Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

H ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ BOYLE



ΑΝΤΛΙΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ H ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ BOYLE


Steven Shapin

Η παραγωγή της γνώσης και η επικοινωνία της γνώσης θεωρούνται συνήθως σαν ξεχωριστές δραστηριότητες. Σ΄ αυτό το κείμενo θα επιχειρηματολογήσω για την αντίθετη άποψη. O λόγος για την φυσική πραγματικότητα είναι ένας τρόπος παραγωγής γνώσης που αφορά την πραγματικότητα, και την εξασφαλίζοντας την παραδοχή σε αυτή την γνώση, και τον καθορισμό των ορίων της καθαρής γνώσης από περιοχές με λιγότερης βεβαιότητας γνώση. Θα προσπαθήσω να υποδείξω την καθιερωμένη κατάσταση των ιδιαίτερων τρόπων που μιλούν για την φύση και την φυσική γνώση , και θα εξετάσω τις ιστορικές καταστάσεις που αυτοί οι τρόποι ομιλίας θεσμοποιούνται. Αν και θα ασχοληθώ με την επικοινωνία μέσα σε μια επιστημονική κοινότητα, υπάρχει μια σαφής σύνδεση μεταξύ αυτής της εργασίας και της ανάλυσης της επιστημονικής εκλαΐκευσης. Η εκλαΐκευση της επιστήμης είναι συνήθως κατανοητή σαν την επέκταση της εμπειρίας από τους λίγους στους πολλούς. Εδώ θα διαφωνήσω στο ότι μια από τις κύριες πηγές για την γέννηση και την επικύρωση των μερών της γνώσης μέσα στην επιστημονική κοινότητα μετά από μελέτη ήταν η ίδια επέκταση των εμπειριών από τους λίγους στους πολλούς. Η ετοιμολογία μερικών από των κύριων μερών είναι αντίθετη. Αν μια κοινότητα είναι μια ομάδα που μοιράζεται κοινή ζωή, η επικοινωνία σημαίνει να κάνεις τα πράγματα κοινά.

Tα υλικά που επιλέχτηκαν για να κατευθύνουν αυτήν την έκδοση προέρχονται από επεισόδια με ασυνήθιστο ενδιαφέρον για την ιστορία την φιλοσοφία και την κοινωνιολογία της επιστήμης. Τα πειράματα του Robert Boyle's στην αερομηχανική στα τέλη των 1650 και στις αρχές του 1660 εκπροσωπεί μια ριζοσπαστική στιγμή στην πορεία της επιστημονικής γνώσης. Στην New Experiments Physico-Mechanical (1660) του και τα συσχετιζόμενα κείμενα από την αρχική Restoration, ο Boyle όχι μόνο παρήγαγε καινούργια γνώση για την συμπεριφορά των αερίων, αλλά και έκθεσε τις κατάλληλες πειραματικές έννοιες που η νομιμοποιημένη γνώση γεννήθηκε και εκτιμήθηκε. Και το πραγματοποίησε ενάντια του μπακράουντ των εναλλακτικών προγραμμάτων για την παραγωγή της γνώσης, τα αποτελέσματα των οποίων υπέβαλαν την προτεινόμενη μέθοδο του Boyle σε έντονη κριτική. Αυτό που ήταν υπό συζήτηση στις συγκρουόμενες απόψεις σχετικά με τα πειράματα τις αεραντλίας του Boyle κατά την διάρκεια του 1660 ήταν το ερώτημα του πως ισχυρίζεται την αυθεντικόποίηση ως γνώση. Τι μπορούσε να μετρήσει ως γνώση ή επιστήμη; πως μπορούσε αυτό να ξεχωριστεί από άλλες επιστημολογικές κατηγορίες όπως πίστη και γνώμη; Τι βαθμός βεβαιότητας μπορούσε να αναμένεται από διάφορες νοητικές δραστηριότητες και αντικείμενα της γνώσης; και πως μπορούσαν οι κατάλληλοι βαθμοί εγγύησης και βεβαιότητας να είναι ασφαλής;

Όλα αυτά ήταν πρακτικά θέματα. Στο λυκόφως της αποκαταστημένης Αγγλίας δεν υπήρχε μία λύση στο πρόβλημα της γνώσης που απαιτούσε παγκόσμια παραδοχή. Η τεχνολογία της παραγωγής γνώσης έπρεπε να χτιστεί, να τεκμηριωθεί με παραδείγματα και να αμυνθεί απέναντι σε επιθέσεις. Οι κατηγορίες της γνώσης και η γέννηση τους που φαίνονται σαν αυταπόδεικτα στοιχεία και απροβλημάτιστα δεν ήταν ούτε αυταπόδεικτα ούτε απροβλημάτιστα στοιχεία στα 1660. H θεμελίωση της γνώσης δεν ήταν μόνο λόγος για φιλοσοφικές αντιδράσεις, θα έπρεπε να είχε οικοδομηθεί και η ορθότητα των θεμελιωδών τους αρχών θα έπρεπε να είναι υπό μελέτη. Οι δυσκολίες που πολλοί ιστορικοί αποδεδειγμένα αντιμετωπίζουν στην αναγνώριση αυτής της δουλείας της οικοδόμησης φαίνεται από την μεγάλη επιτυχία αυτής της δουλειάς: μια μεγάλη επέκταση ζούμε μέσα στον συμβατικό κόσμο της γνώσης-παραγωγής που ο Boyle και οι συνεργάτες μεταξύ των πειραματικών φιλοσόφων κοπιαστικά αγωνίστηκαν να τα καταστήσουν ασφαλή, αυταπόδεικτα και συμπαγή.

Ο Robert Boyle αναζήτησε να εξασφαλίσει διεθνή παραδοχή με τον τρόπο της πειραματικής εφαρμογής. Για τέτοια γεγονότα κάποιος θα μπορούσε να είναι πολύ σίγουρος, για τα άλλα μέρη της φυσικής γνώσης απαιτείται περισσότερη προσοχή. Ο Boyle ήταν εκτός αυτού και ένας σημαντικός υποστηρικτής των θεωριών και των κινημάτων της πιθανότητας και του λάθους της Αγγλίας του 17ου αιώνα. Πριν τα 1660, όπως ο Hacking και ο Sharino είχαν δείξει, ο χαρακτηρισμός “γνώση” και “επιστήμη” ήταν άκαμπτα διαχωρισμένος από την “άποψη”. Στα προηγούμενα κάποιος θα περίμενε την απόλυτη βεβαιότητα της απόδειξης, εξηγημένη από την λογική και την γεωμετρία. Ο σκοπός της φυσικής επιστήμης ήταν να επιτύχει αυτού του είδους την βεβαιότητα ώστε να εξαναγκάζει την παραδοχή. Οι Άγγλοι πειραματιστές του 17ου αιώνα όσο γίνονταν και πιο πολύ έπαιρναν την θέση ότι το περισσότερο που μπορούσαμε να πάρουμε από την φυσική γνώση ήταν η πιθανότητα, λόγω αυτού τεκμηριώθηκε η ριζική διαχώριση ανάμεσα στη γνώση και στην γνώμη. Οι φυσικές υποθέσεις ήταν προσωρινές και αναθεωρήσιμες, η παραδοχή αυτών δεν ήταν απαραίτητη όσο ήταν προς την μαθηματική απόδειξη. Η Φυσική επιστήμη, σε διάφορους βαθμούς αποχωρίσθηκε από τη σφαίρα επιρροής της απόδειξης. Η πιθανοθεωρητική αντίληψη της φυσικής γνώσης δεν αναφέρονταν σαν μια υποχώρηση για την επίτευξη περισσότερων φιλόδοξων στόχων: γιορτάστηκε από τους ίδιους, το πρότειναν σαν μια σοφή άρνηση ενός αποτυχημένου δογματισμού. H αναζήτηση για αναγκαιότητα και για παγκόσμια συγκατάθεση στις φυσικές προτάσεις φαινόταν σαν ανάρμοστες και αντιπολιτικές.

Αν η διεθνής αποδοχή δεν ήταν αναμενόμενη από την επεξηγηματική οικοδόμηση της επιστήμης, τότε πώς θα έπρεπε η σωστή επιστήμη να θεμελιωθεί; Ο Boyle και οι πειραματιστές πρότειναν την αρχή του γεγονότος (εφαρμογή). Το γεγονός ήταν το αντικείμενο της γνώσης, με το οποίο νομιμοποιούσαν για να είναι “ηθικά σίγουρο”. Ένα κρίσιμο όριο δεν ξεκαθαρίστηκε γύρο από την περιοχή της πραγματικότητας, διαχωρίζοντας το από εκείνα τα στοιχεία τα οποία ίσως είναι διαφορετικά και από τα οποία απόλυτη και η προσωρινή βεβαιότητα δεν θα έπρεπε να είναι αναμενόμενη. Η φύση είναι σαν ρολόι: ο άνθρωπος μπορεί να είναι σίγουρος από τα αποτελέσματα της, από τις ώρες που φαίνονται μέσω των χεριών της. Αλλά οι μηχανισμοί με τους οποίους αυτά τα γεγονότα παράγονται, το ρολόι εργασίας, ίσως είναι τυχαία ή διαφορετικά.

Είναι για κατανόηση πως οι “εφαρμογές” παρείχθηκαν και πως ήρθαν να απαιτήσουν διεθνή αποδοχή που οι ιστορικοί είχαν τείνει να υποταχθούν στις απαιτήσεις της αυταπόδειξης (self-evidevce). Είναι στον στόχο αυτού του κειμένου να δείξει την πορεία με την οποία ο Boyle κατασκεύαζε πειραματικές “εφαρμογές” και με τον τρόπο αυτό περείγαγε τις προϋποθέσεις με τις οποίες η αποδοχή μπορούσε να κινητοποιηθεί.

Οι Μηχανισμοί της Δημιουργίας Γεγονότων

O Boyle πρότεινε ότι η “εφαρμογή” μπορεί να γεννηθεί με αύξηση της εμπειρία της μαρτυρίας. Ένα εμπειρικό γεγονός από μια πειραματική παρουσίαση, το οποίο παρατηρείτε από ένα μόνο μάρτυρα δεν είναι “εφαρμογή”. Αν αύτη η μαρτυρία γίνει από περισσότερους και γίνει κανονικά σε όλους τους ανθρώπους, τότε το γεγονός αυτό μπορεί να θεωρηθεί σαν “εφαρμογή”. Με αυτό τον τρόπο η “εφαρμογή” γίνεται κατ' ευθείαν μια επιστημονική και κοινωνική κατηγορία. Η θεμελιώδης κατηγορία της πειραματικής φιλοσοφίας, και αυτό που μετράται σαν ορθή, θεμελιώδης γνώση γενικά, ήταν ένα χειροτέχνημα επικοινωνίας και της όποιας κοινωνικής φόρμας θεωρούνταν απαραίτητη για να υποστηρίξει και εντείνει την επικοινωνία. Θα διαφωνήσω ότι η καθιέρωση της “εφαρμογής” χρησιμοποιείται σε τρεις τεχνολογίες: η υλική τεχνολογία εγκαθιστούσε την οικοδόμηση και την λειτουργία της αεραντλίας. Η λογοτεχνική τεχνολογία ασχολείται με τους τρόπους που τα φαινόμενα τα οποία παράγονται από την αντλία γίνονται γνωστά σε αυτούς που δεν είναι άμεσοι μάρτυρες. Και η κοινωνική τεχνολογία η οποία θέτει τις συνθήκες που απασχολούν τους φυσικούς φιλοσόφους και πώς διαπραγματεύονται αυτοί μεταξύ τους και θεωρούν τις απαιτήσεις της γνώσης. Δίνοντας τα ενδιαφέροντα αυτού του κειμένου, θα αφοσιωθώ με περισσότερη προσοχή στην λογοτεχνική τεχνολογία του Boyle: οι επεξηγηματικές έννοιες με τις οποίες η “εφαρμογή” καθιερώνεται , αποδεικνύεται και κινητοποιείται. Ακόμη δεν θα πρέπει να δοθεί η εντύπωση ότι διαπραγματευόμαστε με τις τρεις διαφορετικές τεχνολογίες, η κάθε μια εδραιώνει τις άλλες. Για παράδειγμα, πειραματικές πρακτικές απασχολούν την υλική τεχνολογία της αεραντλίας με τις κρυστάλλινες και ιδιαίτερες φόρμες του κοινωνικού οργανισμού: επιθυμητές φόρμες του κοινωνικού οργανισμού δραματοποιούνταν στην αποκάλυψη της πειραματικής ανακάλυψης. Η λογοτεχνική αναφορά της παρουσίασης της απόδοσης της αεραντλίας έδινε μια εμπειρία και αυτό ήταν κάτι ουσιώδες για την εξάπλωση της υλικής τεχνολογίας αλλά και αποτέλεσε έναν πολύτιμο αντικαταστάτη ενός αυτόπτη μάρτυρα. Στην μελέτη της λογοτεχνικής τεχνολογίας του Boyle εμείς δεν, ούτος ή άλλος, μιλούμε για κάτι που όλο κι όλο είναι “αναφερόμενο”, το οποίο έχει γίνει έτσι κι αλλιώς . Διαπραγματευόμαστε με την πιο σημαντική φόρμα της εμπειρίας και Τα μέσα για την επέκταση και την αξιολόγηση της εμπειρίας.

Η Υλική Τεχνολογία της Αεραντλίας

Ξεκινούμε παρατηρώντας το προφανές: η λογική του Boyle ήταν μηχανικά φτιαγμένη. Στην ορολογία του, η απόδοση χρησιμοποιώντας την αεραντλία, υπολογίζοντας την σαν “μη προφανή” ή “περίπλοκη” εμπειρία, σε αντίθεση είτε με την “απλή” παρατήρηση της φύσης ή με τα “προφανή” πειράματα όπως αυτά αντανακλούνται πάνω σε απλά αντικείμενα όπως το ποτιστήρι των κηπουρών. Η αεραντλία (ή “πνευματική μηχανή”) κατασκευάστηκε από τον Boyle το 1659 ( μεγαλύτερη από τον Robert Hooke ) ήταν πράγματι ένας αρκετά περίπλοκος επιστημονικός μηχανισμός ( δες την φιγούρα 1 ). Αποτελούνταν από ένα γυάλινο

“αποδέκτη” 30 τετάρτων όγκου, συνδεδεμένο με ένα

χάλκινο “κύλινδρο” μέσα στον οποίο περιέχονταν ένα ξύλινο πιστόνι ή “έμβολο”. O σκοπός ήταν να εκκενωθεί ο αποδοχέας του ατμοσφαιρικού αέρα και έτσι να δημιουργηθεί ένα λειτουργικό κενό. Αυτό επιτυγχάνονταν από ένα ζεύγος χειροκίνητων βαλβίδων: κατά το κάτω χτύπημα, η βαλβίδα “S” (the stop-cock) άνοιγε και η βαλβίδα “R” εισέρχονταν: το έμβολο τότε μετακινούνταν κάτω με την έννοια μιας συσκευής ενός οδοντωτού γραναζιού.(“5” και “7”). Kατά το άνω χτύπημα το stop-cock έκλεινε, η βαλβίδα “R” μετακινούνταν, και μια ποσότητα αέρα εκτονώνονταν μέσα στον κύλινδρο και αποβάλλονταν. Αυτή η λειτουργία επαναλαμβάνονταν πολλές φορές μέχρι η προσπάθεια της μετακίνησης του εμβόλου να ήταν πολύ δύσκολη, σε αυτό το σημείο ένα λειτουργικό κενό θεωρείτε ότι έχει επιτευχθεί. Μεγάλη φροντίδα θα έπρεπε να δοθεί για να εξασφαλισθεί ότι η αντλία έχει σφραγισθεί από διαρροή, για παράδειγμα κατά την σύνδεση του αποδοχές και του κυλίνδρου και γύρο από τις πλευρές του εμβόλου. Πειραματικά εξαρτήματα θα μπορούσαν να τοποθετηθούν μέσα στον αποδοχέα μέσα από μια οπή από το πάνω μέρος του ( “B”-“C” ), για παράδειγμα ένα βαρόμετρο ή ένα απλό Torricellian συσκευή. Η μηχανή ήταν τότε έτοιμη να παράγει “εφαρμογές”. Ο Boyle χρησιμοποίησε την αεραντλία για να παράγει φαινόμενα με τα οποία ερμήνευε κατά καιρούς την “ορμή του αέρα” ( την ελαστικότητα του ) και το βάρος του αέρα ( την πίεση του ).

Η αεραντλία του Boyle ήταν όπως είπε μια περίπλοκη συσκευή, ήταν επίσης δύσκολο να την χειριστεί σωστά και πολύ ακριβή: η αεραντλία ήταν “μεγάλη επιστήμη” του 17ου αιώνα. Για να χρηματοδοτήσει την κατασκευή της επί μονίμου βάσεως βοήθησε τα μέγιστα επειδή ήταν γιος του “Κόμη του Cork”. Άλλοι φυσικοί φιλόσοφοι που είχαν και αυτοί αρκετά μετρητά, αποσύρθηκαν λόγο του κόστους που είχε για να φτιάξουν μια (αεραντλία), και η μεγαλύτερη δικαιολογία για ίδρυση επιστημονικών κοινοτήτων το 1660 και μετά ήταν η συλλογική χρηματοδότηση των οργάνων πάνω στην οποία η πειραματική φιλοσοφία θεωρήθηκε να εξαρτάται. Οι αεραντλίες δεν ήταν ευρέως διαδεδομένες το 1660. Ήταν σπάνια εμπορεύματα. H αυθεντική μηχανή του Boyle παρουσιάστηκε γρήγορα στην βασιλική κοινωνία του Λονδίνου. Είχε ένα ή δύο εξαρτήματα ξανασχεδιασμένα από αυτόν το 1662 και λειτουργούσε στην Οξφόρδη. Ο Christiaan Huygens έφτιαξε μια στην Χάγη το 1661, υπήρχε μια στην ακαδημία Montmor στο Παρίσι, επίσης ίσως υπήρχε μία στο Christ's College στο Cambridge στα μέσα του 1660 και ο Henry Power ίσως είχε μια στο Halifax από το 1661. Έως τώρα όπως βρήκαμε αυτές ήταν όλες οι αεραντλίες που υπήρχαν στην δεκαετία αμέσως μετά την εφεύρεση τους.

Έτσι, η τεχνολογία της αεραντλίας παρουσιάζεται σαν πρόβλημα προσέγγισης. Αν η γνώση ήταν να παραχθεί χρησιμοποιώντας αυτήν την τεχνολογία, τότε ο αριθμός των φιλόσοφων που θα την παρήγαγε θα περιοριζόταν. Πράγματι, στην αποκατάσταση της Αγγλίας αυτός ο περιορισμός ήταν το πιο χαρακτηριστικό των “περίπλοκων” μηχανών : η γνώση δεν μπορεί πια νομικά να γενικευθεί από αλχημιστές “μυστικιστές” και αιρετικούς “ενθουσιαστές” που ισχυρίζονταν άμεση και αμεσολάβητη έμπνευση από τον Θεό. Η πειραματική γνώση έπρεπε να μετρηθεί σε ομαδική εργασία και να οριοθετηθεί από τεχνητές συσκευές. Η μεγάλη περιπλοκότητα των μηχανών σαν της αεραντλίας επέτρεπε τους φιλοσόφους να διακρίνουν ποιος λόγος, μεταξύ των πολλών πιθανόν, πιθανόν να ήταν υπεύθυνος για την παρατήρηση των αποτελεσμάτων. Αυτό ήταν κάτι, κατά την γνώμη του Boyle, που το ποτιστήρι των κηπουρών δεν μπορεί να πετύχει. Παρά όλα αυτά, η επιτυχία της μηχανής θα έπρεπε να επεκταθεί αν οι απαιτήσεις της γνώσης δεν θα θεωρούνταν σαν απλές ατομικές απόψεις και αν οι εφαρμογές της μηχανής δεν θα ισχυροποιούνταν από αυθαίρετες απόψεις από κάποιο μόνο συγγραφέα. Πως αυτή η ιδιαίτερου είδους προσέγγιση είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί;

Επιστήμη Μαρτυρίας

Στα προγράμματα του Boyle η χωρητικότητα των πειραμάτων για την παραγωγή των εφαρμογών εξαρτούταν όχι μόνο από την πραγματική απόδοση των πειραμάτων αλλά ουσιαστικά από την ασφάλεια της σχετικής κοινότητας που μέχρι τώρα είχε εκτελεστεί. Είχε ως εκ τούτου δημιουργήσει μια σημαντική διάκριση μεταξύ των πραγματικών πειραμάτων και αυτά που είναι γνωστά τώρα με το όρο “νοητικά πειράματα”. Αν η γνώση έπρεπε να είναι βασισμένη σε εμπειρικά δεδομένα, όπως ο Boyle και οι άλλοι Άγγλοι πειραματιστές επέμεναν, τότε κάθε πειραματική προσπάθεια έπρεπε να επιπεβεβαιώθεi από μάρτυρα που την είδε με τα μάτια του. Πολλά φαινόμενα και ειδικά αυτά που ισχυρίζονται από τους αλχημιστές, είναι δύσκολο να τεκμηριωθούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο Boyle βεβαίωνε “ότι αυτοί που τους έχουν δει ( τους αλχημιστές ) μπορούν να τους πιστέψουν πιο εύκολα από αυτούς που δεν τους έχουν δει”. Το πρόβλημα με την αυτόπτη μαρτυρία σαν κριτήριο για ασφάλεια ήταν μια αρχή( νόμος ). Πως κάποιος μπορούσε να αστυνομεύσει και να κρίνει τις αναφορές για αυτόπτη μαρτυρία έτσι ώστε να αποφευχθεί το ατομικό στοιχείο; Είχε μια υποχρέωση στην τεκμηρίωση της αναφοράς πάνω στην κατάθεση του κάθε μάρτυρα ούτος ή άλλως;

Ο Boyle ενδιαφέρονταν ώστε η μαρτυρίες να αποτελέσουν μια συλλογική επιχείρηση. Στην φυσική φιλοσοφία, όπως και στην εγκληματική δικαιοσύνη, η αξιοπιστία της κατάθεσης εξαρτάται πάρα πολύ από το πλήθος των μαρτυριών:

Αν και η κατάθεση ενός μόνο μάρτυρα δεν είναι επαρκής για τη κατηγορία ενοχής κάποιου για φόνο, όμως η κατάθεση από δυο μάρτυρες μπορεί να θεωρηθεί συνήθως επαρκής για να αποδείξει την ενοχή κάποιου. Επειδή αν και είναι λογικό να υποτεθεί ότι η κάθε ατομική κατάθεση είναι πιθανή, ακόμη οι συμφωνίες αυτών των πιθανοτήτων, ( που υποχρεούνται με σκοπό να αποδώσουν την αλήθεια όπως από κοινού σκοπεύουν να αποδείξουν ) μπορεί καλά να ισοδυναμίσει με μια ηθική βεβαιότητα: για παράδειγμα μια τέτοια βεβαιότητα όπως μπορεί να επικυρώσει ο δικαστής για να προβεί στην ποινή του θανάτου ενάντια στο κατηγορούμενο μέρος.

Και ο Thomas Sprat, υπερασπiζόμενος την αξιοπιστία της βασιλικής κοινωνικής δικαιοσύνης στην εφαρμογή, ερευνούσε

αν και , παρατηρώντας σε όλες τις χώρες, ότι κυβερνούνται από Νόμους, δεν περιμένουν περισσότερους από την συγκατάθεση δυο ή τριών μαρτύρων, σε περίπτωση ζωής και ακίνητης περιουσίας: δεν θα σκεφτούν ότι διαπραγματεύονται δίκαια με όλα, μέσα σε αυτό τους απασχολεί η Γνώση τους, αν έχουν τις συνταρακτικές Καταθέσεις των εξήντα ή των εκατό.

(ΣΧΟΛΙΑ 1)

Στο κείμενο αυτό γίνεται μια αναφορά στο πώς η γνώση παράγεται και πώς αυτή τεκμηριώνεται έτσι ώστε να γίνει αποδεκτή και να μεταδοθεί από τους επιστήμονες που την ανακαλύπτουν στο ευρύ κοινό. Έως την εποχή του Boyle η γνώση γινόταν από την παρατήρηση της φύσης και ήταν αυταπόδεικτη. Ακόμη τα μαθηματικά και οι άλλες επιστήμες τεκμηρίωναν την γνώση με τρόπο αυστηρό μέσω της καθαρής και απόλυτης μαθηματικής απόδειξης.

Ο Boyle προσπάθησε να τεκμηριώσει την γνώση μέσω του πειραματισμού και του πειράματος, μια γνώση του εργαστηρίου. Προσπαθούσε να νομιμοποιήσει την γνώση που παρήγαγε και να τη απαλλάξει από τους δογματισμούς και τους αλχημιστές. Ο τρόπος αυτός που χρησιμοποίησε ο Boyle για την εξασφάλιση διεθνούς αποδοχής ήταν της πειραματικής εφαρμογής .Με την χρήση των πειραμάτων ο Boyle προσπάθησε να επεκτείνει το ειδικό και το ( πιθανό ) στο γενικό και έτσι να παράγει γνώση. Για να γίνει αυτό έπρεπε να πείσει ότι τα πειραματικά αποτελέσματα μπορούσαν να γενικευθούν σε κάθε περίπτωση. Όμως η φύση δεν λειτουργεί σαν το εργαστήριο. Τα δεδομένα συνεχώς αλλάζουν και η προσωρινή βεβαιότητα δεν έπρεπε να είναι αναμενόμενη.

Ο Boyle πρότεινε ότι η εφαρμογή μπορούσε να γενικευθεί μέσω την αύξησης της εμπειρίας της μαρτυρίας. Όσο περισσότεροι μάρτυρες υπήρχαν τόσο τα πειραματικά αποτελέσματα γινόταν περισσότερο αποδεκτά. Με τον τρόπο αυτό η εφαρμογή γίνεται κατ' ευθείαν μια επιστημονική και κοινωνική κατηγορία. Ο Boyle διαφωνούσε στην διαχώριση των διαφόρων τεχνολογιών. Έτσι τόσο η υλική όσο και η λογοτεχνική και κοινωνική τεχνολογία εδραιώνουν η μια την άλλη και έχουν ένα κοινό στόχο την επέκταση και την διάδοση της γνώσης. Οι τρεις αυτές επιστήμες διαπραγματεύονται τις εμπειρίες και τα μέσα για την εδραίωση και αξιολόγηση της γνώσης. O Boyle χρησιμοποίησε την αεραντλία ( πνευματική μηχανή ), η οποία ήταν μια πολύπλοκη συσκευή με πολλά εξαρτήματα που αποτέλεσε την “μεγάλη επιστήμη” του 17ου αιώνα μέσω της οποίας κατασκεύαζε εφαρμογές. Η τεχνολογία της αεραντλίας παρουσιάζεται σαν ένα πρόβλημα προσέγγισης.

Η γνώση δεν μπορεί πια να νομιμοποιηθεί από αλχημιστές, μυστικιστές και αιρετικούς που πίστευαν την γνώση σαν μια έμπνευση που προέρχεται άμεσα και αμεσολάβητα από τον Θεό. H πειραματική γνώση βρίσκεται μέσω έντονης και επίπονης ομαδικής εργασίας όσο το δυνατό περισσότερων ατόμων ώστε οι γνώσεις που παράγουν να μην θεωρηθούν σαν απλές ατομικές απόψεις και με τον τρόπο αυτό οι εφαρμογές να ισχυροποιηθούν και να καθιερωθούν. Έτσι βασική απαίτηση για την διάδοση και την εγκυρότητα της γνώσης ήταν οι αυτόπτες μάρτυρες, όπως στα δικαστήρια απαιτεί η δικαιοσύνη. Η αξιοπιστία της μαρτυρίας εξαρτάται τόσο από την ποιότητα όσο και από το πλήθος των μαρτύρων ώστε να επιτευχθεί η “ηθική βεβαιότητα” της μαρτυρίας

Η ώθηση της νόμιμης αναλογίας δεν πρέπει να παραλείπεται. Δεν ήταν απλώς ότι κάποιος θα μπορούσε να πολλαπλασιάσει την αξιοπιστία πολλαπλασιάζοντας τις μαρτυρίες. (αν και αυτό ήταν ένα μέρος της τακτικής) αλλά ήταν ότι έπρεπε να γίνει και να φανεί ότι γίνεται, η σωστή πράξη βασισμένη στις συλλογικές μαρτυρίες. Η πράξη αφορά τις θετικές δεδομένες συγκαταθέσεις συνδεόμενες με τα γεγονότα. Ο πολλαπλασιασμός των μαρτύρων ήταν ενδεικτικό στοιχείο, ότι οι καταθέσεις αναφέρονται σε αληθινές δηλώσεις της υπόθεσης. Πολλαπλές καταθέσεις θεωρούνταν ως ενεργή και όχι ως περιγραφική, άδεια. Έτσι δεν καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι αν αυτές οι ενέργειες εκτελεστούν (μία συγκεκριμένη δοκιμή) τότε οι επόμενες ενέργειες (προσφερόμενες συγκαταθέσεις) είναι εγγυημένες;

Στην πειραματική εφαρμογή, ένας τρόπος να εξασφαλίζεις την πολλαπλότητα των καταθέσεων είναι να εκτελεστούν πειράματα σε κοινωνικό χώρο. Το “εργαστήριο” διαφορετικό από την “ντουλάπα” του αλχημιστή ακριβώς στο σημείο του ότι το μεν είναι δημόσιος και το δε ιδιωτικός χώρος. Οι πρώτες δοκιμές της αντλίας αέρα πραγματοποιήθηκαν ως συνήθως στα δημόσια τμήματα της Royal Society, το μηχάνημα μεταφέρθηκε εκεί ειδικά για την περίσταση. Στην αναφορά του για πειραματικές επιδόσεις, ο Boyle, συχνά αναφέρει ότι “πολλές από αυτές πραγματοποιήθηκαν με παρουσία εφυών ατόμων” ή ότι τις έκανε “με παρουσία επιφανούς συνέλευσης δεχιοτέχνων (οι οποίοι ήταν παθητικοί θεατές των πειραμάτων). Ο συνεργάτης του Boyle, ο Robert Hooke εργάστηκε για να κωδικοποιήσει την διαδικασία της Royal Society για την τυπική καταγραφή των πειραμάτων: ο όρος ήταν “να υπογραφτεί από ορισμένο Αριθμό παρόντων Ατόμων, οι οποίοι ήταν παρόντες, και μάρτυρες σε όλες τις αναφερόμενες διαδικασίες, οι οποίοι, υπογράφοντας τα Ονόματά τους αποδείκνυαν τη αναμφίβολη κατάθεση…”Ο Sprat περιέγραψε τον ρόλο της “Συνέλευσης” να “αναλύουν τα γεγονότα” με συλλογικές διορθώσεις ατομικών ιδιοσυγκρασιών παρακολούθησης και κρητικής. Σε αναφορές πειραμάτων που ήταν ιδιαίτερα κρίσιμες και προβληματικές, ο Boyle ονόμασε τους μάρτυρες και καθόρισε τα προσόντα τους. Συνεπώς, το πείραμα των αρχικών δοκιμών αντλίας αέρα, οι οποίες ήταν “το κύριο καρπός που υποσχέθηκα στον εαυτόν από την μηχανή μας” εκτελέστηκε με την παρουσία “ αυτών των περίφημων και άξια διάσημων καθηγητών μαθηματικών Dr. Wallis, Dr. Ward και Dr. Wren..., τους οποίους ονομάζω σαν δίκαια η διάκριση που τους αξιώνει, και περιχαρής που ήταν μάρτυρες, αυτοί, οι τόσο διακριτικοί και ένδοξοι στο πείραμά μας.. Άλλο ένα σημαντικό πείραμα επικυρώθηκε από τον Wallis “που θα επιτραπεί να είναι ένας ιδιαίτερα άξιος κριτής σε αυτά τα θέματα”. Στην επίκριση του προς τους αλχημιστές, ο Boyle, γενικά προειδοποιούσε φυσικούς επιστήμονες να μην “πιστεύουν χημικά πειράματα... εκτός αν αυτός, που τα παραδίδει, αναφέρει ότι τα πράττει με την δική του ιδιαίτερη γνώση ή εν σχέση με αξιόπιστα άτομα δηλώνοντας τα στα πειράματά του”. Συνιστάτε στους αλχημιστές να ονομάσουν τον θεωρούμενο συγγραφέα των πειραμάτων “όπου στην αναγνώρισή του συσχετίζονται” αυτοί. Η αξιοπιστία των μαρτύρων ακολούθησε τα δεδομένα της εποχής για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας και εμπιστοσύνη των ατόμων: Οι καθηγητές του Oxford θεωρούνταν πιο αξιόπιστοι μάρτυρες από τους αγρότες του Oxfordshire. Ο φυσικός επιστήμονας δεν είχε επιλογή παρά να βασιστεί για ένα αξιόλογο τμήμα της γνώσης,στις καταθέσεις των μαρτύρων και αξιολογώντας τις καταθέσεις, (σαν δικαστής ή σώμα ενόρκων) έπρεπε να αποφασίσει για την αξιοπιστία τους. Αυτό οπωσδήποτε περιλάμβανε όχι μόνο την εξυπνάδα τους αλλά και την ηθική τους δυνατότητα, γιατί “οι δύο αναγκαίες προϋποθέσεις για έναν μάρτυρα είναι η γνώση που έχει για τα πράγματα που εκφωνεί και η πίστη στο να εκφωνήσει αυτά πραγματικά που γνωρίζει.” Για αυτό το λόγο, οι μαρτυρίες στην Πειραματική Φιλοσοφία έδειχνε τον κοινωνικό και ηθικό σύστημα κρίσης της Restoration England.

Ένας άλλος σπουδαίος τρόπος για να πολλαπλασιαστούν οι μαρτυρίες σε πειραματικά φαινόμενα ήταν να γίνει δυνατή η αναπαραγωγή τους. Τα πρωτόκολλα των πειραμάτων μπορούσαν να εκτεθούν έτσι ώστε οι αναγνώστες να μπορούν να τα εκτελούν μόνοι τους, άρα δημιουργώντας μακρινούς αλλά άμεσους μάρτυρες. Ο Boyle επέλεξε να δημοσιεύσει αρκετές από τις σειρές περαμάτων του σε μορφή γράμματος προς άλλους πειραματιστές ή ενδεχόμενους πειραματιστές. Το New Experiment του 1660 εγγράφηκε σαν γράμμα προς τον ανιψιό του Λόρντ Ντουνγκάρβαν. Tα ποικίλα φυλλάδια του Certain Physiological Essays του 1661 γράφτηκαν αρχικά για έναν μη αναφερόμενο φίλο. Ο σκοπός αυτού του είδος της επικοινωνίας ήταν ρητά για προσηλυτισμό. Το New Experiments δημοσιεύτηκε έτσι “ώστε ο παραλήπτης να μπορούσε να επαναλάβει τα ασυνήθιστα αυτά πειράματα χωρίς λάθη και με τη λιγότερη δυνατή δυσκολία ...” Το History of Colours σχεδιάστηκε “ όχι για να αναφέρει (τα πειράματα), αλλά.. να διδάξει έναν νεαρό κύριο να τα κάνει”. Ο Boyle ήθελε να ενθαρρύνει νεαρούς να “εθιστούν ” σε πειραματικές αναζητήσεις και ως εκ τούτου να πολλαπλασιάζει και πειραματικούς Φιλόσοφους και πειραματικά γεγονότα.

Ωστόσο η αναπαραγωγή αυτή σπανίως πετύχαινε όπως αναγνωρίζει και ο ίδιος ο Boyle. Όταν ετοίμαζε το Continuation of New Experimentα1, επτά χρόνια μετά της αρχικές δοκιμές των αντλιών αέρα, ο Boyle, παραδέχθηκε ότι παρά την φροντίδα του να μετάδοση τις λεπτομέρειες του μηχανήματος και των διαδικασιών, υπήρχαν λιγοστές επιτυχημένες αναπαραγωγές.

.....μέσα σε πέντε ή έξι χρόνια μάθαινα μόνο για ένα ή δύο μηχανήματα τα οποία δούλευαν, και για ένα ή δύο πειράματα που προστέθηκαν από τους ευφυής ιδιοκτήτες των....

Η κατάσταση αυτή δεν είχε αξιοσημείωτη αλλαγή μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1670. Επτά ή οκτώ χρόνια μετά το Continuation, ο Boyle είπε ότι άκουσε “ να έγιναν πολύ λίγα πειράματα, είτε με το μηχάνημα που χρησιμοποίησα ή σε κάποιο άλλο που βασίστηκε πάνω του”. Από τότε, στις δηλώσεις του Boyle, που αφορούσαν τις αναπαραγωγές των πειραμάτων των αντλιών αέρος, εμφανίστηκε μία δόση απελπισίας. Ήταν πιο πρόθυμος να καταγράφει διάφορα πράγματα με τις πιο μικρές λεπτομέρειές τους, “γιατί έχω την εντύπωση, ότι πολλά από αυτά τα πειράματα είτε δεν θα ξαναεξεταστούν από άλλους ή δεν θα ξαναεπαναληφθούν από εμένα. Αν και μπορούν εύκολα να διαβαστούν... εν τούτοις αυτός, που θα προσπαθήσει να τα επαναλάβει θα το βρει αρκετά δύσκολο”.

Η Φιλοσοφική Τεχνολογία των Εικονικών Μαρτυριών

Ο τρίτος τρόπος με τον οποίον οι καταθέσεις μπορούν να πολλαπλασιαστούν είναι πιο σημαντικός από την εκτέλεση των πειραμάτων με άμεσους μάρτυρες ή την διευκόλυνση της αναπαραγωγής: είναι αυτό που ονομάζω “Εικονικές μαρτυρίες” . Η τεχνική των εικονικών μαρτυριών, περιλαμβάνει την παραγωγή, στο μυαλό του αναγνώστη, μιας τέτοιας εικόνας της πειραματικής διαδικασίας, η οποία να καθιστά περιττή την ανάγκη είτε για την απ’ ευθείας μαρτυρία ή της αναπαραγωγής της. Μέσω των εικονικών μαρτυριών, ο πολλαπλασιασμός των μαρτυριών μπορεί να είναι θεωρητικά απεριόριστος. Επομένως, ήταν η πιο αποτελεσματική τεχνική να δημιουργούνται δεδομένα. Η επικύρωση των πειραμάτων, και η αναγνώριση των αποτελεσμάτων σαν δεδομένα, αναγκαστικά απαιτούσε την κατανόησή τους στο εργαστήρια του μυαλού και του ματιού του. Αυτό που χρειαζόταν ήταν μία τεχνική εμπιστοσύνης και διαβεβαίωσης ότι τα πράγματα έγιναν και έγιναν με τον ισχυριζόμενο τρόπο.

Η τεχνική των εικονικών μαρτυριών δεν ήταν διαφορετική από αυτή που χρησιμοποιούταν σε πραγματικές αναπαραγωγές. Κάποιος θα μπορούσε να αναπτύξει τους ίδιους γλωσσικούς πόρους και για να ενθαρρύνει την φυσική αναπαραγωγή των πειραμάτων αλλά και για να δημιουργήσει στο μυαλό του αναγνώστη μια ρεαλιστική απεικόνιση του πειράματος . Φυσικά, η αναπαραγωγή ήταν πιο επιθυμητή επειδή δεν ήταν αναγκαίο να στηριχθεί σε μαρτυρίες. Εν τούτοις λόγω της φυσικά δικαιολογούμενης αμφιβολίας μεταξύ αυτών που ήταν ούτε ευθύς μάρτυρες ούτε “αναπαραγωγείς”, χρειαζόταν ένας μεγαλύτερος βαθμός επιβεβαίωσης για να συμφωνήσουν με τις εικονικές μαρτυρίες (καταθέσεις). Η φιλοσοφική τεχνική του Boyle φτιάχτηκε για να εξασφαλίσει αυτή την συγκατάθεση.

Απεραντολογία και Εικονολογία

Για να καταλάβει κανείς, πώς ο Boyle ανέπτυξε την φιλοσοφική τεχνική των εικονικών μαρτυρίων θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε μερικές από τις συνήθεις ιδέες για το κύρος του επιστημονικού κειμένου . Φανταζόμαστε συνήθως μια πειραματική έκθεση σαν μια αφήγηση κάποιας προηγούμενης οπτικής εμπειρίας: μας τονίζει μία αισθητήρια εμπειρία που κρύβεται πίσω από το κείμενο.Αυτό είναι σωστό. Εν τούτοις όμως θα πρέπει να εκτιμήσουμε ότι το κείμενο από μόνο του αποτελεί παραστατική πηγή. Η αποστολή μου είναι να καταλάβω πως τα κείμενα του Boyle συντάχθηκαν έτσι ώστε να παράγει πηγή εικονικών μαρτυριών που συμφωνήθηκε ότι είναι αξιόπιστες. Ο καλύτερος τρόπος για να εστιάσεις την προσοχή σου στην έννοια του κειμένου σαν μια τέτοια πηγή είναι βλέποντας τις εικόνες που ο Boyle δίνει παραλλήλως με το κείμενό του.

Η εικόνα 1, για παράδειγμα, είναι μία λιθογραφία της αρχικής αντλίας αέρος, η οποία ήταν προσαρτημένη στο New Experiments. Η δημιουργία αυτών των απεικονίσεων, στη μέση της δέκατης έβδομης δεκαετίας ήταν πολυδάπανη και οι Φυσικοί Φιλόσοφοι τις χρησιμοποιούσαν σπανίως. Όπως βλέπουμε η εικόνα1 δεν είναι γραμμικό σχήμα αλλά μία προσπάθεια λεπτομερής, ρεαλιστικής απεικόνισης, πλήρης με σκιές και με τομές των τμήματα της. Αυτό δεν είναι μία εικόνα της “ιδέας” των αντλιών αέρα αλλά μιας συγκεκριμένης, υπάρχουσας αντλίας αέρα. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και στις γραφικές παραστάσεις του Boyle των συγκεκριμένων πνευματικών του πειραμάτων: σε ένα, μας δείχνει ένα ποντίκι πεθαμένο στο receiver (δοχείο αερίων). και σε άλλο εικόνες των πειραματιστών. Ο Boyle έδωσε έμφαση και προσοχή στην κατασκευή αυτών των λιθογραφιών, μερικές φορές συμβουλευόταν κατευθείαν καλλιτέχνες και χαράκτες. και άλλες μέσω του Hooke. Ο ρόλος τους ήταν συμπλήρωμα της φανταστικής μαρτυρίας που έδινε το κείμενο. Στο Continuation, ο Boyle επεκτείνεται στην σχέση μεταξύ δύο ειδών εκθέσεων. Έγγραφε στους αναγνώστες του ότι “αυτοί που είτε είναι ειδικευμένοι σε τέτοιου είδος έρευνες ή έχουν ιδιαίτερη ευκολία φαντασίας μπορούν εύκολα να συλλάβουν το νόημα μόνο από τις λέξεις” αλλά άλλοι χρειάζονται οπτική βοήθεια. Απολογήθηκε για σχετική πενιχρότητα των εικόνων, “καθώς ήμουν απών για αρκετό καιρό από την εργασία του χαράκτη, μερικές τομές τοποθετήθηκαν λαθεμένες και δεν χαράκτηκαν στις πλάκες”.

Έτσι οι οπτικές απεικονίσεις, λίγες καθώς έτσι ήταν αναγκαίο, στα κείμενα του Boyle ήταν μιμητικά επινοήματα. Δυνάμει της ακρίβειας των λεπτομερειών που μπορούσαν να αποδοθούν με τις τοποθετημένες γραμμές του χαράκτη, οι εικόνες μιμούνταν την πραγματικότητα και έδιναν στον αναγνώστη μια παραστατική εικόνα της πειραματικής κατάστασης. Το είδος των ρεαλιστικών εικόνων που προτιμούσε ο Boyle έδινε μεγαλύτερη ακρίβεια στις λεπτομέρειες από ότι θα μπορούσαν να προσφέρουν περισσότερο σχηματικά απεικονίσεις. Οι εικόνες δήλωναν ότι “αυτό πραγματικά έγινε” και ότι έγινε με τον τρόπο που είπε . μετρίαζαν την δυσπιστία και την διευκόλυναν τις εικονικές μαρτυρίες. Επομένως, καταλαβαίνοντας τον ρόλο των οπτικών παραστάσεων προσφέρει μία μέθοδος εκτίμησης για το τι προσπάθησε να πετύχει ο Boyle με την φιλοσοφική τεχνική.

Στις εισαγωγικές σελίδες του New Experiment, των πρώτων δημοσιευμένων πειραματικών ευρημάτων του Boyle, ευθέως δηλώνει την πρόθεσή του να είναι “σε κάποιο βαθμό απεραντολόγος”. Οι δικαιολογίες του ήταν τρεις: πρώτον , η παράδοση επιτευγμάτων “συμπερασματικά”, θα, όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει, διευκόλυνε την αναπαραγωγή . δεύτερον, η πυκνότητα των περιστασιακών λεπτομερειών ήταν δικαιολογημένη από το γεγονός ότι αυτά ήταν “καινούργια” πειράματα και καινούργια συμπεράσματα βρήκαν από αυτά: ήταν δε απαραίτητο να είναι “σχετικά συμπερασματικά”, εμποδίζοντας έτσι την δυσπιστία του αναγνώστη, τρίτον, περιστασιακές αναφορές όπως αυτές πρόσφεραν την δυνατότητα των φανταστικών καταθέσεων. Όπως είπε ο Boyle “αυτές οι αφηγήσεις (θα είναι) υπόδειγμα της νέας μας Μηχανικής των αερίων και οι αναγνώστες δεν χρειάζεται να επαναλάβουν οι ίδιοι ένα πείραμα για να έχουν αρκετές γνώσεις πάνω σε αυτό όσες χρειάζονται για να βασίσουν τις απόψεις και τις υποθέσεις τους”. Αν κάποιος έγγραφε μια αναφορά σε ένα πείραμα με τον σωστό τρόπο, ο αναγνώστης θα μπορούσε να είναι σίγουρος ότι αυτά τα πράγματα έγιναν. Ακόμα θα ήταν σαν ο αναγνώστης να ήταν παρόν στις διαδικασίες. Θα γινόταν μάρτυρας και θα ήταν σε θέση από όπου θα μπορούσε να επιβεβαιώσει τα πειραματικά φαινόμενα σαν δεδομένα. Άρα η προσοχή στην συγγραφή των πειραματικών αναφορών ήταν ίση σημασίας με την εκτέλεσή τους.

Στο τέλος της δεκαετίας του 1650, ο Boyle αφιερώθηκε στον καθορισμό των κανόνων της φιλοσοφικής τεχνικής του πειραματικού προγράμματος. Προτάσεις για το πως πρέπει να γράφεται σωστά το επιστημονικό κείμενο είναι διάσπαρτες στις πειραματικές αναφορές του της δεκαετίας του 1660, αλλά επίσης έγγραψε μια ειδική μπροσούρα με θέμα “πειραματικές εκθέσεις”. Εδώ ο Boyle απολογείται εκτενώς για την “απεραντολογία του”: “έχω”, έγραψε, “αρνηθεί αυτόν λιτό τρόπο γραφής”. μερικές φορές “παρέδιδε πράγματα, για να τα κάνει πιο ευκολονόητα, με τέτοιο πλήθος λέξεων, που τώρα ακόμα και σε μένα φαίνεται σε πολλές περιπτώσεις ότι περιττολογεί...”. Μαζί με την “περιττολογία” του, η κομψή δόμηση των προτάσεων του Boyle, με παράθεση όρων επί όρων,ήταν , όπως έλεγε μέρος του σχεδίου του για απόδοση περιστασιακών λεπτομερειών και για να δώσει μια αίσθηση αληθοφάνειας:

...έχω εν γνώσει μου και ηθελημένα να καταπατήσει τους νόμους της

αφήγησης σε ένα συγκεκριμένο σημείο, κυρίως, κάνοντας μερικές φορές τις προτάσεις ή τις παρενθέσεις μου πολύ μεγάλες, γιατί όταν δε μπορούσα, μέσα στα όρια των κανονικών προτάσεων, αυτό που θεωρούσα απαραίτητο να αποδοθεί αμέσως, προτιμούσα να αγνοήσω τις αρχές των ρητόρων από την αναφορά αυτών των πραγμάτων τα οποία θεωρούσα βασικά για το θέμα και χρήσιμα σε σένα, τον αναγνώστη μου.


Περίτεχνες προτάσεις, με περιστασιακές λεπτομέρειες περικλειόμενες από τα όρια μιας γραμματικής οντότητας, μπορούν να μιμηθούν την αμεσότητα και την χρονική ταυτοσημία της εμπειρίας που μπορούν να δώσουν οι απεικονίσεις.

(ΣΧΟΛΙΑ 2)

Ο Boyle πίστευε ότι η αξιοπιστία πολλαπλασιάζεται όταν γίνεται η σωστή πράξη βασισμένη στις συλλογικές μαρτυρίες πράγμα που κατορθώνεται όταν τα πειράματα γίνονται σε κοινωνικό χώρο. Γι’ αυτό εκτελούσε τα πειράματά του παρουσία αξιόπιστων μαρτύρων ή δημοσίευε πρωτόκολλα αρκετών πειραμάτων του προς άλλους πειραματιστές ή χρησιμοποιούσε την τεχνική των “εικονικών μαρτυριών”. Επειδή όμως υπήρχε μια δυσπιστία ως προς την τελευταία τεχνική ο Boyle ανέπτυξε την τεχνική των εικονικών μαρτυριών με την βοήθεια ρεαλιστικών εικονικών παραστάσεων.

Ο Boyle εκτός από εικονολόγος ήταν και απεραντολόγος. Αφιερώθηκε στον καθορισμό των κανόνων της φιλοσοφικής τεχνικής του πειραματικού προγράμματος και στην ειδική μπροσούρα με θέμα “πειραματικές εκθέσεις” απολογείται για την απεραντολογία του.

Ο Boyle έκανε μεγάλη προσπάθεια να διορίσει τον εαυτό του σαν έναν αξιόπιστο προμηθευτή μιας πειραματικής μαρτυρίας και να προσφέρει συμβάσεις σύμφωνα με τις οποίες άλλοι θα ενεργούν παρόμοια. Η παροχή εμπεριστατωμένων λεπτομερειών στο χώρο των πειραμάτων ήταν ένας τρόπος να διαβεβαιωθούν οι αναγνώστες, ότι τα πραγματικά πειράματα είχαν καταστήσει τις ανακαλύψεις ξεκάθαρες. Ήταν ακόμα απαραίτητο, όσο αναφορά την άποψη του Boyle, να προσφέρουν στους αναγνώστες εμπεριστατωμένες εργασίες από αποτυχημένα πειράματα. Αυτό παρουσίασε δυο λειτουργίες : Η πρώτη ανακούφιζε τις ανησυχίες στους νεοφώτιστους πειραματιστές των οποίων οι προσδοκίες για επιτυχία δεν εκπληρώθηκαν αμέσως.

Η δεύτερη, διαβεβαίωνε τον αναγνώστη ότι ο εμπλεκόμενος δεν απόκρυπτε πεισματικά τα στοιχεία που δεν τον συνέφεραν, ότι ουσιαστικά ήταν πιστός στην πραγματικότητα. Περιπλοκές και εμπεριστατωμένες εργασίες θα λαμβάνονταν υπόψη σαν ακριβείς καθρέπτες περίπλοκων πειραματικών συμβάντων, στα οποία ένα μεγάλο εύρος απροόπτων θα μπορούσε να επηρεάσει τα συμπεράσματα. Έτσι για παράδειγμα, δεν ήταν δικαιολογημένο να αποκρυφτεί το γεγονός ότι οι αντλίες αέρα μερικές φορές δεν λειτουργούσαν σωστά ή ότι συχνά είχαν διαρροές: “…νομίζω ότι κανείς θα πρέπει να λάβει υπόψη του, τυχόν απρόοπτα που μπορεί να παρουσιαστούν κατά τη διάρκεια των πειραμάτων και παρόλο που ο ίδιος ισχυρίζεται ότι είναι πιστός συσχετιστής αυτών” δεν θα μπορούσε να αποκρύψει ένα τέτοιο συμβάν. Είναι παρόλα αυτά απαραίτητο να έχουμε υπόψη μας ότι τα απρόοπτα που διατυπώθηκαν στις εμπεριστατωμένες εργασίες του Boyle αντιπροσωπεύουν μια επιλογή πιθανών απροόπτων. Δεν υπήρχε ούτε μπορεί να υπάρχει καμιά αναφορά που να αναφέρει όλες τις κατασκευές που θα μπορούσαν να επηρεάσουν ένα πείραμα. Εμπεριστατωμένες, ή τυποποιημένες εργασίες, παρόλα αυτά, δεν υπήρχαν σαν ξεκάθαρες μορφές αλλά σαν κοινώς αναγνωρισμένες κινήσεις προς το μέρος ή αντίθετα από την αναφορά των απροόπτων.

Η Μετριοπάθεια των Πειραματικών Αφηγήσεων.

Η ικανότητα αυτού που έκανε την αναφορά να πολλαπλασιάσει τους μάρτυρες εξαρτιόνταν από την αποδοχή των αναγνωστών σ’ αυτόν, σαν ένα προμηθευτή αξιόπιστων συμπερασμάτων. Ήταν το “φορτίο” της φιλολογικής τεχνολογίας του Boyle να διαβεβαιώσει τους αναγνώστες του, ότι ήταν αυτός που θα έπρεπε να πιστεύεται ότι είναι. Τότε έπρεπε να βρει τον τρόπο να είναι ορατά στο κείμενο τα τεκμήρια ενός έμπιστου ανθρώπου. Μια τεχνική έχει ήδη συζητηθεί : Η αναφορά πειραματικών αποτυχιών. Ένας άνθρωπος που εξιστορεί αποτυχημένα πειράματα ήταν ένας άνθρωπος του οποίου η αντικειμενικότητα δεν αλλοιώνονταν από τα συμφέροντά του. Έτσι η φιλολογική απεικόνιση ενός συγκεκριμένου είδους ηθικής ήταν μια τεχνική στο να μπουν τα πράγματα σε μια εφαρμογή. Ένας άνθρωπος του οποίου οι αφηγήσεις θα μπορούσαν να αποδοθούν σαν καθρέπτες της πραγματικότητας ήταν ένας “μετριόφρον άνθρωπος” οι αναφορές του κάνουν αυτή την μετριοπάθεια ορατή.

Ο Boyle βρήκε έναν αριθμό τρόπων απεικόνισης μετριοπάθειας. Ένας από τους πιο ευθείς ήταν η χρήση της μορφής της πειραματικής έκθεσης. Η έκθεση ( που είναι, η αναφορά των πειραματικών δοκιμών βήμα-βήμα), ήταν κατηγορηματικά αντίθετη με το φυσικό φιλοσοφικό σύστημα. Αυτοί που έγραψαν ολόκληρα συστήματα αναγνωρίζονται σαν άτομα με “αυτοπεποίθηση”, των οποίων η φιλοδοξία επεκτείνονταν πέρα από ότι ήταν σωστό ή δυνατό. Σε αντίθεση αυτοί που έγραφαν πειραματικές εκθέσεις ήταν “νηφάλιοι και μετριοπαθείς άνθρωποι”, “επιμελείς και συνετοί” φιλόσοφοι οι οποίοι δεν υποστήριζαν περισσότερα από όσα μπορούσαν να αποδείξουν. Αυτή η πρακτική έδωσε στον πειραματικό φιλόσοφο τον ρόλο του διανοούμενου “θεμελειωτή” ή ακόμα το ρόλο ενός “σκλάβου περισσότερο εργατικότητας παρά λογικής”. Αυτός ήταν παρόλα αυτά ένας ευγενής χαρακτήρας και γι’ αυτό ήταν ένας ο οποίος ήταν ελεύθερα επιλεγμένος να επιμηκύνει την “πραγματική ανάπτυξη της αληθινά φυσικής φιλοσοφίας” παρά της προσωπικής του φήμης. Η κοινωνική απεικόνιση της μετριοπάθειάς του επιδείκνυε αυτό το ενδιαφέρον για ατομική δημοσιότητα που δεν μείωνε την κρίση και δεν αλλοίωνε την αξιοπιστία μιας έκθεσης. Σ’ αυτή την περίπτωση είναι απολύτως κρίσιμο να θυμηθούμε ποιος ήταν αυτός που απεικόνιζε τον εαυτό του σαν έναν απλό “θεμελειωτή”. Ήταν ο γιος του Κόμη του Cork και όλοι το ξέρανε αυτό πολύ καλά. Έτσι ήταν εύλογο τέτοια μετριοπάθεια θα μπορούσε να έχει μια ήπια μορφή και η εμφάνιση του Boyle, του εαυτού του σαν ένα πρότυπο για πειραματικούς φιλόσοφους, ήταν ισχυρή.

Μια άλλη τεχνική απεικόνισης μετριοπάθειας ήταν η άποψη του Boyle για “γυμνό τρόπο γραφής”. Θα απείχε από ένα “πολύχρωμο” στυλ, ο σκοπός του ήταν να γράψει “περισσότερο σε φιλοσοφικό παρά σε ρητορικό ύφος”. Αυτό το καθαρό, πουριτανικό, λιτό (αλλά περίπλοκο( στυλ, ήταν αναγνωρισμένο σαν πρακτικό. Εξυπηρετούσε στο να παρουσιάσει, για μια ακόμη φορά, την αφοσίωση του φιλοσόφου στην υπηρεσία της κοινωνίας παρά στην προσωπική του φήμη. Ακόμα περισσότερο το να αποφευχθεί το “πολύχρωμο” στυλ, ήταν ένα εμπόδιο στην ξεκάθαρη πρόβλεψη της ουσιαστικής μαρτυρίας. Ήταν, έλεγε ο Boyle, σαν να ζωγραφίζεις “τους φακούς ενός τηλεσκοπίου”.

Το πιο σημαντικό θεωρητικό εργαλείο που χρησιμοποίησε ο Boyle για να επιδείξει την μετριοπάθεια, ήταν να προστατέψει τη θεμελιώδη επιστημονική κατηγορία του πειραματικού προγράμματος: την εφαρμογή. Θα έπρεπε να υπάρχουν κατάλληλες λογικές θέσεις και κατάλληλοι τρόποι ομιλίας για επιστημονικά θέματα, σε κάθε μεριά του κρίσιμου ορίου που χώριζε τις εφαρμογές από τις εκφράσεις που χρησιμοποιούνταν για να μιλήσεις γι’ αυτές: θεωρίες, υποθέσεις, εικασίες και τα σχετικά. Έτσι ο Boyle είπε στον ανιψιό του,

σε σχεδόν όλες από τις ακόλουθες εργασίες μιλάω τόσο αμφίβολα και χρησιμοποιώ τόσο συχνά, ίσως, μου φαίνεται, δεν είναι απίθανο και τέτοιου είδους άλλες εκφράσεις που έδειχναν μια ατολμία για την αλήθεια των απόψεων στις οποίες τείνω και ότι θα ήμουν πολύ ντροπαλός στο να διατυπώσω αρχές, και μερικές φορές ακόμα στο να διακινδυνέψω συμπεράσματα.

Εφόσον η γνώση των φυσικών αιτιών ήταν μόνο πιθανή, αυτή ήταν η σωστή και ηθική στάση και τρόπος ομιλίας αλλά τα πράγματα ήταν διαφορετικά με τις εφαρμογές και εδώ μια άποψη με αυτοπεποίθηση δεν ήταν μόνο επιτρεπτή αλλά αναγκαία:

… τολμώ να μιλήσω με σιγουριά και με αυτοπεποίθηση για πολύ λίγα πράγματα εκτός από τις εφαρμογές.

Ήταν αναγκαίο να μιλήσεις με αυτοπεποίθηση για τις εφαρμογές διότι σαν τα θεμέλια της σωστής φιλοσοφίας χρειάζονταν προστασία. Και ήταν κατάλληλο να μιλάς με αυτοπεποίθηση για τις εφαρμογές γιατί δεν ήταν επίτευγμα ενός, στα πρότυπα των εμπειρικών περισσότερο ανακαλύφθηκαν παρά εφευρέθηκαν. Όπως ο Boyle είπε σ’ ένα από τους αντιπάλους του, τα πειραματικά δεδομένα “μπορούν να βρουν το δρόμο τους” και “αφού ήταν πολύ πιθανά θα συναντούσαν υποστηρικτές και υπερασπιστές…”. Ο διαχωρισμός των τρόπων ομιλίας και η ικανότητα των δεδομένων να βρουν το δρόμο τους έγινε ορατό και σε έντυπο. Στα Νέα Πειράματα ο Boyle είπε ότι είχε σκοπό να αφήσει “ένα εμφανές διάστημα” μεταξύ των αφηγήσεων του για τα πειραματικά ευρήματα και τις περιστασιακές ομιλίες του σχετικά με την ερμηνεία τους. Κάποιος τότε θα μπορούσε να διαβάσει τα πειράματα και τις επιπτώσεις τους ξεχωριστά. Πραγματικά η κατασκευή των πειραματικών εκθέσεων του Boyle κάνει προφανή την κατάλληλη ισορροπία μεταξύ δυο κατηγοριών. Τα νέα πειράματα αποτελούνται από μια συνεχόμενη αφήγηση 43 πνευματικών πειραμάτων: “Συνέχεια περιλαμβάνει 50” και το δεύτερο μέρος της “Συνέχειας” περιλαμβάνει έναν ακόμα μεγαλύτερο αριθμό ασύνδετων πειραματικών παρατηρήσεων, αποτελούμενων με λίγες ερμηνευτικές εκφράσεις.

Η αυτοπεποίθηση με την οποία κάποιος έπρεπε να μιλά για τις εφαρμογές επεκτείνονταν στους όρους για τη σωστή χρήση των εξουσιών. Οι έπαινοι άλλων συγγραφέων θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται όχι σαν “δικαστές” αλλά σαν “μάρτυρες”, σαν πιστοποιητικά για την μαρτυρία των εφαρμογών. Αν αυτή η πρακτική είχε το ρίσκο του να αναγνωριστεί ο πειραματικός φιλόσοφος σαν ένας ακαλλιέργητος ήταν παρόλα αυτά αναγκαία: “… θα ήμουνα πολύ ευχαριστημένος, να θεωρηθώ ότι έχω σπάνια μελετήσει κάθε άλλο βιβλίο παρά αυτό της φύσης”. Η απόφαση ενάντια στην αναφορά των εξουσιών παρουσίασε μια σημαντική λειτουργία στην κινητοποίηση για έγκριση των εφαρμογών. Ήταν ένας τρόπος να απεικονιστεί ότι κάποιος είχε υπόψη του τις λειτουργίες των Baconian “Idols” και λάμβαναν μέτρα στο να αμβλύνει τις διαφθείρουσες επιρροές στους ισχυρισμούς περί γνώση. Μεταξύ της πειραματικής αφήγησης και της αρχής των συστηματιστών εξυπηρέτησε στο να δραματοποιηθεί η έλλειψη του συγγραφέα σε προκαθορισμένες προσδοκίες και ειδικά σε θεωρητικές επενδύσεις στο αποτέλεσμα των πειραμάτων . για παράδειγμα ο Boyle πολλές φορές επέμενε ότι ήταν μη αναμιγμένος με τα μεγάλα θεωρητικά συστήματα του 17ου αιώνα. Με σκοπό να ενισχύσει την σημασία των πειραματικών ευρημάτων, “είχα σκόπιμα αποφύγει το να γνωρίσω εντατικά όλο το σύστημα είτε της Ατομικής είτε της Καρτεσιανής, είτε κάθε άλλης καινούριας ή δεχόμενης φιλοσοφίας”. Και, ξανά, ισχυρίστηκε ότι είχε αποφύγει μια συστηματική γνωριμία με τα συστήματα των Gassendi, Καρτέσιου και ακόμα του Bacon. “Ότι δεν θα έπρεπε να είμαι προκατειλημμένος με καμία θεωρία αρχών…”

“Ο γυμνός τρόπος γραφής” του Boyle, οι ισχυρισμοί του και οι ενδείξεις ταπεινοφροσύνης και η επίδειξη θεωρητικής αθωότητας του, συμπλήρωσαν το ένα το άλλο στην ίδρυση και στην προστασία των εφαρμογών. Αυτές εξυπηρετούσαν στο να απεικονίζουν τον συγγραφέα σαν έναν αδιάφορο παρατηρητή και τις εκθέσεις του σαν καθαρούς και λείους καθρέπτες της φύσης. Ένα τέτοιος συγγραφέας είχε ενδείξεις ενός ανθρώπου του οποίου η κατάθεση ήταν αξιόπιστη. Επομένως τα κείμενα του θα μπορούσαν να αναγνωριστούν και ο αριθμός των μαρτύρων στις πειραματικές του αφηγήσεις θα μπορούσε να πολλαπλασιαστεί επ’ αόριστον.

Επιστημονική Ανάλυση και η Κοινωνία.

Ανάφερα ότι οι εφαρμογές ήταν μια κοινωνική καθώς και μια διανοητική κατηγορία. Και υποστήριξε ότι ο Boyle ανέπτυξε τη θεωρητική τεχνολογία έτσι ώστε να κάνει την οπτική μαρτυρία μια πρακτική επιλογή για την επικύρωση των πειραματικών αποτελεσμάτων. Επιθυμώ σ’ αυτό το τμήμα να εξετάσω τους τρόπους με τους οποίους η θεωρητική τεχνολογία του Boyle διαμόρφωσε τις κοινωνικές σχέσεις που είναι κατάλληλες σε μια κοινωνία πειραματικών φιλοσόφων. Μόνο με την δημιουργία σωστών κανόνων (ανάλυσης ενός θέματος) μεταξύ των ατόμων θα μπορούσαν οι εφαρμογές να παραχθούν και να υποστηριχθούν, και μόνο με την τοποθέτηση των εφαρμογών στα κατοχυρωμένα θεμέλια της γνώσης θα μπορούσε να δημιουργηθεί και να κατοχυρωθεί μια ηθική κοινωνία πειραματιστών. Οι εφαρμογές θα έπρεπε να παρουσιάζονται σε κοινό χώρο, ένα ειδικό χώρο στον οποίο τα πειράματα παρουσιάζονταν επιλεκτικά και άμεσα και ένα αφηρημένο κενό δημιουργούνταν διαμέσου της οπτικής μαρτυρίας. Το πρόβλημα της παραγωγής αυτού του είδους της γνώσης ήταν, επομένως, το πρόβλημα της διατήρησης ενός συγκεκριμένου είδους ομιλίας και ενός συγκεκριμένου είδους κοινωνικής αλληλεγγύης. Στα επόμενα τμήματα θα αναλύσω τους τρόπους με τους οποίους η θεωρητική τεχνολογία του Boyle λειτούργησε στο να δημιουργήσει και να διατηρήσει αυτή την κοινωνική αλληλεγγύη μεταξύ πειραματικών φιλοσόφων.

Τα Γλωσσικά Σύνορα της Πειραματικής Κοινότητας.

Στα τέλη του 1650 και στις αρχές του 1660, όταν ο Boyle διατύπωνε τις πειραματικές και θεωρητικές πρακτικές του, η αγγλική πειραματική κοινότητα ήταν ακόμα στα αρχικά της στάδια. Ακόμα και με την ίδρυση της Βασιλικής Κοινωνίας, την αποκρυστάλλωση μια πειραματικής κοινότητας με επίκεντρο το Gresham College, και το δίκτυο αλληλογραφίας που οργανώθηκε από τον Henry Oldenburg, το πειραματικό πρόγραμμα απείχε από την ασφαλή εδραίωσή του. Οι κριτικές στον πειραματικό τρόπο παραγωγής φυσικών γνώσεων προέρχονταν από Άγγλους φιλόσοφους (ιδιαίτερα από τον Hobbes) και από Ευρωπαίους συγγραφείς δεσμευμένους σε ορθολογιστικές μεθόδους και στην πρακτική της φυσικής σαν ένα κλάδο επίδειξης. Οι πειραματιστές σατιρίστηκαν στη σκηνή της Αποκατάστασης . Ο Βιρτουόζος του Thomas Shadwell δραματοποιούσε τον παραλογισμό στο να ζυγίζεις τον αέρα και μερικά από τα καλά του αστεία ήταν ο σατιρισμός της πολύπλοκης γλώσσας του Σερ Nicholas Gimcrack (Boyle). Η πρακτική της πειραματικής φιλοσοφίας, παρά τις υποθέσεις πολλών ιστορικών, δεν ήταν συντριπτικά δημοφιλής στην Αγγλία την εποχή της Αποκατάστασης. Για να καθιερωθεί η πειραματική φιλοσοφία σαν μια νόμιμη δραστηριότητα, πολλά πράγματα χρειάζονταν να γίνουν. Πρώτα απαιτούνταν “κληρωτοί”: πειραματιστές έπρεπε να καταταχθούν σαν νεοσύλλεκτοι και νέοι από άλλα είδη φιλοσοφικής πρακτικής έπρεπε να αποκτηθούν. Δεύτερον ο κοινωνικός ρόλος του πειραματικού φιλόσοφου και οι γλωσσικές πρακτικές που είναι κατάλληλες σε μια πειραματική κοινότητα χρειάζονταν να καθοριστούν και να κοινοποιηθούν. Ποια ήταν η κατάλληλη φύση της ανάλυσης σε μια τέτοια κοινότητα; Ποια ήταν τα γλωσσικά σημάδια μιας επαρκούς συμμετοχής σαν μέλος; Και ποιες χρήσεις της γλώσσας θα μπορούσαν να ληφθούν σαν ενδείξεις ότι ένα άτομο είχε καταπατήσει τις συνθήκες της κοινότητας;

Το εισιτήριο για την είσοδο στην πειραματική κοινότητα ήταν η μετάδοση μιας υποψήφιας εφαρμογής. Στο Sceptical Chymist, για παράδειγμα, ο Boyle έτεινε έναν κλάδο ελιάς ακόμα και στους αλχημιστές. Τα συμπαγή πειραματικά ευρήματα που διατυπώνονταν από μερικούς αλχημιστές θα μπορούσαν να προκύψουν δύσκολα από το πλήθος των δυσνόητων υποθέσεων τους. Εφόσον τα πειράματα των αλχημιστών (και των Αριστοτελικών) συχνά “δεν εκδηλώνουν αυτό που υποστηρίζουν ότι αποδεικνύουν”, αυτοί θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτοί στην πειραματική φιλοσοφία με το να αποβάλλουν τη θεωρητική γλώσσα με την οποία ήταν κολλημένοι. Όπως ο Carneades (ο εκπρόσωπος του Boyle) είπε,

… οι ερμητικοί φιλόσοφοί μας παρουσιάζουν μαζί με αρκετά ουσιώδη και μεγαλοπρεπή πειράματα, θεωρίες οι οποίες σαν τα φτερά του παγωνιού σχηματίζουν ένα μεγάλο θέαμα, αλλά δεν είναι ούτε αξιόπιστα, ούτε χρήσιμα, ή αλλιώς σαν πίθηκοι, ενώ έχουν κάποια όψη ότι είναι λογικοί, είναι αμαυρωμένοι με κάποια γελοιότητα ή κάτι τέτοιο, ώστε όταν παρακολουθηθούν προσεκτικά φαίνονται γελοίοι.

Έτσι αυτοί οι αλχημιστές που εύχονταν να ενσωματωθούν σε μια νόμιμα φιλοσοφική κοινότητα διδάσκονταν τις γλωσσικές πρακτικές οι οποίες θα εξασφάλιζαν την είσοδό τους. Οι ίδιες αρχές διατυπώνονταν με σεβασμό σε κάθε πρακτικά ασκούμενο: “αφήστε τις απόψεις τους να μην είναι ποτέ τόσο λάθος, τα πειράματά του να είναι αληθινά, δεν είμαι υποχρεωμένος να πιστέψω τον πρώτο και είμαι ελεύθερος να επωφεληθώ από τον δεύτερο”. Με αυτή την υποστήριξη υπήρχε μόνο μια τυχαία, όχι αναγκαία σύνδεση μεταξύ της γλώσσας των εφαρμογών και της θεωρητικής γλώσσας, ο Boyle όριζε τους γλωσσικούς κανόνες πάνω στους οποίους οι υπάρχουσες κοινότητες θα μπορούσαν να συνδεθούν με την πειραματική επιχείρηση. Ήταν γενναιόδωροι όροι οι οποίοι θα εξυπηρετούσαν στο να μεγιστοποιηθεί ο ενδεχόμενος αριθμός μελών…

(ΣΧΟΛΙΑ 3)

Ο Boyle υποστήριζε ότι πρέπει να ανακοινώσει και τα αποτυχημένα πειράματα και ότι ακόμα και αυτά που θεωρούνται βέβαια έχουν ένα ποσοστό αποτυχίας. Δεν δίσταζε να παρουσιάζει τις δικές του αποτυχίες παρ’ όλο που ήταν ο πρώτος που μαζί με τον Robert Hook κατασκεύασαν μια αεραντλία, η οποία χρησιμοποιήθηκε για πειράματα πάνω στα αέρια και κατέληξε ως γνωστόν στη διατύπωση του νόμου του Boyle-Mariot. Αυτό υποστήριζε ότι πρέπει να γίνεται για να μην αποθαρρύνονταν οι νέοι ερευνητές αλλά και για να φαίνεται το μέγεθος της αλήθειας.

Ο Boyle ήθελε οι αναγνώστες του να τον παραδέχονταν ως αξιόπιστο ερευνητή γι’ αυτό χρησιμοποίησε διάφορες τεχνικές. Μια ήταν αυτή που προαναφέρθηκε. Να παρουσιάζει δηλαδή και τις αποτυχίες του και να μην αλλοιώνει την πραγματικότητα για τα συμφέροντά του. Αυτός ο επιστήμονας χαρακτηρίζεται από μετριοπάθεια.

Μια ακόμα πρακτική που ακολουθεί ο Boyle ότι αυτή των πειραματικών εκθέσεων που παρουσιάζουν τα πράγματα ‘όπως ακριβώς είναι και όχι όπως έκαναν άλλοι που επέκτειναν τις σκέψεις τους πέρα από αυτό που ήταν σωστό ή δυνατό.

Δεν χρησιμοποιούσε το “πολύχρωμο” στυλ γραφής παρά τον “γυμνό τρόπο γραφής”. Το ύφος του ήθελε να είναι λιτό. Δεν ενδιαφέρονταν τόσο για την προσωπική του φήμη όσο για την εξυπηρέτηση της κοινωνίας.

Χρησιμοποιεί πολλές φορές το ίσως ή παρόμοιες εκφράσεις στις εργασίες του και πολλές φορές δεν τολμά να βγάλει συμπεράσματα. Έχει όμως αυτοπεποίθηση για τις εφαρμογές. Ένας τέτοιος συγγραφέας είχε τις ενδείξεις ενός αξιόπιστου ερευνητή.

Στα τέλη του 1650 και στις αρχές του 1660 η πειραματική κοινότητα ήταν στα αρχικά της στάδια. Ο Boyle δούλεψε ώστε να συνδεθούν οι προϋπάρχουσες κοινότητες με την πειραματική, βοήθησε στην ανάπτυξη της μοντέρνας θεωρίας των χημικών στοιχείων και έτεινε κλάδο ελιάς και προς τους αλχημιστές παίρνοντας θετικά στοιχεία απ’ όλους.

Γλωσσικά Όρια στην Πειραματική Κοινότητα

Όπως οι γλωσσικές κατηγορίες χρησιμοποιούνται για να καταφέρουν την είσοδο στην πειραματική κοινότητα, διαχωρισμοί ανάμεσα στην γλώσσα των γεγονότων και σ’ εκείνη των θεωριών “επιστρατεύτηκαν” για να κανονίσουν το διάλογο μέσα σ’ αυτή.

Η ζωτική διαφορά ανάμεσα σε θέματα γεγονότων και σε άλλες επιστημονικές κατηγορίες ήταν ο βαθμός συμφωνίας που θα μπορούσε κάποιος να περιμένει από αυτά. Σ’ ένα αποδεδειγμένο γεγονός όλοι θα συμφωνήσουν. Το σύστημα του Boyle το οποίο θεωρήθηκε δεδομένο επειδή ήταν μέσα από τις τεχνολογίες που πολλαπλασίασαν του μάρτυρες ότι τα γεγονότα θεσπίστηκαν. Η γενική συναίνεση ήταν αυτή που καθόρισε τα γεγονότα και η γενική συναίνεση κινητοποιήθηκε γύρω από αυτά. Με υποθέσεις, θεωρίες, εικασίες η κατάσταση ήταν αρκετά διαφορετική. Αυτές οι κατηγορίες απείλησαν εκείνη την συμφωνία η οποία μπορούσε να αποκρυσταλλωθεί στην θέσπιση των γεγονότων. Συνεπώς, οι γλωσσικές πεποιθήσεις του πειραματικού προγράμματος του Boyle χώρισαν το λόγο κατάλληλα σε δυο κατηγορίες, σαν έναν τρόπο ορισμού των ορίων ανάμεσα σ’ εκείνο σχετικά με το οποίο κάποιος θα περίμενε σιγουριά και συναίνεση και σ’ εκείνο σχετικά με το οποίο κάποιος θα περίμενε αβεβαιότητα και διαχωριστικότητα. Η ιδέα ήταν να μην εξαφανίσει την διαφωνία ή να τους υποχρεώσει να συμφωνήσουν σε όλα τα θέματα στην φυσική φιλοσοφία. Μάλλον έπρεπε να κανονίσει την διαφωνία και να την διατηρήσει σε ασφαλή όρια. Ένα αποδεδειγμένο γεγονός αντιμετωπίστηκε σαν καθρέπτης της φύσης. Αντίθετα, μια θεωρία, καθαρά διατυπωμένη από τον άνθρωπο μπορούσε συνεπώς ν’ αμφισβητηθεί. Τα γλωσσικά όρια του Boyle έδρασαν στο να διαχωρίσουν ότι μπορούσε ν’ αμφισβητηθεί απ’ ότι δεν μπορούσε. Η διαχείριση της διαφωνίας στην πειραματική φιλοσοφία ήταν απαραίτητη για να προστατεύσει τις βάσεις της γνώσης.

Τρόποι Διαφωνίας

Εφόσον οι φυσικοί φιλόσοφοι δεν υποχρεώθηκαν να συμφωνήσουν σε όλα τα θέματα γνώσης, η διαφωνία και η αντιλογία ήταν αναμενόμενες. Πως μπορούσε αυτό ν’ αντιμετωπιστεί; Το πρόβλημα ελέγχου της διαφωνίας ήταν θέμα έντονου πρακτικού ενδιαφέροντος στην Restoration Science. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και της συμβασιλείας, ο διχασμός των ενθουσιωδών, αιρετικών και απομονωτιστών, απείλησε να προκαλέσει δραστικό ατομικισμό στην φιλοσοφία. Ούτε οι διάφορες ομάδες των περιπατητικών φυσικών φιλοσόφων μπορούσαν να προβάλουν μια δημόσια εικόνα μιας σταθερής και ενωμένης διανοητικής κοινότητας. Αφού η νέα πειραματική κοινότητα δεν μπορούσε να εκθέσει μια βασιζόμενη συμφωνία και αρμονία μέσα στα όριά της, ήταν αδύνατο να περιμένει να εξασφαλίσουν την νομιμότητα μέσα στην επιστήμη της την οποία επιθυμούσαν οι αρχηγοί της. Επιπλέον, αυτή η συμφωνία ήταν βασική για την εγκατάσταση των γεγονότων όπως η θεμελιώδης κατηγορία της νέας πρακτικής.

Μέχρι τις αρχές του 1660, ο Boyle ήταν σε θέση να δώσει συγκεκριμένες υποδείξεις για το πώς οι συζητήσεις έπρεπε να διεξαχθούν. Τρεις κριτικοί δημοσίευαν τις απαντήσεις τους στα νέα του πειράματα και αυτός απάντησε στον καθένα από τους: Linus, Hobbes και Henry More. Αλλά πριν ακόμα εμπλακεί σε διαφωνίες, ο Boyle έθεσε ορισμένους κανόνες για το πώς μπορούσε να χειριστεί τις φιλονικίες ο πειραματικός φιλόσοφος. Για παράδειγμα σ’ ένα προοιμιακό δοκίμιο (το οποίο συντέθηκε το 1657), ο Boyle επέμενε ότι οι διαφωνίες θα πρέπει να είναι για ευρήματα και όχι για πρόσωπα. Ήταν πρέπον να ασκηθεί μια αυστηρή κριτική των αναφορών οι οποίες ήταν ανακριβείς αλλά πολύ ανάρμοστο να γίνουν κριτικές σε προσωπικό επίπεδο αυτών που τις έγραφαν: “διότι μου αρέσει να μιλάω για τους ανθρώπους με ευγένεια ενώ για τα πράγματα με ελευθερία”. Το ad hominem στυλ έπρεπε πάση θυσία ν’ αποφευχθεί διότι υπήρχε κίνδυνος να κάνεις εχθρούς από απλές διαφωνίες. Αυτό ήταν το βασικό σημείο: πρέπει να συμπεριφερόμαστε στους συνεισφέροντες γεγονότα όσο λάθος και να είναι σαν σε πιθανούς οπαδούς της πειραματικής φιλοσοφίας. Εάν ,ωστόσο, τους συμπεριφερόμασταν σκληρά, θα χανόντουσαν από την πειραματική φιλοσοφία και από την κοινωνία της οποίας το μέγεθος και η συναίνεση επικύρωναν.

Και όσο για την (πολύ κοινή) πρακτική πολλών, οι οποίοι έγραφαν σαν να ήθελαν να θίξουν την προσωπικότητα κάποιου ή να διαστρεβλώσουν τα λόγια του, απαραίτητο για την διαστρέβλωση των απόψεών του, επιπλέον πιστεύω ότι ένας τόσο εριστικός ή τραυματικός τρόπος γραφής είναι ανάρμοστος για ένα φιλόσοφο ή Χριστιανό και ότι είναι τόσο εσφαλμένο, όσο είναι το να προσβάλεις. Διότι, εάν προσπαθώ πολιτισμένα να μεταπείσω κάποιον για τις ιδέες του, βάζω τον εαυτό μου να κάνει αυτό το ένα πράγμα, δηλαδή να πείσω την κατανόησή του. Αλλά, εάν με ένα πικρό ή εξοργιστικό τρόπο αντιτεθώ στα λάθη του, αυξάνω τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζα έχοντας επιπλέον εναντίον μου και τα αισθήματά του και την κρίση του. Και είναι πάρα πολύ δύσκολο να τον προσηλυτίσω, διότι όχι μόνο είναι δυσαρεστημένος από εμάς αλλά και εχθρός μας.

Επιστημονική Γνώση και Έκθεση: Συμπεράσματα

Έχω αποδείξει ότι 3 τεχνολογίες αναμείχτηκαν στην παραγωγή και στην επικύρωση των πειραματικών γεγονότων του Boyle: η υλική, η φιλολογική ή η κοινωνική. Πάρα το ότι έχω συγκεντρωθεί εδώ, πλησιάζοντας την φιλολογική τεχνολογία, έχω επίσης προτείνει ότι οι τρεις τεχνολογίες δεν είναι ξεκάθαρες. Ο τρόπος που “δουλεύει” η κάθε μια εξαρτάται από αυτή και ενσωματώνει τις άλλες. Θέλω τώρα ν’ αναπτύξω σύντομα αυτό το σημείο, δείχνοντας πως κάθε τεχνολογία συνεισφέρει σε μια κοινή στρατηγική για την θέσπιση των γεγονότων.

Αυτό που διαφοροποιεί ένα γεγονός από ένα κατασκεύασμα είναι ότι το πρώτο δεν θεωρείται να είναι κατασκευασμένο από τον άνθρωπο. Ότι φτιάχνει ο άνθρωπος, ο άνθρωπος το διαλύει, αλλά ένα γεγονός θεωρείται ο καθρέπτης της φύσης. Για να καθορίσουμε το ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα στην δημιουργία ενός θέματος γνώσης, είναι να προσδιορίσουμε την πιθανότητα να είναι διαφορετικό. Μεταφέροντας αυτόν τον παράγοντα στην φυσική πραγματικότητα προετοιμάζουμε το έδαφος για καθολική αποδοχή. Κάθε μια από τις 3 τεχνολογίες δουλεύει για να πετύχει την εμφάνιση των γεγονότων σαν δεδομένα γεγονότα: η κάθε μια δουλεύει σαν μια αντικειμενοποιημένη πηγή.

Για παράδειγμα, ο ρόλος της αεραντλίας στην δημιουργία των γεγονότων. Όπως έχω παρατηρήσει, τα πνευματικά γεγονότα ήταν δημιουργίες μηχανών. Το προϊόν της αντλίας δεν ήταν, όπως τις σύγχρονες επιστημονικές μηχανές που μελέτησε ο Latour, μια “επιγραφή”: ήταν μια οπτική εμπειρία η οποία έπρεπε να μεταμορφωθεί σε επιγραφή από ένα μάρτυρα. Ωστόσο η αεραντλία του 1660 έχει αυτό το πράγμα κοινό με τον μετρητή ακτινών Γ του σύγχρονου νευροενδοκρινολογικού εργαστηρίου. Στέκεται ανάμεσα στον συνεχή ανταγωνισμό της ανθρώπινης ύπαρξης και της φυσικής πραγματικότητας. Μια κακή παρατήρηση από μια μηχανή δεν χρειάζεται να αποδοθεί σε λάθη γνωστικά ή ηθικά του ανθρώπινου όντος, ούτε είναι μια “καλή” παρατήρηση προσωπικού του δημιουργήματος. Είναι η μηχανή η οποία παρήγαγε τα ευρήματα. Ένα εντυπωσιακό παράδειγμα αυτής της χρήσης εμφανίστηκε στην δεκαετία του 1660, όταν ο Christian Hyyagens παρουσίασε ένα γεγονός το οποίο παρήχθηκε από την αντλία του η οποία εμφανίστηκε να έρχεται σε αντίθεση με μια από τις βασικές επεξηγηματικές πηγές του Boyle. O Boyle δεν αμφισβήτησε την ακεραιότητα του Huygens ή τις συνεχείς και γνωστικές του ικανότητες. Αντίθετα, πρότεινε ότι το λάθος ήταν της μηχανής. Αμφισβητώ, όχι την συλλογική αλλά μόνο την πιστότητα της αντλίας του. Η μηχανή αποτελεί μια πηγή η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εξαλείψει τον ανθρώπινο παράγοντα στο διανοητικό προϊόν: “Δεν είμαι εγώ που το λεω, είναι η μηχανή που μιλάει” ή “δεν είναι δικό σου λάθος είναι της μηχανής”.

Η κοινωνική τεχνολογία του Βoyle αποτέλεσε μια αντικειμενική πηγή κάνοντας την παραγωγή της γνώσης ορατή σαν μια συλλογική προσπάθεια, “δεν είμαι εγώ που το λεω, το λένε όλοι”. Όσο ο Sprat επέμενε, η συλλογική παρουσίαση και η συλλογική μαρτυρία χρησιμοποιήθηκαν για να διορθώσει την φυσική λειτουργία των “ειδώλων”: το λάθος, την ιδιοσυγκρασία ή την προκατάληψη της όποιας ατομικής κρίσης ή παρατηρητικής του ικανότητας. Η Βασιλική επιστημονική εταιρία παρουσίασε τον εαυτό της σαν μια “ένωση οφθαλμών και χειρών”: ο χώρος στον οποίο παρήγαγε την πειραματική της γνώση, δηλωνόταν ως δημόσιος χώρος. Ήταν δημόσιος ο χώρος μα μια ακριβώς καθορισμένη ή πολύ αυστηρά ελεγχόμενη έννοια: δεν μπορούσε ο καθένας να εισέλθει, δεν ήταν καθενός η μαρτυρία ίσης αξίας, ούτε ήταν ο καθένας εξίσου ικανός να επηρεάσει την επίσημη φωνή του θεσμού. Παρόλα αυτά, αυτό το οποίο πρότεινε ο Boyle, και αυτό που υποστήριζε η Βασιλική επιστημονική εταιρία, ήταν μια ιδιαίτερα βασική κίνηση προς την δημόσια εδραίωση και επικύρωση της γνώσης. Η αντίθεση ήταν, από τη μια πλευρά με την ιδιωτική δουλειά των αλχημιστών, και από την άλλη με τις ατομικές υπαγορεύσεις των συστηματικών φιλοσόφων.

Στην επίσημη διατύπωση λειτουργίας της Βασιλικής επιστημονικής εταιρίας, η παραγωγή της πειραματικής γνώσης ξεκίνησε με τις ατομικές πράξεις της παρατήρησης και ολοκληρώθηκε όταν τα άτομα συμφώνησαν εθελοντικά μεταξύ τους σχετικά με το τι είχαν δει ή τι έπρεπε να πιστεύουν. Αυτή η ελευθερία λόγου έπρεπε να προστατευθεί με ένα συγκεκριμένο είδος πειθαρχίας. Ο ριζικός ατομικισμός-το κάθε άτομο βάζοντας τον εαυτό του ως τον απόλυτο κριτή της γνώσης-θα κατέστρεφε την συμβατική βάση της γνώσης, ενώ η πειθαρχημένη συλλογική κοινωνική δομή του πειραματικού παιχνιδιού γλώσσας θα δημιουργούσε και θα διατηρούσε αυτή την πραγματική βάση. Συνεπώς, οι πειραματιστές ήταν σε επιφυλακή κατά των “δογματικών” και των “τυράννων” στην φιλοσοφία όπως επίσης απέφευγαν τους “κρυπτικούς” οι οποίοι παρήγαγαν τις γνώσεις τους, τις οποίες ισχυρίζονταν σε ένα ιδιωτικό χώρο. Κανείς δεν είχε το δικαίωμα να θέσει τι θα θεωρείται ως γνώση. Η αντικειμενοποίηση της γνώσης προχώρησε μέσω επιδείξεων της κοινής βάσης γένεσης και αξιολόγησης της γνώσης. Η ανθρώπινη πίεση φαινόταν να μην έχει ορατή θέση στο πειραματικό τρόπο ζωής

Ήταν η λειτουργία της φιλολογικής τεχνολογίας που δημιούργησε εκείνο το κοινό τρόπο ζωής που ενώνει και που παραχωρεί τους τύπους και τις πεποιθήσεις των κοινωνικών σχέσεων μέσα σ’ αυτή. Η φιλοσοφική τεχνολογία της δυνητικής μαρτυρίας ενίσχυσε τον εργαστηριακό δημόσιο χώρο, παρέχοντας μια πολύτιμη εμπειρία –μαρτυρία σε όλους τους αναγνώστες του κειμένου. Τα όρια που δημιουργήθηκαν από τις γλωσσικές πρακτικές του Boyle έδρασαν στο να διατηρήσουν την κοινότητα από τον κατακερματισμό και βοήθησαν στο να προστατεύσουν γνωστικά θέματα στα οποία κάποιος μπορούσε να περιμένει καθολική αποδοχή από θέματα τα οποία παρήγαγαν διαχωρισμούς. Ομοίως, οι προσπάθειες του Boyle οι οποίες αφορούσαν τους γνωστούς τρόπους διαφωνίας, χρησίμευσαν στο να εγγυηθούν ότι η κοινωνική αλληλεγγύη η οποία δημιουργούσε αποδοχή σε θέματα γεγονότων και στο να αποκλείσουν αυτές τις παραβάσεις οι οποίες θα δυναμίτιζαν την ηθική ακεραιότητα του πειραματικού τρόπου ζωής.

Προσπάθησα να δείξω αυτές τις γλωσσικές πρακτικές στην δημιουργία και υπό περιορισμό χώρου κατέφυγα στις πηγές της αντιπαράθεσης του 17ου αιώνα. Είναι απαραίτητο να καταλάβουμε δυο πράγματα σχετικά με αυτούς τους τρόπους επέκτασης της επιστημονικής γλώσσας και εξασφάλισης της αποδοχής: το γεγονός ότι είναι ιστορικές δημιουργίες και ότι υπήρχαν εναλλακτικές τεχνικές. Είναι ιδιαίτερα βασικό να το καταλάβουμε αυτό εξαιτίας των προβλημάτων παροχής και αυτοεπιβεβαίωσης που συνοδεύουν την εδραίωση και συμβατικοποίηση αυτών των πρακτικών. Όπως οι τρεις τεχνολογίες λειτουργούν για να δημιουργήσουν την αίσθηση ότι τα γεγονότα δεν είναι κατασκευασμένα, έτσι η εδραιωμένη και συμβατική κατάσταση της επιστημονικής διαφωνίας που ο Boyle βοήθησε να παραχθεί, δημιουργεί την αίσθηση ότι η φωνή των επιστημόνων για την φυσική πραγματικότητα είναι απλά μια αντανάκλαση αυτής της πραγματικότητας. Σ΄ αυτή την περίπτωση και σε άλλες παρόμοιες, ο ιστορικός έχει δυο μεγάλα ζητούμενα: να επιδείξει την ανθρωπογενή φύση της επιστημονικής γνώσης και να υπολογίσει την αίσθηση ότι αυτή η γνώση δεν είναι κατασκευασμένη. Είναι μια από τις συστάσεις της κοινωνιολογίας της προοπτικής της γνώσης ότι οι αναλυτές συχνά προσπαθούν να επιτύχουν αυτά τα δυο ζητούμενα στην ίδια εργασία.

Στο τέλος του 20ου αιώνα, οι επιστημονικές εργασίες είναι σπάνιες και όταν υφίστανται, είναι γραμμένες με το βάθος της περιστασιακής λεπτομέρειας την οποία περιείχαν οι αναφορές του Boyle Γιατί μπορεί να συμβαίνει αυτό; Η απάντηση σ’ αυτή την ερώτηση μας οδηγεί στην μελέτη των γλωσσικών πλευρών της επιστημονικής ιδρυματοποίησης και διαφοροποίησης. Συζητώντας τα χαρακτηριστικά του Denkkollektiv, o Ludwik Fleck παρατήρησε ότι μια ομάδα καλλιεργεί μια συγκεκριμένη αποκλειστικότητα και επισήμως και σε περιεχόμενο.

Μια κοινή σκέψη απομονώνεται επίσημα, αλλά επίσης απόλυτα συνδεδεμένα μαζί, με ένα από νομοθετημένους και συνηθισμένους κανονισμούς, μερικές φορές μια διαφορετική γλώσσα ή τουλάχιστον ειδική τεχνολογία. Το πιο ευνοϊκό σύστημα μιας επιστήμης, η τελική οργάνωση των αρχών της είναι τελείως ακατανόητη για τον αρχάριο(ή για οποιονδήποτε που δεν είναι μέλος, ίσως είχε προσθέσει ο Fleck).

Ο Fleck πρότεινε ότι οι γλωσσικές πεποιθήσεις μιας ομάδας επαγγελματιών δίνουν μια απάντηση στην ερώτηση: “Ποιος μπορεί να μιλήσει;” Η γλώσσα μιας θεσμοθετημένης και ειδικευμένης επιστημονικής ομάδας μετακινείται από την συνηθισμένη γλώσσα και από την επιστημονική γλώσσα που ανήκει σε άλλη κοινότητα, και σαν ένδειξη ή σαν διατύπωση της ομάδας με ειδική και περιορισμένη θέση. Ούτε ο καθένας μπορεί να μιλήσει. Η ικανότητα του λόγου περιλαμβάνει την κυριαρχία ειδικών γλωσσικών ικανοτήτων και η χρήση της συνηθισμένης γλώσσας θεωρείται σαν ένα σημάδι μη ικανότητας και μη ένταξη της ομάδας. Μια τέτοια ομάδα δίνει γλωσσικές ενδείξεις ότι η δημιουργία και επικύρωση της γνώσης δεν απαιτεί την σταθεροποίηση της πίστης, εμπιστοσύνης και συμφωνίας έξω από τα κοινωνικά της όρια. (Ωστόσο, όταν απαιτείται εξωτερική υποστήριξη ή επιχορήγηση, ειδικοί περιστασιακοί τύποι λόγου μπορεί να καταλήξουν να περιλαμβάνουν τις εκλαϊκευμένες ποικίλες γλώσσες).

Αντίθετα η περιστασιακή αναφορά του Boyle ήταν ένα μέσο για την εμπλοκή μιας ευρύτερης κοινωνίας και για να ζητήσει την συμμετοχή της στην δημιουργία πραγματικής πειραματικής γνώσης. Η περιστασιακή του γλώσσα ήταν ένας τρόπος να φέρει τους αναγνώστες στο πειραματικό προσκήνιο και πράγματι να κάνει τον αναγνώστη ηθοποιό σ’ αυτή την σκηνή. Στον αναγνώστη έπρεπε να θίξουν όχι μόνο τα προϊόντα των πειραμάτων, αλλά τον τρόπο κατασκευής και τις ενδεχόμενες περιπτώσεις που επηρεάζουν την παρουσίαση τους σαν να ήταν παρόντα. Ο Boyle στόχευε να το πετύχει αυτό, όχι εφευρίσκοντας μια τελείως καινούρια γλώσσα (παρά τ’ ότι ήταν νέα στην φυσική φιλοσοφική κοινότητα του χρόνου ), αλλά ενσωματώνοντας τις πλευρές του κοινού λόγου και βρίσκοντας τρόπους επικύρωσης των γνωστικών ισχυρισμών. Η γλώσσα της πειραματικής επιστήμης στην εποχή της ήταν στην ουσία μια κοινή γλώσσα. Και η χρήση αυτής της κοινής γλώσσας ήταν, στην δουλειά του Boyle, βασική για την δημιουργία και της γνώσης και της κοινωνικής αλληλεγγύης της πειραματικής κοινότητας. Η εμπιστοσύνη και η συναίνεση έπρεπε να κερδιθούν από ένα κοινό το οποίο ουσιαστικά αρνιόταν την εμπιστοσύνη και την συναίνεση.

(ΣΧΟΛΙΑ 4)

Ο διάλογος, η ανταλλαγή απόψεων ακόμα και για ένα απλό γεγονός είναι κάτι δύσκολο, πόσο μάλλον όταν αυτό είναι το ζητούμενο για τον επιστημονικό χώρο όπου η αμοιβαία ενημέρωση αλλά και κριτική είναι προαπαιτούμενα για την προαγωγή της επιστήμης.

Με το σύστημα του Boyle προσπαθούμε να στοχεύσουμε και να περιχαρακώσουμε, αφού ρυθμίσουμε την διαφωνία, διαχωρίσουμε τα γεγονότα σε αμφισβητήσιμα και μη και πετύχουμε την καθολική αποδοχή από την πειραματική κοινότητα. Το σοβαρότερο ζήτημα ήταν ο τρόπος διεξαγωγής των συζητήσεων, διότι οι διαφωνίες και οι αντιρρήσεις είναι κάτι αναμενόμενο στην πειραματική φιλοσοφία. Ήδη από το 1657 ο Boyle διατύπωνε την άποψη ότι οι αντιπαραθέσεις πρέπει να αναφέρονται στο χώρο των ιδεών να είναι κόσμιες, να σέβονται την προσωπικότητα και τις απόψεις, να μην είναι σε προσωπικό επίπεδο! Αυτόματα και συνειρμικά φέρνουμε στις σκέψεις μας τις “μάχες” που διεξάγονται σήμερα στα παράθυρα των τηλεοπτικών σταθμών, τις αήθεις επιθέσεις κάθε μορφής, τους διάφορους συνομιλητές που νομίζουν ότι συνομιλούν ενώ στην ουσία μιλούν χωρίς να ακούν τον αντίλογο, διαστρεβλώνουν τα λεγόμενα, καταλήγουν σε ανάρμοστες προσωπικές επιθέσεις.

Συμπερασματικά τα λανθασμένα πορίσματα είναι προτιμότερο να αποδίδονται σε ελαττωματική λειτουργία της ύλης και όχι σε ανθρώπινο παράγοντα.

Η παραγωγή της γνώσης οφείλεται σε πειθαρχημένη συλλογική προσπάθεια και όχι σε μεμονωμένες ατομικές πράξεις.

Οι γλωσσικές πρακτικές πρέπει να συγκρίνουν στην καθολική αποδοχή και ανάπτυξη της αλληλεγγύης της επιστημονικής κοινότητας και όχι στη δημιουργία αντιπαραθέσεων.

Βιβλιογραφία

R.Boyle, “New Experiments Physico-Mechanical, touching the Spring and Weight of the Air…,” in Boyle, Works, ed. T.Birch, 6 Vols. (London, 1972), Vol. I, pp. 1-117. (Όλες οι μεταγενέστερες αναφορές στο γράψιμο του Boyle είνα σ’ αθτή την έκδοση και παραπέμπονται ως RBW.

I.Hacking, The Emergency of Probability: A Philosophical Study of Early Ideas about Probability, Induction and Statistical Inference (Cambridge: Cambridge University Press, 1975), esp. Chapters 3-5; B.J.Shapiro, Probability and Certainty in Seventeenth-Century England: A Study of the Relationships between Natural Science, Religion, History, Law and Literature (Princeton, NJ: Princeton University Press, 1983), esp. Chapter 2.

Αυτό εμφανίζεται ειδικά σε ιστορικές συμπεριφορές (ή εκτούτου ελλείψεις) των κριτικών του 17ου αιώνα, επεξεργαζόμενο απο φιλοσόφους που αρνούνταν και το κεντρικό ρόλο της πειραματικής διαδικασίας και το θεσμικό καθεστός των γεγονότων.

Χρησιμοποιώντας την τεχνολογία για να αναφερθούμε στις κοινωνικές και φιλοσοφικές. Θα ήθελα να τονίσω ότι όλα είναι γνωστικά-παραγόμενα εργαλεία.

Boyle, “Two Essays, Concerning the Unsuccess-fulness of Experiments,” in RBW, Vol. I, pp. 318-53, at p. 343 (orig. publ. 1661); Boyle, “Sceptical Chymist,” [in RBW, Vol. I, pp. 458-586, at] 486…

Boyle, “Some Considerations about the Reconcileableness of Reason and Religion,” in RBW, Vol. IV, pp. 151-91, at p. 182 (orig. publ. 1675);…

T.Sprat, History of the Royal Society (London, 1667(, 100.

Boyle, “New Experiments,” op. Cit. Note 1, 1: Boyle, “The History of Fluidity and Firmness,” in RBW, Vol;. Ipp. 337-442, at p. 410 (orig. publ. 1661);…

R.Hooke, Philosophical Experiments and Observations (London, 1726), pp. 27-28

Sprat, op. Cit. Note 7, pp. 98-99; see also Shapiro, op. Cit. Note 2, pp. 21-22.

Boyle, “New Experiments” op. Cit. Note 1, pp. 33-34; Boyle, “A Discovery of the Admirable Rarefaction of Air…,” in RBW, Vol. III, pp. 496-500, at p. 498 (orig. publ. 1671); Boyle, “Sceptical Chymist,” op. cit. Note 5, p. 460

Boyle, “The Christian Virtuoso,” in RBW, Vol. V, pp. 508-40, at p. 529 (orig. publ. 1690); see also Shapiro, op. cit. Note 2, Chapter 5 (ep. 179)…

M.Boas [Hall], Robert Boyle and Seventeenth-Century Chemistry (Cambridge: Cambridge University Press 1958), pp. 40-41; Boyle, “New Experiments,” op. cit. Note 1, 2; Boyle, “The Experimental History of Colorours,” in RBW, Vol. I, pp. 662-778, at p. 633 (orig. publ. 1663). Cf. p. 664, όπου συγκεκριμένα “εύκολα και δημιουργικά πειράματα, που απαιτούσαν όμως λίγο χρόνο, ή χρεώσεις, ή προβλήματα στη δημιουργία, συστάθηκαν να δοκιμαστούν από κυρίες. Ο Richerd Jones ήταν ο “Pyrophilus” στον οποίο άλλες προσπάθειες απευθύνθηκαν.

Boyle “A Continuation of New Experiments Physico-Mechanical, touching the Spring and Weight of the Air,” in RBW, Vol III, pp. 175-276, at p. 176.

Boyle, “A Continuation of New Experiments Physico-Mechanical… The Second Part,” in RBW, Vol. IV, pp.505-93, at p. 505, 507 (orig. publ. 1680).

Boyle, “ Continuation of New Experiments” op. cit. Note 14, p. 178.

Boyle, “New Experiments,” op. cit. Note 1, 1-2 (emphases added).

Boyle, [“A Proemial Essay…with Some Considerations Touching Experimental Essay in General” in RBW, Vol 1, pp.299-318, (orig. publ. 1661)] pp. 305-06; cf. Boyle, “New Experiments,” op. cit. Note 1, 1: R.S.Westfall, “Unpublished Boyle Papers relating to Scientific Method,” Annals of Science, Vol. 12 (1956), pp. 63-73, pp. 103-17

Boyle, “New Experiments,” op. cit. Note 1, p. 26. Για παράδειγμα ο Boyle αναφερόμενος σε πειραματική αποτυχία, βλέπε ibid., pp. 69-70.

Boyle, “Proemial Essay,” op. cit. Note 18, pp. 300-01, p. 307; cf. “Sceptical Chymist,” op. cit. Note 5, pp. 469-70, p. 486, p.584. Πολλές από τις λιγότερο σεμνές προσωπικότητες του 17ου αιώνα, η Αγγλική επιστήμη ήταν ξεχωριστή η οποία έχασε ρτην ευγενική δημιουργία που μονότονα αύξησε την αξιοπιστία της μαρτυρίας, πχ.., Hobbes, Hooke, Wallis and Newton.

Boyle, “Proemial Essay,” op. Cit. Note 18, p. 318, p.304.

Boyle, “Proemial Essay,” op. Cit. Note 18, p. 307 (emphases in original).

Boyle, “An Hydrostatical Discourse, Occansioned by the Objections of the Learned Dr. Henry Morse, “in RBW, Vol. 3, pp. 569-628 (orig. publ. Note 1672)

Boyle, “New Experiments,” op. Cit. Note 1, 2

Boyle, “New Experiments,” op. Cit. Note 18, p. 313, p. 317.

Boyle, “Some Specimens of an Attempt to Make Chymical Experiments Useful to Illustrate the Notions of the Corpuscular Philosophy. The Preface, “ in RBW, Vol. I, pp. 354-59, at p.355 (orig.publ. 1661); Boyle , “Proemial Essay,” op. Cit note 18, p. 302. Πάνω στα διεφθαρμένα αποτελέσματα “των προκατειλημένων υποθέσεων ή εικασιών” βλέπε Boyle, “New Experiments,” op. Cit. Note 1, p. 47;…

Αυτό δεν θεωρείται ως ένας εξαντλητικός κατάλογος των αναγκαίων μέτρων για θεσμοποίηση. Προφανώς απαιτείτω προστασία και οι ασφάλειες έπρεπε να ξεχαστούν με υπαρκτές δυναμικές θεσπίσεις.

Boyle, “Sceptical Chymist,” op. Cit. Note 5, esp. p. 468, p. 513, p. 550, p. 584.

Boyle, “Proemial Essay,” op. Cit. Note 18, p. 303.

Boyle, “Proemial Essay,” op. Cit. Note 18, p. 312.

B.Latour and S.Woolgar, Laboratory Life: The Social Construction of Scientific Facts (Beverly Hills, Calif.: Sage, 1979), Chapter 2 [reprinted in Part I, p. 48]…

Boyle to R. Moray, July 1662, in [Christiaan Huygens, Oeuvres completes, 22 Vols. (The Hague: M.Nijhoff, 188-1950)], Vol. IV, pp.217-20; cf. Boyle, [“A Defence of the Doctrine touching the Spring and Weight of the Air…against the Objections of Franciscus Linus,” in RBW, Vol. I, pp. 188-185]; pp. 152-53.

L.Fleck, Genesis and Development of a Scientific Fact, trans. F.Bradley and T.J.Trenn, eds Trenn and Chicago Press, 1979), p. 103, p. 105 (orig. publ. In German, 1935).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου