Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Η ΕΘΝΟΓΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΜΗ ΔΥΤΙΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ



ΑΛΛΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ
ΠΡΑΞΗΣ: Η ΕΘΝΟΓΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΜΗ ΔΥΤΙΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ



[Κεφαλαίο 7]

David J. Hess


Γιατί να μελετούμε τα γνωσιολογικά συστήματα αντί για τις μοντέρνες, κοσμοπολίτικες επιστήμες και τεχνολογίες; Ένα είδος απάντησης βλέπει το θέμα από μια θεωρητική άποψη: μελετώντας τα συστήματα γνώσης άλλων πολιτισμών, καθίσταται πιο εύκολο να δούμε τις πιθανότητες και τους περιορισμούς στους τρόπους με τους οποίους το ανθρώπινο μυαλό οργανώνει τον κόσμο. Άλλα συστήματα γνώσης μπορούν να παράσχουν νέους τρόπους σκέψης σχετικά με παλιά επιστημονικά προβλήματα, ή μπορούν να δημιουργήσουν καινούργια προβλήματα και να προτείνουν νέες μεθόδους και θέματα για αναζήτηση πληροφοριών. Ένα δεύτερο είδος απάντησης είναι πιο πραγματικό; η κατανόηση των συστημάτων γνώσης άλλων πολιτισμών μπορεί να βοηθήσει τα μέλη των πολιτισμών αυτών να αντισταθούν στον αποικισμό, είτε στο ιδεολογικό ή στο πολιτικό και οικονομικό πεδίο. Π.χ., με το να κατανοήσουμε την πολυπλοκότητα των τοπικών και γηγενών αγροτικών και βοτανικών γνώσεων, γίνεται πιο εύκολο να αντισταθούμε στις ιδεολογίες των προαναπτυξιακών ομάδων (όπως οι τριτοκοσμικές καταστάσεις και ιεραποστολές) οι οποίες επιθυμούν να “εκπολιτίσουν” τις μη Δυτικές κοινωνίες. Επιπλέον, με το να μελετούμε τη μη Δυτική γνώση της φύσης πιθανόν να μπορέσουμε να εδραιώσουμε μια καλύτερη θέση εναντίον των αναπτυξιακών προγραμμάτων, τα οποία θα κατέστρεφαν ανεπανόρθωτα τις φυσικές πηγές όπως τα τροπικά δάση. Το κεφάλαιο αυτό θα εστιαστεί σε δύο μορφές μη Δυτικών γνώσεων και τεχνολογιών: αυτές που αφορούν τη γνώση για τη φύση γενικά και αυτές που σχετίζονται με τη μη Δυτική φαρμακευτική.

Οι Εθνογνώσεις

Άλλα γνωσιολογικά συστήματα μπορούν να χωριστούν σε περίπου δύο ομάδες: σ’ αυτές τις εγγράμματες παλαιοκοσμικές κοινωνίες και στις νεοκοσμικές και γηγενείς παλαιοκοσμικές κοινωνίες. Η πρώτη ομάδα καλύπτει τις επιστήμες των αρχαίων και μεσαιωνικών παλαιοκοσμικών αυτοκρατοριών: Βαβυλώνιους, Έλληνες, Ρωμαίους, Αιγύπτιους, Μουσουλμάνους, Ινδούς, Κινέζους, κλπ. Όπως με επιχειρήματα έχω αποδείξει, μια αναπτυσσόμενη μορφωτική ομάδα υπονοεί ότι για μια χιλιετία ο παλαιός κόσμος έσφυζε από μεταδόσεις οι οποίες ακολουθούσαν το δρόμο του εμπορίου και της κατάκτησης. Επειδή ανάμεσα στις παλαιοκοσμικές κοινωνίες υπήρχε πολύ μεγάλη ανταλλαγή, δεν είναι ποτέ ξεκάθαρο εάν θα πρέπει να θεωρηθούν ως διάφορα είδη ενός μοναδικού συστήματος ή σαν διαλεγμένες τοπικές γνώσεις (στην πραγματικότητα, οι απόψεις αυτές είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος). Γι’ αυτούς τους λόγους οι ανθρωπολόγοι οι οποίοι ψάχνουν για την μεγαλύτερη πολιτισμική απόκλιση από τη μοντέρνα επιστήμη και τεχνολογία έλκονται συνήθως πιο πολύ από τα γνωσιολογικά συστήματα των κοινωνιών του Νέου Κόσμου ή από τις μακρινές, γηγενείς κοινωνίες του Παλαιού Κόσμου.

Υπάρχουν πολλοί προσδιορισμοί των όρων ντόπιες ή γηγενείς κοινωνίες, αλλά ο προσδιορισμός του Διεθνούς Συμβουλίου για τις γηγενείς κοινωνίες ενσωματώνει δύο βασικές ιδέες: είναι οι προγενέστεροι ιδιοκτήτες της γης και έχουν σαφή γλώσσα και πολιτισμό (Μπέργκερ 1987-1988). Συνεπώς, η έννοια του γηγενούς ή ντόπιου είναι σχετική· Οι ντόπιοι λαοί καλλιεργούσαν τη γη νωρίτερα από τους άλλους λαούς οι οποίοι τώρα μοιράζονται ή διεκδικούν τα προηγούμενα εδάφη τους, και η γλώσσα και η κουλτούρα τους είναι σχετικά σαφέστερες από αυτές των άλλων λαών. (Θα χρησιμοποιήσω τον όρο Ντόπιος με κεφαλαίο γράμμα για να τοποθετήσω τους λαούς στο ίδιο επίπεδο με τους Ευρωπαίους, τους Ασιάτες κλπ.). Η άλλη εθνολογική ομάδα ή ομάδες συνήθως συμπεριλαμβάνουν την εθνική ή κοσμοπολίτικη κοινωνία, η οποία από μόνη της συχνά χωρίζεται σε επικρατέστερες ομάδες (όπως οι Αμερικάνοι Ευρωπαϊκής καταγωγής) και μη γηγενείς αλλά μειονοτικές εθνολογικές ομάδες (όπως οι Αμερικανικής καταγωγής Αφρικανοί σκλάβοι). Με μερικές εξαιρέσεις (όπως η Γροιλανδία, όπου οι μη γηγενείς λαοί έχουν το δικό τους εθνο-κράτος), επικρατέστερες εθνολογικές ομάδες της εθνικής κοινωνίας ελέγχουν το κράτος, μοιραζόμενες συνήθως την εξουσία με άλλες εθνολογικές ομάδες. Αντίθετα, οι γηγενείς λαοί έχουν σχετικά μικρότερο λόγο στις αποφάσεις που παίρνονται από το εθνοκράτος. Σε χώρες ανά τον κόσμο οι ντόπιοι κάτοικοι συνήθως κατέχουν τη βάση της κοινωνικής πυραμίδας, με ακόμη μικρότερη πρόσβαση στις πηγές και στην πολιτική εξουσία σε σχέση με τις μη γηγενείς εθνολογικές μειονότητες.

Ο όρος εθνοεπιστήμη συνήθως χρησιμοποιείται για την περιγραφή των συστημάτων γνώσης των γηγενών λαών. Ο όρος αυτός είναι προβληματικός για πολλούς λόγους. Ιστορικά, οι ανθρωπολόγοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη εθνοεπιστήμη για την περιγραφή μιας μεθόδου ανάλυσης μη Δυτικών και παραδοσιακών συστημάτων ταξινόμησης και γνώσης. Όμως, η λέξη αυτή μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί με τον τρόπο που την χρησιμοποιώ εγώ εδώ: η εθνοεπιστήμη είναι ένας προστατευτικός όρος ο οποίος καλύπτει τη μελέτη ποικίλων μη Δυτικών συστημάτων γνώσης, όπως η εθνοαστρονομία, τα εθνομαθηματικά, η εθνοβιολογία (συμπεριλαμβανομένων των: εθνοβοτανολογία, εθνοζωολογία, και εθνοφαρμακολογία), την εθνοψυχιατρική, και την εθνοφαρμακευτική. Ένα άλλο πρόβλημα με τον όρο εθνοεπιστήμη είναι ότι όλα τα συστήματα γνώσης έχουν ριζώσει πνευματικά, και άρα ακόμη και η διεθνής φυσική δύναται να περιγραφεί ως δυτική εθνοφυσική. Τέλος, με το να εφαρμόζουμε όρους όπως, επιστήμη, αστρονομία, μαθηματικά, και βιολογία στα μη Δυτικά συστήματα γνώσης σημαίνει τη χρησιμοποίηση δυτικών κατηγοριών για να διαχωριστούν τα συστήματα γνώσης με τέτοιους τρόπους που να μπορούν να παραβιάσουν τη συμπεριφορά με την οποία αυτά τα συστήματα γνώσης διαχωρίζουν τον κόσμο. Δεδομένων όλων αυτών των προβλημάτων, προτιμώ να μιλώ “για άλλους τρόπους γνώσης και πράξης”, και χρησιμοποιώ τον όρο εθνογνώσεις σαν κάτι το λιγότερο προβληματικό και πιο προσιτό, τρόπο προστασίας του όρου.

Θεωρητικά ζητήματα στις εθνογνώσεις

Πιθανόν η πιο καλοαναπτυγμένη εκ των πεδίων των μη δυτικών συστημάτων γνώσης και τεχνολογίας να είναι η εθνοβιολογία. Το πεδίο αυτό τώρα έχει γίνει τέλειο στο είδος του και αρκετά περιοδικά ειδικότητας, συμπεριλαμβανομένου του “Περιοδικού ειδικότητας της Εθνοβιολογίας”, “Περιοδικό ειδικότητας της Εθνοφαρμακευτικής”, και “Εθνοβοτανολογίας”. Ένα μεγάλο θέμα που έχει προκαλέσει ανησυχία είναι τα μη δυτικά συστήματα ταξινόμησης φυτών και ζώων. Μια από τις πιο διαδεδομένες μελέτες είναι “Γιατί το Κοσσοβάρι δεν είναι πτηνό;” στην οποία ο ανθρωπολόγος Ράλφ Μπέλμερ μελέτησε το σύστημα ταξινόμησης των ζώων, το οποίο ονομάζεται Κάραμ, στην Παπούα, στη Νέα Γουϊνέα. Το Κασσοβάρι είναι ένα ψηλό “πτηνό” που δεν πετάει και είναι παρόμοιο με την στρουθοκάμηλο. Στο Δυτικό Λιναϊκό σύστημα ταξινόμησης, τα θηλαστικά είναι δυνατόν να έχουν φτερά (όπως οι νυχτερίδες), αλλά πρέπει να θηλάζουν τα νεογέννητα, να έχουν τρίχωμα, ή το αίμα τους να είναι ζεστό. Επομένως, το Λιναϊκό σύστημα τοποθετεί το Κασσοβάρι στην κατηγορία των πτηνών. Όμως, το Κάραμ ταξινομεί τα ζώα σύμφωνα με το αν αυτά πετάνε, ζουν στη γη, ή κολυμπούν στη θάλασσα. Επειδή όμως, το Κασσοβάρι δεν κάνει τίποτε από αυτά, έχει τοποθετηθεί σε μια ανώμαλη κατηγορία.

Θα ήταν λογικό να περιμένουμε πως η μελέτη των γηγενών συστημάτων ταξινόμησης των ζώων και φυτών θα μπορούσε να μας οδηγήσει στην κατάρρευση του Λιναϊκού συστήματος. Παρ’ όλα αυτά, το αποτέλεσμα ήταν μέχρι ενός σημείου το αντίθετο. Το Δυτικό σύστημα έχει διευρυνθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό με το να αρπάζει τη μη Δυτική τοπική γνώση και να ενσωματώνει τα άγνωστα είδη των εθνοβιολογιών στο δικό του κοσμοπολίτικο σύστημα κατηγοριών. Επιπλέον, οι μελέτες ενός μεγάλου αριθμού μη Δυτικών διαδικασιών ταξινόμησης υπονοούν ότι διάφορες κουλτούρες έχουν αναπτύξει διαδικασίες ταξινόμησης οι οποίες λειτουργούν σύμφωνα με μεθόδους που είναι παρόμοιες εάν όχι γενικές. Η ανακάλυψη της έρευνας αυτής μας οδήγησε στην ερώτηση: οι ομοιότητες μεταξύ των συστημάτων ταξινόμησης είναι το αποτέλεσμα ενός σωστά δομημένου φυσικού κόσμου ή ομοιοτήτων στον τρόπο με τον οποίο ο ανθρώπινος νους οργανώνει τον κόσμο; Η ερώτηση είναι μεταβλητή μιας παλιάς φι8λοσοφικής σκέψης σχετικά με τη φύση της ανθρώπινης γνώσης, και η απάντηση των ανθρωπολόγων φαίνεται να είναι ίδια με αυτή του φιλοσόφου Εμμανουήλ Κάντ: και τα δύο.

Ένα σχετικό πεδίο αναζήτησης πληροφοριών μελέτησε τις ομοιότητες στην ανθρώπινη ταξινόμηση των φαινομένων του φυσικού κόσμου. Για παράδειγμα, οι ανθρωπολόγοι Μπρέντ Μπέρλιν και Πωλ Κέη, έχουν αποδείξει ότι οι χρωματικές κατηγορίες στις γλώσσες σε όλο τον κόσμο τείνουν να χωριστούν σε ένα γενικό οργανωτικό πρότυπο, όσο και οι βιολογικές διαδικασίες ταξινόμησης. Για τις κοινωνίες που αναγνωρίζουν μόνο δύο κατηγορίες, τα χρώματα είναι γενικά φωτεινά (λευκά) και σκούρα (μαύρα). Στη γλώσσα των τριών χρωμάτων τα χρώματα είναι πάντα κόκκινο, λευκό και μαύρο, και στη γλώσσα των τεσσάρων χρωμάτων το πρόσθετο χρώμα είναι είτε κίτρινο είτε πράσινο. Αυτό το πρότυπο ανταποκρίνεται ως ένα σημείο στο σύστημα της αντίθετης επεξεργασίας στον εγκέφαλο, με την οποία το ορατό εξωτερικό στρώμα του εγκεφάλου επεξεργάζεται τα χρώματα σύμφωνα με το σύστημα φωτεινό/σκοτεινό, κόκκινο/πράσινο, και κίτρινο/μπλε. Φυσικά, όλα τα ανθρώπινα όντα μπορούν να δουν μια ευρεία περιοχή χρωματικών παραλλαγών, αλλά οι άνθρωποι χρειάζονται να έχουν ένα λεξιλόγιο έτσι ώστε να αναγνωρίζουν και να εννοούν τις παραλλαγές.

Οι μελέτες των μη δυτικών συστημάτων ταξινόμησης είναι ενδιαφέρουσες όχι μόνο γιατί δείχνουν τις ομοιότητες στον τρόπο με τον οποίο ο ανθρώπινος νους δομεί τον φυσικό κόσμο μέσω των μορφών κουλτούρας αλλά επίσης γιατί μας δείχνουν τις πιθανότητες για να βλέπουμε τον κόσμο από νέες οπτικές γωνίες. Ίσως το πιο διαδεδομένο παράδειγμα να είναι ο ισχυρισμός ότι οι Εσκιμώοι χρησιμοποιούν πάνω από 100 λέξεις για τη λέξη “χιόνι”. Παρά το γεγονός ότι μερικές κουλτούρες έχουν ένα πιο πολύπλοκο λεξιλόγιο σε σχέση με άλλες για φαινόμενα που έχουν μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτούς, ο ισχυρισμός σχετικά με τους Εσκιμώους και το “χιόνι” είναι αρκετά υπερβολικός. Η συζήτηση για τις λέξεις των Εσκιμώων για το “χιόνι” άρχισε με μια σύντομη αναφορά από τον ανθρωπολόγο Φράνζ Μπόα πίσω στα 1911, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι οι Εσκιμώοι είχαν μόνο 4 τύπους λέξεων. Η συζήτηση αυξανόταν συνεχώς σε σπουδαιότητα έως τη δεκαετία του ’50 όπου τα ειδικά βιβλία αναφοράς ισχυρίζονταν πως οι Εσκιμώοι είχαν πολλές λέξεις για το “χιόνι”. Μέχρι τη δεκαετία του ’70 οι αναφορές στη δημοφιλή λογοτεχνία και τα ΜΜΕ είχαν καλλιεργήσει πάνω από 100 ισχυρισμούς, και ακόμη και ένα τηλεοπτικό δελτίο καιρού ισχυρίστηκε ότι υπήρχαν πάνω από 200 λέξεις των Εσκιμώων για το “χιόνι”. Για την ακρίβεια, υπάρχουν μόνο δύο σαφείς ρίζες για το “χιόνι” σε κάθε Εσκιμώικη γλώσσα, και οι λέξεις αυτές είναι περίπου ίδιες με την ομοιότητα ανάμεσα στην “νιφάδα χιονιού” και στο “χιόνι” στα Αγγλικά.

Παρ’ όλο που η υπόθεση με τις λέξεις των Εσκιμώων για το “χιόνι” είναι λαογραφική, δεν πρέπει να μας ξεφύγει το γενικό σημείο. Οι ομάδες των ανθρώπων και των κοινωνιών τείνουν να δίνουν περισσότερη σημασία στις απόψεις του δικού τους κόσμου που είναι πιο σημαντικός γι’ αυτούς. Οι απόψεις αυτές μπορεί να είναι κοινωνικές, φυσικές, ή φιλοσοφικές. Όταν οι άνθρωποι δίνουν μεγαλύτερη σημασία σε κάτι, τείνουν να αναπτύξουν ένα πιο εξευγενισμένο λεξιλόγιο, να κάνουν τελειότερες διακρίσεις, και να παράγουν περισσότερη γνώση. Έτσι, ένα καλύτερο παράδειγμα από τους Εσκιμώους για την περίπτωση του χιονιού ίσως να είναι οι σκιέρ, οι οποίοι ξεχωρίζουν προσεκτικά εάν το χιόνι είναι τεχνητό ή φυσικό, υγρό ή σε μορφή σκόνης, πρόσφατο ή παλιό, με ή χωρίς βάση, κλπ.

Ένα άλλο παράδειγμα των διαφόρων τρόπων να δούμε τον κόσμο έρχεται από τον χώρο της εθνοαστρονομίας. Στις “Αυτοκρατορίες του Χρόνου” ο αστρονόμος Άντονι Άβενι περιγράφει πως οι Δυτικές αντιλήψεις του χρόνου άρχισαν να σχετίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό με την ακρίβεια, την τάξη, την ακαμψία, και την ευθύτητα. Σε πολλές μη Δυτικές κοινωνίες η χρονομέτρηση εστιάζεται στους εποχιακούς κύκλους και είναι στενά συνδεδεμένη με τις γεωργικές ή τις κυνηγετικές και συλλεκτικές ασχολίες. Στις μεγαλύτερες κοινωνίες όπου υπήρχαν πολιτείες και ιερείς, τα ημερολόγια και οι αστρονομικές παρατηρήσεις ήταν συνήθως λίγο πιο πολύπλοκες. Το καλύτερο παράδειγμα ίσως να είναι αυτό των αρχαίων Μάγια, οι οποίοι ανέπτυξαν ένα σύνθετο διπλό ημερολόγιο από δύο συνδεδεμένους κύκλους των 260 και 365 ημερών αντίστοιχα. Το ημερολόγιο των 260 ημερών (Τζόλκιν) αποτελούνταν από 13 μήνες των 20 ημερών, και ανταποκρίνονταν στην ανθρώπινη περίοδο κυοφορίας, στις εκλείψεις, και στις εμφανίσεις της Αφροδίτης. Γενικότερα, με το να εξετάζουμε τα μη δυτικά συστήματα ταξινόμησης του χρόνου μπορούμε ένα προμηθευτούμε μια καλή συγκριτική βάση έτσι ώστε να κατανοήσουμε βαθύτερα τις πολιτισμικές υποθέσεις σχετικά με το χρόνο στις μοντέρνες δυτικές κοινωνικές. Από το να θεωρούμε δεδομένο πως για παράδειγμα, ο χρόνος είναι ευθύς, αποπροσανατολιστικός, και προοδευτικός γίνεται πιο πιθανό να “παίζουμε” με άλλους τρόπους οργάνωσης του χρόνου, συμπεριλαμβανομένων των κυκλικών προτύπων πολλών αγροτικών κοινωνιών.

Πρακτικά θέματα

Παρ’ όλο που η μελέτη των εθνογνώσεων μπορεί να μας χρησιμεύσει στο πρόβλημα να κατανοήσουμε την ανθρώπινη γνώση ή στο να θέσουμε διεξόδους στα δυτικά συστήματα ταξινόμησης του φυσικού κόσμου, δεν μπορεί για κανένα τρόπο να οριοθετηθεί σε αυτά τα θεωρητικά ενδιαφέροντα. Υπάρχει επίσης ένας αριθμός πρακτικών ή τακτικών αιτιών προσανατολισμού για την μελέτη των μη δυτικών συστημάτων γνώσης. Ένας τύπος πρακτικής αιτίας έχει να κάνει με την εκπαίδευση. Καθώς η συνειδητοποίηση των εθνογνώσεων αυξάνεται, ίσως είναι πιθανόν να ξανασχεδιάσουμε εκπαιδευτικά προγράμματα που υιοθετούνται καλύτερα στις τοπικές πνευματικές ρυθμίσεις.

Οι υπαινιγμοί αυτοί είναι ίσως πιο διαδεδομένοι στην περιοχή των εθνομαθηματικών, τα οποία έχουν επιδείξει στα πρόσφατα χρόνια τις τυπικές ιδιότητες των γηγενών πρακτικών εφαρμογών καθώς και την τοπική μαθηματική γνώση των μη μαθηματικών στις εθνικές κοινωνίες. Οι αμμογραφίες, οι συγγενικές σχέσεις, τα παιχνίδια, τα παζλ, τα αινίγματα, και το αφηρημένο σχέδιο, όλα αυτά μας δείχνουν ένα υψηλό επίπεδο τυπικού επιχειρήματος και μπορεί ακόμη και να διαμορφωθεί επίσημα. Παρομοίως, οι διάφορες ομάδες όπως οι Αμερικανοί αστικοί καταστηματάρχες, τα παιδιά των Βραζιλιάνων στις φτωχογειτονιές, και οι νοτιοαφρικανοί μαραγκοί έχουν διδαχθεί να χρησιμοποιούν τις δικές τους μαθηματικές στρατηγικές.

Με το να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο τα μαθηματικά χαράσσονται στη μνήμη μας στην καθημερινή ζωή, οι ερευνητές έχουν διευκολυνθεί στο να αναπτύξουν διδακτικά προγράμματα τα οποία είναι πιο ευπαθή στον πολιτισμικό περίγυρο των μαθητών. Πχ. η φιλόσοφος Έλεν Γουάτσον - Βερράν έχει αναπτύξει μια μέθοδο διδασκαλίας των μαθηματικών στα παιδιά Αυστραλιανής ιθαγένειας η οποία πλησιάζει απόλυτα τη μαθηματική γνώση που ήδη έχουν, όπως η γνώση του περίπλοκου συγγενικού τους συστήματος. Στη Βραζιλία κάποιες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις έχουν συνδέσει τις εθνομαθηματικές διδακτικές στρατηγικές με την εναλλακτική παιδαγωγική του Πάολο Φρέϊρ, ο οποίος υποστήριξε τη διδασκαλία κατά τέτοιο τρόπο που συμπεριλάμβανε την ενεργητική χρησιμοποίηση της γνώσης των μαθητών και συνεπώς να τους ενδυναμώνει με εργαλεία για να σχεδιάζουν τη δική τους ανεπίσημη γνώση.

Η μελέτη των διαφόρων εθνογνώσεων μπορεί επίσης να συνδεθεί με τους τοπικούς αγώνες για κοινωνική δικαιοσύνη και περιβαλλοντολογική προστασία. Για παράδειγμα, η εθνοβιολογία περιλαμβάνει τη μελέτη των φυτικών χρήσεων σε αντίθεση με τη μελέτη των γηγενών συστημάτων ταξινόμησης φυτών και ζώων. Ο τομέας της εθνοφαρμακολογίας εξετάζει τη γηγενή χρήση των φυτών και επίσης κάνει χημικές αναλύσεις στις φαρμακολογικές ιδιότητες των φυτών και στις πιθανές επιδράσεις τους στην ανθρώπινη υγεία. Σαν αποτέλεσμα των εθνοφαρμακολογικών ερευνών, ιδιαίτερα αυτών στα φυτά των τροπικών δασών, νέα φάρμακα έχουν αναπτυχθεί. Η εθνοφαρμακολογία έχει το πλεονέκτημα να δείχνει τις τριτοκοσμικές καταστάσεις και τα ανεπτυγμένα ενδιαφέροντα με τα οποία η τοπική χλωρίδα και πανίδα διαθέτει πιο μεγάλη μακροπρόθεσμη οικονομική δύναμη εάν την αφήσουμε ήσυχη παρά εάν αυτή καταστραφεί.

Η κατώτερη πλευρά της εθνοφαρμακολογίας είναι ότι η γηγενής γνώση των φυτών δεν είναι έκδηλη. Οι τεράστιες πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες πλησιάζουν συχνότατα την τοπική γνώση των φαρμακευτικών αξιών των φυτών και ζώων στην οποία ο ανθρωπολόγος Τζέισον Κλέη περιέγραψε “η τελευταία μεγάλη βιαστική προσφυγή” (last great resource rush) (1990). Μας παραθέτει ένα παράδειγμα που συνοψίζει το πρόβλημα λακωνικά: οι ιεραποστολές στη Δυτική Βραζιλία πέρασαν ένα δείγμα από δηλητηριασμένο τόξο σε κάποιους βοτανολόγους, οι οποίοι με τη σειρά τους το λανσάρισαν σε μια Αμερικανική χημική εταιρεία που υποστήριξε την έρευνά τους, η οποία με τη σειρά της έλαβε το προνόμιο στις μυοχαλαρωτικές ιδιότητες του δηλητηρίου. Η γηγενής ομάδα δεν έλαβε ούτε το ποσοστό του εφευρέτη, και στο μεταξύ η κυβέρνηση κατάσχεσε τη μισή γη τους.

Το θέμα της πνευματικής ιδιοκτησίας μπορεί να σημαίνει τη διαφορά μεταξύ εξαφάνισης και επιβίωσης για μερικούς ντόπιους ανθρώπους. Οι χρηματικές υποστηρίξεις είναι πολύ πιο μικρές, γιατί ακόμη και οι επιχορηγήσεις μέρους του 1% μπορεί να μετατραπούν σε εκατομμύρια δολάρια στη μεγάλη διεθνή φαρμακευτική βιομηχανία. Με διαθέσιμα κεφάλαια σε αυτό το επίπεδο, πολλές ντόπιες κοινωνίες θα ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση για να αντισταθούν στην εισβολή από εξωτερικούς παράγοντες. Ένας αριθμός από γηγενείς και διεθνείς οργανισμούς έχει εργαστεί για να εγκαθιδρύσει κατευθυντήριες γραμμές έτσι ώστε να προστατευτούν οι ντόπιο πληθυσμοί από την εκμετάλλευση, και οι γηγενείς πληθυσμοί δουλεύουν επίσης για να εγκαθιδρύσουν κατευθυντήριες γραμμές και προστατευτικά μέτρα. Παραδείγματος χάριν, οι Κούνα του Παναμά, έχουν αναπτύξει ένα εγχειρίδιο 26 σελίδων με κατευθυντήριες γραμμές για επιστημονική έρευνα στην περιοχή τους. Οι ερευνητές δουλεύουν σε συνεργασία με τους Κούνα και το “Smithsonian Tropical Research Institute” στην πόλη του Παναμά, η οποία λειτουργεί ως γραφείο εξαργύρωσης τραπεζικών επιταγών που επίσης πειθαρχεί και τους ερευνητές που παραβιάζουν τις κατευθυντήριες γραμμές. Οι Κούνα παρέχουν ένα παράδειγμα ενός γηγενούς λαού που έκανε κάποια βήματα στο να προστατέψουν τα δικαιώματα της πνευματικής τους ιδιοκτησίας. Εάν τα δικαιώματα αυτά τιμηθούν από τις τριτοκοσμικές χώρες και τις πολυεθνικές εταιρείες, είναι πιθανόν η εθνοφαρμακολογική γνώση να μετατραπεί σε μια οικονομική υποστήριξη που θα ενδυναμώνει τους γηγενείς πληθυσμούς και ταυτόχρονα θα προστατεύει τη γη τους.

Μια δεύτερη πρακτική άποψη της εθνολογίας είναι η γηγενής γνώση της γεωργίας. Σε πολλές περιοχές τροπικών δασών οι γηγενείς πληθυσμοί ασχολούνται με την κηπουρική του κοψίματος και του καψίματος. Καίγοντας καθαρίζουν μικρά κομμάτια του δάσους, και φυτεύουν λαχανικά στο έδαφος που είναι πλούσιο από τις στάχτες. Σε γενικές γραμμές, τα τροπικά εδάφη είναι πολύ φτωχά, και σαν αποτέλεσμα αυτού τα λαχανικά συνήθως δεν αναπτύσσονται καλά μετά από μερικές σοδειές. Η λύση για πολλούς κατοίκους των δασών είναι να μετακομίζουν σε ένα άλλο τεμάχιο γης και να ξαναρχίσουν τη διαδικασία αυτή από την αρχή. Η ασχολία αυτή προκαλεί πολύ μικρή ζημιά στο δάσος, γιατί το πρώτο τεμάχιο γης αναπτύσσεται σε γενικές γραμμές αρκετά γρήγορα.

Η γηγενής τροπική γεωργία συνήθως συμπεριλαμβάνει μια ποικιλία λαχανικών. Για παράδειγμα, σε ένα τετραγωνικό μέτρο μπορεί να υπάρχει μια ποικιλία από 2 ντουζίνες ή περισσότερα φυτά που να εκτείνονται από βολβούς και φασόλια σε καρποφόρα δέντρα τα οποία επίσης εξασφαλίζουν ίσκιο στα άλλα φυτά. Η ποικιλία των φυτών έχει πολλά γεωργικά πλεονεκτήματα, αλλά στις τροπικές περιοχές πιθανόν το πιο σημαντικό προτέρημα να είναι το γεγονός ότι οι ασθένειες που πλήττουν συνήθως ένα φυτό να μην μπορούν να μεταφερθούν σε άλλο είδος. Σαν αποτέλεσμα, εάν ένα φυτό καταστραφεί από την ασθένεια, είναι πιθανόν να επιβιώσει ολόκληρο το τεμάχιο γης.

Αντίθετα, η μαναβική και τα αγροκτήματα έχουν αποδειχθεί καταστροφικά και για τα αναπτυξιακά ενδιαφέροντα αλλά και για τους ντόπιους κατοίκους που εκτοπίζονται. Και οι δύο αυτές ασχολίες εξαντλούν γρήγορα το έδαφος και αφήνουν έρημες σαβάνες, εκεί που κάποτε υπήρχαν τροπικά δάση. Οι τροπικές ασθένειες μπορούν εύκολα να καταστρέψουν τα λαχανικά και να καταστρέψουν μια ολόκληρη σοδειά. Συνήθως, οι αγρότες δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν ζιζανιοκτόνα, και αυτά που είναι αποτελεσματικά στα εύκρατα κλίματα μπορεί να μην κάνουν τίποτε στα μυριάδες ζιζάνια των τροπικών κλιμάτων. Παρεπιπτόντως, το επιχείρημα εναντίον της μονοκαλλιέργειας εφαρμόζεται επίσης και στις εύκρατες καλλιέργειες. Στο άνω μέρος της Νέας Υόρκης και σε πολλές άλλες περιοχές των ΗΠΑ, οι μικροκαλλιεργητές είναι πολύ δύσκολο να κρατήσουν την επιχείρησή τους. Παρ’ όλα αυτά, πρόσφατα συνάντησα έναν αγρότη από το άνω μέρος της Νέας Υόρκης ο οποίος μου εξήγησε πως μπορούσε να κερδίσει από τη φάρμα του σε ένα χρόνο μέσω ενός εξαιρετικά επεκτατικού προγράμματος παραγωγής λαχανικών και κατοικίδιων ζώων.

Οι μελέτες της γηγενούς γεωργίας και δασικής μεταχείρισης παρέχουν την απόδειξη που χρειάζονται τα μεγάλης κλίμακας αναπτυξιακά σχέδια των κυβερνήσεων του Τρίτου Κόσμου και οι πρώτες παγκόσμιες υπηρεσίες βοήθειας. Οι χρεοκοπημένες κυβερνήσεις του Τρίτου Κόσμου που αντιμετωπίζουν πληθυσμιακές πιέσεις συνήθως βλέπουν τα τροπικά δάση τους σαν μια πηγή γρήγορου κέρδους και μια δικλείδα ασφαλείας για την ανάπτυξη του πληθυσμού. Όμως, οι στρατηγικές που οδηγούν στην απαλλοτρίωση τελικά φτωχαίνουν μόνο τις χώρες του Τρίτου Κόσμου, μιας και καταστρέφουν μια από τις πιο πολύτιμες πηγές τους. Τώρα οι διαφωτισμένες κυβερνήσεις και οι υπηρεσίες βοήθειας βλέπουν τους γηγενείς πληθυσμούς καθώς και άλλους δασικούς πληθυσμούς όχι σαν αγριάνθρωπους που πρέπει να εκπολιτιστούν ή να μετατοπιστούν αλλά σαν τους δικαιωματικούς ιδιοκτήτες του δάσους και σαν δασκάλους των οποίων η τοπική γνώση μπορεί να χορηγήσει τη βάση για την επιτυχή φυσική διοίκηση της φυσικής πηγής. Από αυτή την άποψη η μελέτη των εθνογνώσεων μπορεί να συνδεθεί στο να υποστηρίξει τους αγώνες για πνευματική, καλλιεργητική επιβίωση και κοινωνική δικαιοσύνη των γηγενών πληθυσμών σε όλο τον κόσμο.

Μη - Δυτική Ιατρική

Όπως η Δυτική Ιατρική επεκτεινόταν σε όλο τον κόσμο κατά τη διάρκεια αλλά και μετά από την αποικιακή περίοδο, συνυπήρχε γενικά με τοπικά, μη-Δυτικά ιατρικά συστήματα. Οι μη-Δυτικές Ιατρικές, που συνήθως ονομάζονται εθνοϊατρικές και εθνοψυχιατρίες, εκτείνονταν από τα συστήματα της αντιμαγείας και του εξορκισμού στις πιο αναπτυγμένες, εγγράμματες ιατρικές παραδόσεις της Κίνας και της Ινδίας. Οι υποστηρικτές της Δυτικής ιατρικής συνήθως υιοθετούν μια ευθεία πολιτισμική προσέγγιση στους μη Δυτικούς εχθρούς τους. Διαφωνούν στο ότι η Δυτική Ιατρική θα αντικαταστήσει σταδιακά όλες τις άλλες ιατρικές, γιατί η Δυτική Ιατρική είναι απλά πιο αποτελεσματική. Αντίθετα, μια πνευματική προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο τελειοποιημένη αντίληψη των διαφόρων τρόπων με τους οποίους η δυτική και μη-δυτική ιατρική συσχετίζονται. Διακρίνω αρκετούς τρόπους σκέψης για τη δυτική και μη-δυτική ιατρική από μια συγκριτική πνευματική άποψη: οι θεσμικές σχέσεις, η θεραπευτική, η έννοια της αιτιολογίας, οι έννοιες της αρρώστιας και ασθένειας, και η περίπτωση και η μεταφραστικότητα της αρρώστιας και της ασθένειας σε όλες τις κουλτούρες.

Θεσμικές σχέσεις και Ιατρικός Πλουραλισμός

Με την πρώτη ματιά, μερικά πειστικά επιχειρήματα υποστηρίζουν την κοινή επαναστατική άποψη που βλέπει τη μη-δυτική ιατρική απλά σαν κατώτερη και ξεπερασμένη. Πχ., είναι δύσκολο για οποιονδήποτε να διαφωνήσει με τις επιτυχίες της δυτικής ιατρικής στο να ελέγχει πολλές μεταδοτικές ασθένειες. Παρ’ όλο που τα αντιβιοτικά και η ανοσοποίηση έχουν το δικό τους μερίδιο στα μειονεκτήματα, έχουν επίσης σώσει πολλές ζωές. Παρόμοια, η δυτική ιατρική είναι επίσης πολύ αποτελεσματική στο να σώζει ζωές σε περιπτώσεις τραυματικής βλάβης ακόμα και σε πολλές χρόνιες, εκφυλιστικές ασθένειες.

Παρ’ όλα αυτά, ένας μεγάλος αριθμός μελετών στην ιατρική ανθρωπολογία έχει αποδείξει ότι οι μη-δυτικές ιατρικές εφαρμογές είναι επίσης αποτελεσματικές, ιδιαίτερα έξω από τα συμβατικά δυτικά οχυρά όπως είναι η θεραπεία μεταδοτικής ασθένειας και σε σπουδαιότερες βλάβες. Για παράδειγμα, τα μη-δυτικά θεραπευτικά βότανα είναι συνήθως φαρμακευτικά ενεργά, και οι μη-δυτικοί θεραπευτές οι οποίοι κατανοούν καλύτερα τις κοινωνίες τους, μπορεί να καταλήξουν να γίνουν πολύ πιο αποτελεσματικοί στο να γιατρέψουν ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα από αυτούς που εξασκούν το επάγγελμα και έχουν εκπαιδευτεί στη δυτική ιατρική και η τοπική κουλτούρα του είναι άγνωστη.

Επειδή οι μη-δυτικές ιατρικές παραδόσεις συνήθως χαράσσονται στη μνήμη με καθιερωμένες ασχολίες που είναι στενά πλεγμένες σε ολόκληρη την κοινωνική σειρά, είναι πιθανόν οι άνθρωποι να συνεχίσουν να εξασκούν τη δική τους τοπική ιατρική ακόμα κι όταν η δυτική ιατρική γίνει διαθέσιμη. Σαν αποτέλεσμα αυτού, σε πολλές μη-δυτικές τοποθεσίες οι προγνώσεις των δυτικά-εκπαιδευμένων γιατρών αποδεικνύουν λανθασμένα πως οι μη-δυτικές ιατρικές σταδιακά θα μακραίνουν. Στις μέρες μας τα περισσότερα ιατρικά συστήματα στον κόσμο είναι πολύπλοκες ποικιλίες δυτικών και τοπικών μη-δυτικών ιατρικών συστημάτων.

Η κατάσταση είναι αληθινή όχι μόνο στις φτωχές, μη-δυτικές χώρες αλλά επίσης και στις αυξημένα πλούσιες, δυτικοποιημένες χώρες.

Το ερώτημα σύγκρουσης ή των πολλαπλών ιατρικών συστημάτων - ο ιατρικός πλουραλισμός - είναι γενικού ενδιαφέροντος για τις μορφωτικές μελέτες της επιστήμης και της τεχνολογίας γιατί μας παρέχει έναν βασικό τύπο για την σχέση ανάμεσα στην κοσμοπολίτικη επιστήμη και τεχνολογία από τη μια πλευρά, και από την άλλη, γιατί μας παρέχει τοπικούς τρόπους γνώσης και πράξης. Με άλλα λόγια, ο ιατρικός πλουραλισμός μπορεί να μας εξασφαλίσει ένα πρότυπο στη μελέτη αυτού που μπορούμε να αποκαλέσουμε τεχνοεπιστημονικό πλουραλισμό.

Παρ’ όλο που το φαινόμενο του ιατρικού πλουραλισμού είναι τώρα καλά τεκμηριωμένο, έχουν δημιουργήσει την ερώτηση των απεριόριστων υποθέσεων στη λέξη πλουραλισμός. Διαφωνούν στο ότι ενώ είναι αλήθεια πως τα περισσότερα ιατρικά συστήματα σε όλο τον κόσμο είναι πολύπλοκα, ή πολλαπλά, ο όρος πλουραλισμός υπονοεί ότι οι σχέσεις μεταξύ των δυτικών και άλλων ιατρικών είναι καλοήθεις και απροβλημάτιστες από τις ασυμμετρίες της δύναμης. Οι κριτικοί επίσης διαφωνούν στο ότι η Δυτική ή κοσμοπολίτικη ιατρική έχει συνήθως την υποστήριξη της πολιτείας, η οποία συνήθως ελεγχόταν ιστορικά από αποικιακές δυνάμεις. Για το λόγο αυτό, οι όροι “ιατρική ηγεμονία” ή “ιατρική υπεροχή” προτιμούνταν συνήθως στο να σηματοδοτήσει πως η δυτική ιατρική συνήθως χαράσσεται στη μνήμη με ένα σύστημα αποικιακών ή νεοαποικιακών δυνατών σχέσεων.

Ας θεωρήσουμε, για παράδειγμα, την περίπτωση της πρωτοεμφάνισης του εμβολιασμού στην Ινδία, όπως την περιέγραψε ο ανθρωπολόγος Φρέντερικ Άππφτλ Μάργκλιν (1990). Η παραδοσιακή Ινδία είχε ήδη ένα αρκετά τελειοποιημένο σύστημα ελέγχου της ευλογιάς μέσω των ποικιλομορφιών που συνδέονται με το δόγμα της ευλογιάς της θεάς Σιτάλα. Η ποικιλομορφία αυτή συμπεριλάμβανε τη συλλογή πύου από τους μολυσμένους ανθρώπους και το τρύπημα του δέρματος των μολυσμένων ανθρώπων. Η διαδικασία είναι σχεδόν η ίδια με τον εμβολιασμό, με τη μόνη διαφορά ότι εκεί χρησιμοποιούμε βατσίνα. Τα προτερήματα του εμβολιασμού είναι ότι το “μπολιασμένο” άτομο δεν είναι μεταδοτικό και ο δείκτης θνησιμότητας είναι χαμηλότερος. Όμως, οι Βρετανοί εισήγαγαν τον εμβολιασμό παραγράφοντας την ποικιλομορφία, και προσέβαλαν τη θεά Σιτάλα, μιλώντας για την ευλογιά σαν ένα αναγκαίο κακό που πρέπει να εξαφανιστεί. Σαν αποτέλεσμα αυτού, αντιμετώπισαν άσκοπη αντίσταση που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί εάν συνεργάζονταν με τους ποικιλόμορφους. Η απόφασή τους να μη συνεργαστούν αντικατόπτρισε την αίσθηση υπεροχής τους από τους Ινδούς, οι οποίοι με τη σειρά τους στήριξαν την αίσθηση υπεροχής τους σε μεγάλο βαθμό στην πίστη ότι η γνώση, η τεχνολογία και η ιατρική τους ήταν καλύτερες.

Η μελέτη του Άπφτελ Μάργκλιν δείχνει πως η δυτική ιατρική εισήχθη σαν μέρος του αποικιακού προγράμματος ώστε να ελέγχει τις τοπικές κοινωνίες με το να μετατοπίζει τη γηγενή ιατρική και, μ’ αυτό, να έχει εναλλακτική γηγενή εξουσία στην ιατρική και τη θρησκεία. Αυτό το πρόγραμμα εκτόπισης στην ιατρική ήταν με τη σειρά του μέρος ενός μεγαλύτερου προγράμματος στο οποίο η γηγενής γνώση και τεχνολογία σταματούσαν συνήθως ολότελα (όπως στην περίπτωση της υφαντουργικής παραγωγής), ακόμα και όταν οι δυτικές δυνάμεις απορροφούσαν και δανείζονταν τις τοπικές γνώσεις. Μια πιο καλοκάγαθη εθνική ή αποικιακή κυβέρνηση μπορεί να επικυρώσει συστήματα που επιτρέπουν στη δυτική και τοπική ιατρική να συνυπάρχουν. Πχ., ο ανθρωπολόγος Α.Π. Έλκιν (1977) συζητά μια περίπτωση στην οποία μια ιθαγενής εκπαιδεύτηκε στην δυτική ιατρική και ήταν ικανή να εξασκηθεί με ευνοϊκή παρουσίαση και στον “Μαύρο Γιατρό” (υποθετικά) και στον “Λευκό γιατρό” (medical doctor). Ο Έλκιν αποδεικνύει ότι το καλύτερο σύστημα θα ήταν να δώσουμε στους ντόπιους επουλωτές - που είναι γυναίκες και άντρες γιατροί - την ευκαιρία να ενσωματώσουν την κοσμοπολίτικη ιατρική στις εφαρμογές τους. Σαν ειδικοί στην κοσμοπολίτικη και ντόπια ιατρική, οι επουλωτές θα βρίσκονται σε καλή κατάσταση (θέση) να διαπραγματευτούν τις τοπικές και κοσμοπολίτικες γνώσεις και συνεπώς να κατανοήσουν και να μεταχειριστούν καλύτερα τους ασθενείς τους. Αυτή η τοπικά βασισμένη προσέγγιση θα ήταν επίσης δυνατό να δημιουργήσει κάποιες νέες ενδιαφέρουσες συγχωνεύσεις των τοπικών και κοσμοπολίτικων ιατρικών συστημάτων.

Οι περιπτώσεις Ινδικών ποικιλομορφιών και των Αυστραλών επουλωτών μας δείχνουν πως οι σχέσεις μεταξύ δυτικής και παραδοσιακής ιατρικής είναι μέρη μιας πιο διευρυμένης δύναμης σχέσεων. Οι περιπτώσεις αυτές μας δείχνουν επίσης πως η σχέση μπορεί να μεταβάλλεται εξαρτώμενη στο επίπεδο της πνευματικής ευαισθησίας της δυτικής ιατρικής κοινωνίας. Ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει τη σχέση μεταξύ φαρμάκων είναι η αγροτική ιατρική διάσταση. Σε μεγαλύτερες πόλεις όπου υπάρχουν άνθρωποι από διαφορετικές περιοχές ή ακόμα και από διαφορετικές χώρες και εθνικές ομάδες, το σύστημα του ιατρικού πλουραλισμού τείνει να μοιάσει σε μια ανταγωνιστική αγορά με πολλά προϊόντα παρά με μια απλή δυαδική σχέση από την δυτική στην τοπική ιατρική. Παρ’ όλο που η δυτική ιατρική συνήθως έχει το πάνω χέρι μέσω ελέγχου στα νοσοκομεία, πρόσβαση στα κυβερνητικά κεφάλαια, δικαιώματα στην ασφάλιση και ευνοϊκούς νομικούς κανονισμούς, σε πολλές περιπτώσεις άλλες ιατρικές παραδόσεις έχουν πετύχει ένα ουσιώδες ποσό οικονομικής και θεσμικής δύναμης ταυτόχρονα με τη νομική αναγνώριση.

Μόνο στα πρόσφατα χρόνια το δημόσιο και ιατρικό επάγγελμα στις ΗΠΑ συμβιβάστηκε με την πραγματικότητα του παλλόμενου ιατρικού πλουραλισμού των μεγάλων αστικών περιοχών. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, η Αμερικανική κυβέρνηση άρχισε να υποστηρίζει ιατρικές μελέτες της αποτελεσματικότητας των εναλλακτικών θεραπειών μέσω του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας. Επίσης, το 1993 το “New England Journal of Medicine”, δημοσίευσε τα αποτελέσματα μιας εθνικής έρευνας που αποκάλυψε ότι πάνω από το 34% του Αμερικανικού λαού είχε καταφύγει τουλάχιστον σε μια μη-συμβατική θεραπεία τον προηγούμενο χρόνο. Ακόμη αυτό που μένει να αναγνωριστεί είναι το μέγεθος στο οποίο η εναλλακτική ιατρική είναι επίσης μη-δυτική ιατρική. Σε εκείνο που μπορεί να θεωρηθεί σαν μέρος του μεγάλου μπούμερανγκ ή αντιαποικισμού της παγκόσμιας κοινωνίας, σε αρκετές αναπτυγμένες δυτικές χώρες, υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι της μεσαίας τάξης Ευρωπαϊκής καταγωγής οι οποίοι πειραματίζονται με θεραπείες μη-δυτικής προέλευσης. Όπως οι κοινωνίες των παλιών αποικιακών κέντρων - η Ευρώπη και κράτη με ευρωπαϊκούς κατά το πλείστον πληθυσμούς - γίνονται πιο πολυπνευματικά και ολοκληρωμένα, το ίδιο είναι και τα ιατρικά τους συστήματα.

Μη-Δυτικές Θεραπείες στις ΗΠΑ

Σε αντίθεση με τα θεσμικά θέματα, η ερώτηση του ιατρικού πλουραλισμού συμπεριλαμβάνει πολύπλοκες θεραπευτικές σχέσεις. Οι μη δυτικές θεραπείες είναι μια ποικιλόμορφη ομάδα, και πρακτικές εφαρμογές που από μια δυτική άποψη μπορούν να καταταχθούν σε αν “θεραπείες” συνήθως υπερκαλυμμένες με κατηγορίες όπως η θρησκεία, η δίαιτα, η άσκηση, ή η χαλάρωση. Αυτό δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει, γιατί οι μη δυτικές ιατρικές προέρχονται από κουλτούρες που χωρίζουν τον κόσμο σε διάφορες κατηγορίες από αυτές της Δύσης μετά την επιστημονική επανάσταση. Σαν αποτέλεσμα, ίσως να είναι καλύτερα να χρησιμοποιήσουμε την περιγραφή “μη-δυτικές πρακτικές υγείας” παρά “μη-δυτικές θεραπείες”. Ο πίνακας 7.1 μας δίνει μια σύντομη λίστα των μη-δυτικών πρακτικών υγιεινής φροντίδας που συναντούνται συχνά στις ΗΠΑ. Από τη λίστα αυτή είναι προφανές ότι η μη-δυτική ιατρική στις ΗΠΑ αναφέρεται γενικά στις Ανατολικές ή Νότιες Ασιατικές εφαρμογές υγείας. Η μόνη δημοφιλής εξαίρεση είναι ο επουλωτισμός, ο οποίος συνάγει τη ντόπια αμερικανική θρησκεία και μέχρι ενός σημείου γηγενών παραδόσεων από άλλα μέρη του κόσμου. Υπάρχουν και άλλες μη-δυτικές θεραπείες, αλλά τείνουν να εντοπιστούν σε συγκεκριμένους εθνικούς πληθυσμούς. Πχ., στις γειτονιές της Λατινικής Αμερικής ή στις πόλεις της βόρειας και ανατολικής Αμερικής, Santeria και τις σχετικές Αφρικανικές θρησκευτικές εφαρμογές από την Καραϊβική, είναι γνωστές. Οι Santeros συνήθως εργάζονται με βοτανικά θεραπευτικά μέσα, ή εκτελούν εξορκισμούς, μαγείες, προσευχές και τελετουργίες αντιμαγείας.

Πίνακας 7.1
Μερικές πιο διαδεδομένες στη χρήση μη-δυτικές θεραπείες στις ΗΠΑ

Πίεση του αγγείου με βελόνι
Παρόμοιο με τον βελονισμό αλλά χρησιμοποιεί την πίεση των δακτύλων αντί τις βελόνες.

Βελονισμός
Διαδικασία η οποία περιλαμβάνει την εισαγωγή βελόνων σε ειδικά σημεία στην επιφάνεια του σώματος που ανταποκρίνονται σε ένα σύστημα κολοφώνας δυσδιάκριτης ενέργειας το οποίο κυκλοφορεί σε όλο το σώμα.

Αγιουρβέντικ
Ένα αρχαίο Ινδικό φάρμακο βασισμένο σε μια χιουμοριστική θεωρεία παρόμοια με αυτή της αρχαίας δυτικής φαρμακευτικής.

Οικολογική φυτική δίαιτα
Σύστημα οικολογικής φυτικής δίαιτας Ιαπωνικής καταγωγής που περιλαμβάνει καρπούς, φρούτα και λαχανικά.

Διαλογισμός
Τρόπος ηρεμίας του μυαλού και ξεκούρασης με το να εστιάζεται η προσοχή σε μια μόνο ιδέα, οπτικό σημείο, ή λεκτικό σύνολο.

Ρέϊκι
Θεραπεία Ιαπωνικής καταγωγής βασισμένη στη μεταφορά μιας παγκόσμιας θεραπευτικής ενέργειας σε μια βρισκόμενη διαδικασία.

Επουλωτισμός
Θεραπεία και ψυχολογίες της προσωπικής ανάπτυξης που πραγματοποιούνται με το να περιλαμβάνουν ένα “επουλωτικό ταξίδι” μέσα από το χορό, το ρυθμικό χτύπο, ή το τραγουδάκι.

Σιάτσου
Ιαπωνικό πρακτικό μασάζ το οποίο είναι η μεταβλητή της πίεσης του αγγείου με βελόνα.

Τάϊ-Τσί
Κινέζικο σύστημα άσκησης το οποίο περιλαμβάνει την αργή κίνηση του σώματος μέσα από μια σειρά στάσεων.

Γιόγκα
Ινδική επιστήμη του μυαλού που περιλαμβάνει διαλογισμό ή χάθα -γιόγκα, η οποία εστιάζεται στις πόζες του σώματος.

Παρ’ όλο που είναι διαθέσιμη μια ποικιλία μη-δυτικών θεραπειών, υπάρχει μια διαίρεση θεραπευτικής εργασίας. Στις ΗΠΑ οι άνθρωποι με μεταδοτικές ασθένειες ή με οξεία τραυματική εμπειρία είναι πιθανό να χρησιμοποιήσουν τις στερεότυπες θεραπείες της φυσιολογικής βιοφαρμακευτικής όπως τα αντιβιοτικά ή την εγχείρηση. Παρόμοια, τα μέλη των πιο εθνικών ομάδων που υποφέρουν από οξεία διανοητική διατάραξη είναι πιθανόν να καταλήξουν στα χέρια των ψυχολογικά εκπαιδευμένων ειδικών που βασίζονται στην ψυχοενεργητική ιατρική περίθαλψη και /ή στην ψυχοθεραπεία. Παρ’ όλο που ο όρος “βιοφάρμακο” χρησιμοποιείται πολλές φορές σαν μια γενική κατηγορία για όλα τα θεραπευτικά του δυτικού στυλ, θα τον χρησιμοποιήσω εδώ σε μια πιο περιορισμένη έννοια για να αναφερθώ σε φυσιολογικά βασισμένες ή σωματικά προσανατολισμένες θεραπείες σε αντίθεση με τις ψυχοθεραπείες. Τα βιοφάρμακα και οι ψυχοθεραπείες σχηματίζουν τους δύο κύριους κλάδους της επίσημης δυτικής ιατρικής. Οι μη-δυτικές θεραπευτικές εφαρμογές πολλαπλασιάζονται για τα είδη των φυσικών και διανοητικών κακών λειτουργιών τις οποίες η επίσημη βιοφαρμακευτική και οι ψυχοθεραπείες δεν αναγνωρίζουν ή δεν μπορούν να επουλώσουν, πχ. μερικές εκφυλιστικές ασθένειες ή χρόνιο πόνο.

Μια άποψη του ρόλου των μη-δυτικών θεραπειών είναι ότι τείνουν να πάρουν την ιδέα της υγείας πολύ πιο σοβαρά και τον ενεργητικό ρόλο που κάποιες πρέπει να παίξει στη διατήρησή του. Παρ’ όλο που η επίσημη φαρμακευτική αναγνωρίζει σε μεγάλο βαθμό τη σημασία της δίαιτας και της άσκησης στη διατήρηση της υγείας, οι μη δυτικές εφαρμογές τείνουν να λάβουν ισχυρότερες θέσεις. Πχ., δεν είναι αρκετό να κατεβάσει κάποιος το επίπεδο της χοληστερίνης, οι αμφισβητήσιμοι υποστηρικτές των μακροπρόθεσμων διαίτων θα υποστήριζαν τον έλεγχο της δίαιτας όλων των ζωικών παραγώγων και των επεξεργασμένων φαγητών. Επίσης, δεν φτάνει μόνο να έχουμε αρκετή ξεκούραση, να ασκούμαστε συχνά, και να αποφεύγουμε το άγχος, οι διάφοροι ειδικοί του διαλογισμού, γιόγκας, μασάζ και Τάϊ-Τσι, θα πρότειναν ότι πρέπει να μάθει επίσης (κάποιος) να ακινητοποιεί το μυαλό και να χαλαρώνει το σώμα.

Σε σχέση με το να ξεπεράσουμε τα όρια της ιδέας της υγείας και της αποτρεπτικής φαρμακευτικής, μερικές μη δυτικές εφαρμογές υγείας εξυπηρετούν επίσης και σαν βοηθοί των βιοφαρμακευτικών θεραπειών. Στην περίπτωση των εκφυλιστικών ασθενειών όπως ο καρκίνος, η αποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής είναι πολύ περιορισμένη και οι παρενέργειες των αρχικών θεραπειών - οι οποίες μέχρι πρόσφατα ήταν περιορισμένες στη χημειοθεραπεία την ακτινοβολία και την χειρουργική επέμβαση - είναι συχνά αδύναμες. Στην περίπτωση αυτή οι ασθενείς μπορεί να στραφούν στις μη δυτικές εφαρμογές ως βοηθητικές θεραπείες που πιστεύουν ότι θα δυναμώσουν το ανοσοποιητικό τους σύστημα ή θα βοηθήσουν να θέσουν σε ενέργεια τις ανοσοποιητικές τους άμυνες. Ομοίως, οι ασθενείς μερικές φορές καταφεύγουν στις μη δυτικές εφαρμογές για να τους βοηθήσουν να υπερνικήσουν τον πόνο μέσα από διαδικασίες διανοητικής πειθαρχίας ή σωματικής χαλάρωσης. Τέλος, σε περιπτώσεις όπου οι ασθενείς έχουν χάσει κάθε ελπίδα στη βιοφαρμακευτική, μπορεί να στραφούν στις μη δυτικές εφαρμογές για την θεράπευση που δεν βρίσκουν στη βιοφαρμακευτική. Είναι φανερό ότι η θεραπεία της τελευταίας ελπίδας (προσφυγής) παρουσιάζεται πιο συχνά σε περιπτώσεις χρόνιου πόνου και εκφυλιστικών ασθενειών για τις οποίες η βιοφαρμακευτική δεν έχει καμία πρόχειρη λύση.

Στον τομέα της ψυχολογίας και ψυχιατρικής υπάρχει μια όμοια διάσταση εργασίας. Πχ., όπως οι μη δυτικές εφαρμογές μπορούν να εξυπηρετήσουν σαν πιο ακραίες μορφές του αποτρεπτικού φαρμάκου, έτσι και πολλές απ’ αυτές τις πρακτικές εφαρμογές μπορούν να θεωρηθούν σαν μια τελευταία μορφή των ψυχολογιών της προσωπικής ανάπτυξης (ένα είδος αποτρεπτικής ψυχοθεραπείας). Στο κείμενο αυτό, οι άνθρωποι βλέπουν τις μη δυτικές εφαρμογές λιγότερο σαν θεραπείες που εννοείται ότι θα λύσουν κάποιες ιδιαίτερες δυσλειτουργίες και περισσότερο σαν μεθόδους για την επιτυχία σε μεγαλύτερο βαθμό της προσωπικής ικανοποίησης. Οι μη δυτικές εφαρμογές συνήθως ανακατεύονται ελεύθερα με τις συμβατικές δυτικές ψυχολογίες της προσωπικής ανάπτυξης, και οι μη δυτικές εφαρμογές συχνά βρίσκουν ένα ευπρόσδεκτο σπίτι στα σεμινάρια και στις αποχωρήσεις τα σαββατοκύριακα των ανθρωπιστικών ψυχολόγων, στα Τζάντζιανς, και των διαπροσωπικών ψυχολόγων. Αυτές οι ομάδες λειτουργούν σαν γέφυρες ανάμεσα στη δυτική ψυχολογική παράδοση και στις μη δυτικές πνευματικές παραδόσεις.

Οι μη δυτικές θεραπείες μπορούν επίσης να αντικαταστήσουν ή να λειτουργήσουν σαν βοηθοί στις δυτικές ψυχοθεραπείες στην περίπτωση των ανθρώπων που επιθυμούν να θεραπεύσουν μια συγκεκριμένη δυσλειτουργία. Η κλασική δυτική ψυχοθεραπεία τονίζει μια ομιλητική θεραπεία που επιτυγχάνεται μέσω πνευματικής δραστηριότητας, αισθηματικής έκφρασης, μάθησης, ρύθμισης και/ή την ανάκληση, κατασταλτικών αναμνήσεων. Σε αντίθεση, οι μη δυτικές θεραπείες μοιράζονται έναν πνευματικό χώρο με τις λιγότερες κύριες δυτικές ψυχοθεραπείες που τονίζουν το ρόλο της σωματικής ενέργειας σαν ένα βασικό στοιχείο στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Έτσι, πολλοί θεραπευτές που σχεδιάζουν τις μη δυτικές εφαρμογές ενώνοντας αυτές με ανορθόδοξες δυτικές ψυχοθεραπείες της βιοενέργειας (ο όρος που χρησιμοποιώ για να καλύψω μια σειρά δοξασιών σε λεπτά θέματα ενέργειας). Οι θεραπείες αυτές είναι ανορθόδοξες γιατί βασίζονται σε ιδέες όπως οι συγκινήσεις, οι πνοές, και στις περιοχές της ανθρώπινης ενέργειας που το μεγαλύτερο μέρος της επιστημονικής κοινότητας απορρίπτει λόγω έλλειψης πειστικών πρακτικών αποδείξεων. Οι σωματικά προσανατολισμένες θεραπείες είναι επίσης διαφορετικές από το κύριο ρεύμα της ψυχοθεραπείας γιατί υποστηρίζουν πως η λύση σε μια ψυχολογική δυσλειτουργία δεν μπορεί να επιτευχθεί ολοκληρωτικά στο διανοητικό επίπεδο. Αντ’ αυτού, τα τραύματα, οι εντάσεις και οι ανησυχίες της δυσλειτουργίας έχουν εγγραφεί στο σώμα, και είναι η δουλειά του θεραπευτή να βοηθήσει στην απελευθέρωση αυτών των σημείων έντασης.

Επομένως, οι μη δυτικές θεραπείες απασχολούν έναν αριθμό θέσεων στο πλουραλιστικό ιατρικό σύστημα. Έχω διακρίνει 4 κύριες περιοχές στην ιατρική διάσταση εργασίας: αποτρεπτικό βιοφάρμακο, θεραπευτικό βιοφάρμακο, ψυχολογίες προσωπικής ανάπτυξης, και ανορθόδοξες ψυχοθεραπείες. Οι μη δυτικές θεραπείες απασχολούν μια πιο ακραία θέση στην κυριαρχία του αποτρεπτικού βιοφαρμάκου και στις ψυχοθεραπείες. Σχετικά με τις ψυχοθεραπείες, οι μη δυτικές ιδέες και θεραπείες έχουν ήδη απορροφηθεί μέχρι ένα ορισμένο σημείο από τα δυτικά πανομοιότυπά τους. Πχ., οι θεραπευτές που είναι επηρεασμένοι από τον Κάρολο Τζάνγκ πιθανόν να είναι ανοιχτοί σε έναν αριθμό μη δυτικών ιδεών και εφαρμογών, ακριβώς όπως αυτοί που πιστεύουν στη βιοενέργεια και στην ανάγκη στερέωσης της ψυχοθεραπείας στις σωματικές ενέργειες.

Άλλες αιτιολογίες και η αντιμετώπιση με τη βιοφαρμακευτική

Μέχρι τώρα οι μη δυτικές θεραπείες ασκούσαν πολύ μικρή επιρροή στην ίδια την βιοφαρμακευτική. Οι βιοϊατρικοί ερευνητές μπορεί να αποδέχονται την ιδέα ότι οι μη δυτικές εφαρμογές μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς να χαλαρώσουν, ή να μειώσουν τον πόνο, και μπορεί να αποδέχονται ακόμη και μερικές περιπτώσεις “γιατρειών” με το να τους εξηγούν σαν παραδείγματα τις επιδράσεις της πρότασης, του ψευτοφάρμακου, της αυθόρμητης μείωσης, ή την ψυχοσωματική επούλωση, όπου οι επιδράσεις αυτές γίνονται πιστευτές. Παρομοίως, οι φαρμακευτικές εταιρείες έχουν επενδύσει ουσιώδη ποσά ερευνητικών κεφαλαίων στην εξερεύνηση πιθανών θεραπευτικών επιδράσεων των μη δυτικών βοτανικών φαρμάκων. Παρ’ όλα αυτά, όταν φτάνουμε στο σημείο να αποδεχτούμε τις θεωρίες που συνοδεύουν τα μη δυτικά ιατρικά συστήματα, οι δυτικοί ή κοσμοπολίτικοι ερευνητές στην φαρμακευτική, την ψυχιατρική, και την ψυχολογία τείνουν στο να βάλουν όρια. Όμως, σε λίγες περιπτώσεις η κίνηση της αντιαποικιακής φαρμακευτικής αρχίζει να έχει ερευνητικούς υπαινιγμούς στην βιοφαρμακευτική κοινότητα.

Ένα παράδειγμα, είναι η προσπάθεια να δοκιμάσουμε τα σημεία βελονισμού. Η σίγουρη επιστημονική σημασία των αναλγητικών (παυσίπονων) επιδράσεων του βελονισμού είναι ότι η προσθήκη των βελόνων λειτουργεί σαν ένα ψευτοφάρμακο, ή πρόταση, όπως σε πολλές μορφές υπνωτισμού, ή σε έναν πιο ευθύ τρόπο οι βελόνες διεγείρουν το σώμα να παράγει ενδορφίνες που λιγοστεύουν τον πόνο. Παρ’ όλο που οι περισσότεροι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι ο βελονισμός μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να ελαττώσει τον πόνο μέσω των ψευτοϋπνωτικών και ψευτοφαρμακευτικών επιδράσεων, η ενδορφινική υπόθεση έχει αποδυναμωθεί από μελέτες που έδειξαν ότι δεν υπάρχει καμία σχέση ανάμεσα στα πλασματικά ενδορφινικά επίπεδα και στον πόνο. Μια πιο βαθιά απόπειρα να καταστήσουμε τον βελονισμό μέσα στο πλαίσιο μιας αλλαγμένης δυτικής φαρμακευτικής είναι η δουλειά του ιατρικού εξερευνητή Ρόμπερτ Ο. Μπέκερ και των συναδέλφων του, οι οποίοι ανακάλυψαν ότι η ηλεκτρική αντίσταση περίπου των μισών σημείων βελονισμού ήταν διαφορετική από τα σημεία ελέγχου. Ξανά όμως, τα αποτελέσματα δεν είναι συμπερασματικά, γιατί, όσο ήμουν εγώ ικανός να εξακριβώσω, οι μελέτες δεν είχαν αντιγραφεί σε άλλα εργαστήρια και δεν είχαν χρησιμοποιηθεί διπλής όψεως πρωτόκολλα.

Μια άλλη περιοχή στην οποία τα μη δυτικά ιατρικά συστήματα έχουν μπει στην βιοϊατρική έρευνα περιλαμβάνει τη χρήση συλλογισμού και σχετικών ψυχολογικών εφαρμογών στη θεραπεία του καρκίνου. Ο Αυστραλός ψυχίατρος Άνσλι Μέαρς δημοσίευσε έναν αριθμό εγγράφων στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές του ’80, στα οποία υποστήριξε ότι ένα θεραπευτικό πρωτόκολλο των 20 θεμάτων εντατικής περίθαλψης οδήγησε στη μειωμένη ανησυχία, κατάθλιψη, αβουλία και πόνο περίπου στους μισούς ασθενείς του με καρκίνο. Σε μερικές περιπτώσεις στις οποίες οι ασθενείς δεν χρησιμοποίησαν συμβατικές θεραπείες αλλά χρησιμοποιώντας την ιατρική παρακολούθηση βρήκε αναδρομή του καρκίνου. Παρ’ όλα αυτά, τα αποτελέσματα παραμένουν στην κατηγορία των ανέκδοτων ερευνών. Για τους περισσότερους ιατρικούς ερευνητές αυτός ο τύπος έρευνας μπορεί να είναι χρήσιμος γιατί προτείνει δρόμους που μπορεί να αξίζει η συνέχεια στις ελεγμένες μελέτες. Τα πιο πειστικά ελεγχόμενα πειράματα περιλαμβάνουν ποσοτικές ανθρώπινες μελέτες στις οποίες οι ασθενείς μπαίνουν μαζί πριν μπει η ετικέτα (γνωστή ως αναμενόμενες, κλινικά ελεγμένες δοκιμασίες).

Τα δύο παραδείγματα δείχνουν πως παρ’ όλο που μπορούν οι μη δυτικές θεραπείες να ευημερούν στις δυτικές κοινωνίες, δεν διέθεταν πολύ αποτέλεσμα στην βιοϊατρική έρευνα. Όταν οι μη δυτικές θεραπείες βρίσκουν το δρόμο τους στα βιοϊατρικά ερευνητικά προγράμματα, συνήθως υποστηρίζονται από τα μη δυτικά τους θεωρητικά πλαίσια και μεταφρασμένα σε όρους τρεχούμενης βιοϊατρικής και ψυχολογικής γνώσης. Όμως, υπάρχει και ένα όριο στο οποίο ένα φάρμακο γίνεται πολυπνευματικό. Παρ’ όλο που το ιατρικό σύστημα σαν σύνολο μπορεί να γίνεται θεαματικά πλουραλιστικό και πολυπνευματικό, είτε μας αρέσει είτε όχι οι θεωρίες των πανεπιστημίων και τεράστιων ερευνητικών οργανισμών παραμένουν απαραβίαστες.


Η Πνευματική Δομή της αρρώστιας και της ασθένειας

Σε αντίθεση με τις θεσμικές σχέσεις, οι θεραπείες, και οι θεωρίες της αιτιολογίας, η αλληλεπίδραση μεταξύ δυτικής και μη δυτικής φαρμακευτικής περιλαμβάνει επίσης την κατανόηση της αρρώστιας και της ασθένειας. Η διάκριση μεταξύ της αρρώστιας και της ασθένειας έχει μια συγκεκριμένη έννοια στην ιατρική ανθρωπολογία που προέρχεται στο μεγαλύτερο βαθμό από τη δουλειά του γιατρού και ανθρωπολόγου Άρθουρ Κλέϊνμαν του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Στο “Ασθενείς και θεραπευτές στα συμφραζόμενα της κουλτούρας”, ο Κλέϊνμαν προσδιορίζει τους όρους έτσι: “η ασθένεια αναφέρεται σε μια ελαττωματική λειτουργία των βιολογικών και/ή ψυχολογικών διαδικασιών, ενώ ο όρος αρρώστια αναφέρεται στην ψυχοκοινωνική εμπειρία και έννοια της αντιλαμβανόμενης ασθένειας” (1980:72). Το πλαίσιο εγκαθιδρύει μια αντίθεση ανάμεσα στην εξουσία των γιατρών εκπαιδευμένων στη δυτική φαρμακευτική και ψυχιατρική και στους ασθενείς. Οι τελευταίοι πλησιάζουν την τοπική, μη δυτική φαρμακευτική και/ή την κατανόηση των επίσημων ιατρικών γνώσεων, οι οποίες συνθέτουν τις δικές τους ιδέες για την αρρώστια (50 ff.).

Αυτός ο σχηματισμός της διχοτόμησης της αρρώστιας/ασθένειας έχει αντιμετωπίσει αρκετές κριτικές. Από το κάλυμμα της κριτικής ιατρικής ανθρωπολογίας, πολλοί έχουν διαφωνήσει για ένα εναλλακτικό πλαίσιο για το οποίο η κύρια λέξη είναι η ασθένεια, ένας όρος που χρησιμοποιείται για να σηματοδοτήσει τον τρόπο που η αρρώστια και η ασθένεια περιλαμβάνουν δυναμικές σχέσεις μεταξύ γιατρών και ασθενών. Το κύριο πρόβλημα είναι ότι η διχοτόμηση της αρρώστιας/ασθένειας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εννοηθεί ότι η αρρώστια είναι μόνο η κατανόηση από την ασθενή τι του συμβαίνει, ενώ η ασθένεια είναι αυτό που πραγματικά συμβαίνει. Αυτή η ερμηνεία, όμως, κρύβει τον τρόπο με τον οποίο η διάγνωση και η αιτιολογία των ειδικών είναι κάθε δάγκωμα της ίδιας κατασκευής με αυτή του ασθενή. Μέχρι ένα σημείο ο Κλέϊνμαν αναγνωρίζει το σημείο της αρρώστιας και της ασθένειας στην συζήτησή του, παρ’ όλο που το θέμα φαίνεται να χάνεται όταν οι άλλοι απασχολούνται με τη διχοτόμηση. Ο Κλέϊνμαν υποστηρίζει ότι και τα δύο ασθένεια και αρρώστια υπάρχουν “σαν οικοδομές σε συγκεκριμένες μορφές της πλουραλιστικής κλινικής αλήθειας” (1980:73).Όμως, παρ’ όλο που η διχοτόμηση της αρρώστιας/ασθένειας μπορεί να είναι χρήσιμη, η άποψη του S.T.S. ότι η ασθένεια είναι το ίδιο με την κοινωνική δομή, όπως είναι η αρρώστια και θα πρέπει να γίνουν μέρος της ανάλυσης.

Παρά τις πολλές συγχύσεις, η ιατρική ανθρωπολογία έχει συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην κατανόηση της αλληλεπίδρασης ασθενούς - ειδικού. Οι ανθρωπολόγοι έχουν δείξει πως η διαδικασία δομής της αρρώστιας/ασθένειας έχει χαραχτεί στη μνήμη ως ένα πλουραλιστικό ιατρικό σύστημα στο οποίο ασθενείς και γιατροί πρέπει να διαπραγματεύονται τις μεταξύ τους δομές της αρρώστιας/ασθένειας. Με το να βλέπουμε τη δομή της αρρώστιας/ασθένειας σαν μια διαπραγματεύσιμη διαδικασία, οι ιατρικοί ανθρωπολόγοι έχουν φτάσει σε έναν αριθμό “σιωπηλών ορίων”, για να χρησιμοποιήσω την έκφραση της ανθρωπολόγου Κάρτν Πλίσκιν στη μελέτη της για τη δομή της αρρώστιας/ασθένειας ανάμεσα σε μια ομάδα εθνικής μειονότητας στο Ισλάμ. Η Πλίσκιν περιγράφει από τα όρια σαν:

τα ποικίλα κοινωνικά και πνευματικά στοιχεία και καταστάσεις

οι οποίες, άγνωστες στον ασθενή και στον ειδικό, παρεμποδίζουν την

επιτυχή θεραπεία: οι διαφορές στην επικοινωνία, οι πνευματικές

συνέπειες και συναισθήματα, η έκφραση, η ασθένεια, η εθνικότητα

και ο στερεοτυπισμός, η ιατρική πράξη (1987:8).

Ένας πνευματικά αφελής επιστήμονας μπορεί να μην είναι ενημερωμένος για τις πολλές παραεπικοινωνίες και παρεξηγήσεις που προκύπτουν στην κλινική αντιμετώπιση· ένας πνευματικά αναπτυγμένος ειδικός τώρα έχει πηγές για την καλύτερη κατανόηση της κλινικής αντιμετώπισης, ειδικά όταν περιλαμβάνει εθνικές διαφορές και διαφορές καταγωγής μεταξύ του ασθενή και του γιατρού.

Με το να βλέπουμε τους ιατρικούς/ψυχιατρικούς προσδιορισμούς της ασθένειας και της πνευματικής διαταραχής σαν κοινωνικά δομημένες, δεν σημαίνει ότι είναι μόνο φανταστικές επινοήσεις που δεν ανταποκρίνονται καθόλου σε αυτό που είναι έξω στον κόσμο. Μάλλον σημαίνει μόνο, ότι η τρέχουσα αντίληψη αυτού που αποτελεί μια ασθένεια ή μια ψυχιατρική δυσλειτουργία σε οποιαδήποτε στιγμή είναι ένα προϊόν της ιστορίας μιας επιστημονικής και ιατρικής κοινότητας. Επιπλέον, οι αντιλήψεις είναι θέματα που αλλάζουν με το χρόνο. Όπως η γνώση των ψυχοκοινωνικοβιολογικών διαδικασιών και αιτιών αλλάζει, το ίδιο συμβαίνει και στις ταξινομήσεις και αιτιολογίες.

Η κοινωνική δομή της ασθένειας γίνεται πιο προφανής - και πολιτευόμενη - σε περιπτώσεις όπως το ΑΙDS. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι προσδιορισμοί του πότε η ασθένεια αρχίζει, επηρεάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα όπως προσδιορίζεται σε όρους πρόσβασης στις θεραπείες και ασφάλεια. Η κοινωνικά δομημένη φύση της ιατρικής γνώσης είναι επίσης πολύ προφανής σε συζητήσεις γύρω από ψυχιατρικές διαταράξεις, οι οποίες συχνότατα έχουν γίνει ιδιαίτερα πολιτευόμενες. Στις ΗΠΑ οι συζητήσεις συνήθως εστιάζονται στο εάν μια δεδομένη κατηγορία ψυχιατρικής δυσλειτουργίας θα πρέπει να συμπεριληφθεί στο ψυχιατρικό σύστημα ταξινόμησης γνωστό ως “Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο” (DSM). Το σύστημα από μόνο του έχει υποστεί πολλές επαναλήψεις και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90 προετοιμαζόταν η τέταρτη εκδοχή.

Η ορολογία και η κατανόηση της ψυχιατρικής έχουν αλλάξει δραματικά από τον 19ο αιώνα και ακόμη και το μισό του 20ού αιώνα. Το πιο κυρίαρχο παράδειγμα των παλιότερων κατηγοριών είναι η υστερία που προέρχεται από την ελληνική λέξη για το “απώτερος”. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι η “απώτερη” μπορούσε να περιστρέφεται γύρω από ο σώμα και ότι η “περιπλανώμενη μήτρα” ήταν υπεύθυνη για το πάθημα αυτό. Οι Αιγύπτιοι κάπνιζαν τα γυναικεία γεννητικά όργανα να προσελκύσουν το “απώτερο” πίσω στη “σωστή” του θέση, ή έδιναν στη γυναίκα άνοστα φάρμακα για να το οδηγήσουν πίσω ξανά. Οι Έλληνες ανέπτυξαν την Αιγυπτιακή θεωρία και μεταχείριση με το να επιμένουν ότι η αρρώστια παρουσιαζόταν όταν οι γυναίκες παρέμεναν “στείρες” για πολύ καιρό μετά την εφηβεία. Η λύση ήταν να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά, και σαν αποτέλεσμα, η αρρώστια έφτασε να έχει ηθική σημασία σαν κύρωση ενάντια στις γυναίκες που δεν δέχονταν το γάμο και τη μητρότητα. Πιο κοντά στην εποχή μας, οι γιατροί μερικές φορές θεράπευαν τις “υστερικές” γυναίκες κάνοντας μια υστερεκτομή.

Ήταν μόνο με τον Φρόιντ και την πρώτη γενιά των ψυχολόγων που οι ψυχολογικές βάσεις της υστερίας έγιναν πιο προφανείς. Κατά τη διάρκεια εκείνη διευρύνθηκε η διάγνωση της υστερίας και έγινε πιο συνηθισμένο να μιλάμε για υστερικά συμπτώματα στους άνδρες και τις γυναίκες. Παρ’ όλο που οι μελέτες του Φρόιντ για την υστερία ήταν περιορισμένες από τις δικές του πατριαρχικές στάσεις, οι μέθοδοί του έκαναν πιθανή επακόλουθη δουλειά που ξαναμετάφρασε την υστερία κυρίως σαν μια μορφή αντίστασης για τις κακοποιημένες γυναίκες των οποίων τα μέσα διαμαρτυρίας ήταν περιορισμένα από τους συντηρητικούς γυναικείους ρόλους. Σήμερα, η υστερία έχει γίνει μια από τις κατηγορίες διάγνωσης που το Αμερικανικό ψυχιατρικό επάγγελμα έχει πέσει από το σύστημα ταξινόμησής του λόγω της αστυνομικής και σεξιστικής βίας.

Η δική του άποψη για την υστερία παρέχει ένα παράδειγμα διανοητικής δυσλειτουργίας που ουσιαστικά έχει εξαφανιστεί τα τελευταία χρόνια λόγω αλλαγών στη συχνότητα των συμπτωμάτων και στις διαγνωστικές προτιμήσεις. Σε γενικές γραμμές, υπάρχει μια προοδευτική συνήθεια να εξαφανίσουμε μερικές από τις πιο σεξιστικές και ετεροσεξιστικές κατηγορίες της ψυχοπαθολογίας από επίσημα διαγνωστικά εγχειρίδια. Πχ., από το 1952 έως το 1973 η Αμερικανική ψυχιατρική Εταιρεία κατέταξε την ομοφυλοφιλία στις αρρώστιες σαν ψυχοπαθολογία, σε ένα πιο πουριτανικό Αμερικανικό περιβάλλον μερικοί κορυφαίοι ψυχαναλυτές αγνόησαν τη θέση του. Το 1973 ενεργητικοί (συμπεριλαμβανόμενων μερικών ψυχαναλυτών) τελικά κατάφεραν να παραμερίσουν την ομοφυλοφιλία από την DSM. Η επακόλουθη προσοχή εστιάστηκε στην σεξιστική προκατάληψη στα διαγνωστικά πρότυπα και υποθέσεις πίσω από αρκετές των συχνότερα χρησιμοποιημένων όρων για τις ατομικές δυσλειτουργίες, όπως “θεατρινισμός”, “εξάρτηση” και “προσωπική ήττα δυσλειτουργίας της προσωπικότητας”. Όσον αφορά την “εξάρτηση” της δυσλειτουργίας προσωπικότητας, μερικοί είχαν υπονοήσει αντί για “περιορισμένη” δυσλειτουργία προσωπικότητας για τους άντρες κάτω από τη γοητεία της υπερβολικής ανδροπρέπειας.

Σε μερικές περιπτώσεις οι δυσλειτουργίες δεν εξαφανίζονται όσο αλλάζουν ονόματα, συμπτώματα και αιτιολογίες. Η κατάθλιψη, πχ. ήταν αρχικά γνωστή στους αρχαίους έλληνες σαν “μελαγχολία”, μια χρόνια ασθένεια με συμπτώματα λύπης, φόβου, μισανθρωπιστικές συμπεριφορές, αυταπάτες, γαστρονομικά προβλήματα και μια γενική αίσθηση να κουράζονται από τη ζωή. Κατά τη Μεσαιωνική Ευρωπαϊκή Χριστιανική περίοδο μια σχετική κατάσταση γνωστή ως “acedia” έλαβε μεγάλη προσοχή. Θεωρούμενη συνήθως αμαρτία, η “acedia” συνδυάζονταν πολλές φορές με την οκνηρία, την απροσεξία, την ανεμελιά, και άλλα αρνητικά ηθικά χαρακτηριστικά. Η δημοφιλής αρρώστια της κατάθλιψης ξεπρόβαλλε καθώς οι ηθικές επικαλύψεις της “acedia” απορρίφθηκαν. Ο όρος τρεχούμενος, στις αρχές του 20ού αιώνα, “νευρασθένεια”, ήταν συνδεδεμένη με μια δυσλειτουργία που ήταν αποτέλεσμα αδυναμίας ή εξασθένησης του νευρικού συστήματος. Τα συμπτώματά της περιείχαν πονοκεφάλους, αϋπνία, ζαλάδα, κόπωση, αδυναμία, άγχος, ενόχληση και άλλους τοπικούς μη γραφικούς πόνους. Σημειωτέον, η νευρασθένεια δεν είχε την ηθική ποιότητα της “acedia”, και στερούνταν επίσης αρκετών εκ των συμπτωμάτων όπως και τη χρονική θέση της μελαγχολίας. Αργότερα, καθώς μεγάλωνε η ψυχολογική γνώση μεταξύ του ιατρικού επαγγέλματος και του γενικού κοινού, τα ψυχολογικά συμπτώματα έτειναν να αντικατασταθούν από πιο ψυχολογικές προσωπικές αναφορές, και η δημοφιλής “κατάθλιψη” παρουσιάστηκε. Ακόμη, άλλε ανακατατάξεις είναι πιθανόν τα νέα φάρμακα που εφαρμόζουν πάνω σε συγκεκριμένους νευροπομπούς, όπως ο Prozac, οδηγεί σε ανακατατάξεις συμπτωμάτων και κατηγορίες δυσλειτουργιών.

Επίσης, μερικές ψυχιατρικές δυσλειτουργίες εξαφανίζονται μόνο για να ξαναεμφανιστούν αργότερα. Πχ. , η ανορεξία είχε αναγνωριστεί στους προηγούμενους αιώνες σαν anorexia mirabilis, μια κατάσταση που μπορεί να ανιχνευτεί στον 14ο αιώνα στην Αγία Αικατερίνη της Σιένης και τη γενική χριστιανική παράδοση των αγίων γυναικών που φημίζονταν ότι ζούσαν μόνο με τις Θείες Ευχαριστίες. Όπως η ιστορικός Τζόαν Μπρέμπεργκ περιγράφει στο “Πιστά Κορίτσια”, η παράδοση συνεχίστηκε στον 19ο αιώνα με τη μορφή των “θαυματουργικών κοριτσιών”, που επίσης θεωρούταν άγιες και φημίζονταν ότι ζούσαν χωρίς τροφή. Όμως, στον 20ο αιώνα μια κάπως πιο διαφορετική μορφή ανορεξίας, η “anorexia nervosa”, έγινε γνωστή μεταξύ των νεαρών γυναικών που μεγάλωναν σε οικογένειες όπου οι γονείς χρησιμοποιούσαν το φαγητό σαν μια μορφή πειθαρχίας και σε κουλτούρες όπου οι διαφημίσεις τους διδάσκουν ότι με το να είσαι λεπτός είσαι και όμορφος. Μέχρι τα μισά του 20ού αιώνα η “anorexia nervosa” είχε φτάσει σχεδόν τα επιδημικά όρια στις ΗΠΑ και δόθηκε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον στην δυσλειτουργία αυτή που το 1985, δημιουργήθηκε μια ξεχωριστή διάγνωση για τη βουλιμία, ένα σύνδρομο κατάνυξης και κάθαρσης.

Ένα άλλο παράδειγμα δυσλειτουργίας που ανεβοκατεβαίνει (σε επίπεδο) είναι ο διχασμός της προσωπικότητας. Η δυσλειτουργία ευδοκίμησε κατά τα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά είχε σε ανυποληψία μετά τις αρχές του 20ού αιώνα όταν η ύπνωση δεν προτιμούνταν. Για δεκαετίες οι ασθενείς με παρόμοια συμπτώματα ονομάζονταν σχιζοφρενείς ή υστερικοί. Οι σκοτοδίνες ή οι διαχωριστικές καταστάσεις συχνά αποδίδονταν σε προσωρινά πιασίματα του λοβού παρά στις ψευτοϋπνωτικές αμνησίες ή στους διαχωρισμούς. Επίσης, η διάγνωση της σχιζοφρένειας κατέστησε ικανό για τους ασθενείς να λάβουν κάποια μέτρα ασφάλειας, ενώ η διάγνωση της διχασμένης προσωπικότητας ήταν λιγότερο αποδεκτή. Παρ’ όλα αυτά, κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα η υπνωτική έρευνα και θεραπεία ξαναεμφανίστηκε και επίσης οι ψυχίατροι έγιναν πιο προσεκτικοί στην παιδική κακοποίηση σαν αιτία διανοητικής αρρώστιας. Ο διχασμός της προσωπικότητας ξανάγινε δημοφιλής σαν διάγνωση, και η κατηγορία την ξαναπήρε πίσω στο επίσημο διαγνωστικό εγχειρίδιο το 1980. Το 1984, η Διεθνής Κοινωνία για την Μελέτη της Διχασμένης Προσωπικότητας και Διαχωρισμού ιδρύθηκε. Η νέα αντίληψη της διχασμένης προσωπικότητας αποδίδει τη δυσλειτουργία στην παιδική κακοποίηση που έχει ως αποτέλεσμα του “διαχωρισμού” ή το ξεχώρισμα των επώδυνων αναμνήσεων σε ξεχωριστές προσωπικότητες.

Εν συντομία, για να πούμε ότι οι δυτικές αντιλήψεις της διανοητικής δυσλειτουργίας είναι κοινωνικά δομημένες προϋποθέτει πολύ περισσότερο από το να πούμε ότι οι κοινωνικοί παράγοντες έχουν διαμορφώσει αυτές τις ιδέες. Οι έννοιες, οι αιτιολογίες, τα συμπτώματα, και οι ορισμοί αλλάζουν σταδιακά μέσα στο χρόνο, ακόμη και στο σημείο που μερικοί/μερικές να εξαφανίζονται από το λεξικό. Επίσης, οι ακριβείς προσδιορισμοί και σκέψεις πέρα από το περιεχόμενο και αποκλειστικότητα είναι βαθιά αντικατοπτρισμένες στην πλούσια, ομοφυλοφιλική, Ευρωπαϊκή, ανδρική επαγγελματική κουλτούρα από την οποία εμφανίστηκαν. Όπως το ιατρικό επάγγελμα ανοίγει τις πόρτες του σε άλλες ομάδες - ή δεν έχει πλέον τη δύναμη να κρατά τις πόρτες ερμητικά κλεισμένες - η προηγούμενη εκτός συναγωνισμού γνώση πολιτικοποιείται πολύ.

Η Πνευματική Εξάπλωση και η Μετάφραση της Αρρώστιας

Όσο για την ιατρική δομή της ασθένειας και δυσλειτουργίας, μια πνευματική άποψη μπορεί να παράσχει επίσης ένα πλαίσιο για την κατανόηση απόψεων των επιδημιολογιών τους. Πχ., είναι πολύ γνωστό ότι η εξάπλωση των ασθενειών και των ψυχιατρικών δυσλειτουργιών είναι περισσότερο από ομοιόμορφες σε όλο τον κόσμο, και ότι η επιδημιολογία διαμορφώνεται από κοινωνικές εφαρμογές καθώς και από περιβαλλοντολογικούς παράγοντες. Η σχιζοφρένεια και η ανορεξία, όπως ο καρκίνος και η καρδιοπάθεια, είναι πολύ πιο διαδεδομένες στις πλούσιες, ανεπτυγμένες δυτικές χώρες. Παρόμοια, μερικές ασθένειες μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο περιορισμένες σε συγκεκριμένες περιοχές του κόσμου, όπως οι μεταδοτικές τροπικές ασθένειες, αλλά ακόμη και μέσα σ’ αυτές τις περιορισμένες περιοχές υπάρχουν διαφορετικές ριζικές διανομές σε σχέση με το μέρος των ποικίλων πνευματικών εφαρμογών ή διαφορετική πρόσβαση στα υγειονομικά συστήματα και υγιεινή φροντίδα.

Σε αντίθεση με το να παίζουμε ένα ρόλο στην κοινωνική διαμόρφωση στην περίπτωση της ασθένειας, τοπικές ιατρικές εφαρμογές διαμορφώνουν τα συμπτώματα και την κατανόηση της ίδιας της ασθένειας. Πχ., όπως ο Κλέϊνμαν υποστηρίζει, στην Ανθρώπινη Δημοκρατία της Κίνας η κατάθλιψη συχνά διαγνώσκεται ως νευρασθένεια. Ο παλιότερος όρος ταιριάζει καλύτερα με την έμφαση σε μια οργανική προσέγγιση που με τη σειρά της ταιριάζει καλύτερα με την υλιστική κοινοτική ιδεολογία. Επίσης, οι ασθενείς στην Κίνα να ενσωματώνουν περισσότερο, που είναι, τείνουν να εμπειριστούν τα συμπτώματά τους μέσω του σώματός τους. Σε αντίθεση, στη Δύση, όπου η ψυχολογία είναι πολύ περισσότερο ένα μέρος της δημοφιλούς κουλτούρας, οι ασθενείς τείνουν να εμπειριστούν και να εκφράσουν τα συμπτώματά τους σε ένα ψυχολογικό επίπεδο.

Η περίπτωση της Ανθρώπινης Δημοκρατίας της Κϊνας είναι ενδιαφέρουσα γιατί δείχνει πως το πανεπιστημιακά εκπαιδευμένο ιατρικό επάγγελμα που είναι μέρος της διεθνούς ιατρικής κοινότητας παρ’ όλα αυτά, λειτουργεί όχι μόνο με διαφορετική κατανόηση της κατάθλιψης αλλά επίσης και με διαφορετική ομάδα συμπτωμάτων. Ένα πρόβλημα μετάφρασης προκύπτει. Είναι η Κινέζικη νευρασθένεια αληθινή δυτική κατάθλιψη με μια πολύ διαφορετική ομάδα συμπτωμάτων, ή θα πρέπει να τις σκεφτόμαστε σαν δύο σχετικές αλλά διαφορετικές ψυχιατρικές δυσλειτουργίες; Το πρόβλημα της μετάφρασης είναι ακόμη πιο φανερό στην περίπτωση των παραδοσιακών ταξινομήσεων των μη δυτικών ασθενειών. Πχ., ο Ψυχίατρος Ρέιμοντ Πρινς περιγράφει το παραδοσιακό σύστημα ταξινόμησης των Γιορούμπα της Δυτικής Αφρικής σαν να έχουν έναν αριθμό κατηγοριών που δεν χαρτογραφούνται πάντα ε ένα απλό και έναν-προς-έναν τρόπο στις δυτικές ψυχιατρικές δυσλειτουργίες. “Answin” αναφέρεται σε ένα οξύ (βραχυπρόθεσμο) ψυχωτικό επεισόδιο στο οποίο ο ασθενής μπορεί να αυτοκτονήσει ή να δολοφονήσει. Ο Πρινς, γράφοντας στις αρχές της δεκαετίας του ’60, χαρτογράφησε το “answin” σε έναν αριθμό δυτικών ψυχιατρικών κατηγοριών τότε: οξύ σχιζοφρενικό επεισόδιο, μανία, κατατονική έξαψη, και ανήσυχο παραλήρημα. Παρόμοια, έγραψε ότι το “Αϊγίπερι” είναι μια σύνθετη έννοια που συμπεριλαμβάνει υστερικές διαταραγμένες δυσλειτουργίες, τοποθετώντας και χτυπώντας όπως και ψυχοκινητικές συλλήψεις και πιθανά τιτανικές” (1964-88). Μια άλλη αρρώστια, η “κεφαλή του κυνηγού (ori ode), συμπεριλαμβάνει έναν φοβερό πονοκέφαλο που δίνει την αίσθηση ότι μυρμήγκια περπατούν μέσα στο κεφάλι κάποιου ή σαν αμόνι να χτυπάει μέσα στο κεφάλι. Η εμφανής υποψηφιότητα για την μετάφραση είναι η ημικρανία, αλλά η Γιορούμπα αποδίδει την αρρώστια στην πηγή, και επίσης παίρνει συγκεκριμένα συμπτώματα που σχετίζονται με τις πηγαίες πίστεις. Όμως, μπορεί επίσης να παρατηρηθεί σαν μια καθομιλούμενη δυσλειτουργία βασισμένη στην πίστη που ένας έχει μαγευτεί.

Είναι πιθανό, τότε, να μεταφράσουμε τις μη δυτικές κατηγορίες των ασθενειών σε δυτικές κατηγορίες ασθενειών και ψυχικών δυσλειτουργιών. Όμως μερικές εντοπισμένες παραδοσιακές αρρώστιες φαίνεται να έχουν μια πολύ συγκεκριμένη ομάδα συμπτωμάτων (που σημαίνει, ότι σχηματίζουν ένα “σύνδρομο”) που είναι συγκριτικά κάθε αντίστοιχο στην δυτική κοσμοπολίτικη ψυχιατρική. Ο όρος “σύνδρομα αναπτυξιακών δεσμών” εμφανίστηκε στην ψυχιατρική και την ανθρωπολογία για την περιγραφή παραδοσιακών ασθενειών που αρχικά υπέθεταν να τοποθετηθεί μόνο μέσα σε μια συγκεκριμένη κουλτούρα ή ομάδες μορφών κουλτούρας.

Ένα παράδειγμα του πνευματικού δεσμικού συνδρόμου είναι το “κόρο”. Στην Ανατολική και Νότια Ασία οι άντρες πολλές φορές συγκρούονται με ξαφνικό φόβο ότι το πέος τους θα ξαναμπεί μέσα στο σώμα και θα τους σκοτώσει. (Υπάρχουν μερικές αναφορές παρόμοιας κατάστασης για τα γυναικεία στήθη, αλλά πολύ σπάνια αναφέρονται). Η κατάσταση είναι γενικά αναγνωρισμένη και αποδεδειγμένη στις κουλτούρες της περιοχής, και υπάρχουν συγκεκριμένες εξηγήσεις γιατί παρουσιάζεται και τι να κάνουν για να το αποτρέψουν. Υπάρχει επίσης και ένας αριθμός καλά τεκμηριωμένων περιπτώσεων που δείχνουν ότι οι επιθέσεις του “κόρο” αλήθεια προκύπτουν στους άνδρες σ’ αυτούς τους πληθυσμούς: με άλλα λόγια, είναι ένα σύνδρομο μάλλον πιο πολύ από πίεση. Το ερώτημα του εάν ή όχι το πέος μπορεί αλήθεια να εξαφανιστεί στο σώμα είναι συζητήσιμο. Όπως μερικοί εξερευνητές έχουν διαπιστώσει, είναι πιθανόν ότι το άγχος της απόσυρσης του πέους οδηγεί στην μειωμένη ροή του αίματος στο πέος, το οποίο με τη σειρά του προκαλεί ένα ποσοστό σμίκρυνσης του πέους, που δημιουργεί μεγαλύτερο άγχος, το οποίο οδηγεί σε μειωμένη ροή του αίματος κλπ.

Το “κόρο” έχει ταξινομηθεί σαν μια παραδοσιακή αρρώστια που είναι απλά μια τακτική επίθεση συνδυασμένη ίσως με μια βασανιστική νεύρωση. Επίσης, με τα χρόνια, πότε-πότε μια μελέτη στην ψυχιατρική λογοτεχνία, εμφανίζεται ότι συνεισφέρει στην αναπτυξιακή απόδειξη που τα κορολιακά συμπτώματα παρουσιάζονται στους ενήλικους άνδρες σε πολύ διαφορετικές κουλτούρες από αυτές της Νοτιοανατολικής και Ανατολικής Ασίας. Τώρα υπάρχουν φήμες των κοροϊκών επιθέσεων στην Αμερικανική σχιζοφρένεια, ένας Γαλλοκαναδός, Αγγλοσάξονας Καναδός, “Yemenitens”, Γεωργιανός Εβραίος, Νιγηριανός, Λονδρέζος και πολλοί άλλοι Εγγλέζοι, για να μην αναφέρω επιδημικά στην Σιγκαπούρη και την Ταϊλάνδη. Η πιθανότητα που εμφανίζεται το κόρο μπορεί να μην είναι καθόλου δεσμός κουλτούρας, αλά στην θέση μιας διανοητικής αρρώστιας που πρέπει να χρησιμοποιήσει τη φράση του ψυχιάτρου Ρόναλντ Σάϊμονς, “ένας παράγοντας νευροφυσιολογικής μορφής”. Βεβαίως, η εναλλακτική πιθανότητα είναι ότι δεδομένου ίσως μεγαλύτερης σημασίας του οργάνου, η ίδια ιδέα τυχαίνει να παρουσιαστεί σε άνδρες σε όλο τον κόσμο, αλλά είναι μόνο σε συγκεκριμένες κουλτούρες που η ιδέα εκφράζεται σε παραδοσιακή αρρώστια.

Ένας αριθμός άλλων παραδοσιακών ασθενειών έχουν προκαλέσει την προσοχή σαν διακριτικά κουλτουροδέσμια σύνδρομα. Πχ., η “latah” είναι μια κατάσταση γνωστή στη Νοτιοανατολική Ασία (όχι απαραίτητα αποκαλούμενη σαν παθολογική) στην οποία ένα άτομο που είναι υπερτρομακτικό τείνει να χάσει τον έλεγχο εάν τρομαχτεί (ξαφνιαστεί). Αφού ξαφνιαστούν οι “latahs” συνήθως φωνάζουν ασυναρτησίες και μιμούνται ανεξέλεγκτα τους ανθρώπους γύρω τους, συχνά για την ψυχαγωγία αυτών που τους κοιτάζουν. Άλλα κουλτουροδέσμια σύνδρομα περιλαμβάνουν το αμόκ, άλλο Νοτιοανατολικό Ασιατικό σύνδρομο, στο οποίο οι άνθρωποι διαπράττουν έγκλημα μαζικής αυτοκτονίας. Το “piblotob” που βρίσκεται μεταξύ των Εσκιμώων οι οποίοι μερικές φορές σπρώχνονται από την επικίνδυνη ανάγκη να βγάλουν τα ρούχα τους και να τρέξουν γυμνοί στο χιόνι· και πολλές καταστάσεις υπνωτικής παράλυσης στις οποίες οι άνθρωποι που κοιμούνται δέχονται επισκέψεις από πνεύματα και είναι ανίκανοι να κινηθούν. Η βάση των κουλτουροδέσμιων συνδρόμων έχουν εστιαστεί στο βαθμό στον οποίο παρόμοια σύνδρομα σε διαφορετικές κουλτούρες είναι κατά μια έννοια “ίδια”, και εάν μπορούν να υπάρξουν βιολογικοί παράγοντες που μπορούν να θεωρηθούν ως φανερές κουλτουριάρικες ομοιότητες.

Η άποψη για τα κουλτουροδέσμια σύνδρομα έχει δύο τεράστιους υπαινιγμούς για τη δυτική ή κοσμοπολίτικη ψυχιατρική. Ο ένας είναι ότι προκαλεί τα επαγγέλματα υγείας να ξανασκεφτούν κρίνοντας τις δικές τους κατηγορίες στη διανοητική δυσλειτουργία. Όπως συζητήθηκε και πιο πάνω, υπάρχει ήδη μια συνεχιζόμενη σκέψη για τις κατηγορίες, αιτιολογίες και θεραπείες της διανοητικής δυσλειτουργίας, ανάμεσα στα ποικίλα ιατρικά επαγγέλματα του κόσμου. Στις ΗΠΑ οι απόψεις τείνουν να εμφανιστούν από πολιτικούς ή ηθικούς συλλογισμούς, όπως ερωτήσεις που αφορούν τις πολιτικές της υστερίας ή ομοφυλοφιλίας, σαν ψυχιατρικές δυσλειτουργίες. Η συγκριτική άποψη που βγήκε από την μελέτη των κουλτουροδέσμιων συνδρόμων καθιστά επίσης δυνατό να ρωτούμε μέχρι ποιο σημείο μερικές από τις δυτικές ψυχιατρικές δυσλειτουργίες είναι προϊόντα μιας ειδικά δυτικής πνευματικής σκηνής αντί για απότομες βιολογικές διαδικασίες.

Πχ., μερικοί προηγούμενοι αντίπαλοι των βιολογικών θεωριών της “anorexia nervosa” πιστεύουν ότι είναι το αποτέλεσμα μιας ατέλειας της υπόθαλψης, η οποία ελέγχει τον μεταβολισμό, την θερμοκρασία, την αναπνοή και την εισαγωγή φαγητού και νερού. Παρ’ όλα αυτά, οι φαρμακευτικές θεραπείες, δεν είναι πια επιτυχείς από ένα ψευτοφάρμακο, και η ανορεξία επίσης ακολουθεί μια “αναλογία ανάπτυξης”: η δυσλειτουργία βρίσκεται στις δυτικές ή δυτικοποιημένες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των μη δυτικών εθνικών ομάδων στις χώρες αυτές, και είναι σπάνια στην Αφρική, την Ασία και την Μέση Ανατολή. Η ανορεξία επίσης αυξάνεται σε επικράτεια μέσα στο χρόνο, με αυξανόμενες περιπτώσεις στις πρόσφατες δεκαετίες. Βρίσκεται μεταξύ της μεσαίας και υψηλής τάξης, σε μεγαλύτερο βαθμό στις γυναίκες, και ειδικά στις έξυπνες και φιλόδοξες γυναίκες. Οι αθλητές, χορευτές, διαιτητικοί, μοντέλα και ιππείς είναι πιο πιθανό να γίνουν ανορεξικοί. Δεδομένου αυτού του επιδημιολογικού προφίλ, δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει το ότι οι απόψεις τώρα εμφανίζονται από τη φύση της ανορεξίας. Ίσως δεν είναι μια βιολογική ασθένεια με μια αιτιολογία σχηματισμένη από πνευματικούς συντελεστές, και αντίθετα είναι ένα κουλτουροδέσμιο σύνδρομο που εμφανίζεται σε κουλτούρες όπου το φαγητό και η πατρική αγάπη είναι στενά συνδεδεμένα, και η αδυναμία εντείνεται σε μια αίρεση/ δόγμα ομορφιάς και νεότητας που είναι το προϊόν του συνεχούς βομβαρδισμού των ΜΜΕ.

Τι συμβαίνει όταν η κουλτούρα, και οι πολυκουλτούρες της σφαιρικής κοινωνίας, οδηγούνται στα ιδεατά πλαίσια που οδηγούν τα συστήματα ταξινόμησης της διεθνούς ψυχιατρικής; Μέχρι τη δεκαετία του ’90 το ιατρικό επάγγελμα ήταν στην ένατη θέση του συστήματος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΙCD-9) και στην αλλαγή από την τρίτη στην τέταρτη θέση του τυποποιημένου συστήματος ταξινόμησης των Αμερικανών ψυχιάτρων (DSM-IIR). Πώς θα μοιάζει το ΙCD-23 ή το DSM-17; Μια πιθανότητα είναι ότι όσο πιο καθαρά φάρμακα (συγκεκριμένα σε ένα νευρομεταδοτικό) όπως εμφανίζεται να είναι το “Prozoc”, η ψυχιατρική θα γίνει θεαματικά βιολογιοποιημένη και οι ψυχιατρικές δυσλειτουργίες θα κατανοηθούν όλο και πιο πολύ σαν βιολογικές ασθένειες. Στο σενάριο αυτό η κουλτούρα θα εξουδετερωθεί (τουλάχιστον στο σαφές επίπεδο) και πολλές από τις τωρινές διαγνωστικές κατηγορίες θα περάσουν στη λήθη ή στη δημοφιλή χρήση σαν παραδοσιακές αρρώστιες.

Παρ’ όλα αυτά, είναι επίσης δυνατόν ότι η ψυχιατρική θα σκεφτεί όλες τις περιπτώσεις της διανοητικής ασθένειας - επιδημιολογία, αιτιολογία και θεραπεία - σαν μια βιοψυχοπνευματική διαδικασία. Θα ήταν πιθανό να ξανασκεφτούμε ολόκληρο το σύστημα ταξινόμησης αρχίζοντας από όλες τις παραδοσιακές αρρώστιες του κόσμου (το εμικό επίπεδο), συμπεριλαμβανομένων κοινών αποδεκτών δυτικών κατηγοριών διανοητικής αρρώστιας. Μπορούν να ταξινομηθούν ξανά σύμφωνα με τα συμπτώματα σε ένα γνήσιο διεθνές σύστημα (το “etic” επίπεδο). Ένα τέτοιο σύστημα θα ήταν ίσως κάποιας χρησιμότητας στα επαγγέλματα υγείας, που δουλεύουν αυξημένα με ασθενείς από ποικίλα πνευματικά περιθώρια - θα τους επέτρεπε να καταλάβουν καλύτερα τις εννοούν οι ασθενείς όταν περιγραφούν ομάδες συμπτωμάτων και θα τους επέτρεπε επίσης να σχεδιάσουν πνευματικά ευαίσθητες θεραπείες.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η μελέτη των ποικίλων εθνογνώσεων - από την εθνοβοτανολογία μέχρι την εθνοψυχιατρική - μπορεί να εμφανιστεί ως μια παράξενη άποψη της ακαδημίας στην οποία οι μη δυτικοί τρόποι γνώσης και πράξης είναι καταχωρημένες και αναλυμένες. Ωστόσο, όπως έχω υποστηρίξει, στη μελέτη των εθνογνώσεων μπορούν επίσης να γίνουν αναμορφωτικές εργασίες σε έναν αριθμό επιπέδων. Με το να δείχνουμε αυτές τις μη δυτικές γνώσεις, τεχνολογίες, και φάρμακα είναι συχνά συναφή και λεπτομερειακά εκφρασμένες, εμφανίζοντας μια πνευματική πηγή που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην αντίσταση κατά της ιδεολογίας των αναπτυξιακών ενδιαφερόντων που επιθυμούν να επιβάλλουν ανεπιθύμητες δυτικές γνώσεις και τεχνολογίες στο όνομα του πολιτισμού. Επιπλέον, με το να προβάλλονται αυτοί οι μη δυτικοί τρόποι γνώσης και σκέψης είναι συχνά αποτελεσματικό και σε μερικές περιπτώσεις, ανώτερο από το δυτικό ή τις κοσμοπολίτικες εναλλαγές, είναι πιθανόν να χτιστεί (δημιουργηθεί) μια πηγαία βάση για κριτική και συνεισφορά για την αλλαγή των αναπτυξιακών εργασιών.

Σε ένα άλλο επίπεδο, η μελέτη των εθνογνώσεων καθιστά δυνατό το να θέσουμε σε ερώτηση τις παγκόσμιες υποθέσεις της κοσμοπολίτικης επιστήμης και τεχνολογίας. Μερικές από τις βασικές κατηγορίες των ζώων, φυτών και ασθένειας/ δυσλειτουργίας στην ταξινόμηση μπορεί να επιβεβαιωθεί σε ένα γενικό επίπεδο μέσω της μελέτης των συγκλίσεων, αλλά εναλλακτικές εμφανίζονται επίσης. Πχ., η δυτική φαρμακευτική και ψυχιατρική μπορεί να τεθεί σε διάλογο με άλλες αντιλήψεις του σώματος που αποκαλύπτει το ασθενικό σώμα να είναι ένα κοινωνικό όπως και βιολογικό φαινόμενο. Μπορεί επίσης να συμβεί ότι μη δυτικές αντιλήψεις των σωματικών ενεργειών τελικά θα μεταφραστούν σε δυτικές θεωρίες της ηλεκτροβιολογίας και σχετικών νέων περιοχών.

ΣΧΟΛΙΑ

Παρ’ όλη την επιστημονική ανάπτυξη και τα επιτεύγματα του δυτικού πολιτισμού, τις εφαρμοσμένες τεχνικές και τα τεκμηριωμένα αποτελέσματα, η ιστορία έχει αποδείξει, πως κατά τα άλλα “δεισιδαιμονικός” μη δυτικός πολιτισμός έχει κατά καιρούς δώσει λύσεις σε άλυτα για τους δυτικούς προβλήματα. Γι’ αυτό και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που κατόπιν αποτυχίας των νεοτεχνολογικών μεθόδων ο άνθρωπος καταφεύγει σε φυσιολατρικές και παραϊατρικές διεξόδους (βελονισμό, τηλεπάθεια, μαγνητισμό μέχρι και μαγεία) και οι επιτυχίες που έχουν καταγραφεί είναι τουλάχιστον αξιοσημείωτες.

Μελετώντας αυτά τα δεδομένα, διαφαίνεται όλο και επιτακτικότερη η ανάγκη παράλληλης ανάπτυξης των δύο πολιτισμών. Κάτι τέτοιο θα έθετε τις βάσεις για έρευνες εμπεριστατωμένες και σφαιρικές οδηγώντας ίσως σε αποτελεσματικότερες μεθόδους. Διατηρώντας μια αντιμετώπιση λιγότερο στενόμυαλη, ο δυτικός πολιτισμός μπορεί να εύρισκε στο μη δυτικό απαντήσεις στα κενά που αφήνει η οργανωμένη με νόμους και κανόνες επιστημονική σκέψη. Κάτι τέτοιο θα έδινε ελπιδοφόρες προοπτικές εξέλιξης υπέρ όλων των τομέων γνώσης και αντιμετώπισης των προβλημάτων του σύγχρονου ανθρώπου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου