Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Η ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ



Η ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ


[Κεφάλαιο 6]

D.J. Hess


Τα υπόλοιπα κεφάλαια εξετάζουν την γνώση και την τεχνολογία όπως αυτές είναι κατανοητές πέρα από τις ομάδες των τεχνικών εμπειρογνωμόνων. Σε αυτό το κεφάλαιο αναλύουμε τους τρόπους με τους οποίους η εργασία, οι ιδέες και οι τεχνικές των επιστημόνων και των μηχανικών, γίνονται αντιληπτές και διαμορφώνονται σε αλληλεπίδραση από μη "ειδικούς". Αυτός ο τύπος πολιτιστικής ανασυγκρότησης της επιστήμης και της τεχνολογίας είναι πιο γενικός από εκείνον που παρουσιάστηκε μέχρι τώρα. ΄Εχει περιοριστεί κυρίως από τους ειδικούς του επιστημονικού και τεχνικού τομέα.

Ερωτήσεις του τι απαρτίζει η ισχύουσα και σωστή επιστήμη και τεχνολογία είναι θέματα που προκαλούν συχνά "αμφιλεγόμενες συζητήσεις", όταν οι επιστήμονες και οι μηχανικοί συναντιούνται με άλλες ομάδες ανθρώπων. Μέσα σε αυτό το γενικό πλαίσιο αντιπαραθέσεων υπάρχει ένα ζήτημα που οι φιλόσοφοι ονομάζουν "πρόβλημα οροθεσίας". Δηλαδή να αποφασίσουν τι είναι και τι δεν είναι η επιστήμη. Ένας τρόπος επίλυσης του προβλήματος είναι να αναφερθούν σε "λογικά" φιλοσοφικά κριτήρια που μπορούν κάπως να χρησιμοποιηθούν για τη διάκριση ή τον ορισμό της επιστημονικής έρευνας και γνώσης. Εντούτοις, η στρατηγική έρχεται σε σύγκρουση με ένα πρόβλημα:ποιος αποφασίζει από τι αποτελούνται τα "λογικά" φιλοσοφικά κριτήρια; Μια απάντηση είναι αυτά που γίνονται αποδεκτά από τους επιστήμονες, τους μηχανικούς κ.α. Εντούτοις, υπάρχουν πολλές ομάδες ατόμων που αμφισβητούν το κύρος των ειδικών. Επιπλέον η λογοτεχνία STS είναι γεμάτη από παραδείγματα που δείχνουν ότι ακόμα και οι ειδικοί δεν ακολουθούν τα περισσότερα από τα στάνταρ λογικά φιλοσοφικά κριτήρια. Οι πολιτιστικοί ανθρωπολόγοι που μελετούν την τεχνοεπιστήμη έχουν συνεισφέρει σε μία διαφορετική προσέγγιση του προβλήματος οροθεσίας. Πέρα από την προσπάθεια "εξαγωγής" γενικών κριτηρίων, στρέφουμε το πρόβλημα σε εμπειρικό ζήτημα για έρευνα. Προσηλωμένοι στη μεθοδολογική μας θέση του πολιτιστικού συσχετισμού, υποθέτουμε ότι η επιστήμη και η τεχνολογία θα έχουν διαφορετικές έννοιες σε διάφορες ανθρώπινες ομάδες. Έτσι εξετάζουμε όχι μόνο από τι αποτελείται η αποδεκτή γνώση ή τα μηχανήματα για τους ειδικούς, αλλά και πώς οι άλλοι κατανοούν, ερμηνεύουν ξανά και θέτουν εναλλακτικές σε αυτά. Καθώς οι τεχνικές ομιλίες και τα μηχανήματα βγαίνουν στην επιφάνεια, υφίστανται μια διαδικασία επεξεργασίας και ανασχηματίζονται σύμφωνα με τις αξιώσεις και τα συμφέροντα των άλλων γκρουπ. Επιπλέον οι διευθυντές, οι ιδεολόγοι, οι θρησκευτικές οργανώσεις, οι καταναλωτές, οι εργάτες κ.α. είναι συχνά παθητικοί δέκτες, που επεξεργάζονται τις γνώσεις και τα προϊόντα των ειδικών. Αντίθετα οι μη ειδικοί ασχολούνται ενεργά στην παραγωγή δικών τους γνώσεων και τεχνολογιών και έτσι η ανασυγκρότηση πιθανόν συνεπάγεται ενεργή δημιουργία νέων τεχνολογιών. Συνήθως το αποτέλεσμα είναι μία τελείως αντίθετη άποψη από τις ισχύουσες γνώσεις ή από τα επιτυχημένα τεχνολογικά επιτεύγματα .Τα δύο τμήματα αυτού του κεφαλαίου αναλύουν κάποιες από τις ιδιαιτερότητες της γενικής ανασυγκρότησης, πρώτα για την επιστήμη και έπειτα για την τεχνολογία.

Η Πολιτιστική ανασυγκρότηση της επιστήμης

Αυτό το τμήμα συγκεντρώνεται στην ανασυγκρότηση της επιστήμης και των επιστημόνων από τους εμπειρογνώμονες. Οι πολιτιστικοί ανθρωπολόγοι και οι ερευνητές πολιτισμικών έχουν βρει τρεις κύριες περιοχές. Μια περιοχή περιλαμβάνει την επιστήμη καθώς αυτή "διέρχεται" από το εργαστήριο και τα ερευνητικά κέντρα στη κυβερνητική γραφειοκρατία και τις βιομηχανικές επιχειρήσεις. Εδώ οι επιστήμονες υποτάσσονται σε ξένα συμφέροντα. Η δεύτερη περιοχή περιέχει περιπτώσεις δημόσιας αντιδικίας, όπου η επιστήμη χρησιμοποιείται για σκοπούς. Η τρίτη περιοχή περικλείει θρησκευτικές οργανώσεις, οι οποίες μερικές φορές αναπτύσσουν εναλλακτικές τεχνολογίες και επιτεύγματα, ιδιαίτερα στον τομέα των φαρμάκων.

Η Επιστήμη και οι Επιστήμονες σε μη Ακαδημαϊκούς Οργανισμούς

Είτε οι επιστήμονες εργάζονται σε Πανεπιστήμια και σε άλλα μεγάλα ερευνητικά κέντρα ή σε κυβερνητικές και ιδιωτικές επιχειρήσεις, υποβάλλονται σε περιορισμούς. Αυτοί συνήθως εργάζονται για κάποιον άλλον, που πιθανόν ενδιαφέρεται για το κέρδος ή για την ανάπτυξη και επιβίωση του οργανισμού. Διαπραγματεύονται για τα συμφέροντά τους και συχνά τίθενται μέσα σε συγκεκριμένα "πλαίσια δράσης" από τους ανώτερούς τους. Οι υψηλά ιστάμενοι τις περισσότερες φορές έχουν εξουσία και ισχύ και γι' αυτό το λόγο η μελέτη μπορεί να φανεί σαν ένα παράδειγμα κριτικής σύμφωνα με τα παραπάνω. Στο δοκίμιο "Οργανισμοί Janus" ο ανθρωπολόγος Φρανκ Ντουμπινσκας αναφέρεται στο πεδίο δράσης του στις Η.Π.Α. σε καινούριες επιχειρήσεις βιοτεχνολογίας, όπου κυριαρχούν ιδιαίτερα οι συγκρούσεις ανάμεσα σε επιστήμονες Πανεπιστημίων και σε διευθυντές επιχειρήσεων. Μεταξύ των αρχών που περιγράφει γι' αυτούς τους δύο οργανισμούς ο Ντουμπινσκας λέει ότι οι πολιτιστικές αντιπαραθέσεις συχνά σταθεροποιούνται με αντίθετες απόψεις σχετικά με τη φύση του χρόνου. Π.χ. τα μέλη του επιστημονικού κόσμου έχουν την τάση να βλέπουν τα σχέδιά τους βάση μακροπρόθεσμων ερευνητικών στόχων και κερδών, ενώ οι διευθυντές ενδιαφέρονται για βραχυπρόθεσμες, θεμελιώδεις γνώμες σχετικά με τον χρόνο. Επιπλέον συχνά οι δύο ομάδες έρχονται σε αντιπαράθεση με αυτό που ο Ντουμπινσκας ονομάζει "αναπτυξιακό χρόνο". Οι επιστήμονες φαντάζονται τους εαυτούς τους σαν μέρος μιας συνεχιζόμενης πορείας ανάπτυξης που οδηγεί σε διάφορα αξιώματα, τιμές, βραβεία και εκδόσεις βιβλίων. Αντίθετα οι διευθυντές θεωρούν τους εαυτούς τους επαγγελματικά καταξιωμένους. Ενώ οι επιστήμονες βλέπουν τους διευθυντές σαν στενόμυαλους και μυωπικούς, οι διευθυντές τους νομίζουν σαν ανώριμους ονειροπόλους, που είναι εκτός επαφής με τον κόσμο των οικονομικών προορισμών και ημερομηνιών λήξεως. Ο Ντουμπινσκας θεωρεί ότι η πορεία κοινωνικοποίησης σε σχολείο αποφοίτησης σχηματίζει τα διαφορετικά κοινωνικά χαρακτηριστικά. Μια εμπορική σχολή στις Η.Π.Α. διαρκεί μόνο δύο χρόνια και επικεντρώνεται στην ανάπτυξη γρήγορης ανάλυσης των προβλημάτων που έχουν αρκετά καλά καθορισμένες παραμέτρους. Αντίθετα μια σχολή αποφοίτησης σε κάποια Επιστήμη προϋποθέτει τέσσερα με πέντε χρόνια ή περισσότερα και με πολλά εργαστήρια. Επιπλέον σε σχόλη αποφοίτησης τα προβλήματα δεν έχουν σταθερές λύσεις. Η κύρια διαφορά μεταξύ διευθυντών και επιστημόνων συχνά εμφανίζεται σε νέες εταιρείες, όπου οι δύο ομάδες έχουν αντίθετες απόψεις στο πώς και πού είναι καλύτερα να επενδύουν τους πόρους. Γενικά αυτοί που διοικούν έχουν την ισχύ, αφού μπορούν να προσλάβουν και να απολύσουν τους επιστήμονες. Όμως οι πρώτοι εξαρτώνται από τους δεύτερους για την επίτευξη των στόχων τους και οι δεύτεροι μπορούν να αποχωρήσουν αν η κατάσταση φτάσει στα άκρα. Σαν αποτέλεσμα, υπάρχει αρκετός χώρος για "ελιγμούς " και διαπραγματεύσεις και από τις δύο πλευρές. Όπως αναφέρει ο Ντουμπινσκας, οι μεν και οι δε είναι αρκετά ενήμεροι για τις αξίες, την ομιλία και τις ρητορικές στρατηγικές του καθενός και εναλλάσσουν τους "κώδικες" κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Γι' αυτό ένας επιστήμονας πιθανόν να δικαιολογήσει μια τακτική έρευνας μιλώντας τη γλώσσα των επενδύσεων και των κερδών.

Η ανθρωπολόγος Στάσια Ζαμπουσκι (1992) περιγράφει μια παρόμοια κατάσταση αντίπαλων "παρατάξεων" στην εθνογραφική της μελέτη για το επιστημονικό προσωπικό στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Διαστημικής (Ε.Γ.Δ.). Η κατάσταση είναι διαφορετική από τους "Οργανισμούς Janus" του Ντουμπινσκας επειδή το Ε.Γ.Δ. δεν είναι μια επικερδής επιχείρηση. Η Ζαμπουσκι δείχνει πώς αντιμετωπίζουν οι επιστήμονες το δύσκολο έργο των συνομιλιών όχι μόνο με διευθυντές, μηχανικούς και πραγματογνώμονες του οργανισμού αλλά επίσης με τους επιστήμονες συναδέλφους τους,που έχουν θέσεις σε Πανεπιστήμια ή σε άλλα ερευνητικά κέντρα. Γι' αυτό το επιστημονικό προσωπικό του Ε.Γ.Δ. θεωρείται σαν μέρος της επιστημονικής κοινότητας του διαστήματος, τοποθετημένο σε ερευνητικά κέντρα και Πανεπιστήμια σε όλη την Ευρώπη, αλλά και την ίδια στιγμή είναι μέρος της γραφειοκρατίας του Ε.Γ.Δ. Αυτό έχει το ρόλο του "πρεσβευτή της επιστήμης", δηλαδή παρουσιάζει τις ανάγκες και τις επιθυμίες της Ευρωπαϊκής Επιστημονικής ομάδας και αυτές των διευθυντών και μηχανικών του Ε.Γ.Δ. Οι επιστήμονες υφίστανται εντάσεις γιατί η δουλειά τους στο Ε.Γ.Δ. περιλαμβάνει ταξίδια, εργασίες και συνέδρια.

Σύμφωνα με τις εταιρείες βιοτεχνολογίας που εξετάζονται από τον Ντουμπινσκας, ο πολιτισμός του ενδοκυβερνητικού γραφείου κατευθύνεται από διευθυντές και μηχανικούς, που θεωρούν τους επιστήμονες κατώτερα όντα. Γι' αυτούς οι επιστήμονες είναι ονειροπόλοι ανίκανοι να κατασκευάσουν μηχανές, να επιλύσουν προβλήματα και να προσεγγίσουν τον κόσμο.

Στην πραγματικότητα αυτοί είναι ανώτεροι και σχολαστικοί και συνεπώς διαφέρουν από τους συναδέλφους τους. Όμως εξαιτίας της σχολαστικότητάς τους με τους προϋπολογισμούς και τη γραφειοκρατία, διατρέχουν τον κίνδυνο να χάσουν τη θέση τους. Ακόμα αναφέρονται για το έργο τους με όρους "υπηρεσίας" και εργάζονται σε ερευνητικά πργράμματα.

Μια σχετική μελέτη από τον κοινωνιολόγο Στέφανο Μπαρλέι (1988) επικεντρώνεται στις διαμάχες ανάμεσα στους τεχνικούς των ακτίνων Χ και στους ακτινολόγους στα ακτινολογικά τμήματα των νοσοκομείων. Ο Μπάρλέι επικαλείται την υπεροχή του Χωλ (όπως συζητήθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο) για να περιγράψει τους ειδικούς στις ακτίνες Χ ως προσκολλημένους για λίγο χρονικό διάστημα σε αντίθεση με τους ακτινολόγους. Η περιγραφή φαίνεται επίσης κατάλληλη για τις αντίπαλες ομάδες των διευθυντών και επιστημόνων σύμφωνα με τον Ντουμπινσκας και τον Ζαμπουσκι. Με άλλα λόγια, οι διευθυντές είναι προσκολλημένοι στο πρόγραμμα σε αντίθεση με τους επιστήμονες που έχουν πολλές αρμοδιότητες και δίνουν λιγότερη βαρύτητα σε προγράμματα και ημερομηνίες λήξεως. Γι' αυτό οι κατηγορίες, οι έννοιες και οι όροι που αναφέρθηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο, πρέπει να μας απασχολήσουν για την καλύτερη κατανόηση των διαφόρων τύπων συμπεριφοράς στο χώρο εργασίας. Την ίδια στιγμή, μπορούμε να δούμε πώς για παράδειγμα οργανώνουν τον χρόνο οι διευθυντές που είναι αφοσιωμένοι σε ένα συγκεκριμένο "πλάνο δράσης".

Αυτή η μελέτη έχει μεγάλη σημασία. Στην κοινωνία γενικά οι επιστήμονες θεωρούνται σαν πρόσωπα κύρους και εξουσίας. Ακόμα συχνά τοποθετούνται σε πόστα "αμυντικά" όσον αφορά τους διευθυντές και άλλες ομάδες επαγγελμάτων που είναι πιο κοντά στο κεφάλαιο. Πιθανόν αργότερα να έρθουν στη δυσάρεστη θέση να εκφράσουν αντίθετες απόψεις για τα άλλα επαγγέλματα.

Τα περιστατικά που αναλύονται από τον Νουμπινσκας και τον Ζαμπουσκι για τους μη Πανεπιστημιακούς οργανισμούς είναι πολύ πιθανόν να συμβούν και σε Πανεπιστήμια. Στις Η.Π.Α. η παλιά αντίληψη ενός Πανεπιστημίου σαν μια δημοκρατικά οργανωμένη κοινότητα από σπουδαστές και επιστήμονες, παραμερίζεται από τα κέρδη προερχόμενα από επικερδείς επιχειρήσεις όπως τα ινστιτούτα βιοτεχνολογίας. Η εκπαίδευση ακόμα μόνο σαν φοροδιαφυγή για τη διατήρηση ενός μη επικερδούς "στάτους". Καθώς στενεύει η επαγγελματική/Πανεπιστημιακή σχέση, ο TQE (Γενική Εκπαιδευτική Ποιότητα), η ανακατασκευή, η ανασχεδίαση και τα άλλα νέα διαχειριστικά ενδιαφέροντα και τεχνικές γίνονται μέρος της διοικητικής "κουλτούρας", τα τμήματα αναγκάζονται να δικαιολογούν την ύπαρξη και τους προϋπολογισμούς τους με οικονομικά δεδομένα. Ακόμα και τα Πανεπιστήμια μπορούν να παρομοιαστούν με τους υψηλής τεχνολογίας οργανισμούς "Janus" του Ντουμπινσκας.

Η Επιστήμη και οι Επιστήμονες σε Δημόσιες Συζητήσεις

Στις δημόσιες συζητήσεις θεωρώ ότι η κυβέρνηση ή οι επιστήμονες κατέχουν τη θέση των ισχυρών ή των αντιπροσώπων τους σε αντιπαράθεση με τους αναφορικά λιγότερα ισχυρούς αντιπροσώπους του κοινού ή των απειλούμενων τοπικών κοινοτήτων. Σε αυτή την περίπτωση οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στο επιστημονικό κοινό και στο επιπλέον μη επιστημονικό δημιουργούνται μαζί με αυτές μεταξύ των κυρίαρχων ομάδων και τοπικών κοινοτήτων. Ίσως η πιο κοινή περιοχή αντιδικίας περιέχει τα περιβαλλοντικά θέματα. Από το 1960 η περιβαλλοντική κίνηση υφίσταται μια γρήγορη αλλαγή, καθώς η περιβαλλοντική οργάνωση έχει συνδεθεί τοπικούς αγώνες για κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτό που κάποτε ήταν μια "ρομαντική" κίνηση, με σκοπό τους ελέγχους για τη μόλυνση και τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος, έχει πολιτικοποιηθεί μέσω των αγώνων "ΝΙΜΒΥ". Όπως αναφέρει ο ιστορικός Robert Bullard στο "Dumping in Dixie" στις Η.Π.Α., οι ιστορικές δομές ρατσισμού έχουν μετατρέψει το "ΝΙΜΒΥ" σε "ΡΙΒΒΥ".Φυσικά ο "ΡΙΒΒΥ" δεν είναι περιορισμένος σε Αφρικανοαμερικάνους. Καθώς παρουσιάζεται αυξανόμενη κίνηση για περιβαλλοντική δικαιοσύνη, η πολιτική γι' αυτά τα θέματα τώρα λειτουργεί σαφώς καλύτερα με Ιθαγενείς Αμερικανικούς, Αφρικανο-Αμερικανικούς, Ασιατικο-Αμερικανικούς και Λατινο-Αμερικανικούς οργανισμούς καθώς και με ενώσεις διαφόρων τάξεων και περιοχών.

Σε πολλές από τις περιπτώσεις που περιέχουν συζητήσεις του "ΝΙΜΒΥ" και του "ΡΙΒΒΥ" οι τοπικές κοινότητες κάνουν πάλι επίσημες εκτιμήσεις για την ασφάλεια και τους κινδύνους του περιβάλλοντος. Στην πορεία αυτή ευθυγραμμίζονται ποικίλες κοινωνικές διαφορές με τις τεχνοεπιστημονικές. Οι πρώτες συμπεριλαμβάνουν όχι μόνο την τάξη, τη φυλή και την τοποθεσία του συμβάντος, αλλά επίσης μερικές πολύ περίπλοκες και συχνά αντιφατικές κοινωνικές κατηγορίες. Π.χ. μερικές φορές η υγεία των παιδιών αντιτάσσεται τα επαγγέλματα εφήβων εργατών σε εργοστάσια έτσι που η κοινότητα έχει αντικρουόμενες απόψεις. Επιπλέον είναι γεγονός ότι η περιβαλλοντική αδικία αντιπροσωπεύει μια διπλή αδικία για τις γυναίκες, ιδίως γι' αυτές που προέρχονται από κατώτερα εθνικά στρώματα. Ακόμα και τα παραδοσιακά γυναικεία επαγγέλματα -από νοσηλεύτριες και υπάλληλοι γραφείου μέχρι και τις νοικοκυρές- θεωρούνται ως περιβαλλοντικοί κίνδυνοι. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι πολλές από τους αρχηγούς των οργανώσεων είναι γυναίκες. Λόγου χάρη στις Η.Π.Α. η παράταξη "Cherokee Native Americans" για Καθαρό Περιβάλλον καθοδηγείται από γυναίκες. Στην Ινδία επίσης οι γυναίκες έχουν παίξει σπουδαίο ρόλο σε αυτά τα θέματα. Σε συζητήσεις τοπικού ελέγχου για τους πόρους, οι παρατάξεις συνήθως αντιμετωπίζουν το θέμα δημιουργίας νέων πόρων με ποσά που χορηγούν οι κυβερνήσεις ή οι εταιρείες στους επιστήμονες. Ο ανθρωπολόγος Gary Downey (1988) περιγράφει ένα παράδειγμα που προκάλεσε αντιδικία από το "ΝΙΜΒΥ" σχετικά με τον πυρηνικό σταθμό για τα απόβλητα στο New Mexico. Το Τμήμα Ενέργειας (Τ.Ε.) ήταν ο σπόνσορας και υποστηρίχτηκε από ερευνητές των Η.Π.Α. Η Γεωλογική Υπηρεσία και τα Εργαστήρια Sandia, ένα ομοσπονδιακό ερευνητικό κέντρο, ήταν αυτά που το Τ.Ε. είχε ζητήσει την εκτίμησή τους για τον πυρηνικό σταθμό. Το Τ.Ε. άντλησε επίσης αναφορές από την διακεκριμένη Εθνική Ακαδημία Επιστημών. Πολλοί κάτοικοι της περιοχής διαμαρτυρήθηκαν για το έργο και βρήκαν υποστήριξη από δύο Πανεπιστημιακούς, ο ένας από τους οποίους ήταν επίτιμος καθηγητής από το Berckley. Οι ομάδες εναντίωσης βασίστηκαν σε επιστημονική μαρτυρία και τεχνική γνώση, που την απέκτησαν από ένα κάτοικο της ομάδας δράσης, ο οποίος με τη σειρά του στηρίχτηκε στα έγγραφα του Τ.Ε. Ο Downey πιστεύει ότι η τακτική της χρήσης κυβερνητικών δεδομένων έδωσε στην ομάδα εναντίωσης αξιοπιστία, αφού τα δεδομένα δεν μπορούσαν να αμφισβητηθούν. Αντίθετα επικεντρώθηκαν στην εύρεση αντιφάσεων της κυβερνητικής θέσης. Κάνοντας χρήση της έρευνας των Πανεπιστημιακών επιστημόνων, οι ομάδες εναντίωσης έκαναν μία εναλλακτική επιστημονική έκθεση. Με αυτόν τον τρόπο μετέτρεψαν μια επίσημη 'επιστημονική" έκθεση σε μία μη επιστημονική.

Η ανθρωπολόγος Priscilla Weeks (1992) βρήκε παρόμοιες τακτικές σε μία αντιδικία της κυβερνητικής επιστήμης και των παρακτίων ψαράδων. Όλα ξεκίνησαν όταν το τμήμα Wildlife του Texas Parks (T.P.W.D.) ανακοίνωσε ότι τα αποθέματα στρειδιών ήταν στο στάδιο εξάντλησης και συνεπώς αποφασίστηκε να μείνει κλειστό την εποχή των στρειδιών. Η βιομηχανία στρειδιών με τη σειρά της κέρδισε μια δίκη εξαναγκάζοντας την κυβέρνηση να ανοίξει το εν λόγω Τμήμα. Κατά τη διάρκεια τη δίκης η βιομηχανία εναντιώθηκε στα επιστημονικά δεδομένα του T.P.W.D. Ανάμεσα στα επιχειρήματα ενάντια του T.P.W.D., οι ψαράδες και οι υποστηρικτές τους αμφισβήτησαν τις δοκιμαστικές μεθόδους και την εξάντληση των αποθεμάτων. Επίσης προσθέσαν ότι επειδή τα στρείδια παράγουν μέχρι ένα εκατομμύριο αυγά, θα ήταν αδύνατο να οικίσουν ένα ύφαλο από την αρχή με ευκολία εφόσον βρεθεί ένα κατάλληλο όστρακο. Με άλλα λόγια απόδειξαν ότι η κυβερνητική απόφαση βασιζόταν σε λανθασμένα επιστημονικά στοιχεία.

Όπως συνέβηκε με την περίπτωση στο New Mexico, η τοπική κοινότητα προσέλαβε τους επιστήμονες για να πετύχει τους σκοπούς της. Αντίθετα με αυτήν την περίπτωση, οι επιστήμονες και από τις δύο πλευρές της αντιδικίας με τα στρείδια στο Texas ήταν στενά συνεργαζόμενοι μεταξύ τους. Ένας από τους δύο σπουδαίους επιστήμονες, που κατέθεσε ενάντια στην απόφαση του T.P.W.D., ήταν ένας επίτιμος καθηγητής Πανεπιστημίου και ήταν δάσκαλος του αρχηγού της Παράταξης Αλιείας T.P.W.D. Ο άλλος σημαντικός επιστήμονας ήταν ένας συνταξιούχος βιολόγος, που για 30 χρόνια είχε εργαστεί για τον ίδιο αρχηγό. Γι' αυτό, αν και η υπόθεση αλιείας στο Texas περιείχε στοιχεία αντιδικίας μεταξύ ψαράδων και κυβερνήσεως, ήταν περισσότερο ένας οικογενειακός τσακωμός, παρά μία διαμάχη όπως αυτή του New Mexico.

Μολονότι υπήρχαν διαφορές ανάμεσα στην περίπτωση του New Mexico και του Texas, οι παραλληλισμοί είναι διδακτικοί. Προσλαμβάνοντας επιστήμονες οι δύο τοπικές ομάδες ανασυγκροτήθηκαν και απέκτησαν πολιτική ισχύ. Η στρατηγική είναι παράλληλη με εκείνη των επιστημόνων στους οργανισμούς Janus, που μετάτρεψαν την έρευνα σε επενδύσεις και κέρδη. Η υπόθεση Janus και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις δείχνει ότι λιγότερο ισχυρές ομάδες βελτίωσαν τη θέση τους κάνοντας χρήση της επιστημονικής γνώσης.

Επίσης υπενθυμίζεται ότι και στις δύο υποθέσεις στο New Mexico και στο Texas οι απειλούμενες ομάδες βρήκαν υποστήριξη από Πανεπιστημιακούς, που δεν ήταν μέλη του κυβερνητικού κυκλώματος. Μέσα σε αυτό το γκρουπ διάλεξαν επίτιμους ή συνταξιούχους καθηγητές-ανθρώπους που είχαν λίγα να χάσουν αναλαμβάνοντας την κυβέρνηση αλλά και πολλά να κερδίσουν με το κύρος τους. Επιπλέον αυτές οι ομάδες και στις δύο περιπτώσεις έκαναν τη δική τους εναλλακτική επιστημονική έκθεση, εμποδίζοντας την υπονόμευση της θέσεώς τους. Ακόμα η ανασυγκρότηση στην επιστήμη της κυβέρνησης επέφερε μία αναδιοργάνωση στους επιστήμονες της κυβέρνησης: οι ψαράδες στρειδιών πρότειναν ότι η απόφαση του T.P.W.D. πρέπει να έχει παρθεί μετά από συνεννοήσεις τρίτων για συμφέροντα που αφορούν το πετρέλαιο κ.α.

Βοηθάει να προσθέσουμε άλλη μια περίπτωση σε αυτή τη συζήτηση, σχετικά με τη θεραπεία του AIDS. Αυτή δείχνει ότι τα προαναφερθέντα υποδείγματα δεν περιορίζονται στην περιβαλλοντική κίνηση, αλλά μπορούν να επεκταθούν στη δράση σχεδόν κάθε είδους αποδυναμωμένη παράταξης, όπου η επιστήμη είναι σημαντικό στοιχείο στη διαμάχη. Οι "αγωνιστές" για τη θεραπεία του AIDS καθώς και αυτοί της κίνησης για την υγεία των γυναικών, δραστηριοποιούνται περισσότερο αλλάζοντας τους κανόνες της επιστημονικής παραγωγής. Όπως λέει η Paula Treichler, ερευνήτρια πολιτιστικών σπουδών, στη διατριβή της "Πώς να Έχετε μια θεωρία σε Εποχή Επιδημίας: Η Εξέλιξη της Δραστηριοποιήσης για τη θεραπεία του AIDS", οι "αγωνιστές" για το AIDS έχουν προχωρήσει πολύ, προσλαμβάνοντας επιστήμονες, που τους βοηθούν για τους σκοπούς τους, αμφισβητώντας παράλληλα τις επίσημες εκθέσεις. Οι οπαδοί αυτής της κίνησης έχουν βρει νέες θεραπείες, κάνουν τη δική τους έρευνα για την αποτελεσματικότητά τους και τις δικές τους μεθόδους για τον προδιορισμό αυτής. Στην πορεία οι οπαδοί έχουν αποκαλύψει την τακτική των "αντικειμενικών" μεθόδων της αναμενόμενης, τυφλής και κλινικά ελεγχόμενης δοκιμής και στην θέση τους έχουν αναπτύξει περισσότερες εύκαμπτες και ανθρώπινες εναλλακτικές. Σύμφωνα με την Treichler, η εργασία τους στοχεύει ριζικά στην πιθανότητα δημοκρατικής τεχνοκουλτούρας (98). Τα μαθήματα των οπαδών της τεχνολογίας όλων των ειδών επιδιώκουν μια πολιτική κουλτούρα, όπου οι ειδικοί δεν είναι οι μόνοι που έχουν την ισχύ να χρησιμοποιούν διαχωριστικές γραμμές μεταξύ του επιστημονικού και του μη επιστημονικού.

Η Επιστήμη και οι Επιστήμονες Μεταξύ των Θρησκευτικών Οργανώσεων

Μία τρίτη σκηνή πολιτιστικής αναδιοργάνωση της επιστήμης-επιστημόνων προϋποθέτει εναλλακτικές εκθέσει, που αναδύονται από θρησκευτικές οργανώσεις. Οι επίσημες θρησκείες των περισσότερων Δυτικών κοινωνιών φαίνεται να έχουν κατορθώσει, μετά από πολλά χρόνια συγκρούσεων, μια σειρά σταθερών απόψεων, που επιτρέπει στους επιστήμονες να είναι ειδικοί στην επιστήμη και στους κληρικούς να είναι αφοσιωμένοι στα πνευματικά θέματα. Εντούτοις, οι οπαδοί των ετερόδοξων θρησκευτικών δοξασιών συχνά δεν τιμούν αυτές τις απόψεις.

Γενικά, οι ετερόδοξες θρησκείες στις Δυτικές κοινωνίες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: στους φουνταμενταλιστές και στους μυστικιστές/πνευματιστές. Οι φουνταμενταλιστικές θρησκείες συνεχίζουν την παράδοση εναντίωσης στην επιστημονική γνώση, που χαρακτήριζε την απόρριψη του ηλιοκεντρισμού και την καταδίωξη του Γαλιλαίου. Γενικά αυτές οι θρησκείες αναπτύσσουν συστήματα εναντίωσης όπως την επιστήμη της δημιουργίας του κόσμου ή την εναλλακτική ιατρική, βασιζόμενη στην πίστη. Βρίσκω τους μυστικιστές/πνευματιστές πιο ενδιαφέροντες επειδή χρησιμοποιούν δημιουργικού, αν όχι πάντα αξιόπιστους τρόπους. Θα δώσω βαρύτητα σε ένα παράδειγμα από αυτές τις θρησκείες, για να κατανοηθεί η φύση της πολιτιστικής ανασυγκρότησης της επιστήμης από άλλα θρησκευτικά κινήματα.

Θα φαινόταν λογικό αν υποθέσουμε ότι οι μυστικιστές/πνευματιστές θρησκείες είναι σε παρακμή, αλλά πολλές από τις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες έχουν γίνει παράδοξα πολύ λογικευμένες, επιστημονικές και τεχνολογικές. Την ίδια στιγμή είναι πιο "ανοιχτές" σε διάφορα θρησκευτικά ρεύματα, συστήματα θεραπείας και τεχνικές πνευματικής ανάπτυξης. Πράγματι η αντιπαράθεση αυτών των αντίθετων απόψεων είναι μέρος του μεταμοντέρνου κόσμου. Αν και οι σκεπτικιστές, οι ορθολογιστές και πολλοί επιστήμονες -να μην αναφέρουμε τους ορθόδοξους κληρικούς- έχουν απορρίψει τις εναλλακτικές γνώσεις και τεχνολογίες του τύπου "ψευδοεπιστήμη", οι περισσότερες από τις δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι προειδοποιήσεις τους έχουν μικρό αντίκτυπο στον πληθυσμό. Μια βαθύτερη ανάλυση θα έκανε κατανοητή πρώτα τη φύση των εναλλακτικών γνώσεων που υπάρχουν και μετά την εκτίμηση αν ναι ή όχι υπάρχει αξία σε αυτές. Θεωρώ μία περίπτωση στους πνευματιστές της Βραζιλίας, που θεωρούν τους εαυτούς τους αντιμυστικιστές-ορθολογιστές και που έχουν βρει για τη θρησκεία μια επιστημονική βάση.

Όπως έχω παραθέσει στο Brazilian Pazzle, η Βραζιλία κατά κάποιο τρόπο αντιπροσωπεύει το μέλλον για την αναπτυγμένη Δύση. Η Βραζιλία δεν είναι μόνο μία κοινωνία με πολλές φυλές και πολιτισμούς αλλά και με μία χώρα με γάμους από άτομα διαφόρων φυλών και συγχώνευση πολιτισμών. Οι Βραζιλιάνοι σέβονται τους Καθολικούς, τιμούν τα Αφρικανικά πνεύματα orixa όπως και τους Καθολικούς Αγίους. Επίσης 10 εκατομμύρια είναι Πνευματιστές. Πιστεύουν στην επικοινωνία με τους νεκρούς μέσω των μέντιουμ, στην ύπαρξη πνευματικού σώματος, που μπορεί να κυβερνά την υγεία του φυσικού σώματος και στον πνευματικό εξαγνισμό μέσω της μετενσάρκωσης. Το δόγμα των πνευματικών βασίζεται σε ένα Θεϊστικό, Χριστιανικό ηθικό σύστημα του 19ου αιώνα, που αναπτύχθηκε από ένα Γάλλο παιδαγωγό τον Allan Kardec. Οι πνευματιστές διανοούμενοι ενδιαφέρονται σε ότι βλέπουν για τις επιστημονικές πλευρές του Πνευματισμού, όπως τη μελέτη φυσικών φαινομένων. Έχουν κάνει περίπλοκες συζητήσεις για τη βιολογία, τη φυσική και τις φυσικές επιστήμες. Αποτέλεσμα αυτών είναι άφθονες εκδόσεις βιβλίων.

Ίσως η πιο σεβαστή έκδοση της Πνευματιστική επιστήμης είναι η εργασία του Hermani Guimaraes Andrade, ενός μηχανικού που ζει στο Sao Paulo. Η κύρια θεωρία του είναι ότι το σώμα μπορεί να παράγει ηλεκτρικά πεδία, ανεξήγητα από κάποια δραστηριότητα των νεύρων. Στοχεύει στην έρευνα ηλεκτρικών διαφορικών δυνητικών στα σημεία βελονισμού, στους Σοβιετικούς ισχυρισμούς για το "βιόπλασμα" και στις Αμερικανικές μελέτες άμεσων κυκλοφορούντων ηλεκτρικών πεδίων. Δέχεται ένα "βιομαγνητικό πεδίο" που περικυκλώνει το σώμα και θα είναι ικανό παραγωγής τέτοιων ηλεκτρικών πεδίων. Ο Andrade ακόμα ισχυρίζεται ότι το βιομαγνητικό πεδίο δημιουργείται από ένα αόρατο βιομαγνητικό σώμα, που υπάρχει σε παράλληλο διαστημικό-χρόνο στο σύμπαν και δεν είναι άμεσα αξιοπαρατήρητο. Μπορεί να παρατηρηθεί μόνο στο φυσικό επίπεδο διαμέσου των αποτελεσμάτων του, όπως τα σωματικά ηλεκτρικά πεδία. Ο Andrade πιστεύει επίσης ότι το βιομαγνητικό πεδίο κατευθύνει την ανάπτυξη και αναγέννηση για τους οργανισμούς. Θεωρεί ότι το πεδίο μπορεί να λύσει αρκετές ανωμαλίες στην εξελικτική βιολογία, όπως το πρόβλημα ομολόγων οργάνων (διαφορετικά γένη που καταλήγουν σε όμοια χαρακτηριστικά είδη), την ορθογένεση (την τάση για εξελικτική ανάπτυξη να ακολουθεί μια γραμμική λογική), την ύπαρξη ενστίκτων και τα υποδείγματα της μίμησης ανάμεσα στα γένη.

Ο Βραζιλιάνικος Πνευματιστός έχει γίνει γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη νέων εναλλακτικών θεραπειών. Το 1980 οι Πνευματιστές έκαναν διεθνή συνέδρια και τα μέντιουμ παρείχαν πολλές διαφορετικές θεραπευτικές υπηρεσίες στο κοινό τη Βραζιλίας. Επίσης έχουν κάνει αγώνες για τη νομιμοποίηση των θεραπειών τους μέσω του Πνευματισμού, στους οποίους έχει εναντιωθεί ο ιατρικός σύλλογος, το κράτος και η Καθολική Εκκλησία.

Για τον Andrade και άλλους οπαδούς του, οι θεωρίες τους είναι αυτοσυνείδητες εκφράσεις της ταυτότητας τους ως Βραζιλιάνοι, που δεν δέχονται εντελώς τον Δυτικό, υλιστικό, μοντέρνο τρόπο ζωής και το ορθόδοξο ιατρικό επάγγελμα. Περιστοιχισμένοι από Αφρικανικές, Ιθαγενείς Αμερικάνικες και Ιβηρικές Πνευματικές παραδόσεις ο Andrade και άλλοι παρακινούν τον κόσμο να ακολουθήσουν την κίνησή τους, που είναι γνωστή σαν πνευματιστικό, μυστικιστικό, μεταφυσικό ρεύμα της Νέας Εποχής.

Κάποιος πιθανόν να συμφωνεί ή όχι με τα παραπάνω. Όπως συμβαίνει με τους ιδεολόγους για το περιβάλλον και το AIDS, το ίδιο και οι Πνευματιστές "αναταράσσουν τα ύδατα", μεταξύ επιστήμης και αμάθειας, ακόμα και αν μπουν στον κόσμο της κοσμοπολιτικής γνώσης, μέσω της ετερόδοξης οδού της παραψυχολογίας ή του βιοηλεκτρομαγνητισμού. Θεωρούν ότι οι Δυτικοί συνεχίζουν να εκτοπίζουν από τις συζητήσεις τους τη λογική.

Φυσικά όταν κάποιος έχει μπει στην οργάνωση των Πνευματιστών μπορεί ακόμα και να απορρίψει μερικές ή όλες από τις απόψεις τους. Εντούτοις, σε αυτήν την περίπτωση, είμαι σκεπτικιστής για γρήγορη απόρριψη μέσω της απομυθοποίησης. Υπάρχουν άλλοι τρόποι να προσεγγίσεις τον τρόπο διανόησής τους, παρά να συμφωνήσεις ή να διαφωνήσεις με αυτόν. Π.χ. βγαίνοντας έξω από το πλαίσιο της ορθόδοξης γνώσης και εισχωρώντας σε νέα, όπως αυτό των Πνευματιστών, είναι ένα καλό πλεονέκτημα για την εξέταση των βαθύτερων πολιτιστικών εννοιών, που αποτελούν την ορθόδοξη κοσμοπολίτικη γνώση. Είναι πιθανές οι ερωτήσεις του τύπου "αποδεκτή" γνώση. Επίσης κάποιος ίσως κάνει εμπειρική έρευνα στα βιομαγνητικά πεδία ή μελετήσει καλύτερα τα πιθανά αίτια των φανερά τυχαίων αλλαγών στην εξελικτική θεωρία. Ιστορικά, αυτές οι οργανώσεις έχουν χαρακτηριστεί "μυστικιστικές" και είναι η πηγή νέων ιδεών. Ανάγονται στην ορθόδοξη επιστήμη και ιατρική και λαμβάνουν προσοχή από ορισμένους επιστήμονες.

Η Πολιτιστική Αναδιοργάνωση της Τεχνολογίας

Όπως η επιστημονική γνώση ανασυγκροτείται από άλλες ομάδες ατόμων, έτσι και η τεχνολογία αλλάζει καθώς περνάει από το στάδιο παραγωγής στο στάδιο χρήσης. Αυτό το κεφάλαιο θα εξετάσει δύο από τις σημαντικότερες κατηγορίες: τους καταναλωτές και τους εργάτες. Οι πρώτοι έχουν πολλές επιλογές και ελέγχους πάνω στα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα απ' ότι οι δεύτεροι. Την ίδια στιγμή όμως, οι καταναλωτές γίνονται συχνά παθητικά όντα, εκτός αν δημιουργήσουν καταναλωτικούς συλλόγους για την πορεία της παραγωγής. Για το εργατικό δυναμικό, οι νέες τεχνολογίες μεταφέρονται σε αυτούς χωρίς πολλές αναλύσεις, και τις περισσότερες φορές μεταβάλλουν τις σχέσεις στο χώρο εργασίας.

Καταναλωτικές Απόψεις Ι: Το Πρόβλημα της Αποδοχής του Χρήστη

Η έρευνα για την τεχνητή νοημοσύνη έχει γίνει το θέμα για πολλές μελέτες. Ανθρωπολόγοι όπως η Lucy Suchman (1987,1990) και η Diana Forsythe (1990,1992,1993) έχουν εξετάσει το αντικέιμενο και έχουν κάνει την κριτική τους για τη φύση της νοημοσύνης στην ερευνητική ομάδα του Α.Ι. Καθώς τα προϊόντα του Α.Ι.πηγαίνουν από τα εργαστήριά στους χώρους εργασίας, οι απόψεις των προγραμματιστών του Α.Ι.έρχονται σε σύγκρουση με αυτές των καταναλωτών- πελατών τους.

Στη διατριβή "Επικρίνοντας το Χρήστη στην Πληροφορική της Ιατρικής: Η Πολιτιστική φύση της Επιστημονικής Πρακτικής", η Forsythe αναλύει μερικές από τις μη αμφισβητούμενες υποθέσεις για την απόκτηση γνώσης στον τομέα της έρευνας Α.Ι., γνωστές σαν "έμπειρα συστήματα". Αυτά είναι προγράμματα υπολογιστών, με σκοπό το διπλασιασμό της γνώσης των ειδικών και την παροχή βοήθειας σε τεχνίτες και επαγγελματίες. Η Forsythe παρουσιάζει το πρόβλημα της "αποδοχής του χρήστη" σε ιατρικά έμπειρα συστήματα (όπως προγράμματα που βοηθούν στη διάγνωση) και ρωτάει γιατί αυτά δεν είναι ευρέως αποδεκτά, παρόλο που υπάρχουν πάνω από είκοσι χρόνια και χορηγούνται από την κυβέρνηση με τεράστια χρηματικά ποσά. Δεν βρίσκει πειστική την εξήγηση των ερευνητών του Α.Ι. και θεωρεί ότι διακατέχονται από κομπιουτεροφοβία. Γι' αυτό το λόγο τα προγράμματα μένουν αχρησιμοποίητα.

Γενικά, οι προγραμματιστές αποτιμούν την "αυστήρη" γνώση (τυπική,τεχνική και ποσοτική) σε σχέση με την "εύκολη" γνώση (μη τυπική,μη τεχνική και ποιοτική) αν και για τους χρήστες τουλάχιστον των έμπειρων συστημάτων είναι χρησιμότερη η "εύκολη".Οι προγραμματιστές έχουν την τάση να σκέπτονται με όρους άπ΄ τα συμφραζόμενα.Προσθέτουν την άποψη τους στα συστήματα είς βάρος των πιο συναφών και κοινωνικά επιβαρυμένων γνώσεων. Στη δημιουργία προτύπων του Α.Ι., αυτοί αξιώνουν μια πραγματικότητα -ότι υπάρχει μία σωστή απάντηση στο πρόβλημα-και ότι τα ενήμερα πρότυπα μπορούν να θεωρηθούν ακριβείς παραστάσεις του κόσμου.Τελικά,οι προγραμματιστές διατιμούν τα συστήματα τους όχι με το πώς χρησιμοποιούνται στην πραγματικότητα αλλά με τεχνικούς παράγοντες, όπως είναι η ταχύτητα ή η αρχιτεκτονική τους.

Η εργασία της Forsythe προτείνει μια πρακτική εφαρμογή της μελέτης της πολιτιστικής αναδιοργάνωσης της τεχνολογίας. Η ερώτηση είναι δύσκολη να απαντηθεί για τους παραγωγούς που δεν σχεδιάζουν προϊόντα για τις ανάγκες των καταναλωτών. Μάλλον οι παραγωγοί έχουν ένα πρότυπο σχετικά με το τι είναι γνώση και αυτό είναι περιορισμένο προϊόν της πειθαρχικής τους κουλτούρας. Σύμφωνα με την Forsythe το προαπαιτούμενο υπόδειγμα καλού προγραμματισμού, τουλάχιστο σε αυτή την περίπτωση ίσως είναι η καλή ανθρωπολογία.

Καταναλωτικές Απόψεις ΙΙ: Τεχνολογίες για την Αναπαραγωγή στις Γυναίκες

Μια άλλη περιοχή καταναλωτικών εναλλαγών της τεχνολογίας, όπου γίνονται μεγάλες έρευνες, είναι η αναπαραγωγή στις γυναίκες. Όπως στην περίπτωση των "έμπειρων συστημάτων", οι ανθρωπολόγοι έχουν συνεισφέρει σε αυτόν τον τομέα αναπτύσσοντας προοπτικές, που αναλύουν αυτό το θέμα. Από τις άπειρες περιπτώσεις μελετών θα επιλέξω μόνο τρεις, αυτές των ανθρωπολόγων Rayna Rapp, Robbie Davis-Floyd και Linda Layne.

Σε αρκετές διατριβές η Rapp επικεντρώνεται στην αμνιοκέντηση, μια διαδικασία που ανακαλύπτει τις γενετικές ανωμαλίες του εμβρύου. Η εργασία της είναι κατανοητή και ξεχωριστή: στοχευέι σε ένα ευρύ κοινό της Νέας Υόρκης που έχουν διαφορετικές σχέσεις με την τεχνολογία. Αυτό μπορεί να είναι από ειδικούς, όπως τεχνικούς εργαστηρίων και γενετικούς συμβούλους μέχρι γονείς που χρειάζονται υποστήριξη και γυναίκες που πάνε σε συμβούλους, έχουν θετική διάγνωση ή αρνούνται τις καινούριες τεχνολογικές εξελίξεις. Η Rapp δείχνει πως η τεχνολογική ανάπτυξη προσφέρει διαφορετικές επιλογές, ευκαιρίες και διλλήματα για όλα τα παραπάνω άτομα. Μετά εξετάζει πως αυτή ματαβάλλεται δραματικά για τους χρήστες σύμφωνα με το γένος, την ηλικία, την τάξη, την εκπαίδευση, τη θρησκεία και τον τύπο γενετικής δυσλειτουργίας. Η Rapp παρατηρεί πως οι αντιλήψεις για τον κίνδυνο ποικίλουν αλλά επίσης και το πώς το εκπαιδευτικό επίπεδο διαφέρει και πως οι γενετικοί σύμβουλοι μεταλλάσσουν τους κωδικούς, σύμφωνα με την ικανότητα του χρήστη να εργαστεί με περίπλοκα στατιστικά στοιχεία.

Η ανθρωπολόγος Robbie Davis-Floyd (1992α,1992β) έχει παρουσιάσει διαφορετικές χρήσεις και αντιλήψεις στη μελέτη της για τις γεννήσεις σε μέσα υψηλής τεχνολογίας στα νοσοκομεία. Σε μια μελέτη γυναικών της μεσαίας κοινωνικής τάξης στο Texas, η Davis-Floyd δείχνει ότι ενώ μερικές γυναίκες επιλέγουν μαίες και γέννες σε κανονικά νοσοκομεία, άλλες προτιμούν τα μαιευτήρια και τα πιο σύγχρονα μέσα. Η έρευνά της αποκαλύπτει ότι οι γεννέσεις σε υψηλής τεχνολογίας νοσοκομεία δεν αποδυναμώνουν τις γυναίκες, αλλά αντίθετα έχουν ένα θετικό αποτέλεσμα σε αυτές και σε όλη την διαδικασία. Σε μερικές περιπτώσεις οι εργαζόμενες γυναίκες αισθάνονται ότι ελέγχουν καλύτερα την κατάσταση, όταν τους παρέχονται όλα τα σύγχρονα μέσα, σε σχέση με αυτές που απευθύνονται στις μαιές. Οι επιλογές του τοκετού εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από από τον τρόπο σκέψης των γυναικών. Μέσα από συνεντέυξεις της Davis-Floyd φαίνεται ότι οι τοκετοί στα νοσοκομεία γίνονται με πιο σωστές μεθόδους σε αντίθεση με αυτούς που γίνονται στα σπίτια. Το κεντρικό σημείο είναι μια παρόμοια προειδοποιητική ιστορία σχετικά με τα γενικά πρόσωπα των καινούριων επιτευγμάτων. Όπως η Rapp έτσι και η Davis-Floyd δείχνει πως η ίδια τεχνολογία έχει συχνά διαφορετικές σημασίες σε διαφορετικές ομάδες ατόμων. Συνεπώς, το κλείδι στην ερώτηση για την μελέτη των νέων εξελίξεων για την αναπαραγωγή και τον αντίκτυπό τους στο γυναικείο πληθυσμό, ίσως έχει λιγότερη σχέση με την εισαγωγή της τεχνολογίας και περισσότερη με τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων τους για επιλογή και έλεγχο. Επιπλέον αφού είναι διαθέσιμες οι επιλογές, οι γυναίκες και οι άλλοι χρήστες των νέων τεχνολογιών χρειάζεται να διαλέξουν σωστά και αυτό εξαρτάται κυρίως από την εκπαίδευση και την καθοδήγησή τους.

Η ανθρωπολόγος Linda Layne (1992) συζητάει τους τρόπους με τους οποίους μια άλλη τεχνολογική εξέλιξη για την αναπαραγωγή, το υπερηχογράφημα, έχει θέσει νέα προβλήματα και διλλήματα στις μέλλουσες μητέρες. Δείχνει πώς η ανάπτυξη σε αυτόν τον τομέα παρατηρεί την εμπειρία της μητέρας για την εγκυμοσύνη της και μπορεί μερικές φορές να οδηγήσει σε "από-συγχρονισμούς" κατά την Layne, μεταξύ της εμπειρίας της μητέρας και της αντίληψης που είχε για το έμβρυο. Π.χ. η μητέρα μπορεί να μάθει ότι το έμβρυο είναι νεκρό πριν βιώσει μια αποβολή ή πριν σταματήσει αυτό να κινείται. Ακόμα επειδή οι γονείς είναι σε θέση να δούν το έμβρυο και να πάρουν στο σπίτι τους μια φωτογραφία από το υπερηχογράφημα, αυτοί έχουν περισσότερη επαφή με το έμβρυο σε σχέση με παλιότερους γονείς. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι σε περίπτωση παύσης της εγκυμοσύνης,η θλίψη είναι μεγαλύτερη από ότι στο παρελθόν, καθώς οι γονείς έχουν ταυτιστεί με το έμβρυο. Το είδωλο του μωρού (μέσω της οθόνης) συνδέεται με διάφορες θρησκευτικές "παραστάσεις" που το απεικονίζουν σαν άγγελο. Η Layne χρησιμοποιεί τα δεδομένα, που έχει συλλέξει από τις συνεντεύξεις της για τις ομάδες υποστήριξης, σε γυναίκες που είχαν απώλεια τη εγκυμοσύνης τους.

Αυτές οι μελέτες προκαλούν μια πολιτιστική ανάλυση για τα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα στο χώρο της αναπαραγωγής κυρίως από την πλευρά των γυναικών, και γενικά των χρηστών. Όπως γράφει η Rapp, "Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε τις νέες εξελίξεις πέρα από το ιατρικό πρόσωπο, μέχρι που ακούσουμε τις ομιλίες των γυναικών, που συναντούν και εξηγούν αυτές στην καθημερινή τους ζωή" (1991:392).

Απόψεις για τους εργάτες Ι: Οι Νέες Διευθυντικές Τεχνολογίες

Στην "Εργασία και στο Μονοπωλιακό Κεφάλαιο" ο πολιτικός οικονομολόγος Harry Braverman, συζητά τους τρόπους με τους οποίους η εργασία έχει υποταχθεί στις επιστημονικές αρχές του μάνατζμεντ. Από τότε που έγινε το Ταιηλοριστικό σχέδιο στις αρχές του αιώνα, οι διευθυντές και οι μηχανικοί εργάζονται μαζί σε πίνακες, χάρτες και αναδιοργανώνουν την εργασία του εργάτη έτσι ώστε να αυξηθεί η αποδοτικότητα και να μειωθούν οι φθορές και τα έξοδα. Γίνεται ευκολότερο για την διεύθυνση να αντικατασήσει το προσωπικό, να παρακολουθεί την απόδοσή τους, αυξάνοντας έτσι την κυριαρχία πάνω τους. Με τη σειρά τους αντίστοιχα, οι εργάτες έχουν δημιουργήσει ενδιαφέρουσες τακτικές αντίστασης. Για παράδειγμα, ο ιστορικός και κριτικός Michel de Certeau (1984) περιγράφει μια πρακτική γνωστή ως "laperruque", στην οποία οι εργάτες χρησιμοποιούν κρυφά τα μέσα της εταιρείας για δικούς τους σκοπούς, όπως γράψιμο γραμμάτων, τηλεφωνήματα κ.τ.λ.

Στην παγκόσμια οικονομία, το πρότυπο της γραμμής συναρμολόγησης για την παραγωγή του Τέιλορ απαρχαιώνεται με ραγδαίους ρυθμούς. Στη θέση του οι βιομηχανίες προσθέτουν "εύκαμπτα συστήματα" για την παραγωγή, τα οποία μπορούν γρήγορα να επεξεργάζονται για την ταχεία αλλαγή των καταναλωτικών προτιμήσεων. Οι εργάτες στη θεωρία τουλάχιστον, δεν είναι πια "ρομπότ", αλλά μέρος του ανθρώπινου κεφαλαίου μιας εταιρείας, του συναγωνιστικού πνεύματός της και μια πηγή δημιουργικότητας. Οι τεχνικές λέξεις έχουν αλλάξει από τις "μελέτες για τις χρονικές κινήσεις" σε όρους όπως "Συνολική ποιότητα της διαχείρησης" (Σ.Π.Δ.), έναν διφορούμενο όρο, που συνδέει τη συναγωνιστική επιτυχία με την ποιότητα του προϊόντος με την περιπλοκή του εργάτη και αυτή με την αίσθηση ότι αυτός ανήκει στην εταιρεία και ότι όλα αυτά αποτελούν τις διοικητικές αρχές των Ιαπώνων. Σύμφωνα με την Σ.Π.Δ. οι επιστήμονες και οι μηχανικοί εντάσσονται στον αγώνα για βελτιωμένη ποιότητα σε ένα σύστημα παραγωγής, που δίνει έμφαση στις διαρκείς τεχνολογικές και διοικητικές καινοτομίες.

Τα νέα επιτεύγματα στο χώρο της διαχείρησης και της παραγωγής τοποθετούνται σε ένα ανασχηματισμένο κόσμο, όπου η Η.Π.Α. τώρα βλέπουν με φόβο και θαυμασμό την Ιαπωνία. Επειδή η Ιαπωνία συνδέεται περισσότερο από κάθε άλλη χώρα με νέες τεχνολογικές εφευρέσεις και εύκαμπτα συστήματα παραγωγής, θα εξετάσω μία περίπτωση Ιαπωνέζικης διαχε'ιρησης της Η.Π.Α. Η απόκρυψη του Ιαπωνέζικου/Αμερικανικού και διαχειριστικού/εργατικού ανταγωνισμού θα βοηθήσει στην περιγραφή του νέου "μεταμοντέρνου" στυλ τεχνοδιοίκησης, που είναι συνυφασμένο με διεθνείς πολιτιστικές στρατηγικές και την πολιτική οικονομία.

Κατά τη διάρκεια του 1990 οι Ιάπωνες κατείχαν σχεδόν 640 εργοστάσια στις Η.Π.Α. και απασχολούσαν περίπου 160.000 άτομα. Οι υπολογισμοί δείχνουν ότι μέχρι το 2000 ένα εκατομμύριο Αμερικανοί θα δουλεύουν για Ιαπωνέζικες εταιρείες. Στην αυτοματοποιημένη βιομηχανία, που είναι ίσως η καλύτερη περίπτωση Ιαπωνέζικων κατασκευών στις Η.Π.Α., όλες οι μεγάλες Ιαπωνικές εταιρείες έχουν τουλάχιστο ένα εργοστάσιο, που λειτουργεί στις Η.Π.Α. Γενικά οι Ιάπωνες έχουν προτιμήσει να ιδρύσουν εργοστάσια στη Δύση ή στο Νότο, όπως η Honda στο Ohio, η Nissan στην Τυνησία,η Toyota στο Kentacky και η Subaru στην Ινδιάνα. Οι Ιαπωνέζοι προτιμούν τις μικρές, αγροτικές περιοχές, επειδή πιστεύουν ότι εκεί μπορούν να βρουν ακόμα την παραδοσιακή ηθική εργασία. Ακόμα επειδή οι πολιτείες της χώρας έχουν το πλεονέκτημα να είναι τοποθετημένες στο κέντρο, όσον αφορά τα μεγάλα αστικά κέντρα (Gelsaniliter 1990). Εντούτοις, μερικοί πιστεύουν ότι οι Ιάπωνες επιλέγουν τις παραπάνω περιοχές, γιατί εκεί βρίσκουν εργαζόμενους, που δεν ανήκουν σε σωματεία και εθνικούς συλλόγους με ΒορειοΕυρωπαϊκή προέλευση. Εν πάσει περιπτώση, ο "παροξυσμός" μεταξύ του πατερναλιστικού Ιαπωνικού στυλ διοίκησης και του συντηρητισμού των άλλων χωρών, φαίνεται να δίνει αποτέλεσμα στις περισσότερς περιπτώσεις.

Όμως, σε μια περίπτωση μια Ιαπωνική εταιρεία διάλεξε την τοποθεσία ενός εργοστασίου στο Michigan, μια περιοχή με πολλά εργατικά συνδικάτα και που αποτελεί παράλληλα το κέντρο του Αμερικανικού αυτοματισμού στον τομέα των κατασκευών. Σε αυτή την περίπτωση οι σχέσεις της Ιαπωνική διοίκησης και του μαχόμενου και έμπειρου Αμερικανικού εργατικού δυναμικού χάλασαν σημαντικά. Διδακτικά είναι ένα άλλο παράδειγμα του εργοστασίου της Mazda στο Flat Rock, στο Michigan. Παρόλο που αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα, τα γεγονότα που συνέβησαν αποκαλύπτουν τις σχέσεις των πολιτιστικών διαφορών και των νέων διοικητικών τεχνολογιών του T.Q.M. (Σ.Π.Δ.). Όπως αναφέρουν οι δημοσιογράφοι Joseph και Suzy Fucini στο βιβλίο τους "Δουλεύοντας για τους Ιάπωνες", η Mazda δεν ήθελε καθόλου να εγκατασταθεί σε μια συνδικαλιστική περιοχή ούτε να δημιουργηθεί εργατικό κέντρο, αλλά συγχωνεύτηκε επειδή το 25% ανήκε στην Ford. Η Ένωση Εργατών Αυτοματισμού (Ε.Ε.Α.), ήταν χαρούμενη που ήταν ανοικτό το εργοστάσιο σε οικονομικά υποβαθμισμένη περιοχή και σαν αποτέλεσμα υποσχέθηκε να είναι συνεργάσιμη.

Στην αρχή οι τεχνικές και διοικητικές καινοτομίες του νέου εργοστασίου φαινόταν αρκετά αβλαβείς στους εργάτες. Π.χ. οι Ιάπωνες χρησιμοποιούσαν ένα σύστημα καταγραφής της αργής-ανώφελης εργασίας. Αυτό είναι αρκετά διαφορετικό από το συμβατικό Αμερικανικό στυλ. Με άλλα λόγια, το Αμερικανικό σύστημα αποφεύγει τους λεπτομερείς καταλόγους και επιτρέπει την αργή εργασία μόνο σε περίπτωση που οι προμηθευτές αργήσουν ή οι εργάτες τραυματιστούν ή αρρωστήσουν (Fucini και Fucini1990:36). Μια δεύτερη καινοτομία ήταν το σύστημα του Kaizen, ή οι σταθερές βελτιώσεις, όπου οι εργάτες συναντιούνται και προτείνουν λύσεις για τη βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτό είχε σαν προϋπόθεση, όπως υποσχέθηκαν οι διευθυντές, ομοφωνία γνώμης και ομαδική διοίκηση. Έτσι, το σύστημα έμοιαζε πιο δημοκρατικό από το Αμερικανικό και οι εργάτες ήταν αρχικά πολύ ευχαριστημένοι από τους Ιάπωνες. Η δημοκρατική ρητορική υποστηρίχτηκε από κάποια κοινά σύμβολα: Ο ανώτατος διευθυντής και ο κατώτερος εργάτης φορούσαν τις ίδιες στολές. Όλοι έτρωγαν μαζί στην ίδια καφετέρια. Τα γραφεία της διοίκησης ήταν τοποθετημένα στο κέντρο της περιοχής, όπου βρίσκονταν τα εργαστήρια και αυτό βοηθούσε στην πρόσβαση. Ακόμα τα γραφεία του διευθυντή ήταν όλα στο ίδιο δωμάτιο με χαμηλά χωρίσματα μεταξύ τους.

Παρόλα αυτά προβλήματα εμφανίσθηκαν καθώς η Mazda έκανε μια προσπάθεια αύξησης της παραγωγικότητας. Τραυματισμοί άρχισαν να συμβαίνουν καθώς οι Ιάπωνες διευθυντές επέλεξαν την αυξημένη αποδοτικότητα έναντι της ασφάλειας. Οι εργάτες παραπονιόντουσαν για προβλήματα με την σπονδυλική τους στήλη και για τραυματισμούς όπως το σύνδρομο τη καρπικής "σύραγγας", μια φλόγωση των τενόντων στα χέρια και στους καρπούς που προκαλείται από επαναλαμβανόμενες κινήσεις. Οι εργάτες ανακάλυψαν ότι οι εισηγήσεις Kaizen για αυξημένη ασφάλεια συχνά απαιτούσαν μελέτες, ενώ εκείνες που αυξάνουν την παραγωγικότητα υλοποιούνταν γρήγορα. Αυξήθηκε γρήγορα η ίδια πίεση και στα δύο γκρουπ του εργοστασίου όχι εξαιτίας των προτάσεων του Kaizen, αλλά επειδή έγινε περισσότερος ο φόρτος εργασίας της κάθε ομάδας. Ένας εργάτης που αργότερα έγινε αρχηγός της ένωσης διαφωνούντων συνόψισε το σύστημα Kaizen και το ομαδικό πνεύμα στα εξής:

Όσο περισσότερο συζητούσαν γι' αυτό το θέμα, τόσο έμοιαζε σαν ένας πιεστικός τρόπος, που απέδιδε περισσότερη εργασία από κάθε εργάτη, με πολλά στοιχεία παλιομοδίτικου πατερναλισμού. Σαν αποτέλεσμα χανόταν μεγάλη παραγωγή(87).

Το ομαδικό σύστημα γρήγορα κατέρρευσε. Επειδή οι ηγέτες ήταν μέλη της ένωσης, τα άλλα μέλη της ομάδας δεν ακολουθούσαν τις εντολές τους. Γι' αυτό, ο αρχηγός των έξι μέχρι δέκα εργατών έπρεπε να καλέσει τον "διευθυντή της μονάδας", ένα διοικητικό αντιπρόσωπο που επέβλεπε αρκετές ομάδες. Η σύγκρουση ανάμεσα στη διοίκηση και στο εργατικό προσωπικό έγινε ακόμα πιο φανερή: "Οι μεγαλύτερες συνεδριάσεις ήταν λιγότερο προσωπικές, παρείχαν σε κάθε εργάτη λιγότερες ευκαρίες για συζήτηση και φυσικά λιγότερη ελευθερία δράσης, καθένας ήταν τώρα υπό τον άμεσο έλεγχο της διοίκησης" (133). Με τη σειρά του, ο Ιάπωνας διευθυντής παραπονέθηκε για τον Αμερικανικό ατομικισμό, που θεώρησε ότι δυσκόλευε την ομαδική εργασία. Τελικά ο ανώτατος Αμερικανός διευθυντής παραιτήθηκε απογοητευμένος, επειδή οι πραγματικές αποφάσεις γίνονταν στν Ιαπωνία.

Οι διαμάχες ξεσπούσαν για πολλά θέματα όχι άμεσα συσχετιζόμενα με τις καινούριες διοικητικές τεχνικές, όπως για την τακτική της αναρρωτικής άδειας και το "φτωχό" ιστορικό των Ιαπώνων διευθυντών για μίσθωση γυναικών και μελών από κατώτερα εκπροσωπημένα πρόσωπα, ιδίως Αφρικανο-Αμερικάνες. Στο τέλος μια ομάδα από διευθυντές της ένωσης διαφωνούντων έκανε εκλογές και εκτόπισε την ένωση διοικητικών διευθυντών. Αργότερα οι διαφωνούντες εισήγαγαν αλλαγές στην στρατηγική του ακροατηρίου και στους προσωρινούς εργάτες και οι Αμερικανοί εργάτες και οι Ιάπωνες διευθυντές ήταν σε θέση να λύσουν μερικές από τις διαφορές τους.

Η περίπτωση του εργοστασίου της Mazda είναι μια εξαίρεση. Σε πολλά εργοστάσια το Αμερικανικό εργατικό δυναμικό και οι Ιάπωνες διυεθυντές έχουν αρμονική και φιλική σχέση μεταξύ τους και τα νέα διοικητικά επιτεύγματα φαίνεται να έχουν επιτυχία. Εντούτοις, στην περίπτωση του εργοστασίου της Mazda, η συνάντηση της μαχητικής, ατομικής (και πατριωτικής) εργατικής τάξης της ένωσης του Michigan με μια συγκριτικά ιεραρχική και πατερναλιστική Ιαπωνική διοίκηση, αποδείχτηκε ένας εκρηκτικός συνδυασμός. Σε μερικά σημεία, η διαμάχη μπορεί να αποδοθεί σε αντίθετα εθνικές κουλτούρες. Με άλλα λόγια, το Ιαπωνέζικο μοντέλο οικογένειας (το ie) και η πίστη και το καθήκον πληροφορούν αυτό το διοικητικό στυλ. Αντίθετα, οι Αμερικάνοι λειτουργούν με τα δικά τους πολιτιστικά μοντέλα πυρηνικής οικογένειας, την αντιπροσωπευτική δημοκρατία και την κοινωνική συμφωνία για ισότητα. Θέματα όπως η αναρρωτική άδεια, η εκμίσθωση των γυναικών από μη εκπροσωπημένες ομάδες. οι κωδικοί των ενδυμάτων, τα επιδόματα υγείας και η σχέση μεταξύ ασφάλειας και απόδοσης, έγιναν αντικείμενα συζητήσεων και λογομαχιών μαζί με τα ατομικά διακιώματα και το καθήκον για το σύνολο.

Την ίδια στιγμή, η περίπτωση του εργοστασίου της Mazda προκαλεί μερικές ερωτήσεις σχετικά με το Ταιηλοριστικό σύστημα στα τέλη του 20ου αιώνα. Οι διευθυντές της δεκαετίας του 1980 και 1990 συζητούσαν για τη συνολική ποιότητα της διαχείρησης, για τους καταλόγους καταγραφής και το σύστημα Kaizen στην παραγωγική διαδικασία. Μια αισιόδοξη εξήγηση των αλλαγών είναι ότι η διοίκηση τελικά άρχισε να θεωρεί τους εργάτες ως ανθρώπινα όντα, ως σκεπτόμενα δημιουργήματα, που μπορούν να συμμετέχουν στη βελτίωση της παραγωγής. Εντούτοις, μια πιο απαισιόδοξη άποψη είναι ότι το παλιό Ταιηλοριστικό σύστημα, παγιδευμένο στην νεωτεριστική επιστήμη, απλά επέβαλλε πειθαρχία στο εργατικό δυναμικό. Το νέο σύστημα, εμποτισμένο με τις αντιλήψεις της πολιτιστικής ανθρωπολογίας, της κοινωνική ψυχολογίας και άλλων ανθρώπινων επιστημών, διεκδικεί τις καλές διαθέσεις των εργατών.

Οι Απόψεις των Εργατών ΙΙ: Η Χρήση των Η/Υ

Οι σχολαστικοί όπως πιστεύουν ότι το νέο Ταιηλοριστικό σύστημα αντιπροσωπεύει τις διοικητικές τεχνικές παρά τα τεχνολογικά επιτεύγματα και στην υπόθεση με τη Mazda οι υλικές τεχνολογίες της γραμμής συναρμολόγησης αφέθηκαν στο παρελθόν. Ένα παράδειγμα σύχγρονης τεχνολογίας, που έχει στις μέρες μας μεγάλη σπουδαιότητα, είναι η χρήση των computer. Στο "Computing Myths, Class Realities" ο ανθρωπολόγος David Hakken και η διευθύντρια εκπαίδευσης Barbara Andrews αναλύουν το παραπάνω παράδειγμα στο Sheffield τη Αγγλίας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980. Η περίπτωση είναι ενδιαφέρουσα επειδή ο Hakken έχει κάνει εκεί μια συλλογή κοινωνιολογικών δεδομένων από το 1970. Έτσι οι συγγραφείς ήταν σε θέση να εξετάσουν την περιοχή κατά μήκος, πολύ περισσότερο απ' ότι οι ερευνητές έχουν εξετάσει περιοχές πριν και μετά τον ηλεκτρισμό. Ακόμα το Sheffield είχε μια μαχητική εργατική τάξη όμοια με εκείνη στο Flint, του Michigan, εκτός του ότι σε αυτή τη Βόρεια περιοχή της Αγγλίας η εργατική τάξη ήταν ιστορικά συνδεδεμένη με την εξόρυξη ορυκτών και χάλυβα παρά με την αυτοματοποιημένη βιομηχανία.

Ο Hakken και η Andrews απορρίπτουν τις απόψεις που προσδιορίζουν την τεχνολογία είτε από την θετική πλευρά (τα κομπιούτερ θα οδηγήσουν σε ένα καλύτερο εργασιακό περιβάλλον και σε μια καλύτερη κοινωνία) είτε από την αρνητική (οι υπολογιστές θα χειροτερέψουν τα πάντα). Αντίθετα με τις παραπάνω εκδοχές για την επανάσταση στους Η/Υ, προτείνουν ότι η σχέση ανάμεσα στη χρήση υπολογιστών και οι κοινωνικές αλλαγές θα έπρεπε να είναι θέμα εμπειρικής έρευνας. Η έρευνά τους αποκαλύπτει ότι η σχέση ποικίλλει από τον οικονομικό τομέα και από τον πολιτιστικό τρόπο σκέψης. Η εφαρμογή των Η/Υ ίσως είναι η αιτία, το αποτέλεσμα ή απλά η συσχέτιση των κοινωνικών αλλαγών. Επιπλέον, αυτοί δείχνουν ότι στις δραστηριότητες του ιδιωτικού τομέα (όπως οι μικρές επιχειρήσεις λιανικής πώλησης), η χρήση Η/Υ/ ταίριαξε με τα υπάρχοντα πρότυπα κοινωνικών μεταβολών. Από την άλλη πλευρά στην πρωτογενή παραγωγή, όπου μεσολαβεί το κράτος, όπως η βιομηχανία εξόρυξης των ορυκτών, η εισαγωγή των υπολογιστών έγινε μέρος της καρδιάς κοινωνικού μετασχηματισμού.

Το θέμα της εργατικής αναδιοργάνωσης για τους υπολογιστές στο Sheffield μπορεί να προσεγγιστεί με βάση τη σύγκριση δύο περιπτώσεων. Η μία είναι η μετατροπή της βιομηχανίας εξόρυξης ορυκτών, που προϋποθέτει χειρωνακτική εργασία και μοιάζει με την περίπτωση των εργαζομένων της Mazda. Μια άλλη υπόθεση με πολλές ομοιότητες είναι η διαμάχη των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας και του Πρέδρου Ronald Reagan κατά τη δεκαετία του 1980. Στη Βρετανία η συντεχνία των μεταλλορύχων ήταν αναμφισβήτητα η πιο μαχητική κίνηση και γι' αυτό έγινε στόχος της αντι-εργατικής κυβέρνησης της Πρωθυπουργού Margaret Thatcher. Σύμφωνα με τον Hakken και την Andrews, οι Συντηρητικοί ήρθαν στην εξουσία το 1979, αυξάνοντας τα εφόδια σε κάρβουνο, μετατρέποντας πολλούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος σε πετρελαίου ή υγραερίου και αλλάζοντας τη μεταφορά του κάρβουνου από τους Βρετανικούς σιδηροδρόμους στις οδικές αρτηρίες. Μετά, η κυβέρνηση γρήγορα εισήγαγε την τεχνολογία των Η/Υ στα ορυχεία, για τη συγκέντρωση πληροφοριών στα χέρια της διοίκησης. Στο τέλος η κυβέρνηση ανάγγειλε ένα πρόγραμμα άμεσου κλεισίματος των λατομείων, δημιουργώντας ίσως το μεγαλύτερο πλήγμα στη Βρετανία από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το 1960 οι εργάτες και η διοίκηση των ορυχείων έκαναν διαπραγματεύσεις για την εφαρμογή των Η/Υ, όπου όμως δεν είχαν αποτέλεσμα καθώς αποδείχτηκε το σύστημα μη πρακτικό. Η νέα κυβερνητική απόφαση για την παραπάνω εισαγωγή το 1980 πραγματοποιήθηκε για πολιτικούς λόγους και η συντεχνία των μεταλλορύχων διάλεξε να αντισταθεί στο νέο τεχνολογικό επίτευγμα. Κατά τη διάρκεια της απεργίας το κράτος ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσει καινούριο σύστημα επιτήρησης για να εξασθενώσει την εργατική τάξη. Τελικά οι εργάτες στο Sheffield έχασαν τη μάχη με την κυβέρνηση και η απεργία έληξε.

Οι περιπτώσεις με τους εργάτες της Mazda και με τους μεταλλορύχους του Shefield αποτελούν παραδείγματα εργατικής ανασυγκρότησης των επιτευγμάτων της διοίκησης, που απειλούν τα καθιερωμέμα επίπεδα απασχόλησης καθώς και την επαγγελματική ευχαρίστηση. Σαν αποτέλεσμα εμφανίστηκαν κινήσεις εναντίωσης σε τοπικό επίπεδο, όμοιες με αυτές που συναντήσαμε στην αρχή του κεφαλαίου. Θα επιστρέψω στο θέμα της αντιπαράθεσης στο κεφάλαιο 8 στα συμφραζόμενα της εξέλιξης και στους εγχώριους ανθρώπους. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε την αντίληψη της "αντίθεσης" και της αναδιοργάνωσης με ένα περίπλοκο τρόπο, που δείχνει πώς αυτή μπορεί να επιφέρει μεγάλες αντιδράσεις.

Ο Hakken και η Andreuws εισάγουν την άποψη του "υπολογισμού", σαν ένα τρόπο σκέψης υπέρ των ενεργών τύπων της εργατικής αναθεώρησης για την χρήση των Η/Υ. Π.χ. συζητούν για τη "Συνεργασία για τα Συστήματα της Κυκλοφορίας", μια επιχείρηση που φτιάχνει τον εξοπλισμό της κυκλοφορίας και υποστηρίζεται εν μέρει από την τοπική προ-εργατική κυβέρνηση. Τα συστήματα των υπολογιστών των γραφείων της κάνουν αρχειοθέτηση, λογιστική και επεξεργασία κειμένου αλλά όχι σχδίαση ή έλεγχο των εργασιών. Με άλλα λόγια, τα computer δεν χρησιμοποιούνται για τη σχεδίαση των εργασιακών προγραμμάτων, αλλά για την ελάττωση των εργασιών της διοίκησης επιτρέποντας στους εργάτες να έχουν περισσότερο χρόνο για τα οδικά έργα.

Η πορεία της χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών διαφέρει ριζικά και εξαρτάται από την υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση. Η περίπτωση των συστημάτων κυκλοφορίας είναι ένα υπόδειγμα ενσωματωμένο σε ένα σχετικά δημοκρατικό χώρο εργασίας, όπου οι εργάτες κατευθύνουν τις λειτουργίες των Η/Υ. Φυσικά η επιτυχία του σχεδίου καθορίζεται από την υποστήριξη μιας προοδευτικής τοπικής κυβέρνησης και από την επιχειρησιακή οργάνωση καθώς επίσης και από τη συμμετοχή στις αποφάσεις της διοίκησης. Για τους περισσότερους από εμάς οι ανωτέρω ιδανικές συνθήκες απέχουν πολύ από τη πραγματικότητα.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Σε αυτό το κεφάλαιο έκανα μια κριτική του τι ονομάζεται τεχνοκεντρική άποψη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Όπως και ο εθνοκεντρισμός έτσι και αυτή θεωρεί τη γνώση και την τεχνολογία μόνο από την προοπτική των εμπειρογνώμων, που τη δημιουργούν. Εντούτοις σημαίνουν πολλά πράγματα σε πολλούς ανθρώπους. Οι ειδικοί δεν είναι οι μόνοι που αντιλαμβάνονται τους παραπάνω όρους. Συχνά οι επιστημονικές ιδέες και τα σύγχρονα προϊόντα έχουν τελείως διαφορετικές σημασίες σε άτομα που που δεν ανήκουν σε αυτό το χώρο. Ακόμα και οι έμπειροι σε αυτά τα θέματα (όπως οι διευθυντές, οι μηχανκοί ή απλώς οι επιστήμονες από άλλους τομείς) είναι πιθανόν να έχουν διαφορετικές απόψεις. Γι' αυτό πάλι δείχνω ένα τρόπο υπέρβασης της θεωρίας, ότι η επιστήμη και η τεχνολογία είναι στενά συνυφασμένες -δηλαδή- είναι διαμορφωμένες και εμποτισμένες από τις κοινωνικές περιστάσεις. Επίσης είναι ανασυγκροτημένες από άτομα που τις χρησιμοποιούν: από διευθυντές, τοπικές παρατάξεις, θρησκευτικές οργανώσεις, καταναλωτές, εργάτες και άλλους.

ΑΝΑΛΥΣΗ-ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

"ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΣΤΗ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ"

Α

Σ' αυτό το κεφάλαιο, παρουσιάζεται μια διαφορετική προσέγγιση για την επιστήμη και την τεχνολογία και για το πώς αυτές υφίστανται και προσαρμόζονται μέσα στην σύγχρονη κοινωνία. Μέσα σε αυτό το γενικό πλαίσιο αντιπαραθέσεων υπάρχει ένα ζήτημα που οι φιλόσοφοι ονομάζουν "πρόβλημα οροθεσίας". Δηλαδή να αποφασίσουν τι είναι και τι δεν είναι η επιστήμη. υποθέτουμε ότι η επιστήμη και η τεχνολογία θα έχουν διαφορετικές έννοιες σε διάφορες ανθρώπινες ομάδες. Έτσι εξετάζουμε όχι μόνο από τι αποτελείται η αποδεκτή γνώση ή τα μηχανήματα για τους ειδικούς, αλλά και πώς οι άλλοι κατανοούν, ερμηνεύουν ξανά και θέτουν εναλλακτικές λύσεις σε αυτά. Επιπλέον οι διευθυντές, οι ιδεολόγοι, οι θρησκευτικές οργανώσεις, οι καταναλωτές, οι εργάτες κ.α. είναι συχνά παθητικοί δέκτες, που επεξεργάζονται τις γνώσεις και τα προϊόντα των ειδικών. Αντίθετα οι μη ειδικοί ασχολούνται ενεργά στην παραγωγή δικών τους γνώσεων και τεχνολογιών και έτσι η ανασυγκρότηση πιθανόν συνεπάγεται ενεργή δημιουργία νέων τεχνολογιών. Συνήθως το αποτέλεσμα είναι μία τελείως αντίθετη άποψη από τις ισχύουσες γνώσεις ή από τα επιτυχημένα τεχνολογικά επιτεύγματα.

Στο πρώτο μέρος φαίνεται η πολιτιστική αναδιοργάνωση της επιστήμης και των ανθρώπων της, μέσα από διάφορους τομείς.

Αρχικά, ο συγγραφέας εξετάζει τα "προβλήματα" που αντιμετωπίζουν οι επιστήμονες-εργαζόμενοι σε μη Ακαδημαϊκούς οργανισμούς. Αυτό συμβαίνει επειδή οι υψηλά ιστάμενοι, τις περισσότερες φορές έχουν εξουσία και ισχύ. Π.χ. τα μέλη του επιστημονικού κόσμου έχουν την τάση να βλέπουν τα σχέδιά τους βάση μακροπρόθεσμων ερευνητικών στόχων και κερδών, ενώ οι διευθυντές ενδιαφέρονται για βραχυπρόθεσμες, θεμελιώδεις γνώμες σχετικά με τον χρόνο. Οι επιστήμονες φαντάζονται τους εαυτούς τους σαν μέρος μιας συνεχιζόμενης πορείας ανάπτυξης που οδηγεί σε διάφορα αξιώματα, τιμές, βραβεία και εκδόσεις βιβλίων. Αντίθετα οι διευθυντές θεωρούν τους εαυτούς τους επαγγελματικά καταξιωμένους. Ενώ οι επιστήμονες βλέπουν τους διευθυντές σαν στενόμυαλους και μυωπικούς, οι διευθυντές τους νομίζουν σαν ανώριμους ονειροπόλους, που είναι εκτός επαφής με τον κόσμο των οικονομικών προορισμών και ημερομηνιών λήξεως. Η κύρια διαφορά μεταξύ διευθυντών και επιστημόνων συχνά εμφανίζεται σε νέες εταιρείες, όπου οι δύο ομάδες έχουν αντίθετες απόψεις στο πώς και πού είναι καλύτερα να επενδύουν τους πόρους. Γενικά αυτοί που διοικούν έχουν την ισχύ, αφού μπορούν να προσλάβουν και να απολύσουν τους επιστήμονες. Όμως οι πρώτοι εξαρτώνται από τους δεύτερους για την επίτευξη των στόχων τους και οι δεύτεροι μπορούν να αποχωρήσουν αν η κατάσταση φτάσει στα άκρα. Σαν αποτέλεσμα, υπάρχει αρκετός χώρος για "ελιγμούς " και διαπραγματεύσεις και από τις δύο πλευρές. Αυτή η μελέτη έχει μεγάλη σημασία. Στην κοινωνία γενικά οι επιστήμονες θεωρούνται σαν πρόσωπα κύρους και εξουσίας. Ακόμα συχνά τοποθετούνται σε πόστα "αμυντικά" όσον αφορά τους διευθυντές και άλλες ομάδες επαγγελμάτων που είναι πιο κοντά στο κεφάλαιο. Πιθανόν αργότερα να έρθουν στη δυσάρεστη θέση να εκφράσουν αντίθετες απόψεις για τα άλλα επαγγέλματα.

Στη συνέχεια, παραθέτονται αρκετά παραδείγματα για τη στάση των επιστημόνων σε δημόσιες συζητήσεις. Εκεί η κυβέρνηση ή οι επιστήμονες κατέχουν τη θέση των ισχυρών ή των αντιπροσώπων τους σε αντιπαράθεση με τους αναφορικά λιγότερα ισχυρούς αντιπροσώπους του κοινού ή των απειλούμενων τοπικών κοινοτήτων. Σε αυτή την περίπτωση οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στο επιστημονικό κοινό και στο επιπλέον μη επιστημονικό δημιουργούνται μαζί με αυτές μεταξύ των κυρίαρχων ομάδων και τοπικών κοινοτήτων. Γι' αυτό και παρατηρούμε ότι τοπικές οργανώσεις συχνά προσλαμβάνουν επιστήμονες, ακόμα και συνταξιούχους, έτσι ώστε να αποκτήσουν κύρος στις σχέσεις τους με την κυβέρνηση. Τα μαθήματα των οπαδών της τεχνολογίας όλων των ειδών επιδιώκουν μια πολιτική κουλτούρα, όπου οι ειδικοί δεν είναι οι μόνοι που έχουν την ισχύ να χρησιμοποιούν διαχωριστικές γραμμές μεταξύ του επιστημονικού και του μη επιστημονικού.

Τέλος ο συγγραφέας σκιαγραφεί τη στάση των επιστημόνων απέναντι στη Θρησκεία. Οι επίσημες θρησκείες των περισσότερων Δυτικών κοινωνιών φαίνεται να έχουν κατορθώσει, μετά από πολλά χρόνια συγκρούσεων, μια σειρά σταθερών απόψεων, που επιτρέπει στους επιστήμονες να είναι ειδικοί στην επιστήμη και στους κληρικούς να είναι αφοσιωμένοι στα πνευματικά θέματα. Εντούτοις, οι οπαδοί των ετερόδοξων θρησκευτικών δοξασιών συχνά δεν τιμούν αυτές τις απόψεις.

Γενικά, οι ετερόδοξες θρησκείες στις Δυτικές κοινωνίες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: στους φουνταμενταλιστές και στους μυστικιστές/πνευματιστές. Οι φουνταμενταλιστικές θρησκείες συνεχίζουν την παράδοση εναντίωσης στην επιστημονική γνώση, που χαρακτήριζε την απόρριψη του ηλιοκεντρισμού και την καταδίωξη του Γαλιλαίου. Γενικά αυτές οι θρησκείες αναπτύσσουν συστήματα εναντίωσης όπως την επιστήμη της δημιουργίας του κόσμου ή την εναλλακτική ιατρική, βασιζόμενη στην πίστη. Θα φαινόταν λογικό αν υποθέσουμε ότι οι μυστικιστές/πνευματιστές θρησκείες είναι σε παρακμή, αλλά πολλές από τις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες έχουν γίνει παράδοξα πολύ λογικευμένες, επιστημονικές και τεχνολογικές. Την ίδια στιγμή είναι πιο "ανοιχτές" σε διάφορα θρησκευτικά ρεύματα, συστήματα θεραπείας και τεχνικές πνευματικής ανάπτυξης. Πράγματι η αντιπαράθεση αυτών των αντίθετων απόψεων είναι μέρος του μεταμοντέρνου κόσμου. Αν και οι σκεπτικιστές, οι ορθολογιστές και πολλοί επιστήμονες -να μην αναφέρουμε τους ορθόδοξους κληρικούς- έχουν απορρίψει τις εναλλακτικές γνώσεις και τεχνολογίες του τύπου "ψευδοεπιστήμη", οι περισσότερες από τις δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι προειδοποιήσεις τους έχουν μικρό αντίκτυπο στον πληθυσμό. Οι πνευματιστές διανοούμενοι ενδιαφέρονται σε ότι βλέπουν για τις επιστημονικές πλευρές του Πνευματισμού, όπως τη μελέτη φυσικών φαινομένων. Έχουν κάνει περίπλοκες συζητήσεις για τη βιολογία, τη φυσική και τις φυσικές επιστήμες. Αποτέλεσμα αυτών είναι άφθονες εκδόσεις βιβλίων. Με τον τρόπο αυτό "αναταράσσουν τα ύδατα", μεταξύ επιστήμης και αμάθειας, ακόμα και αν μπουν στον κόσμο της κοσμοπολίτικης γνώσης, μέσω της ετερόδοξης οδού της παραψυχολογίας ή του βιοηλεκτρομαγνητισμού. Θεωρούν ότι οι Δυτικοί συνεχίζουν να εκτοπίζουν από τις συζητήσεις τους τη λογική.

Ιστορικά, αυτές οι οργανώσεις έχουν χαρακτηριστεί "μυστικιστικές" και είναι η πηγή νέων ιδεών. Ανάγονται στην ορθόδοξη επιστήμη και ιατρική και λαμβάνουν προσοχή από ορισμένους επιστήμονες.

Β

Σ΄αυτό το δεύτερο μέρος ο συγγραφέας στέκεται στην πολιτιστική αναδιοργάνωση της τεχνολογίας και των ειδικών της μέσα από δύο ομάδες ανθρώπων: τους καταναλωτές και τους εργάτες. Οι πρώτοι έχουν πολλές επιλογές και ελέγχους πάνω στα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα απ' ότι οι δεύτεροι. Την ίδια στιγμή όμως, οι καταναλωτές γίνονται συχνά παθητικά όντα, εκτός αν δημιουργήσουν καταναλωτικούς συλλόγους για την πορεία της παραγωγής. Για το εργατικό δυναμικό, οι νέες τεχνολογίες μεταφέρονται σε αυτούς χωρίς πολλές αναλύσεις, και τις περισσότερες φορές μεταβάλλουν τις σχέσεις στο χώρο εργασίας.

Αρχικά ο συγγραφέας επικεντρώνεται στο πρόβλημα της χρήσης προγραμμάτων Η/Υ από τους καταναλωτές.Οι προγραμματιστές έχουν την τάση να σκέπτονται με όρους άπ΄ τα συμφραζόμενα.Προσθέτουν την άποψη τους στα συστήματα είς βάρος των πιο συναφών και κοινωνικά επιβαρυμένων γνώσεων . Οι προγραμματιστές διατιμούν τα συστήματα τους όχι με το πώς χρησιμοποιούνται στην πραγματικότητα αλλά με τεχνικούς παράγοντες, όπως είναι η ταχύτητα ή η αρχιτεκτονική τους.

Μελέτες που έχουν γίνει προτείνουν μια πρακτική εφαρμογή της μελέτης της πολιτιστικής αναδιοργάνωσης της τεχνολογίας. Η ερώτηση είναι δύσκολη να απαντηθεί για τους παραγωγούς που δεν σχεδιάζουν προϊόντα για τις ανάγκες των καταναλωτών. Μάλλον οι παραγωγοί έχουν ένα πρότυπο σχετικά με το τι είναι γνώση και αυτό είναι περιορισμένο προϊόν της πειθαρχικής τους κουλτούρας. Τελικά, το προαπαιτούμενο υπόδειγμα καλού προγραμματισμού, τουλάχιστο σε αυτή την περίπτωση ίσως είναι η καλή ανθρωπολογία.

Μια άλλη περιοχή καταναλωτικών εναλλαγών της τεχνολογίας, όπου γίνονται μεγάλες έρευνες, είναι η αναπαραγωγή στις γυναίκες. Όπως στην περίπτωση των "έμπειρων συστημάτων", οι ανθρωπολόγοι έχουν συνεισφέρει σε αυτόν τον τομέα αναπτύσσοντας προοπτικές, που αναλύουν αυτό το θέμα.

Έρευνες δείχνουν ότι ενώ μερικές γυναίκες επιλέγουν μαίες και γέννες σε κανονικά νοσοκομεία, άλλες προτιμούν τα μαιευτήρια και τα πιο σύγχρονα μέσα. Η έρευνά της αποκαλύπτει ότι οι γεννέσεις σε υψηλής τεχνολογίας νοσοκομεία δεν αποδυναμώνουν τις γυναίκες, αλλά αντίθετα έχουν ένα θετικό αποτέλεσμα σε αυτές και σε όλη την διαδικασία. Σε μερικές περιπτώσεις οι εργαζόμενες γυναίκες αισθάνονται ότι ελέγχουν καλύτερα την κατάσταση, όταν τους παρέχονται όλα τα σύγχρονα μέσα, σε σχέση με αυτές που απευθύνονται στις μαιές. Οι επιλογές του τοκετού εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από από τον τρόπο σκέψης των γυναικών. Συνεπώς, το κλείδι στην ερώτηση για την μελέτη των νέων εξελίξεων για την αναπαραγωγή και τον αντίκτυπό τους στο γυναικείο πληθυσμό, ίσως έχει λιγότερη σχέση με την εισαγωγή της τεχνολογίας και περισσότερη με τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων τους για επιλογή και έλεγχο. Επιπλέον αφού είναι διαθέσιμες οι επιλογές, οι γυναίκες και οι άλλοι χρήστες των νέων τεχνολογιών χρειάζεται να διαλέξουν σωστά και αυτό εξαρτάται κυρίως από την εκπαίδευση και την καθοδήγησή τους.

Αυτές οι μελέτες προκαλούν μια πολιτιστική ανάλυση για τα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα στο χώρο της αναπαραγωγής κυρίως από την πλευρά των γυναικών, και γενικά των χρηστών. Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε τις νέες εξελίξεις πέρα από το ιατρικό πρόσωπο, μέχρι που ακούσουμε τις ομιλίες των γυναικών, που συναντούν και εξηγούν αυτές στην καθημερινή τους ζωή.

Όσον αφορά τους εργάτες, έχουν αλλάξει το περιβάλλον εργασίας τους εισχωρώντας στον χώρο εργασίας των διευθυντών και των μηχανικών. Έχουν αναδιοργανώσει την εργασία τους έτσι ώστε να αυξηθεί η αποδοτικότητα και να μειωθούν οι φθορές και τα έξοδα. Γίνεται ευκολότερο για την διεύθυνση να αντικατασήσει το προσωπικό, να παρακολουθεί την απόδοσή τους, αυξάνοντας έτσι την κυριαρχία πάνω τους. Με τη σειρά τους αντίστοιχα, οι εργάτες έχουν δημιουργήσει ενδιαφέρουσες τακτικές αντίστασης, όπως να χρησιμοποιούν κρυφά τα μέσα της εταιρείας για δικούς τους σκοπούς, όπως γράψιμο γραμμάτων, τηλεφωνήματα κ.τ.λ.

Στην παγκόσμια οικονομία, το πρότυπο της γραμμής συναρμολόγησης για την παραγωγή του Τέιλορ απαρχαιώνεται με ραγδαίους ρυθμούς. Στη θέση του οι βιομηχανίες προσθέτουν "εύκαμπτα συστήματα" για την παραγωγή, τα οποία μπορούν γρήγορα να επεξεργάζονται για την ταχεία αλλαγή των καταναλωτικών προτιμήσεων. Οι εργάτες στη θεωρία τουλάχιστον, δεν είναι πια "ρομπότ", αλλά μέρος του ανθρώπινου κεφαλαίου μιας εταιρείας, του συναγωνιστικού πνεύματός της και μια πηγή δημιουργικότητας. Οι επιστήμονες και οι μηχανικοί εντάσσονται στον αγώνα για βελτιωμένη ποιότητα σε ένα σύστημα παραγωγής, που δίνει έμφαση στις διαρκείς τεχνολογικές και διοικητικές καινοτομίες.

Σαν παράδειγμα παρουσιάζεται η "εισβολή" του Ιαπωνικού τρόπου λειτουργίας ενός εργοστασίου μέσα στις Η.Π.Α. Κατά τη διάρκεια του 1990 οι Ιάπωνες κατείχαν σχεδόν 640 εργοστάσια στις Η.Π.Α. και απασχολούσαν περίπου 160.000 άτομα. Οι υπολογισμοί δείχνουν ότι μέχρι το 2000 ένα εκατομμύριο Αμερικανοί θα δουλεύουν για Ιαπωνέζικες εταιρείες. Στην αυτοματοποιημένη βιομηχανία, που είναι ίσως η καλύτερη περίπτωση Ιαπωνέζικων κατασκευών στις Η.Π.Α., όλες οι μεγάλες Ιαπωνικές εταιρείες έχουν τουλάχιστο ένα εργοστάσιο, που λειτουργεί στις Η.Π.Α. Οι Ιαπωνέζοι προτιμούν τις μικρές, αγροτικές περιοχές, επειδή πιστεύουν ότι εκεί μπορούν να βρουν ακόμα την παραδοσιακή ηθική εργασία. Ακόμα επειδή οι πολιτείες της χώρας έχουν το πλεονέκτημα να είναι τοποθετημένες στο κέντρο, όσον αφορά τα μεγάλα αστικά κέντρα. Εντούτοις, μερικοί πιστεύουν ότι οι Ιάπωνες επιλέγουν τις παραπάνω περιοχές, γιατί εκεί βρίσκουν εργαζόμενους, που δεν ανήκουν σε σωματεία και εθνικούς συλλόγους με ΒορειοΕυρωπαϊκή προέλευση. Εν πάσει περιπτώση, ο "παροξυσμός" μεταξύ του πατερναλιστικού Ιαπωνικού στυλ διοίκησης και του συντηρητισμού των άλλων χωρών, φαίνεται να δίνει αποτέλεσμα στις περισσότερς περιπτώσεις.

Όμως, σε μια περίπτωση μια Ιαπωνική εταιρεία διάλεξε την τοποθεσία ενός εργοστασίου στο Michigan, μια περιοχή με πολλά εργατικά συνδικάτα και που αποτελεί παράλληλα το κέντρο του Αμερικανικού αυτοματισμού στον τομέα των κατασκευών. Σε αυτή την περίπτωση οι σχέσεις της Ιαπωνική διοίκησης και του μαχόμενου και έμπειρου Αμερικανικού εργατικού δυναμικού χάλασαν σημαντικά.

Στην αρχή οι τεχνικές και διοικητικές καινοτομίες του νέου εργοστασίου φαινόταν αρκετά αβλαβείς στους εργάτες. Π.χ. οι Ιάπωνες χρησιμοποιούσαν ένα σύστημα καταγραφής της αργής-ανώφελης εργασίας. Αυτό είναι αρκετά διαφορετικό από το συμβατικό Αμερικανικό στυλ. Με άλλα λόγια, το Αμερικανικό σύστημα αποφεύγει τους λεπτομερείς καταλόγους και επιτρέπει την αργή εργασία μόνο σε περίπτωση που οι προμηθευτές αργήσουν ή οι εργάτες τραυματιστούν ή αρρωστήσουν. Μια δεύτερη καινοτομία ήταν το σύστημα του Kaizen, ή οι σταθερές βελτιώσεις, όπου οι εργάτες συναντιούνται και προτείνουν λύσεις για τη βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτό είχε σαν προϋπόθεση, όπως υποσχέθηκαν οι διευθυντές, ομοφωνία γνώμης και ομαδική διοίκηση. Έτσι, το σύστημα έμοιαζε πιο δημοκρατικό από το Αμερικανικό και οι εργάτες ήταν αρχικά πολύ ευχαριστημένοι από τους Ιάπωνες. Η δημοκρατική ρητορική υποστηρίχτηκε από κάποια κοινά σύμβολα: Ο ανώτατος διευθυντής και ο κατώτερος εργάτης φορούσαν τις ίδιες στολές. Όλοι έτρωγαν μαζί στην ίδια καφετέρια. Τα γραφεία της διοίκησης ήταν τοποθετημένα στο κέντρο της περιοχής, όπου βρίσκονταν τα εργαστήρια και αυτό βοηθούσε στην πρόσβαση. Ακόμα τα γραφεία του διευθυντή ήταν όλα στο ίδιο δωμάτιο με χαμηλά χωρίσματα μεταξύ τους.

Παρόλα αυτά προβλήματα εμφανίσθηκαν καθώς η Mazda έκανε μια προσπάθεια αύξησης της παραγωγικότητας. Τραυματισμοί άρχισαν να συμβαίνουν καθώς οι Ιάπωνες διευθυντές επέλεξαν την αυξημένη αποδοτικότητα έναντι της ασφάλειας. Οι εργάτες παραπονιόντουσαν για προβλήματα με την σπονδυλική τους στήλη και για τραυματισμούς όπως το σύνδρομο τη καρπικής "σύραγγας", μια φλόγωση των τενόντων στα χέρια και στους καρπούς που προκαλείται από επαναλαμβανόμενες κινήσεις. Οι εργάτες ανακάλυψαν ότι οι εισηγήσεις Kaizen για αυξημένη ασφάλεια συχνά απαιτούσαν μελέτες, ενώ εκείνες που αυξάνουν την παραγωγικότητα υλοποιούνταν γρήγορα. Αυξήθηκε γρήγορα η ίδια πίεση και στα δύο γκρουπ του εργοστασίου όχι εξαιτίας των προτάσεων του Kaizen, αλλά επειδή έγινε περισσότερος ο φόρτος εργασίας της κάθε ομάδας. Ένας εργάτης που αργότερα έγινε αρχηγός της ένωσης διαφωνούντων συνόψισε το σύστημα Kaizen και το ομαδικό πνεύμα στα εξής: Όσο περισσότερο συζητούσαν γι' αυτό το θέμα, τόσο έμοιαζε σαν ένας πιεστικός τρόπος, που απέδιδε περισσότερη εργασία από κάθε εργάτη, με πολλά στοιχεία παλιομοδίτικου πατερναλισμού. Σαν αποτέλεσμα χανόταν μεγάλη παραγωγή.

Το ομαδικό σύστημα γρήγορα κατέρρευσε. Επειδή οι ηγέτες ήταν μέλη της ένωσης, τα άλλα μέλη της ομάδας δεν ακολουθούσαν τις εντολές τους. Γι' αυτό, ο αρχηγός των έξι μέχρι δέκα εργατών έπρεπε να καλέσει τον "διευθυντή της μονάδας", ένα διοικητικό αντιπρόσωπο που επέβλεπε αρκετές ομάδες. Η σύγκρουση ανάμεσα στη διοίκηση και στο εργατικό προσωπικό έγινε ακόμα πιο φανερή: "Οι μεγαλύτερες συνεδριάσεις ήταν λιγότερο προσωπικές, παρείχαν σε κάθε εργάτη λιγότερες ευκαρίες για συζήτηση και φυσικά λιγότερη ελευθερία δράσης, καθένας ήταν τώρα υπό τον άμεσο έλεγχο της διοίκησης". Με τη σειρά του, ο Ιάπωνας διευθυντής παραπονέθηκε για τον Αμερικανικό ατομικισμό, που θεώρησε ότι δυσκόλευε την ομαδική εργασία. Τελικά ο ανώτατος Αμερικανός διευθυντής παραιτήθηκε απογοητευμένος, επειδή οι πραγματικές αποφάσεις γίνονταν στν Ιαπωνία.

Οι διαμάχες ξεσπούσαν για πολλά θέματα όχι άμεσα συσχετιζόμενα με τις καινούριες διοικητικές τεχνικές, όπως για την τακτική της αναρρωτικής άδειας και το "φτωχό" ιστορικό των Ιαπώνων διευθυντών για μίσθωση γυναικών και μελών από κατώτερα εκπροσωπημένα πρόσωπα, ιδίως Αφρικανο-Αμερικάνες. Στο τέλος μια ομάδα από διευθυντές της ένωσης διαφωνούντων έκανε εκλογές και εκτόπισε την ένωση διοικητικών διευθυντών. Αργότερα οι διαφωνούντες εισήγαγαν αλλαγές στην στρατηγική του ακροατηρίου και στους προσωρινούς εργάτες και οι Αμερικανοί εργάτες και οι Ιάπωνες διευθυντές ήταν σε θέση να λύσουν μερικές από τις διαφορές τους.

Το Ιαπωνέζικο μοντέλο οικογένειας (το ie) και η πίστη και το καθήκον πληροφορούν αυτό το διοικητικό στυλ. Αντίθετα, οι Αμερικάνοι λειτουργούν με τα δικά τους πολιτιστικά μοντέλα πυρηνικής οικογένειας, την αντιπροσωπευτική δημοκρατία και την κοινωνική συμφωνία για ισότητα. Θέματα όπως η αναρρωτική άδεια, η εκμίσθωση των γυναικών από μη εκπροσωπημένες ομάδες. οι κωδικοί των ενδυμάτων, τα επιδόματα υγείας και η σχέση μεταξύ ασφάλειας και απόδοσης, έγιναν αντικείμενα συζητήσεων και λογομαχιών μαζί με τα ατομικά διακιώματα και το καθήκον για το σύνολο.

Την ίδια στιγμή, η περίπτωση του εργοστασίου της Mazda προκαλεί μερικές ερωτήσεις σχετικά με το Ταιηλοριστικό σύστημα στα τέλη του 20ου αιώνα. Οι διευθυντές της δεκαετίας του 1980 και 1990 συζητούσαν για τη συνολική ποιότητα της διαχείρησης, για τους καταλόγους καταγραφής και το σύστημα Kaizen στην παραγωγική διαδικασία. Μια αισιόδοξη εξήγηση των αλλαγών είναι ότι η διοίκηση τελικά άρχισε να θεωρεί τους εργάτες ως ανθρώπινα όντα, ως σκεπτόμενα δημιουργήματα, που μπορούν να συμμετέχουν στη βελτίωση της παραγωγής. Εντούτοις, μια πιο απαισιόδοξη άποψη είναι ότι το παλιό Ταιηλοριστικό σύστημα, παγιδευμένο στην νεωτεριστική επιστήμη, απλά επέβαλλε πειθαρχία στο εργατικό δυναμικό. Το νέο σύστημα, εμποτισμένο με τις αντιλήψεις της πολιτιστικής ανθρωπολογίας, της κοινωνική ψυχολογίας και άλλων ανθρώπινων επιστημών, διεκδικεί τις καλές διαθέσεις των εργατών.

Ένα άλλο πρόβλημα που απασχολεί τους εργάτες είναι η εκτεταμένη χρήση Η/Υ στην πρωτογενή παραγωγή.

Σ' αυτό το θέμα οι απόψεις διίστανται:υπάρχουν απόψεις που προσδιορίζουν την τεχνολογία είτε από την θετική πλευρά (τα κομπιούτερ θα οδηγήσουν σε ένα καλύτερο εργασιακό περιβάλλον και σε μια καλύτερη κοινωνία) είτε από την αρνητική (οι υπολογιστές θα χειροτερέψουν τα πάντα). Αντίθετα με τις παραπάνω εκδοχές για την επανάσταση στους Η/Υ, έχουν γίνει έρευνες που υποστηρίζουν ότι η σχέση ανάμεσα στη χρήση υπολογιστών και οι κοινωνικές αλλαγές θα έπρεπε να είναι θέμα εμπειρικής έρευνας. Οι έρευνες αυτές αποκαλύπτουν ότι η σχέση ποικίλλει από τον οικονομικό τομέα και από τον πολιτιστικό τρόπο σκέψης. Η εφαρμογή των Η/Υ ίσως είναι η αιτία, το αποτέλεσμα ή απλά η συσχέτιση των κοινωνικών αλλαγών. Επιπλέον, δείχνουν ότι στις δραστηριότητες του ιδιωτικού τομέα (όπως οι μικρές επιχειρήσεις λιανικής πώλησης), η χρήση Η/Υ/ ταίριαξε με τα υπάρχοντα πρότυπα κοινωνικών μεταβολών. Από την άλλη πλευρά στην πρωτογενή παραγωγή, όπου μεσολαβεί το κράτος, όπως η βιομηχανία εξόρυξης των ορυκτών, η εισαγωγή των υπολογιστών έγινε μέρος της καρδιάς κοινωνικού μετασχηματισμού. Τα συστήματα των υπολογιστών των γραφείων της κυβέρνησης κάνουν αρχειοθέτηση, λογιστική και επεξεργασία κειμένου αλλά όχι σχεδίαση ή έλεγχο των εργασιών. Με άλλα λόγια, τα computer δεν χρησιμοποιούνται για τη σχεδίαση των εργασιακών προγραμμάτων, αλλά για την ελάττωση των εργασιών της διοίκησης επιτρέποντας στους εργάτες να έχουν περισσότερο χρόνο για τα οδικά έργα. Η πορεία της χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών διαφέρει ριζικά και εξαρτάται από την υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση. Η περίπτωση των συστημάτων κυκλοφορίας είναι ένα υπόδειγμα ενσωματωμένο σε ένα σχετικά δημοκρατικό χώρο εργασίας, όπου οι εργάτες κατευθύνουν τις λειτουργίες των Η/Υ. Φυσικά η επιτυχία του σχεδίου καθορίζεται από την υποστήριξη μιας προοδευτικής τοπικής κυβέρνησης και από την επιχειρησιακή οργάνωση καθώς επίσης και από τη συμμετοχή στις αποφάσεις της διοίκησης. Για τους περισσότερους από εμάς οι ανωτέρω ιδανικές συνθήκες απέχουν πολύ από τη πραγματικότητα.

Γενικά ο συγγραφέας κάνει μια κριτική του τι ονομάζεται τεχνοκεντρική άποψη της επιστήμης και της τεχνολογίας καταλήγοντας στο ότι συχνά οι επιστημονικές ιδέες και τα σύγχρονα προϊόντα έχουν τελείως διαφορετικές σημασίες σε άτομα που που δεν ανήκουν σε αυτό το χώρο. Ακόμα και οι έμπειροι σε αυτά τα θέματα (όπως οι διευθυντές, οι μηχανκοί ή απλώς οι επιστήμονες από άλλους τομείς) είναι πιθανόν να έχουν διαφορετικές απόψεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου