (δι’ ολίγων) το θέμα της αντίστασης στο γενικό πλαίσιο της τεχνολογίας και ο Wright (1991) περιγράφει λεπτομερώς την ιδέα της καταστολής των τεχνολογιών για εθνικές κοινωνίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου