Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

ΕΞΟΥΣΙΑ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ



ΕΞΟΥΣΙΑ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ: ΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ
ΚΑΝΕΙΣ ΑΛΛΕΡΓΙΚΟΣ ΣΤΟ ΚΡΕΜΜΥΔΙ


Susan Lee Star

Περίληψη

Κατά μία άποψη πρόσφατες μελέτες στην κοινωνιολογία και στην τεχνολογία διαπραγματεύονται το θέμα της ετερογένειας: Πως διαφορετικά στοιχεία και διαφορετικές προοπτικές (απόψεις) συνδέονται στη δημιουργία κοινωνικό-τεχνικών δικτύων. Την ίδια στιγμή υπάρχει ενδιαφέρον για την κατανόηση της φύσης της σταθεροποίησης μίας ευρείας κλίμακας δικτύων συμπεριλαμβανομένου και μεθόδων τυποποίησης. Αυτή η εργασία εξετάζει το μοντέλο της ετερογένειας που παρουσιάζεται προς τα έξω (που γίνεται φανερό) από το δίκτυο του μοντέλου του Latour Callon, ιδιαίτερα ως ένα διευθυντικό ή επιχειρηματικό μοντέλο των δρόντων δικτύων. Εξερευνεί εναλλακτικά μοντέλα ετερογένειας και πολυφωνίας συμπεριλαμβανομένου και πολυσχιδείς προσωπικότητες από την άποψη της βίας και πολλά μέλη / περιθωριακά, όπως για παράδειγμα από την πείρα έγχρωμων γυναικών. Εναλλακτικές εξηγήσεις φαίνονται σε φεμινιστική θεωρεία και συμβολική αλληλεπίδραση. Η θεωρία των πολλών μελών είναι ανεπτυγμένη και εξετάζει την αλληλεπίδραση μεταξύ τυποποιημένων τεχνολογιών και ανθρώπινων όντων, όπως μέλη πολλών κοινωνιών, όπως επίσης άνθρωποι υπό επιτήρηση μηχανών.

Εισαγωγή

Σήμερα διάβαζα σχετικά με τη Marie Curie:
Πρέπει να ήξερε ότι θα υπέφερε από ασθένεια λόγω της ραδιενέργειας

το σώμα της βομβαρδιζόταν για χρόνια από το στοιχείο

που είχε απομονώσει

Φαίνεται ότι αρνιόταν στο τέλος την πηγή απ’ όπου προερχόταν ο καταρράκτης

στα μάτια της.

Μία διάσημη γυναίκα πέθανε αρνούμενη

τις πληγές της

αρνούμενη

τις πληγές της που προερχόντουσαν από την ίδια πηγή απ’ όπου

προερχόταν και η δύναμη της.

Μαντεύοντας λεω ότι στο πανεπιστήμιο και στην επιστήμη το σύνορο μεταξύ αυτών που βρίσκονται μέσα και μεταξύ αυτών έξω για μένα είναι επιτρεπτό. Με όλο το σεβασμό, δεν ανήκω ούτε στη μία, ούτε στην άλλη κατηγορία. Σχεδόν πάντα είμαι και τα δύο και μπορώ να χρησιμοποιήσω και τα δύο για να αναπτύξω υλικά, διανοητικά και πολιτικά προσόντα, για να φτιάχνω εσωτερικούς χώρους όπου θα μπορώ να ζω, αγαπώ, δουλεύω και να είμαι υπεύθυνος όπως εγώ ξέρω να είμαι. Έτσι, για άλλη μία φορά είμαι μεταξύ αυτών που είναι εκτός και αυτών που είναι εντός και στις δυνάμεις που μπορούμε να κερδίσουμε από την ταυτόχρονη συνύπαρξη τους και αυτό με εκπλήσσει και με ενδιαφέρει πολύ. (Hubbard, in Hubbard and Randall 1988:127)

Δεν είναι παράξενο το μεγάλο πρόβλημα που είναι η μη δόμηση -δημιουργία- δεν είχε ανοιχτή φόρμα και έχει ηθική απαίτηση από εμάς που είναι τόσο υψηλή όσο και σε κάποιους άλλους (πόλεμος ,βασανιστήρια) είναι χαμηλά, ενώ η πράξη της δημιουργίας δεν είναι π.χ. ήταν απασχολημένοι με δικαιοσύνη ενώ τα άλλα γεγονότα ήταν απασχολημένα με την αδικία (διανοητικός,, προφορικός ή υλικός τρόπος για να φτιαχτεί ο κόσμος), κεντρικά συνεπάγεται με την εξάλειψη του πόνου ενώ η καταστροφή του κόσμου συνεπάγεται με την επιβολή πόνου; (Scarry 1985:22)



Αυτή είναι μία διατριβή σχετικά με τη δύναμη.
Συγκρίνετε τις τρεις ακόλουθες εικόνες πολλαπλών εαυτών και πολυσχιδών προσωπικοτήτων.

Ένας διευθυντής μίας μεγάλης εταιρίας παρουσιάζει διαφορετικά πρόσωπα. Ο διευθυντής είναι ένας μεσήλικας άνθρωπος, με προσωπικότητα, μορφωμένος και επιτυχημένος. Αν περιοδεύσουμε στη κατασκευασμένη διαίρεση του εργοστασίου, φορά σκληρό καπέλο, προχωρά στο πάτημα μιλώντας την διάλεκτο των ανθρώπων που δουλεύουν εκεί. Σε ένα συμβούλιο χρησιμοποιεί μεταφορές, στατιστικές μεθόδους και σχέδια οραματίζονται για το μέλλον της εταιρίας. Τα Σαββατοκύριακα γυρίζει τα μανίκια του και ‘ξεφλουδίζει’ παλιά έπιπλα, παίζει αγαπημένα με τα παιδιά του που δεν τα έχει δει όλη την εβδομάδα.
Μία προσωπικότητα διχάζεται κάτω από βάσανα. Η έφηβος κοπέλα κάθεται στον καναπέ του θεραπευτή της, είναι ντυμένη σαν πόρνη και συμπεριφέρεται ντροπαλά. Την περασμένη εβδομάδα φόρεσε τα ρούχα μίας αξιοπρεπής, αρκετά μελαγχολικής γραμματέας και έδωσε και στον εαυτό της διαφορετικό όνομα. Η διάγνωση της είναι πολλαπλή ανωμαλία προσωπικότητας. Οι περισσότερες προτάσεις σαν και αυτή – πιστεύεται - η ανωμαλία, οφείλεται σε σοβαρή κατάχρηση, σεξουαλικά και φυσικά βασανιστήρια.
Μία Τσικάνα λεσβία ‘ξεγράφει’ τον λευκό πατέρα της. Τα λόγια είναι οδυνηρά, αμφιταλαντευόμενα, αφού έχουν γραφεί για ένα ακροατήριο που βρίσκει την ταυτότητα του σε σκούρους ανθρώπους, λεσβίες ή φεμινίστριες. Όπως σε όλες τις πολιτικές κινήσεις, είναι ευκολότερο να ζητάς αγνότητα παρά μη αγνότητα. H Cher’rie Moraga (1983) απορρίπτει την προδοσία που παράδοξα οδηγεί στην ολοκλήρωση της προσωπικότητας, La Chingara, η Μεξικανή ινδιάνα γυναίκα που κοιμάται με λευκό άνδρα, προδίδει τους ανθρώπους της, περιποιείται (μητρικά) τους ανθρώπους της. Ποιος είναι εάν είναι ο πραγματικά αληθινός εαυτός της;
Το ισχυρό γνωμικό του Bruno Latour, “η επιστήμη είναι πολιτική με άλλους τρόπους”, επινοήθηκε από τα συμφραζόμενα της ομιλίας του για την αυτοκρατορία του Pasteur και από τις αληθινά δημιουργικές επιχειρήσεις έχει γίνει το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας του στη νέα κοινωνιολογία της επιστήμης, στον ένα τύπο ή στον άλλο (1987). Η κεντρική εικόνα του Pasteur είναι αυτή του διευθυντή με τα πολλά πρόσωπα: για του γεωργούς, φέρνει θεραπευτικά μέσα για τους στατιστικολόγους, ένα τρόπο για να υπολογίζουν τα δεδομένα , για τους εργάτες της δημόσιας υγείας, μία θεωρία ασθενειών και μολύνσεων που τους συνδέει με την ιατρική έρευνα. Είναι μέση μιας σειράς μεταφράσεων που ο Pasteur μπορεί να συνδέει πολύ ετερογενή ενδιαφέροντα σε μία μίνι αυτοκρατορία, έτσι, όπως και στα λόγια του Latour “σηκώνουν τον κόσμο” (1983).
Η πολλαπλότητα των εαυτών τους ποίους ο Pasteur μπορεί και συνδέει είναι μία άσκηση δύναμης και μεγάλης σπουδαιότητας. Από τη δουλειά του Latour και από το ότι εξερευνά σχετιζόμενα θέματα, μπορούμε επίσης να καταλάβουμε ότι η εγγραφή δεν περιέχει απλά ‘στρατιές’ ανθρώπων, αλλά επίσης φύση και τεχνολογίες. Εξηγήσεις και εξερευνήσεις ενδιαφέροντος εκτείνονται στο μη ανθρώπινο κόσμο των μικροβίων, των αγελάδων και των μηχανών. Ένα νέο σύνορο της κοινωνιολογικής εξήγησης εντοπίζεται μέσα στους συνδέσμους μεταξύ των παραδοσιακών ενδιαφερόντων και πολιτικών και αυτών που συνήθως αγνοούνται από τέτοιες αναλύσεις, της φύσης και της τεχνικής.

Η πολλαπλότητα των ταυτοτήτων ή των εαυτών του Pasteur είναι κρίσιμη για το είδος της δύναμης του δικτύου στο οποίο είναι κεντρικό τμήμα. Ακόμη, αυτό είναι ένα είδος πολλαπλότητας και ένα είδος δύναμης και ένα είδος δικτύου. Η δύναμη του, όπως ο Latour, o Callon και άλλοι έχουν γράψει σχετικά με αυτό το είδος της δύναμης στηρίζεται στα δίκτυα αυτά καθαυτά και πιστοποιεί επί των διαδικασιών της παραχώρησης και της πειθαρχίας. Αυτό μπορεί να είναι παραχώρηση για τις μηχανές, ή για άλλους συμμάχους, συχνά άνθρωποι από συμμαχικούς κόσμους που προσχωρούν σε δυνάμεις με τον ηθοποιό και αποδίδουν τους καρπούς των πράξεων πίσω σ’ αυτόν, σ’ αυτή ή σ’ αυτούς. Και η πειθαρχία σημαίνει πειθώ ή εξαναγκασμό αυτών των παραχωρήσεων να συμμορφωθούν προς τα πρότυπα της πράξης και της αντιπροσώπευσης. Αυτό έχει σημαντικές πολιτικές επιπτώσεις, όπως ο Fujimura έχει γράψει:

“Ενώ ο Callon και ο Latour μπορεί να είναι φιλοσοφικά σωστοί όσον αφορά τη δομημένη φύση της επιστημό-κοινωνικής διχοτόμησης (που αντιπροσωπεύει όχι ανθρώπους εναντίον αυτού που αντιπροσωπεύεται), οι συνέπειες αυτής της δόμησης είναι σημαντικές…Θέλω να εξετάσω τις ασκήσεις, δραστηριότητες, ενδιαφέροντα και τροχιές όλων των διαφορετικών μετεχόντων – συμπεριλαμβανομένων και των μη ανθρώπων – σε επιστημονική δουλειά. Σε αντιπαράθεση με τον Latour, είμαι κοινωνιολογικά ενδιαφερόμενος για την κατανόηση γιατί και πως μερικές ανθρώπινες απόψεις νικούν έναντι άλλων στη δόμηση τεχνολογικών και αληθειών, γιατί και πως μερικοί δραστήριοι άνθρωποι συμφωνούν με τη θέληση άλλων δραστήριων ανθρώπων, και γιατί και πως κάποιοι δραστήριοι άνθρωποι επιμένουν να είναι εγγεγραμμένοι… Θέλω να πάρω πλευρές, να πάρω στάσεις.(1991α:17 του MS)


Τα άλλα δύο είδη της πολλαπλότητας που ανέφερα παραπάνω – πολλαπλή προσωπικότητα και περιθωριακότητα – είναι το σημείο αναχώρησης για φεμινιστικές και αλληλοεξαρτώμενες αναλύσεις της δύναμης και της τεχνολογίας. Γινόμαστε πολλαπλοί για πολλούς λόγους. Αυτοί συμπεριλαμβάνουν τις πολλαπλές προσωπικότητες που εμφανίζονται ως απάντηση σε ακραία βία και βασανιστήρια και εκτείνονται ως την πολλαπλότητα της συμμετοχής σε πολλούς κοινωνικούς κόσμους – η εμπειρία του να είσαι περιθωριακός. Από εμπειρία και όχι από σχέση μερικοί από εμάς ξεκινούν όχι με τον Pasteur, αλλά με το τέρας, το απόβλητο. Η πολλαπλότητα μας δεν είναι η πολλαπλή προσωπικότητα του διευθυντή, αλλά αυτή του κακοποιημένου παιδιού, του μιγά. Εμείς είμαστε αυτοί που έχουμε κάνει την αθέατη δουλειά της δημιουργίας μίας ενότητας πράξης απ’ την άποψη πολλαπλών εαυτών, και την ίδια στιγμή, την αθέατη δουλειά δανεισμού ενότητας στο πρόσωπο του βασανιστή ή του διευθυντή. Εμείς συνήθως είμαστε οι εξουσιοδοτημένοι, οι πειθαρχημένοι. Οι εαυτοί μας είναι έτσι σε δύο έννοιες τερατωδών εαυτών, ανθρώπων υπό επιτήρηση μηχανής, ακάθαρτοι, πρώτα με την έννοια της ένωσης πολυσχιδών προσωπικοτήτων και δεύτερα με την έννοια του να είσαι αυτό που δεν αντιπροσωπεύεται στις συναντήσεις με την τεχνολογία. Αυτή η εμπειρία είναι σχετικά με την πολυφωνία ή με την ετερογένεια και όχι μόνο μ’ αυτά. Είμαστε ετερογενείς , πολυσχιδείς – και επειδή ζούμε σε πολλαπλούς κόσμους χωρίς εξουσιοδότηση, έχουμε εμπειρία ενός εαυτού που ενοποιείται μόνο διαμέσου της δράσης, της δουλειάς και της προχειροδουλειάς της συλλογικής βιογραφίας (δες Fujimura 1991α και Strauss 1969 για συζητήσεις όσον αφορά αυτό το τελευταίο σημείο).
Κερδίσαμε πρόσβαση σ’ αυτούς τους εαυτούς με διάφορους τρόπους:

Αρνούμενοι αυτές τις εικόνες του διευθυντή στο δίκτυο που εμποδίζουν τη δουλειά που είναι εξουσιοδοτημένη. Αυτό είναι στην περίπτωση του Pasteur ή οποιαδήποτε άλλου διευθυντή, πολλή από αυτή τη δουλειά αποδίδεται στην κεντρική μορφή εικόνα, εξαλείφοντας τη δουλειά των γραμματέων, των συζύγων, των τεχνικών εργαστηρίων και όλων των μορφών συνεργατών. Όταν αυτή η ‘αόρατη’ δουλειά (Star 1991, Shapin 1989, Daniels 1988) ανακτάται, ένα πολύ διαφορετικό δίκτυο ανακαλύπτεται επίσης.
Αρνούμενοι την απόρριψη ενός από τους εαυτούς μας κατά οποιαδήποτε οντολογική έννοια – αρνούμενοι να ‘περνάμε’ ή και να γινόμαστε καθαροί.
Γνωρίζοντας την προτεραιότητα των πολλαπλών μελών σε πολλούς κόσμους αμέσως για κάθε ηθοποιό σε ένα δίκτυο. Αυτή η πολλαπλή περιθωριακότητα είναι μία πηγή όχι μόνο για ακαθαρσίες και τερατογενή πράγματα, αλλά και μία δύναμη που απαιτεί βία και περικλείει ετερογένεια. Αυτό είναι από μόνο του μία συλλογική αντοχή, βασιζόμενοι στην προϋπόθεση ότι το άτομο είναι πολιτικό.
Όλοι αυτοί οι τρόποι για να κερδίσουμε πρόσβαση συνεπάγονται περισσότερο ακοή παρά ομιλία. Αυτό συχνά σημαίνει άρνηση της μετάφρασης παραμένοντας άβολα αλλά ικανοποιημένοι με αυτό το οποίο είναι άγριο σε εμάς.



Το υπόβαθρο των επιστημονικών μελετών

Ένας αριθμός πρόσφατων συζητήσεων στη κοινωνιολογία της τεχνολογίας, αφορά τη φύση των σχέσεων μεταξύ ανθρώπων και μηχανών, όντων και μη-όντων. Μερικοί εστιάζουν στο χώρισμα μεταξύ αυτών: πού θα έπρεπε να τοποθετηθούν; Για παράδειγμα, υπάρχει μια άγρια διαμάχη μεταξύ αρκετών Άγγλων και Γάλλων κοινωνιολόγων της επιστήμης ακριβώς πάνω σ’ αυτή την ερώτηση. Οι Βρετανοί κοινωνιολόγοι θέτουν το επιχείρημα ότι υπάρχει και θα έπρεπε να υπάρχει, μία ηθική διάκριση μεταξύ ανθρώπων και μηχανών, ενώ όποια προσπάθεια ανατροπής του διαχωρισμού αυτού είναι απάνθρωπη. Μας γυρίζουν σ’ ένα πρωταρχικό ρεαλισμό του ατόμου, που είχαμε πριν τις επιστημονικές μελέτες. Απ’ την άλλη πλευρά οι Γάλλοι, εναντιώνονται κατά των ‘μεγάλων διαχωρισμών’ και αναζητούν μια λύση ικανή (χωρίς κρίση) ισοπέδωσης των διαφορών μεταξύ ανθρώπων και μηχανών, με σκοπό να καταλάβουν τον τρόπο με τον οποίο θα επιτευχθεί η συμβίωση στη δουλειά. Αυτό συχνά οδηγεί στο σπάσιμο συμβατικών ορίων. Ένα τρίτο ρεύμα, το οποίο αόριστα παραθέτω ως ‘Αμερικανός φεμινιστής’ επιχειρηματολογεί ότι άνθρωποι και μηχανές συνεκτεινόμενα, αλλά είναι μέσα σ’ ένα πυκνά διαστρωματωμένο χώρο, όπου οι φωνές αυτών που υποφέρουν από τις κακοποιήσεις τησ τεχνολογικής εξουσίας είναι μεταξύ των πιο ισχυρών αναλυτικά. Ένα τέταρτο ρεύμα, Ευρωπαϊκή και Αμερικάνικη φαινομενολογία ή εθνομεθοδολογία, παραθέτει ότι η τεχνολογία είναι μια ευκαιρία για να καταλάβεις τον τρόπο, καταλαβαίνοντας αυτό καθεαυτό -κοινωνική τάξη, έννοια, φόρμουλες- που είναι ιδρυμένη και επανασχηματισμένη δυναμικά και αυτή η αντανακλαστική ανάλυση της τεχνολογίας είναι επομένως κυρίαρχη.

Στα μέσα αυτών των συζητήσεων βρίσκω τον εαυτό μου να αναρωτιέται “τι είναι τεχνολογία ;” ή μερικές φορές “τι είναι ανθρώπινο όν ;”. Σαν αποτέλεσμα των συζητήσεων που αναφέρονται παραπάνω, περπατάμε σ’ ένα ενδιαφέρον τοπίο αυτές τις μέρες στην επιστήμη και στις τεχνολογικές έρευνες. Υπάρχουν cyborgs, σχεδόν ‘ζωντανές’ πόρτες, ποδήλατα και υπολογιστές, ‘συζητήσεις’ με ζώα και αντικείμενα, λόγοι που ακούγονται ήσυχοι, οικολογικοί και ‘πράσινοι’, εάν όχι φανερά παγανιστικοί, γύρω από την συνέχεια της ζωής και της γνώσης: λόγοι που ανοίγουν ‘πόρτες’ σε θέματα όπως υποκειμενικότητα, αντανακλαστικότητα, πολυφωνία και μη ορθολογικούς τρόπους γνώσης. Στο πεδίο της πολιτικής τα πράγματα είναι μόλις και μετά βίας λιγότερο ζωντανά. Απ’ τη μία πλευρά, οι κριτικοί της τεχνολογίας (Kling, Dreyfus) καλούνται γραφικοί και δέχονται φαρμακερές επιθέσεις απ’ αυτούς που αναπτύσσουν την τεχνολογία στο υψηλότερο επίπεδο επιστήμης. Απ’ την άλλη πλευρά, ουτοπιστές συνηγορούν των νέων συστημάτων οραματισμού παγκόσμιας ειρήνης διαμέσου πληροφοριακής τεχνολογίας, γενετικών χαρτών, εξομοιωτές κυβερνοχώρων. Μία Τρίτη πλευρά, επικαλείται οράματα τεχνικό-οικολογικών καταστροφών, ατυχήματα εκτός ελέγχου, ένα κόσμο στον οποίο αυξάνεται συνεχώς η αποξένωση στην εργασία, όπου οι υπολογιστές είναι υπηρέτες μίας διευθυντικής τάξης. Την ίδια στιγμή, άνθρωποι από όλες τις πλευρές που εμπλέκονται στη διαμάχη, κηλιδώνουν είδη (φαντασία και επιστήμη, για παράδειγμα), πειθαρχίες ή κοινά όρια.

Οι κοινωνιολόγοι των επιστημών, έχουν βοηθήσει στη διαμόρφωση αυτού του τοπίου διαμέσου μιας αιρετικής πρόκλησης στα μεγαλύτερα πρόσωπα των καιρών μας που είναι απρόσβλητα στην κριτική: η αληθινότητα της επιστήμης όπως μας δόθηκε απ’ τη φύση, η αναπόφευκτη κατάσταση των επιστημονικών ανακαλύψεων, οι μονολιθικές τους φωνές. Ακόμα και σε σκληρές κριτικές της επιστήμης για τη πόλωση γένους, έθνους ή μιλιταρισμού, οι κριτικοί της επιστήμης δεν έχουν προηγουμένως αποτολμήσει να εισχωρήσουν σ’ αυτή την περιοχή. Αν και συχνά δύναται, να έχει γίνει ένα πρώιμο μήνυμα από επιστημονική επίκριση αν η επιστήμη έβαινε ορθώς δεν θα ήταν πολωμένη. Το μήνυμα από την κοινωνιολογία της επιστήμης έχει συνεπώς γίνει: Το ‘βαίνω ομαλώς’ είναι αμφισβητήσιμη περιοχή. Υπάρχει μερίδα ανθρώπων που αναρωτιόνται εάν δεν υπήρχε επιστήμη καθόλου, θα αποτελούσε ορθή πράξη, ή εάν ολόκληρη η επιχείρηση δεν είναι αναγκαία ραγισμένη, αλλά αυτοί οι άνθρωποι είναι σχετικά σπάνιοι. Ο Restivo (1988) και ο Merchant (1980) είναι ανάμεσα αυτών.

Υπάρχει αρκετή διαφωνία στις επιστημονικές μελέτες γύρω από τη φύση της πολιτικής διαμέσου άλλων μέσων στην επιστήμη, περιγραφικά και εντεταλμένα μαζί. Αναγνωρίζουμε ότι να μιλάμε για μοντέρνα ινστιτούτα επιστήμης και τεχνολογίας, μιλάμε για ηθική και πολιτική σειρά (δες Clarke 1990a). Έχουμε όμως μία βασική ανάλυση αυτής της σειράς; Ή είναι απλά καινούριοι ενδιαφέροντες στόχοι για κοινωνιολογική μελέτη;

Επειδή λίγοι από εμάς ενδιαφέρονται στη μερική πρόσθεση μίας μεταβλητής σε μία υπάρχουσα ανάλυση, οι περισσότεροι κοινωνιολόγοι της επιστήμης θα κρατούσαν εκεί ότι υπάρχει κάτι μοναδικό γύρω από την επιστήμη και την τεχνολογία (αλλά δες Woolgar 1991 για μία κριτική πρόσφατη “Γύρισμα στη Τεχνολογία” στις επιστημονικές μελέτες). Αυτοί περιέχουν τις εξής ιδέες:

Η επιστήμη είναι η πιο πολιτογραφημένη απ’ τα φαινόμενα, βοηθώντας ‘φόρμες’ των πιο βαθιών μας υποθέσεων γύρω από τα θεωρημένα ως δεδομένα.
Η τεχνολογία παγώνει εγγραφές, γνώση, πληροφορία, συμμαχίες και δράσεις μέσα σε μαύρα κουτιά που όλα αυτά γίνονται αόρατα, μεταφέρσιμα και παντοδύναμα σε έως τώρα άγνωστους δρόμους ως μέρη κοινωνικο-τεχνικών δικτύων.
Οι περισσότερες από τις προηγούμενες κοινωνικές επιστήμες είχαν επικεντρώσει αποκλειστικά πάνω σε ανθρώπους, και γι’ αυτό αγνοούσαν την δυναμικά παρουσία πράξεων ικανών για λύση αλλά χωρίς κρίση, αξιών των τεχνολογιών στην επίλυση προβλημάτων και ηθικής τάξης.
Η επιστήμη ως ιδεολογία νομιμοποιεί πολλές άλλες δραστηριότητες σε μία μετα-αίσθηση, και γι’ αυτό γίνεται ένα σύμπλεγμα, εμπεδωμένης εξουσίας για εκλογίκευση, διάκριση κατά των γυναικών, ρατσισμό, οικονομική ανταγωνιστικότητα, ταξινόμηση και ποσοτικοποίηση.
Η τεχνολογία είναι ένα είδος μίας κοινωνικής κόλας, μία αποθήκη για μνήμη, επικοινωνία, περιγραφές, δραστηριότητες, και γι’ αυτό το λόγο έχει μία ξεχωριστή θέση στο δίκτυο των δράσεων που αποτελούν την κοινωνική τάξη. Υπάρχει επιπλέον επίμονη αίσθηση στις επιστημονικές μελέτες ότι η τεχνολογία ειδικά είναι άγνωστο έδαφος για τις κοινωνιολογικές επιστήμες ίσως λόγω του μύθου των ‘δύο κουλτουρών’ αυτών που δουλεύουν με μηχανές εναντίον σ’ αυτούς που μελετούν ή δουλεύουν με ανθρώπους.
Εξουσία σε τρέχοντα προβλήματα της κοινωνιολογίας της τεχνολογίας

Αυτή η αίσθηση, μίας καινούριας περιοχής και ενός μοναδικού συνόλου προβλημάτων έχουν υποκινήσει έναν αριθμό ιστορικών αναδομήσεων, όπου η συμμετοχή των επιστημόνων και των τεχνοκρατών, ποικίλα διατάσετε και τα εργαλεία συμπεριλαμβάνονται στην αφήγηση. Πολλοί κοινωνιολόγοι των επιστημών ισχυρίζονται ότι λαμβάνοντας υπόψη τους νέους δρόντες δίνει μία νέα περισσότερο συμπληρωμένη ανάλυση της πράξης. Η ‘πολιτική με άλλα μέσα’ είναι υπογραμμισμένη με το να εξετάζεις πως παραδοσιακές τακτικές εξουσίας, όπως επιχειρηματοποίηση ή στρατολόγηση, υποστηρίζονται από νέες δραστηριότητες, όπως κτίζοντας μαύρα κουτιά ή μεταφράζοντας τους όρους ενός προβλήματος από επιστημονική γλώσσα σε μία άλλη γλώσσα ή σ’ ένα σύνολο υποθέσεων. Στους όρους του Latour και του Callon αυτό το τελευταίο είναι η διαδικασία μετάφρασης των εικόνων και των ανησυχιών ενός κόσμου σ’ ένα άλλο, και τότε πειθαρχώντας ή διατηρώντας αυτή τη μετάφραση με σκοπό να σταθεροποιήσει ένα πανίσχυρο δίκτυο. Τα δίκτυα συμπεριλαμβάνουν ανθρώπους, το χτιστό περιβάλλον, ζώα και φυτά, υπογραφές και σύμβολα, περιγραφές και όλες τις συνήθειες άλλων πραγμάτων. Εσκεμμένα αποφεύγουν διακρίσεις όπως άνθρωπος-μηχανή και τεχνολογία-κοινωνία. Μία άλλη ομιλία γύρω από την ‘πολιτική με άλλα μέσα’ αφορά ομάδες παραδοσιακά εξωθημένες ή καταπιεσμένες κατά κάποιο τρόπο όπως: εθνικές μειονότητες, γυναίκες όλων των χρωμάτων, ηλικιωμένοι, οι σωματικά ανίκανοι, οι φτωχοί. Εδώ η ομιλία έχει παραδοσιακά γίνει γύρω απ’ την εισχώρηση στην τεχνολογία, ή στα αποτελέσματα της τεχνολογίας (συχνά διαφορετικά) πάνω σε μία συγκεκριμένη ομάδα. Μερικά παραδείγματα περιέχουν σεξιστικά σχέδια και επιδράσεις των αναπαραγόμενων τεχνολογιών. Η έλλειψη πρόσβασης σε προηγμένες πληροφορίες τεχνολογίας από τους φτωχούς, επιπλέον οξύνει τις διαφορές των τάξεων. Η ρατσιστική και σεξιστική εργασία εξασκείται από κατασκευαστές των κυκλωμάτων των υπολογιστών και απορρέει από τη γραφειοποήση και τον αυτοματισμό σχέσεων στην εργασία.

Μερικοί συγγραφείς στον τομέα των επιστημονικών μελετών έχουν αρχίσει να φέρνουν αυτές τις δύο ανησυχίες μαζί αν και κάποιοι άλλοι έχουν αρχίσει να τις οδηγούν ξεχωριστά σε μία δριμεία μάχη (βλέπε Scott 1991). Απ’ τη μία πλευρά, συζητήσεις γύρω απ’ το ρατσισμό και το σεξισμό, χρησιμοποιούν αναμασημένες αρχές για να παραπλανήσουν παλιές ‘κουρασμένες’ θεωρίες δίχως καλό τέλος, παρά μόνο ενοχή και ανία. Από την άλλη πλευρά, η πολιτική τάξη που περιγράφεται στην πρακτική δικτυακή θεωρία ή σε περιγραφές δημιουργίας επιστημονικών γεγονότων, περιγράφει μία τάξη η οποία είναι πολεμοχαρής, ανταγωνιστική και βιαστική προς το μέρος της άποψης των νικητών (ή των διευθυντών). Ακόμα, οι δύο πλευρές συμφωνούν ότι υπάρχουν από κοινού σημαντικά θέματα για να ανοίξουν τα μαύρα κουτιά της επιστήμης και της τεχνολογίας, στο να εξετάζουν προηγούμενες ‘αόρατες’ δουλειές και ειδικά να επιχειρούν να παρουσιάσουν περισσότερες από μία απόψεις μέσα σ’ ένα δίκτυο. Ξέρουμε πώς να συζητήσουμε τη διαδικασία μετάφρασης απ’ τη μεριά της άποψης των επιστημόνων, όχι όμως απ’ τη πλευρά των τεχνικών εργαστηρίων και καθόλου από του θυρωρού του εργαστηρίου, αν και συμφωνούμε ότι όλες οι απόψεις είναι σημαντικές. Υπάρχει η υποψία, απ’ τη μία πλευρά ότι τέτοιες παραλείψεις δεν είναι τυχαίες, ενώ απ’ την άλλη ότι αντιδρούν στη καταλληλότητα της διαθεσιμότητας των υλικών, αλλά δεν είναι με την αρχή των αναλυτικών αποκλίσεων.

Ο σκοπός αυτής της προσπάθειας είναι να επιχειρήσει να παρέχει ορισμένα εργαλεία αισιόδοξα χρήσιμα για αρκετές από αυτές τις ομιλίες και ίσως επιπρόσθετα να δείξει μερικούς δρόμους όπου η τεχνολογία θα επανασαφηνίσει ορισμένα από τα παλαιότερα προβλήματα στις κοινωνιολογικές επιστήμες. Βλέπω δύο δραστικά σημεία για να γίνει αυτό. Αυτά είναι 1) το πρόβλημα των προτύπων και των σχέσεων τους με την ‘αόρατη’ εργασία και 2) το πρόβλημα της ταυτότητας και της σχέσης της με την οριακότητα.

Υπάρχουν αρκετές προκλήσεις συνδεδεμένες με την υιοθέτηση της άποψης ότι κάθε προοπτική είναι σημαντική για μία δικτυακή ανάλυση. Μία είναι να βρεις απλά τις πηγές για να κάνεις επιπλέον δουλειά πάνω σε παραδοσιακά υπό-εκπροσωπούμενες προοπτικές (βλέπε π.χ. Shapin 1989, Star 1991, Clarke και Fujimuva στο τύπο). Μία άλλη είναι να χρησιμοποιείς πολλαπλότητα όπως τα σημεία αναχώρησης για όλες τρις αναλύσεις, Παρά να προσθέτεις προοπτικές σε ένα ουσιαστικά μονολιθικό μοντέλο. Επιπλέον μία άλλη είναι μεθοδολογική: πώς να σχεδιάζεις (αδιαφορώντας για τη μετάφραση ή να ψάξεις να βρεις μία παγκόσμια γλώσσα) βαθιές ετερογεννέσεις που λαμβάνουν χώρα σε κοντινές θέσεις κάθε δικτύου (Star και Griesemer 1989, Star 1988, Gallon 1986,1990). Αυτό το μεθοδολογικό θέμα είναι ανώτατο επίπεδο τεχνικής ανάμεσα σε πολλές ‘πειθαρχίες’ συμπεριλαμβανομένου τις επιστημονικές μελέτες, οργανισμούς μελετών, επιστήμη υπολογιστών (ειδικά στη διανεμημένη τεχνητή νοημοσύνη και σε ομοσπονδιακές βάσεις δεδομένων) καθώς και σε πνευματικές θεωρίες.

Αυτό το θέμα αναφέρεται σ’ ένα δεύτερο σημείο: πώς να κάνεις πολλαπλότητα πρωταρχικότητα για μερικές απ’ τις ανησυχίες γύρω απ’ την εξουσία που εμφανίζεται τώρα στις επιστημονικές μελέτες. Το παρακάτω παράδειγμα απεικονίζει μερικές κοινές όψεις των προβλημάτων των προτύπων και της ‘αόρατης’ δουλείας.




Να είσαι αλλεργικός στο κρεμμύδι

Είμαι αλλεργικός στα κρεμμύδια που είναι ωμά ή μερικώς ψημένα. Όταν τρωω ακόμα και μία μικρή ποσότητα, υποφέρω από στομαχόπονο και ναυτία που μπορούν να διαρκέσουν ώρες. Σ’ ένα μεγάλο βαθμό των πραγμάτων αυτή είναι μια ασήμαντη δυσλειτουργία. Παρόλο αυτά, ακριβώς επειδή είναι τόσο ασήμαντη και ακόμη τόσο διεισδυτική στη ζωή μου, είναι ένα καλό ‘όχημα’ για να καταλάβω μερικά από τα μικρά γενικά έξοδα και τις διανεμημένες δαπάνες, που συσχετίζονται με τρόπο με τον οποίο ανεξάρτητα, οργανισμοί και τυποποιημένες τεχνολογίες συναντώνται.




Η περίπτωση των McDonald’s

Η συμμετοχή στην ιεροτελεστία των McDonald’s εμπλέκει προσωρινή υπόταξη των ατομικών διαφορών σε μία κοινωνική και πολιτιστική συλλογικότητα. Τρώγοντας στα McDonald’s όχι μόνο επικοινωνούμε στο ότι πεινάμε, απολαμβάνουμε το hamburger και έχουμε φτηνές γεύσεις αλλά επιθυμούμε επίσης να ενταχθούμε σ’ ένα σύστημα αξιών και σε μια σειρά συμπεριφορών που υποδεικνύεται από ένα εξωτερικό παράγοντα. Σε μία περιοχή τρομερών εθνικών, οικονομικών και κοινωνικών ποικιλιών, εμείς διακηρύσσουμε ότι μοιραζόμαστε κάτι με εκατομμύρια άλλους Αμερικανούς (Kottak 1978:82). Ένα απόγευμα αρκετά χρόνια πριν ήμουν μέχρι αργά σε μία συνάντηση. Κατασκόπευα ένα hamburger απ’ τα McDonald’s που στεκόταν εκεί κοντά στη σύσκεψη. Αναστατώθηκα και παράγγειλα ένα hamburger, ενώ θυμήθηκα τελευταία στιγμή προσθέσω να “χωρίς κρεμμύδι” (δεν είχα φαει στα McDonald’s από τότε που μου αναπτύχθηκε η αλλεργία με τα κρεμμύδια). Σαρανταπέντε λεπτά αργότερα βγήκα έξω με το γεύμα μου ενώ άνθρωποι γύρω μου σερβιρίζονταν με αστραπιαία ταχύτητα. Απελπισμένα αργά τώρα και θυμωμένα, δεν σκέφτηκα την κατάσταση, αλλά μερικώς ενοχλημένος. Μερικούς μήνες αργότερα ήμουν ξανά με μία ομάδα και αποφασίσαμε να σταματήσουμε και να πάρουμε μερικά hamburgers από ένα άλλο McDonald’s. Είχα ξεχάσει την περασμένη μου εμπειρία εκεί. Όλοι παράγγελναν τους διάφορους συνδυασμούς φαγητών τους και όταν ήρθε η σειρά μου επανέλαβα το γνωστό “hamburger χωρίς κρεμμύδι”. Ξανά μισή ώρα αργότερα οι σύντροφοί μου είχαν τελειώσει τα γεύματα τους και το δικό μου τότε ήρθε και σερβιρίστηκε με έναν πολύ απολογητικό και αμυντικό τρόπο. Εκείνη τη στιγμή η κατάσταση ξεκαθάρισε για μένα. Είπα στον εαυτό μου “Ω! Το έπιασα. Απλά δεν μπορούν να χειριστούν κάτι διαφορετικό από τα συνηθισμένα”. Και πράγματι αυτή ήταν η περίπτωση. Την επόμενη φορά που πήγα σ’ ένα fast-food εστιατόριο παράγγειλα μαζί με τους άλλους παραλείποντας το συμπλήρωμα για τα κρεμμύδια, πήρα ένα επιπλέον πλαστικό μαχαίρι από το πάγκο και έβγαλα τα ενοχλητικά τα ενοχλητικά κρεμμύδια από το hamburger. Αυτό επίσπευσε κατά πολύ την όλη διαδικασία.




Η περίεργη ρωμαλεότητα της δυσπιστίας από πλευράς των σερβιτόρων

Ταξιδεύω συχνά. Επίσης τρωω συχνά έξω σε εστιατόρια. μπορώ να δηλώσω με κάποια βεβαιότητα ότι ένα από τα περισσότερο σθεναρά δια-πολιτισμικά, δια-ταξικά, διεθνικά φαινόμενα που έχουν ποτέ αντιμετωπίσει είναι μία περίεργη απροθυμία από σερβιτόρους να πιστέψουν ότι είμαι αλλεργικός στο κρεμμύδι. Εάν δεν κάνω μία αυστηρή σταθερή δήλωση ότι “δεν θέλω κρεμμύδι πάνω, κοντά ,μέσα ή τέλος πάντων να τριγυρίζει στο πιάτο μου” τότε θα μου βάλουν κρεμμύδι ενώ είχα κάνει παράκληση να μη μου βάλουν καθόλου (περίπου 4 στις 5 φορές). Στα εστιατόρια όλου του τύπου, όλων των επιπέδων ποιότητας, σ’ όλο τον κόσμο.

Το κόστος της επίβλεψης

Στην περίπτωσή μου, το κόστος της επίβλεψης σχετικά με τα κρεμμύδια γεννήθηκε ολοκληρωτικά από εμένα (ή περιστασιακά από ένα σύντροφο στο γεύμα ή καλεσμένο με κατανόηση). Αντίθετα με ανθρώπους που είναι χορτοφάγοι, νηστεύουν ή δεν τρώνε καθόλου αλάτι, υπάρχει μη αναγνωρίσιμη πελατειακή απαίτηση για ανθρώπους αλλεργικούς στο κρεμμύδι. Έτσι συχνά σπαταλώ το μισό γεύμα μου βγάζοντας μικρές φέτες κρεμμύδι απ’ το φαγητό μου ή εξετάζοντας το πιάτο μου- μια κατάσταση πραγμάτων η οποία θα ήταν ντροπιαστική εάν δεν είχα συνηθίσει να το κάνω μέχρι τώρα.

Οποιοσδήποτε με μία αόρατη, ασυνήθιστη ή στιγματισμένη διαταραχή ο οποίος απαιτεί ειδική προσοχή, θα αναγνωρίσει αισιόδοξα των εαυτό του σ’ αυτά τα ανέκδοτα. Εάν ο μισός πληθυσμός ήταν αλλεργικός στο κρεμμύδι, δίχως αμφιβολία κάποια ινστιτουτοποιημένη διαδικασία θα είχε αναπτυχθεί για να τα ξεχωρίσει, να τα κάνει προαιρετικά ή να τα εξαφανίσει από δημόσια μέρη φαγητού. Όπως είναι τα πράγματα, τέτοια μέτρα, φυσικά, θα ήταν ηλίθια. Αλλά η ορατή παρουσία ασθενών με στεφανιαία, ηλικιωμένων, χορτοφάγων, αυτούς που νηστεύουν και τόσο άλλων, έχουν οδηγήσει πολλά εστιατόρια ή αεροπορικές εταιρίες και καθιερωμένων προμηθευτών φαγητού, να κανονίζουν, να πακετάρουν και να σερβίρουν φαγητό βασισμένοι στις ανάγκες αυτών των σημαντικών πελατειακών ομάδων.

Όταν ένα τεχνούργημα ή ένα γεγονός δεδομένα ουδέτερο γίνεται ένα διάσημο αντικείμενο-είτε στη φόρμα μίας βαθμιαίας αγοράς που μετατοπίζεται είτε κάτι δυνατότερου όπως αρχιτεκτονική χωρίς μπάρες γι’ αυτούς που είναι σε αναπηρικές καρέκλες ή κινηματική κουφών για τις απογευματινές ειδήσεις- η φύση του ανθρώπου έρχεται σε σύγκρουση με τις Τεχνολογίες που είναι εμπεδωμένες σ’ αυτούς που μπορεί να αλλάξουν. Αυτή είναι μία φόρμουλα όπου η πολιτική ανέρχεται σε σύνδεση με την τεχνολογία και τα τεχνολογικά δίκτυα. Αυτή είναι πολιτική που δίνει ταμπέλες όπως: ‘αναπαραγόμενες τεχνολογίες’, ‘ειδική μόρφωση’, ή ακόμα ‘συμμετοχικό-κεντρικό σχέδιο’.

Αλλά τα σημάδια στα οποία δίνουν ταμπέλες είναι παραπλανητικά. Το κάνουν να φαίνεται ότι εάν αφορά την τεχνολογία είναι θέμα επέκτασης των εξαντλητικών ερευνών για ‘ειδικές ανάγκες’ έως ότου αυτοί είναι καλοφτιαγμένοι ή προσαρμοσμένοι. Η χίμαιρα της ατελείωτης ευελιξίας, ειδικά σε γνώση βασισμένη τεχνολογικά, είναι παντοδύναμη.

Υπάρχουν δύο τρόποι με τους οποίους αυτή η ψευδαίσθηση μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Ο πρώτος είναι στις περιπτώσεις των πραγμάτων όπως τα κρεμμύδια: υπάρχουν πάντα πρόσωπα αταίριαστα μεταξύ τυποποιημένων ή συνηθισμένων τεχνολογικών συστημάτων και ατομικών αναγκών (Star 1990 συζήτησε το θέμα με σεβασμό στην υψηλή τεχνολογική ανάπτυξη). Στην περίπτωση των McDonald’s, μία υψηλά τυποποιημένη και προνομιούχα φίρμα, αλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο όταν η θέση της αγοράς ή καταναλωτικές ομάδες ανεβάζουν τα όποια μεγέθη είναι αρκετά μεγάλα να επηρεάσουν τεράστιες οικονομικές κλίμακες που επιβάλει η εταιρία. Γι’ αυτό το λόγο, όταν διαιτητικοί και Καλιφορνέζοι εμφανίζονται να απαιτούν επαρκή αγορά μετέχοντας στο να κάνουν τη διαφορά, τότε μπαρ με σαλάτες κάνουν την εμφάνιση τους στα McDonald’s. Χωρίς κρεμμύδι ‘εισαγωγή’ είναι κατά πολύ λιγότερο πιθανή. Ακόμα και όπου δεν υπάρχει υψηλά τυποποιημένη παραγωγή τεχνολογιών (στα Περισσότερα εστιατόρια για παράδειγμα), ένα παρόμοιο φαινόμενο μπορεί να εμφανιστεί στην περίπτωση των υψηλά τυπικών δραστηριοτήτων- έτσι σεφ και σερβιτόροι αυτόματα προσθέτουν κρεμμύδια στο πιάτο επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι τα τρώνε. Είναι πιο εύκολο να διαπραγματευτείς ατομικά μα μη τυποποιημένες παραγωγές, αλλά όχι εγγυητικά. Το δέλεαρ της ευλυγισίας καταντά επικίνδυνο όταν ισχυρισμοί της παγκοσμιότητας γίνονται για κάθε φαινόμενο. Τα McDonald’s φαίνονται να είναι μία συνηθισμένη παγκόσμια ευρέως διαδεδομένη αλυσίδα εστιατορίων. Εκτός και αν είσαι: χορτοφάγος, με διατροφή, χωρίς αλάτι, νηστεύεις, τρως οργανικά φαγητά, έχεις κυστίδια (όπου το σουσάμι στο ψωμάκι μπορεί να είναι επικίνδυνο για τη χώνεψη σου), περιορισμένος κατ’ οίκον, πολύ φτωχός για να τρως έξω ή αλλεργικός στα κρεμμύδια.

Η δεύτερη ψευδαίσθηση για την τέλεια ευλυγισία είναι λίγα πιο αφηρημένη και δεν περιέχει τόσες απαγορεύσεις από μία τυποποιημένη φόρμα, αλλά τους τρόπους με τους οποίους τα μέλη σε πολλαπλά κοινωνικά σύνολα μπορούν να αλληλεπιδράσουν με τυποποιημένες μορφές. Ας υποθέσουμε ότι τα McDonald’s αναπτύσσουν μία τεχνολογία που περιλαμβάνει προσφορές για χορτοφάγους, κάνει το αλάτι προαιρετικό, έχουν μία νηστίσιμη κουζίνα προσαρμοσμένη σε κάθε προνόμιο, λειτουργούν δικές τους οργανικές φάρμες για προμήθειες, περιλαμβάνουν ευέλικτα προγράμματα, δωρεάν γεύματα για τους φτωχούς και κάθε είδους επιλογές για την πρόσθεση ή αφαίρεση καρυκευμάτων. Αλλά αυτό το πρωινό έχω καταταγεί στην οργάνωση που προστατεύει τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις και απρόσβλητος από τα θέλγητρά τους περπατώ στο δρόμο και παρακάμπτω όλες τους τις προσπάθειες. Έχω προσθέσει ένα χαρακτήρα προς τον οποίο είναι τυφλή αλλά ο οποίος επηρεάζει την αλληλεπίδραση μ’ αυτούς.

Έχουμε κάποιες επιλογές στην κοινωνιολογία της τεχνολογίας σχετικά με το πώς να αντιλαμβανόμαστε αυτά τα φαινόμενα που είναι προφανώς υποδειγματικά των πολλών ειδών τεχνολογικής αλλαγής. Πρώτα υπάρχει μία επιλογή σχετικά με το τι πρόκειται να εξηγηθεί. Είναι αλήθεια ότι τα McDonald’s εμφανίζονται σ’ έναν αστρονομικό αριθμό από μέρη. Είναι ακόμη πιο επιτυχημένα από το ινστιτούτο Pasteur στην πολιτική με άλλα μέσα, αν η επέκταση και η ορατή παρουσία είναι καλά μέσα μέτρησης. Είναι επίσης αλήθεια ότι τα McDonald’s εμφανίζουν ένα αριθμό πελατών στην πράξη σταθεροποίησης της αυτοκρατορίας τους όπως έχουμε ήδη συζητήσει. Θα μπορούσε να είναι αυτό το φαινόμενο που εξετάζουμε- η εμπειρία του να μην είσαι πελάτης του McDonald’s, κάποιος που αντιστέκεται ή ακόμα και κάποιος που τα απορρίπτει. Κατά τα λόγια του John Law κοινωνιολόγου της τεχνολογίας και των McDonald’s:

“Ιδιαίτερα η υπηρεσία μάρκετινγκ των McDonald’s αξιολογεί τους πελάτες της με σκοπό να συγκρατήσει την αντίδραση τους στην επάρκεια της εμπειρίας τους στο εστιατόριο μ’ έναν αριθμό κριτηρίων: άνεση, αξία, ποιότητα, καθαριότητα και σέρβις…αυτά τα κριτήρια δεν είναι σε καμία περίπτωση φυσικά ή αναπόφευκτα. Αντίθετα πρέπει να θεωρηθούν σαν πολιτιστικά δημιουργήματα. Η ιδέα ότι το φαγητό πρέπει να είναι γρήγορο, φτηνό ή άνετο θα ήταν ανάθεμα για παράδειγμα σε συγκεκριμένη μερίδα Γάλλων της μεσαίας τάξης… Αυτοί οι λόγοι για φαγητό στα McDonald’s μπορούν εξίσου καλά να θεωρηθούν σαν λόγοι αποφυγής του φαγητού εκεί σε μία άλλη κουλτούρα (1998:184).”


Υπάρχουν δύο ειδών φαινόμενα που συμβαίνουν εδώ και τα δύο παραβλέπουν μία άλλη άποψη της μεταμόρφωσης του είδους της αιχμαλωσίας πολύ καλά από ειδικούς σημειολογίας σε συζητήσεις ριζωματικών μεταφορών ή αυτό που βρίσκεται έξω και από τις καταγεγραμμένες και από τις μη καταγεγραμμένες κατηγορίες, που αντιστέκεται σε αναλύσεις και από μέσα και απ’ έξω. Σ’ αυτή την περίπτωση αυτό σημαίνει να ζεις με την πραγματικότητα των McDonald’s ανεξάρτητα με το που βρίσκεσαι στη σκάλα της συμμετοχής αφού ζεις σε μία περιοχή με την παρουσία τους, σε μία πόλη αλλαγμένη απ’ αυτά ή στην εξοχή όπου τουλάχιστον οδηγείς έξω απ’ αυτά και βλέπεις το κόκκινο και το χρυσό σε αντίθεση με το πράσινο των δέντρων, ακούς στο ραδιόφωνο να τα διαφημίζουν ή παιδιά που σιγοτραγουδούν τα κουδουνάκια τους.
Η δύναμη της φεμινιστικής ανάλυσης είναι το ότι μετακινείται από την εμπειρία του να είσαι ένας μη-χρήστης ή κάποιος που τα απορρίπτει στην ανάλυση της πραγματικότητας των McDonald’s (και με επέκταση πολλές άλλες τεχνολογίες)- και αναμφίβολα στο γεγονός ότι θα μπορούσε να ήταν αλλιώς- δεν υπάρχει τίποτε υποχρεωτικό ή αναπόφευκτο σχετικά με την παρουσία τέτοιων προνομίων. Μπορούμε να φέρουμε ένα ξένο μάτι σε μία τέτοια εμπειρία. Παρομοίως η δύναμη της πρακτικής δικτυακής θεωρίας είναι ότι μετακινείται από την εμπειρία της κατασκευής της αυτοκρατορίας των McDonald’s και από τον τεράστιο όγκο της εγγραφής και της μετάφρασης- στο γεγονός ότι θα μπορούσε να ήταν αλλιώς- δεν υπάρχει τίποτε υποχρεωτικό ή αναπόφευκτο σε καμία τέτοια επιστήμη ή τεχνολογία, όλες οι δομές είναι ιστορικά πιθανές όσο και αν έχουν σταθεροποιηθεί.

Ένας ισχυρός τρόπος με τον οποίον αυτές οι δύο προσεγγίσεις μπορούν να συναντηθούν είναι ενώνοντας την άποψη του μη-χρήστη με το ερμηνευτικό μοντέλο, επιστρέφοντας στην άποψη που δεν μπορεί να μετατραπεί: το αφύσικο, το άλλο, το άγριο. Επιστρέφοντας πάλι στις παρατηρήσει του John Law σχετικά με τον τρόπο που τα McDonald’s κατατάσσουν τους πελάτες:

“δημιουργούν τάξεις καταναλωτών, θεωρούν ότι έχουν συγκεκριμένα ενδιαφέροντα και κατασκευάζουν ή εκτρέπουν αυτά τα ενδιαφέροντα με σκοπό να κατατάξουν μέλη απ’ αυτή την ομάδα για λίγα λεπτά κάθε μέρα ή κάθε εβδομάδα. Το κάνουν αυτό ομάδα ανά ομάδα και ενδιαφέρον ανά ενδιαφέρον με πολύ ειδικούς τρόπους… Η δράση είναι επομένως αποτελεσματική όχι διαμέσου της αφηρημένης δύναμης των λέξεων και των εικόνων της διαφήμισης αλλά με τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι λέξεις και οι εικόνες χρησιμοποιούνται από την εταιρία και μετά ερμηνεύονται σύμφωνα με τα ενδιαφέροντα του ακροατή. Η διαφήμιση και η διαδικασία κατάταξης πελατών αν η θεωρία για τα ενδιαφέροντα μπορεί να εφαρμοστεί (1984:189)”


Συνεχίζει να διαπραγματεύεται τους τρόπους με τους οποίους τα McDonald’s είναι Τελείως διαφορετικά από άλλες επιχειρήσεις που διευρύνουν συνηθισμένες ζωές και με τους οποίους συνυπάρχουν συνηθισμένες ηθικές αρχές και με τους οποίους στην πραγματικότητα σχηματίζουν ανθρώπινες ζωές.
Αλλά ας κλείσουμε όχι με το ότι τα McDonald’s διαστρωματώνουν ούτε με την προσωρινά σύντομη αλλά γεωγραφικά εκτεταμένη σκοπιά που μοιραζόμαστε με άλλα ιδρύματα, ούτε με τις απόψεις τις αγοράς που δεν μας απασχολούν ακόμη. Ας κλείσουμε με την άποψη του κρεμμυδιού των καθαρισμών, την άποψη που μόλις έχει ασπαστεί η μικρή ομάδα της διατήρησης των επιχειρήσεων, που είναι ακόμα χωρίς τίτλο. Αυτή δεν είναι χωρίς προνόμια, που μπορεί να θεωρηθεί ως στόχος, ούτε παραμένει ανεξάρτητη από την παρούσα οικονομική ταξινόμηση. Αυτή προσωρινά δραπετεύει, ανατρέπει αλλά πάνω-κάτω σχετίζεται με την τυποποίηση. Δεν είναι ανεπιβεβαίωτη αλλά ετερογενής. Κατά τα λόγια της Dona Haraway, είναι η άποψη που θέλει τον άνθρωπο υποταγμένο στη μηχανή:

“Η υποταγή στη μηχανή, όχι πια διαμορφωμένη από την πολικότητα του δημοσίου και του ιδιωτικού, ορίζει έναν τεχνολογικό πόλο βασισμένο εν μέρει σε μία επανάσταση των κοινωνικών σχέσεων μέσα στην οικία, στο νοικοκυριό. Φύση και κουλτούρα επαναπροσδιορίζονται: Το ένα δεν μπορεί πια να είναι η πηγή κατασπατάλησης ή ενσωμάτωσης από το άλλο.” (1991:151)


Κατά μία έννοια, η υποταγή στη μηχανή είναι η σχέση ανάμεσα στις τυποποιημένες τεχνολογίες και την τοπική εμπειρία, αυτό το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στις δύο κατηγορίες, ακόμη σε στενή σχέση μ’ αυτές.



Κριτήρια / συνθήκες και η σχέση τους με την αθέατη εργασία:

Ετερογενής εξωτερικότητες

Ένα πρόβλημα στην θεωρία δικτύου είναι το να δοκιμάζεις να καταλάβεις πόσα δίκτυα τείνουν να σταθεροποιηθούν πάνω από μια χρονική περίοδο. Ο Michell Callon αντιμετώπισε το πρόβλημα αυτό στην έκθεσή του, “Τεχνο-οικονομικά δίκτυα και αμετακλησία”. Υπάρχουν κάποιες αλλαγές οι οποίες εμφανίζονται σε μεγάλα δίκτυα τα οποία είναι αμετάκλητα, χωρίς πρόβλημα στην οντολογική τους κατάσταση. Η αρχική επιλογή του κόκκινου σαν χρώμα στους σηματοδότες που σημαίνει “σταμάτα” για π.χ., είναι τώρα μια διαδεδομένη σύμβαση, η οποία θα ήταν πρακτικά αδύνατο να αλλάξει, ακόμα και αν ήταν αρχικά αυθαίρετη. Το επίπεδο της διάδοσης επένδυσης, η σύνδεση με άλλα δίκτυα και συμβολικά συστήματα και ο απόλυτος βαθμός του διαποτισμού για “το κόκκινο σαν σταμάτα” το καθιστά αμετάκλητο. Είμαστε κυκλωμένοι από τέτοια δίκτυα: από τηλέφωνα, από συνδέσμους υπολογιστών, συστήματα δρόμων, υπόγειες διαβάσεις, το ταχυδρομείο, όλα στοιχεία των ολοκληρωτικών γραφειοκρατικών αρχειοθετημένων επινοημάτων.

Η αμετακλησία είναι καθαρά σημαντική για μια ανάλυση δύναμης και αυτοδυναμίας μέσα σε δίκτυα στις επιστημονικές σπουδές. Ένα γεγονός γεννιέται σ’ ένα εργαστήριο, απογυμνώνεται από την αγνότητά του, και η εξέλιξη της παραγωγής του εμφανίζεται μέσα στην διαμάχη σαν δόγμα. Πολλά δόγματα και τεχνολογίες, ενώνονται σε δίκτυα μετάφρασης, καταλήγουν υπερβολικά, σταθερά χαρακτηριστικά από το τοπίο μας, προκαλώντας δράση και παρεμποδίζοντας πολλά είδη αλλαγής. Οικονομικά, αυτοί που επενδύουν μαζί με τους νικητές σ’ αυτήν την σταθεροποιητική πορεία, μπορεί μόνοι τους να επικρατήσουν σαν πρότυποι ρυθμιστές. Αργότερα άλλοι προσλαμβάνονται πάνω σε τυποποιημένες τεχνολογίες με σκοπό να κερδίσουν από τις ήδη εδραιωμένες κατασκευές και ωφελούνται από αυτά τα επιφανειακά δίκτυα. Ακριβώς όπως οι κάτοικοι μιας πόλης ωφελούνται από τις ανοδικά χρήσιμες, φαινομενικά των θεάτρων, μέσα μεταφοράς και από την πυκνότητα των μαγαζιών χονδρικής, οι κάτοικοι δικτύου ωφελούνται από την εξωτερικότητα της δομής, πυκνότητα επικοινωνίας του πληθυσμού και την ήδη εδραιωμένη διατήρηση. Κάθε αναπτυσσόμενο δίκτυο αποδεικνύει το ίδιο όπως στους χρήστες ηλεκτρονικής αλληλογραφίας μέσα στην ακαδημία. Κάποιος τώρα, μπορεί να προσληφθεί και να επικοινωνήσει με φίλους, επωφελούμενος από ένα δίκτυο εξωτερικότητας, το οποίο δεν υπήρχε πριν από λίγα χρόνια.

Καταλαβαίνουμε πως, πότε και κατά πόσο κάποιος που μπορεί να ωφελείται από τις εξωτερικότητες των δικτύων, είναι κοινωνιολογική ικανότητα. Πως συμπεριφέρεται η μεμονωμένη συνεργασία μαζί με το σύνολο και ποιος ωφελείται; κάποτε οι συμφωνίες κατέληγαν πρότυπα, μέσα σε μια κοινωνία: δημιουργώντας εναλλακτικά πρότυπα ίσως ακριβά ή ανέφικτα, εκτός εάν μια εναλλακτική κοινότητα εξελίσσεται για κάποιο λόγο, μερικές φορές η δαπάνη είναι πιθανή και βάσιμη και μπορεί στην πραγματικότητα να οδηγήσει στην ανάπτυξη μιας άλλης κοινωνίας, όπως στην ανάλυση του Becker για τους ανεξάρτητους καλλιτέχνες. (1982)

Ο Becker θέτει το ερώτημα της συνένωσης μεταξύ δουλειάς, κοινωνιών και κανόνων συμπεριφοράς, ώστε να δημιουργηθούν αισθητικά και σχολεία μέριμνας. Αρχίζει με μια σειρά από απλές πραγματιστικές ερωτήσεις: γιατί οι συναυλίες διαρκούν δύο ώρες; Γιατί οι ζωγραφιές (πίνακες) είναι ένα συγκεκριμένο μέγεθος; εξετάζοντας τις ανθρώπινες κοινωνίες, οι οποίες διασταυρώθηκαν ώστε να δημιουργήσουν ένα κομμάτι τέχνης και αποτιμώντας κάθε μια μέσα από την ανάλυση του, αποκαθιστά κάποιες από τις φυσιολογικά κρυμμένες πλευρές των εξωτερικών δικτύων. Υπάρχουν απρόοπτα για τις μουσικές ενώσεις ώστε να καθορίσουν ώρες εργασίας, όπως και για εκείνους που καθαρίζουν τα κτίρια μετά από ώρες και αυτά τα απρόοπτα, όσα περισσότερα κι αν αναγνωριστούν δημόσια από μελέτες σαν παραδόσεις, είναι το ίδιο σημαντικά ώστε να καθιερώσουν αισθητικές παραδόσεις.

Έτσι οι περισσότεροι συνθέτες γράφουν για συναυλίες οι οποίες έχουν διάρκεια περίπου δύο ώρες και οι περισσότεροι δραματουργοί παίζουν σχετικά για παρόμοια διάρκεια. Τα περισσότερα γλυπτά προσαρμόζονται μέσα σε μουσεία στα όπισθεν των μεταφορικών φορτηγών και ούτω καθ’ εξής. Εκείνοι οι καλλιτέχνες οι οποίοι είναι ανεξάρτητοι παίζουν με αυτούς τους κανόνες συμπεριφοράς αντιτιθέμενοι σε έναν ή περισσότερους. Κάπου - κάπου ένας ανώριμος καλλιτέχνης ( με μικρή γνώση κάποιων από τους κανόνες συμπεριφοράς ) θα πιαστεί και θα γίνει αποδεκτός μέσα στον κόσμο της τέχνης - και γι’ αυτό το λόγο είναι κυρίως ενδιαφέρον ώστε να διευκρινιστεί αυτό που συνήθως θεωρείται ως δεδομένο.

Το φαινόμενο Becker καταδεικνύει ότι μέσα της η τέχνη είναι εξίσου γνήσια, όσο μέσα της η επιστήμη και η τεχνολογία, αν όχι περισσότερο, γιατί υπάρχουν πολύ λίγες περιπτώσεις απομονωμένων ή ανεξάρτητων επιστημόνων (οι συγγραφείς είναι συνήθως ένα τετριμμένο παράδειγμα). Οι επιστήμονες και οι τεχνολόγοι εγκαθιστούν πρακτικές κοινωνίες (Wenger 1990) ή κοινωνικά τμήματα (Clarke 1990b) τα οποία έχουν κανόνες συμπεριφοράς, χρήσης υλικών, αγαθών, προτύπων, μέτρων και ούτω καθ’ εξής είναι πολυδάπανο να δουλεύεις στο εσωτερικό ενός κοινωνικού τμήματος και να ασκείς από έξω τους συνήθεις κανόνες. Για πολλούς επιστημονικούς κλάδους (υψηλής ενέργειας φυσική, ανώτερη ηλεκτρονική έρευνα, πυρηνική ιατρική), είναι σχεδόν αδύνατο.

Μέχρι τώρα αυτές οι απόψεις κανόνων συμπεριφοράς δεν είναι πάντα ακλόνητες. Στις αρχές ενός τεχνολογικού κοινωνικού συστήματος× όταν δύο ή περισσότερα κοινωνικά τμήματα πρώτα δημιουργούνται μαζί× όταν ένα κοινωνικό σύστημα καταρρέει-όλα αυτά είναι περίοδοι αλλαγής και αναστάτωσης στα κοινωνικά τμήματα της επιστήμης. Επίσης οι θέσεις των κανόνων συμπεριφοράς δεν είναι ποτέ ακλόνητες γι’ αυτούς που δεν είναι στελέχη. Τα Mc’ Donald’ s πιθανόν να παράσχουν ομοιομορφία και σταθερότητα για πολύ κόσμο-στα λόγια του John Law, ότι θα μπορούσαν να κάνουν παραγγελίες ανά πέντε λεπτά από τον κόσμο τους κάθε μέρα-αλλά για μένα και για άλλους που εξαιτούμαστε από το κοινωνικό τους τμήμα, είναι αναμφισβήτητα και όχι διατεταγμένα. Ακριβέστερα είναι μια πηγή αναρχίας και προβλημάτων.

Δίκτυο ή δίκτυα

Υπάρχει έτσι μια κρίσιμη διαφορά μεταξύ σταθεροποίησης μέσω ενός δικτύου ή μιας εφαρμοσμένης κοινότητας (στην πράξη) και σταθεροποίησης μεταξύ δικτύων, και πάλι κρίσιμες διαφορές μεταξύ εκείνων για τους οποίους τα δίκτυα είναι αναλλοίωτα και εκείνων για τους οποίους δεν είναι, όπου εκείνοι είναι θεωρητικά το ίδιο δίκτυο. Πάλι έχουμε μια επιλογή για το σημείο αναχώρησης: παριστάνουν τα McDonald’ s ένα αναλλοίωτο δίκτυο, μια πηγή ή και κάτι τρίτο μαζί;

Πολιτικές επιστήμες με άλλους τρόπους ή με τους

παλιούς ίδιους τρόπους

Ο Bruno Latour εξηγεί μερικά από τα χαρακτηριστικά της Θεωρίας δρώντος δικτύου και την ανάμιξη μεταξύ ανθρώπων και μη ανθρώπινων όντων που περιέχονται στα κοινωνικό-τεχνικά συστήματα, στο άρθρο του “Η κοινωνιολογία μιας πόρτας”. Υποστηρίζει μια οικολογική ανάλυση ανθρώπων και αντικειμένων, παρατηρώντας τους δεσμούς μεταξύ αυτών, τις μεταβολές, με σεβασμό στην κίνηση και στους τρόπους που υποχρεώνουν ηθική και στις δραστηριότητες οι οποίες μεταβάλλονται μεταξύ ανθρώπων και μη ανθρώπινων όντων. Ο χαρακτηρισμός “απάνθρωπος” ταίριαζε σε τεχνικές οι οποίες απλώς παρέβλεπαν τους μηχανισμούς μετακίνησης και τις επιλογές που υπήρχαν γι’ απεικόνιση ή μη μορφοποίηση, προσωποποιώντας ή αφαιρώντας, ενσωματώνοντας ή όχι δρώντες (1988: 303)

Η αναλυτική ελευθερία συμφώνησε με το ότι αυτή η ευρετική μέθοδος είναι αξιόλογη. Στην πραγματικότητα η δουλειά των Latour και Callon άνοιξε ένα ολόκληρο τρόπο ανάλυσης της τεχνολογίας. Ωστόσο το πρόβλημα του σεβασμού στους ανθρώπους παραμένει και το ερώτημα της εξουσίας για τέτοιες αναμίξεις φαίνεται ότι αποφεύγουν τα παραδοσιακά ερωτήματα της κατανομής και της προσέγγισης. “Σαν τεχνολόγος θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι αρκεί να βάλεις κατά μέρος την υπεράσπιση και τους λίγους τομείς του πληθυσμού που γίνονται διακρίσεις εναντίον τους, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχω λόγο να το κάνω”.

Όπως ο Latour απ΄ μόνος του σου απάντησε στην κριτική της Θεωρίας δρώντος στοιχείου, για τις πολιτικές επιπτώσεις της ισοκατανομής, των διαφορών, ανθρώπων-μη ανθρώπινων όντων, σημειώνει ότι η ισοπέδωση της ευρετικής δεν σημαίνει το ίδιο πράγμα με την εμπειρική άγνοια των διαφορών στην προσέγγιση ή στην εμπειρία. Μάλιστα είναι ένας τρόπος να αναλύσει την αναπαράσταση των ορίων σαν ύλη, ο οποίος μας αποτρέπει απ’ το να βλέπουμε τρόπους μέσα στους οποίους άνθρωποι και μηχανές είναι αναμιγμένοι. Ωστόσο κάποιο χαρακτηριστικό από την ανάμιξη, που εμφανίζεται μπορεί να είναι αυτό του αποκλεισμού (η τεχνολογία σαν φράγμα), ή της βίας, όπως επίσης της διεύρυνσης (παράτασης) και την ενδυνάμωσης. Νομίζω ότι είναι και τα δύο περισσότερο ενδιαφέροντα αναλυτικά και πιο πολιτικά, τόσο ώστε να αρχίσεις με την ερώτηση “Cui bono?” παρά να αρχίσεις με έναν εορτασμό του περιστατικού της μίξης ανθρώπου-μη ανθρώπινου όντος.

Επιφανειακά δίκτυα εμπόδια στην είσοδο:

Υλικά και πνευματικά

Ένα από τα ενδιαφέροντα αναλυτικά χαρακτηριστικά κάθε δικτύου είναι το ερώτημα της διανομής κανόνων συμπεριφοράς. Πόσοι άνθρωποι μπορούν να μπαίνουν και να βγαίνουν από τις πόρτες και πόσοι όχι; Τι είναι η φαινομενολογία των συγκρούσεων μεταξύ κανόνων συμπεριφοράς και τυποποιημένων μορφών, όπως επίσης και μεταξύ νέων τεχνολογιών; Και ορίστε μια ευκαιρία για νέο έδαφος, στις επιστημονικές σπουδές, αναγείρεται: δεδομένο ότι είμαστε πολλαπλά περιθωριακοί (σχετικά ασήμαντοι-οριακοί), δεδομένου ότι πολλοί μπορεί να συμπλακούμε με τις τεχνολογίες, και τα δύο μέσα στην επιδίωξη και στην σκοπιμότητα, τι και που είναι το σημείο συνάντησης μεταξύ επιφανειακών και εσωτερικών; Λέω αυτό όχι για να επικαλεστώ κάποιον άλλο “μεγάλο διαχωρισμό”, αλλά για να κλείσω έναν. Ένα σταθεροποιημένο δίκτυο είναι αναλλοίωτο μόνο για μερικούς, και μόνο για κείνους που είναι μέλη της εφαρμοσμένης κοινότητας που το διαμορφώνει. Και μέρος της κοινής σταθερότητας ενός τυποποιημένου δικτύου συχνά εμπεριέχει την ιδιαίτερη δυσκολία αυτών οι οποίοι δεν είναι συνήθεις, οι οποίοι πρέπει να χρησιμοποιούν το πρότυπο δίκτυο, αλλά οι οποίοι επίσης δεν είναι μέλη της εφαρμοσμένης κοινότητας.

Ένα παράδειγμα αυτού είναι η τυποποιημένη χρήση της ψευτογενικής “αυτός” και “αυτόν” στα Αγγλικά, να αναφέρεται σε όλες τις ανθρώπινες υπάρξεις, μια πρακτική η οποία τώρα αλλάζει σε πολλά μέρη οφειλόμενη στην φεμινιστική επιρροή. Κοινωνιολόγοι βρήκαν ότι γυναίκες οι οποίες άκουγαν αυτόν τον τύπο της γλώσσας καταλάβαιναν την έννοιά του, αλλά ήταν ανίκανες να προβάλουν ένα συγκεκριμένο παράδειγμα και ανίκανες να βάλουν τους εαυτούς τους μέσα στο παράδειγμα, όπως οι άνδρες μπορούσαν να ακούσουν τους εαυτούς τους στο παράδειγμα. (Martyna 1978). Έτσι οι γυναίκες χρησιμοποιήθηκαν αντί να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία αυτής της έκφρασης, και, με την έλευση της φεμινιστικής ανάλυσης της γλώσσας, ήταν ανίκανες να φέρουν αυτή την εμπειρία σε δημόσια λεπτομερή εξέταση.

Όταν τα κριτήρια αλλάζουν, είναι ευκολότερο να δεις την αόρατη δουλειά και τον αόρατο αριθμό των μελών που έχουν σταθεροποιήσει την θέση τους, αντί γι’ αυτά. Αλλά μέχρι τότε, μπορεί να είναι δύσκολο, τουλάχιστον από τεχνοκρατική άποψη. Ένα πρόσφατο άρθρο του Paul David, ενός οικονομολόγου κριτηρίων, εξετάζει ένα γνωστό πρόβλημα για τους οικονομολόγους πληροφοριών τεχνολογίας, που ονομάζεται “το παράδοξο της παραγωγικότητας” (1989). Για πολλές εταιρίες και ακόμα στο επίπεδο των διεθνών οικονομικών, η σύσταση των πληροφοριών τεχνολογίας (συχνά πολύ ακριβή) έχει καταλήξει στην μείωση της Παραγωγικότητας, αντιθέτως προς τα διακρινόμενα αγαθά παραγωγικότητας τα υποσχόμενα από την τεχνολογία. Ο David κάνει μια σύγκριση με την εισαγωγή της γενικής επιδίωξης της ηλεκτρικής μηχανής γεννήτριας, στις αρχές του αιώνα, η οποία είδε μια παρόμοια παρακμή στην παραγωγικότητα. Αυτός αναφέρεται στην δουλειά διαφόρων οικονομολόγων πάνω στην “υπόθεση της μεταβολής του καθεστώτος”, βασικά, ότι μεγάλης κλίμακας τεχνολογική αλλαγή σημαίνει μια αλλαγή σε οικονομικό καθεστώς, το οποίο μεταφέρει το δικό του-συχνά αόρατο στις αναλύσεις κριτηρίων- κόστος.

Η υπόθεση μεταβολής κοινωνικού συστήματος:

Ποιανού κοινωνικού συστήματος; Ποιανής μεταβολής

Από την άποψη της ανάλυσης η οποία εμφανίζεται εδώ, το παράδοξο της παραγωγικότητας δεν είναι καθόλου παράδοξο. Εάν πολύ δουλειά, πρακτική και αριθμός μελών, πηγαίνουν ανασυμβόλιστα στις αναλύσεις τεχνολογίας και στα κοινωνικό-τεχνικά δίκτυα, τότε η αόρατη δουλειά που κρατά πολλά από αυτά σταθεροποιημένα θα πάει ανεξήγητη, αλλά θα εμφανίζεται σαν μια μείωση της παραγωγικότητας. Όπως η φεμινιστική θεωρία έχει προσπαθήσει να ρυθμίσει παρεμβαίνοντας τις δουλειές του νοικοκυριού και την οικογενειακή εργασία ως ουσιαστικές σε οικονομικά μεγάλου μεγέθους, η αόρατη δουλειά της εφαρμογής, τα ισορροπούντα μέλη και η πολιτική της ταυτότητας είναι κριτική για τα οικονομικά των δικτύων.

Ποιος μεταφέρει το κόστος της κατανομής και ποια είναι η φύση του ατομικού στην θεωρία του δικτύου; Πιστεύω ότι οι απαντήσεις σ’ αυτές τις ερωτήσεις αρχίζουν με την έννοια της πολλαπλότητας των ανθρωπίνων όντων και αντικειμένων και μιας υποχρέωσης του να αντιληφθείς όλη τη δουλειά η οποία κρατάει ένα δίκτυο τυποποιημένο για μερικούς. Δεν υπάρχουν δίκτυα σταθεροποιημένα ή τυποποιημένα για όλους. Ούτε ακόμη τα McDonald’ s.

Άνθρωποι υπό επιτήρηση μηχανών και

πολλαπλές περιθωριακότητες:

Δύναμη και το σημείο μηδέν

Μαρτύριο είναι εν γένει η επίμονη επίδειξη του πρακτορείου που επιτρέπει το σώμα ενός ανθρώπου να μεταφράζεται σ’ ενός άλλου ανθρώπου την φωνή, η οποία επιτρέπει αληθινό ανθρώπινο πόνο να μετατρέπεται σ’ ένα μυθιστόρημα δύναμης του καθεστώτος. (Scarry 1985: 18).

Είναι μέσα από την χρήση τυποποιημένων πακέτων που οι επιστήμονες δεσμεύουν πρακτικές εργασίας και προσδιορισμού, περιγράφουν και περιλαμβάνουν απεικονίσεις της φύσης και της πραγματικότητας. Το ίδιο εργαλείο που περιορίζει απεικονίσεις της φύσης μπορεί ταυτόχρονα να είναι ένα ελαστικό δυναμικό κατασκεύασμα με διαφορετικά πρόσωπα σε άλλες έρευνες και κλινικούς-εφαρμοσμένους κόσμους. Τυποποιημένα πακέτα χρησιμοποιούνται σαν δυναμική σύνδεση για να μεταφράζουν ενδιαφέροντα μεταξύ κοινωνικών κόσμων (Fujimura 1991b: 33 of MS).

Το να μεταφράζεις είναι το να αντικαθιστάς… Αλλά το να μεταφράζεις είναι επίσης το να εκφράζει ο καθένας στην γλώσσα του τι οι άλλοι λένε και θέλουν, γιατί αντιδρούν με τον τρόπο που το κάνουν και πως συναναστρέφεται ο ένας με τον άλλον× είναι το να ανακηρύσσει ο καθένας τον εαυτό του σαν εκπρόσωπο. Στο τέλος της διαδικασίας, εάν είναι επιτυχής, μόνον φωνές να μιλούν ομόφωνα θα ακουστούν. (Callon 1986: 223).

Εδώ και μερικά χρόνια δίδασκα σε μια τάξη αποφοίτων φεμινιστική θεωρία σ’ ένα μεγάλο πανεπιστήμιο στην Καλιφόρνια. Την πρώτη ημέρα στην τάξη οκτώ γυναίκες και ένα άλλο πρόσωπο εμφανίστηκαν. Δεν θα μπορούσα αν πω εάν το άλλο πρόσωπο ήταν άνδρας ή γυναίκα. Αυτό/ή έδωσε το όνομά του/της σαν “Jan”, ένα ασαφές όνομα. Κατά την διάρκεια των συζητήσεων στην τάξη, αποδείχθηκε ότι ο/η Jan σκεφτόταν την εγχείρηση αλλαγής φύλου. Αυτός/ή είχε πάρει μερικές ορμόνες και έτσι άρχισε να κάνει στήθος και ντυνόταν με ένα γενικό-ουδέτερο τρόπο, με απλά σπορ παντελόνια και κοντομάνικα πουκάμισα. Αυτή/ός είπε ότι δεν ήταν σίγουρη/ος εάν ήθελε να προχωρήσει με την εγχείρηση× ότι διασκέδαζε την εμπειρία του να είσαι διφορούμενο γένος. “Είναι σαν να βρίσκεσαι σε μια ζώνη υψηλής τάσης, σαν κάτι να είναι έτοιμο να εκραγεί”, αυτή είπε μια μέρα. “Οι άνθρωποι δεν μπορούν να με χειριστούν μ’ αυτόν τον τρόπο-θέλουν να είμαι ή το ένα πράγμα ή το άλλο. Αλλά είναι επίσης αληθινά σπουδαίο, να μαθαίνω τόσα πολλά για το τι σημαίνει να μην είμαι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Όταν περνώ σαν γυναίκα, αρχίζω να καταλαβαίνω τι είναι φεμινισμός. Αλλά αυτό είναι διαφορετικό οπωσδήποτε”.

Συγκινήθηκα βαθιά από τη Jan την περιγραφή της “ζώνη υψηλής τάσης” και σκέφτηκα ότι δεν ήξερα πραγματικά τι ερμηνεία να δώσω σ’ αυτό τότε. Με μερικές εβδομάδες στην τάξη γίναμε φίλοι και μου είπε περισσότερα για την πορεία που ακολουθούσε. Δούλευε σε μια εταιρία υψηλής τεχνολογίας στην Silicon Valley, μια η οποία προσφέρει πολλή καλή ασφάλεια υγείας. Αλλά η εταιρία ασφάλειας υγείας “Μπλε Σταυρός” (Blue Cross), δεν ήταν σίγουρη για την καταβολή των χρημάτων για την εξαιρετικά δαπανηρή “κλινική ταυτότητα γένους”, όπου η Jan έκανε ψυχοθεραπεία και οι ορμόνες απαιτούσαν να ντύνεται περισσότερο σαν συμβατικό θηλυκό, ώστε να “αποδείξει” ότι ήταν σίγουρη στην επιθυμία της/του για εγχείρηση. Μου είπε ότι αυτοί απαιτούσαν από αυτήν/όν να ζήσει τα επόμενα χρόνια σαν γυναίκα.

Γύρω στις Χριστουγεννιάτικες διακοπές, χαθήκαμε. Ξαφνιάστηκα όταν πήρα ένα τηλεφώνημα από την Jan τον Φεβρουάριο. “Λοιπόν, πες μου συγχαρητήρια. Το έκανα.”, αναφώνησε στο τηλέφωνο. “Τι;” είπα σαστισμένος. “Έκανα την εγχείρηση, είμαι στο σπίτι ακριβώς αυτό το λεπτό” είπε. Την ρώτησα πως ένοιωθε και επίσης πως είχε συμβεί. “Αποφάσισε η εταιρία να πληρώσει;” ρώτησα. “Όχι” απάντησε. “ Ο Μπλε Σταυρός αποφάσισε να πληρώσει για όλα”. Ο γιατρός είπε “καλύτερα κάντο τώρα, πριν αλλάξουν γνώμη”. Έτσι το έκανα!

Στα χρόνια που ακολούθησαν έβλεπα την Jan (τώρα Janice) πότε-πότε σε ανακοινώσεις της τοπικής φεμινιστικής λέσχης. Έγινε ενεργητική αρχηγός των γυναικών σε ομάδες εργασίας στην περιοχή. Ποτέ δεν την ξαναείδα από εκείνον τον Φεβρουάριο, αλλά συνέχισε να με καταδιώκει η αντιπαράθεση της λεπτεπίλεπτης “ζώνης υψηλής τάσης”, η υποκρισία και η απληστία των ασφαλιστικών εταιριών και των γιατρών που ανακατεύτηκαν και η δική της απόγνωση.

Μια άλλη φίλη μου είπε για κάποιο παρόμοιο φαινόμενο όπου οι κλινικές γένους που απαιτούσαν από τις υποψήφιες για εγχείρηση αλλαγής φίλου, να “ντύνονται” και να “αντιδρούν” σαν στερεότυπα θηλυκά και αρνούνταν σ’ αυτές εγχείρηση εάν δεν το έκαναν. “Αυτοί πηγαίνουν από το να είναι μη διφορούμενοι άνδρες, μολονότι δυστυχισμένοι άνδρες, σε μη διφορούμενες γυναίκες”. (Stone 1989: 5 of MS). Αυτή εξακολουθεί να συμβουλεύει ότι η τρανσέξουαλ εμπειρία γίνεται μια εικόνα των διπλών εμπειριών της ζώνης υψηλής τάσης και της βίας του γένους.

Εδώ στα γενετικά όρια στο τέλος του εικοστού αιώνα… βρίσκουμε τις επιστημολογίες της λευκής, ανδρικής, ιατρικής πρακτικής, την μανία των ριζοσπαστικών φεμινιστικών θεωριών, στο πεδίο μάχης της επιστημονικής επιγραφής που είναι το τρανσέξουαλ σώμα: μια μηχανή με σημασία για την παραγωγή του ιδανικού τύπου… Δεδομένης αυτής της περίστασης ένας αντίλογος είναι κριτικός, αλλά είναι δύσκολο να προκαλέσεις έναν λόγο εάν είναι προγραμματισμένος να εξαφανιστεί. Ο σημαντικότερος σκοπός του τρανσέξουαλ είναι να σβήσει τον εαυτόν του/της, να αλλοιωθεί μέσα σ’ έναν “κανονικό” πληθυσμό όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Το χάσιμο είναι η ικανότητα να αντιπροσωπεύεις αυθεντικά προσωπική εμπειρία. (Stone 1989: 9 of MS).

Εδώ έχουμε κοινωνικό-τεχνολογικό δίκτυο, μια άσκηση δύναμης, και ένα ειδικό είδος απώλειας. Τι θα μπορούσε να πάρει για να διατηρήσει την “υψηλή τάση” της Jan της μη μέλους, την ανηθικότητα του να μην είσαι ούτε αρσενικό ούτε θηλυκό; Αυτή η ζώνη υψηλής τάσης είναι ένα είδος σημείου μηδέν ανάμεσα στις διχογνωμίες (Βλέπε Latour 1987 in Irreductions, in Pickering 1991) ή ανάμεσα σε μεγάλους διχασμούς: αρσενικό-θηλυκό, κοινωνία-τεχνολογία, έτσι-αλλιώς.

Της Elaine Scarry το εξαιρετικό Το σώμα στον Πόνο: Το Φτιάξιμο και το Γκρέμισμα του Κόσμου (1985) είναι ένα βιβλίο για τα βασανιστήρια και τον πόλεμο. Το επιχείρημα της είναι ότι κατά την διάρκεια του μαρτυρίου (και παρομοίως κατά την διάρκεια του πολέμου) ο κόσμος δημιουργείται και διαλύεται. Ο βασανιστής συρρικνώνει τον κόσμο του βασανιζόμενου, παίρνοντας την αβεβαιότητα του δοκιμαζόμενου πόνου και επικεντρώνοντάς τον σε υλικά αντικείμενα και σε λεκτική ανταλλαγή μεταξύ τους. Παλιές ταυτότητες εξαλείφονται, γίνονται επουσιώδεις. Ποτέ αληθινά δεν ξέρουμε για τις εμπειρίες πόνου κάποιου άλλου, συμφωνεί η Scarry, και αυτή η αβεβαιότητα έχει ειδικά πολιτικά χαρακτηριστικά τα οποία εκρήγνυται κατά την διάρκεια του μαρτυρίου και του πολέμου καθώς το ιδιαίτερο κάνει κάτι να γίνει δημόσιο και μονοφωνικό. Τα ορατά σημάδια της βίας μεταστρέφονται στο κοινό και μέσα από ένα σωρό διαθήκες, τροπολογίες και μεταφράσεις γίνονται πεποίθηση.

Υπάρχουν χτυπητές ομοιότητες μεταξύ του “φτιάχνοντας τον κόσμο” που η Scarry περιγράφει και του “φτιάχνοντας κόσμο” του Pasteur που περιγράφεται από τον Latour, ή την επιτυχημένη πορεία της μετάφρασης που ο Callon αναλύει, αν και εκεί φαίνεται να μην υπάρχει βία σ’ αυτά τα τελευταία. Μια σειρά από αβεβαιότητες μεταφράζεται σε βεβαιότητες: παλιές ταυτότητες παραμερίστηκαν και το επίκεντρο του κόσμου περιορίστηκε σε μια σειρά γεγονότων.

Η ενότητα και η στενότητα του κόσμου του βασανιστή-βασανιζόμενου βλέπονται σαν διαταραχή έξω στον φυσιολογικό κόσμο από τους περισσότερους ανθρώπους-πολύ μακριά έξω από τον φυσιολογικό μας χώρο. Αλλά η Scarry συμφωνεί ότι είναι ακριβώς αυτή η απόσταση η οποία είναι ένας από τους λόγους που κάνουν το μαρτύριο δυνατό, επειδή γίνεται αόρατο σε εμάς ποια είναι στην πραγματικότητα τα πεζά συστατικά του να κάνεις τον κόσμο έξω το έσχατο του μαρτυρίου. Η Simon de Beauvoir (1948) και η Hannah Arendt (1977) είχαν κάνει παρόμοιες συζητήσεις για την αναισθητοποίηση απέναντι στη βία και στη χυδαιότητα του κακού. Πάντα έχουμε στοιχεία αβεβαιότητας για τον προσωπικό κόσμο ενός άλλου, ειδικά για τον πόνο και τα βάσανα× συχνά αφήνουμε έναν κόσμο για έναν άλλο ή περιορίζουμε την εμπειρία μας χωρίς προδοσία ή μόνιμη αλλαγή-για παράδειγμα στην οδοντιατρική καρέκλα, όταν μπορούμε να σκεφτούμε μόνο τον ενυπάρχοντα πόνο.

Εάν πάρουμε την ματιά μας από τα άκρα: μαρτύριο ή η τεράστια επιτυχία του Pasteur, να κάνει κάτι τόσο απλό και σχεδόν ανόητο όσο μια αλλεργία στα κρεμμύδια, γίνεται φανερό ότι παρομοίως καθημερινά γεγονότα σχηματίζουν μέρος ενός σχεδίου. Σταθερά δίκτυα φαίνονται να εμμένουν στον εκμηδενισμό της προσωπικής μιας εμπειρίας και αυτό είναι βάσανα. Μια πηγή πόνου είναι η άρνηση της συναιτιώδους συνάφειας των πολλαπλών εαυτών και δεδομένων, όταν οι αξιώσεις φτιάχνονται ώστε το τυποποιημένο δίκτυο να είναι η μόνη πραγματικότητα που υπάρχει. Οι αβεβαιότητες των εαυτών μας και οι βιογραφίες μας ρίχνονται στην μονοφωνική άσκηση της δύναμης, της δημιουργίας του κόσμου. Οι μικροί μου πόνοι με τα κρεμμύδια βρίσκονται σε μια ροή με τον πολύ πιο σοβαρό και απόλυτο πόνο κάποιου σε αναπηρική καρέκλα αποκλειόμενου από δραστηριότητα, ή με αυτούς των οποίων τα σώματα κατ’ άλλους τρόπους είναι “μη-κανονικά”. Και η δουλειά που κάνω: της επιτήρησης, του ξεφλουδίσματος των κρεμμυδιών, εάν όχι της οργάνωσης αυτών που δεν τρώνε κρεμμύδια, είναι όλα πριν από το να δώσω φωνή στην εμπειρία των συμπλοκών. Πόσο πολύ πιο δύσκολο για κείνες τις συμπλοκές οι οποίες κουβαλούν βαρύτερο ηθικό φορτίο;

Τα δίκτυα τα οποία περιβάλλουν και κανόνες και πολλαπλούς εαυτούς είναι δύσκολο να δεις ή να καταλάβεις παρά μόνο σε προθεσμία εκτροπής ή “άλλου” εφ’ όσον βλέπονται σε προθεσμία, του εκτελεστικού τρόπου των σχέσεων δύναμης. Μετά θα έχουμε πόρτες οι οποίες επιτρέπουν σε μερικούς ανθρώπους και όχι σε άλλους, και η ανάλυσή μας την “όχι άλλων”, δεν μπορεί να είναι πολύ σπουδαία, σίγουρα όχι κεντρική. Το μαρτύριο εξάγεται από την τεχνολογία, ειδικά, επειδή διασκορπίζεται πάνω από τον χρόνο και το διάστημα, επειδή είναι συχνά πολύ μικρό σε όρια (5 λεπτά κάθε ημέρας), ή επειδή είναι αθέατο, είναι δύσκολο να δεις κατά την δημιουργία του κόσμου. Στη θέση του είναι οι εκτελεστικές λειτουργίες, έχοντας εγγράψει άλλες, οι οποίες λέγονται να σηκώσουν τον κόσμο.

Το όραμα του ανθρώπου υπό επιτήρηση μηχανής, ο οποίος έχει συμμετοχή σαν μέλος σε πολλαπλούς κόσμους, είναι ένας διαφορετικός τρόπος να αντικρίσεις την σχέση μεταξύ κανόνων και πολλαπλών εαυτών. Και αυτό έχει σαν συνέπεια να υφαίνεται η σύλληψη της ιδέας της πολλαπλής συμμετοχής, του οράματος της φύσης ενός ανθρώπου υπό επιτήρηση μηχανής , μαζί με την ριζική επιστημολογική δημοκρατία μεταξύ ανθρωπίνων όντων και μη. Σύμφωνα με τα λόγια της Donna Haraway:

Υπάρχει πράγματι το πρόβλημα, φυσικά, του να έχεις κληρονομήσει μια ειδική ομάδα περιγραφικών τεχνολογιών σαν ένας Κέντρο-Ευρωπαίος και Αμερικανό-Ευρωπαίος. Πως λοιπόν μετά να κάνω την κατασκευή, κάτι που όλοι μάθαμε να είμαστε με πολλούς τρόπους, χωρίς να είμαι αποικιστής…Πώς να κρατήσεις σε πρώτο πλάνο τα ειρωνικά και υποθετικά πράγματα που κάνεις και ακόμη θα κάνεις σοβαρά. Οι άνθρωποι τρελαίνονται επειδή δεν μπορείς να τους δεσμεύσεις, οι άνθρωποι τρελαίνονται μαζί μου από το να μην λέω τελικά ποια είναι η τελική έκβαση αυτών των πραγμάτων: λένε, λοιπόν πιστεύεις ή δεν πιστεύεις ότι οι μη ανθρώπινοι ηθοποιοί είναι κατά κάποια έννοια κοινωνικοί παράγοντες; Μια απάντηση που μου φαίνεται λογική είναι ότι τα υποκείμενα είναι άνθρωποι υπό επιτήρηση μηχανής, η φύση είναι το κογιότ και η γεωγραφία είναι κάπου αλλού (Στο Penley and Ross 1990/91 10).
Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα με την σύλληψη αυτής της ιδέας και έχει να κάνει με την ταυτόχρονη φτώχεια των αναλύσεων των ανθρώπων ανάμεσα σε ανθρώπινες ομάδες:
Δεν μπορείς να δουλέψεις χωρίς μια ιδέα διάσπασης και καθυστέρησης και αντικατάστασης. Αλλά υποπτεύομαι από το γεγονός ότι κατά την περιγραφή και του γένους μας και του φύλου, ο καθένας πρέπει να προχωρήσει ένα κάθε φορά… δεν υπάρχει υποχρεωτική περιγραφή γένους και φύλου την ίδια ώρα. Δεν υπάρχει περιγραφή καμιάς ομάδας διαφορών που δουλεύει άλλη από αυτήν που δουλεύουν ταυτόχρονα. Οι εικόνες μας της διάσπασης είναι τόσο αποδυναμωμένες… δεν έχουμε πραγματικά τις αναλυτικές τεχνολογίες για να κάνουμε τις σχέσεις.
Τι θα μπορούσε να συνεπάγεται μια πλουσιότερη θεωρία διάσπασης, φέρνοντας μαζί και τα ακόλουθα στοιχεία:
πολλαπλή συμμετοχή μέλους
διατήρηση της ζώνης “υψηλής τάσης”, ενώ γνωρίζεις το κόστος για την διατήρησή της
το κόστος της συμμετοχής σε πολλαπλά πεδία
πολυφωνία και ερμηνεία.

Πολλαπλές συμμετοχές, πολλαπλές περιθωριακότητες

Κάθε εγγραφή συνεπάγεται και αποτυχία να εγγράψεις και μια καταστροφή του κόσμου των μη εγγεγραμμένων. Η επιτυχία του Pasteur σήμαινε ταυτόχρονα αποτυχία γι’ εκείνους που δουλεύουν σε παρόμοιες περιοχές, και μια απώλεια και καταστροφή συστήματος για κείνους που δουλεύουν την θεωρία του βακίλου. Μόλις ξεκινάμε τώρα να ξανακερδίσουμε τα στοιχεία εκείνης της γνώσης: ανοσία, σοφία από τα βότανα, βελονοθεραπεία, την σχέση μεταξύ οικολογίας και υγείας. Αυτό δεν είχε να κάνει με τον Pasteur αλλά με τις οικολογικές επιδράσεις του Παστερισμού και την εγγραφή του.

Μία από τις προτάσεις της Haraway είναι ότι η καταστροφή του συστήματος των μη εγγεγραμμένων είναι σπάνια ολοκληρωτική. Ενώ το μαρτύριο, ή η ολική θέσπιση, είναι ένα τέλος μιας συνέχειας, οι απαντήσεις στην εγγραφή είναι μακριά ποικίλουν περισσότερο κατά μήκος μιας πολύ πλουσιότερης συνέχειας. Οι βασικές απαντήσεις, έξω από υπογραφές, έχουν να κάνουν με μια πολυπλοκότητα των εαυτών, μερικές υπογραφές, μερικές δεσμεύσεις. Της Ruth Linden η γενναία και συγκινητική μελέτη των επιζώντων του ολοκαυτώματος των Ναζί, συνυφασμένη με την βιογραφία της σαν Αμερικανό-Εβραία, μαρτυρά αυτή την πλούσια περιπλοκή. Της Adele Clarke η μελέτη των διαφορετικών κοινοτήτων εφαρμογής οι οποίες ενώθηκαν μαζί για τον σχηματισμό μοντέρνας αναπαραγωγικής επιστήμης δείχνει, με ποιον τρόπο πως πολλαπλές συμμετοχές, μερικές δεσμεύσεις και συναντήσεις δια μέσου σχέσεων στην πραγματικότητα συνιστούν επιστήμη.

Η ανάλυση των δεσμεύσεων του Becker και των ‘πλευρικών στοιχημάτων’ είναι εύστοχη εδώ. Στην αποσύνδεση της δέσμευσης από την συνέπεια υπάρχει μια μεταφορά για την αποσύνδεση της μετάφρασης και εγγραφής. Πως μπορούμε να εξηγήσουμε συνεπή ανθρώπινη συμπεριφορά; ρωτάει. Αποκλείοντας εξηγήσεις διανοουμένου, εξηγήσεις κοινωνικού ελέγχου αυτόν που ασχολείται με την θεωρία της λειτουργικότητας, ή αθώες εξηγήσεις συμπεριφερόμενου, αυτός αντίθετα παρουσιάζει ότι οι δεσμεύσεις είναι ένα σύμπλεγμα από πλευρικά στοιχήματα πλεγμένα από το άτομο, τρόπους να εμπλέξει την δράση του/της σ’ ένα ρεύμα από “πολύτιμες πράξεις” που καταλαμβάνεται από άλλες. Παρακολουθώντας τη θεωρία του Dewey, αυτός σημειώνει ότι εμπλέκουμε τους εαυτούς μας σε πολλές ενδεχόμενες πράξεις× αυτές αποκτούν νόημα στο φως των συλλογικών συνεπειών, από κοινού διαπραγματευόμενες. (Becker 1960).

Παρομοίως οι δικές μας εμπειρίες εγγραφής και οι συναντήσεις με πρότυπα είναι Περίπλοκα πλεγμένες και ασαφείς. Μεγαλώνουμε και διαπραγματευόμαστε νέους εαυτούς, μερικοί χαρακτηρίζονται και μερικοί όχι. Μερικοί είναι απροβλημάτιστοι μέσα στην πολλαπλότητά τους× μερικοί προκαλούν μεγάλη αγωνία και αισθάνονται την ανάγκη για ενοποίηση, ειδικά εκείνοι οι οποίοι απαιτούν ανώτατη αρχή πάνω σ’ ολόκληρο το είναι.

Ένα από τα μεγάλα μαθήματα του φεμινισμού είναι για την δύναμη της συλλογικής πολλαπλότητας. Αρχίσαμε με την εμπειρία του να είμαστε ταυτόχρονα ξένοι και δικοί (Hubbard και Randall 1990). Στο τέλος είναι το ταυτόχρονο που έχει ανακύψει σαν την πιο δυνατή άποψη του φεμινισμού, προτιμότερο το να τα βλέπεις απ’ έξω. Οι πολιτικές ελευθερίες-τα ίσα δικαιώματα, μέρος του φεμινισμού, δεν θα έχουν θεμελιωδώς επεκτείνει την πολιτική θεωρία× αλλά το διπλό όραμα και ο συνδυασμός του από στενές σχέσεις, πανταχού παρουσία και συλλεκτικότητα έχει γίνει. Δεν είναι τόσο πολύ που οι γυναίκες έχουν βγει έξω, αλλά που είμαστε συγχρόνως μέσα και έξω κατά την ίδια στιγμή.

Η κοινωνιολογία και η ανθρωπολογία έχουν μακρές παραδόσεις στην μελέτη του Περιθωριακού ατόμου-αυτού που συγχρόνως ανήκει και δεν ανήκει, είτε γινόμενος ένας ξένος ή γινόμενος συγχρόνως ένα μέλος σε παραπάνω από μία κοινωνίες. Το πρόσωπο που είναι μισό μαύρο και μισό άσπρο, άγνωστης καταγωγής, ο προικισμένος με μαντική ικανότητα (ο οποίος έχει δικαιώματα σε έναν άλλο, άγνωστο κόσμο), όλοι είναι είτε σεβαστού ή διασυρμένοι σε πολλούς πολιτισμούς. Η γενική ιδέα του παράξενου, ή του ασυνήθιστου στον δικό μας πολιτισμό, σαν ένα παράθυρο στον κατανοούντα πολιτισμό, είναι θεμελιώδης για πολλούς κλάδους ανθρωπολογίας και εθνομεθοδολογίας και οι γόνιμες έρευνές του μέσα σ’ αυτό που θεωρείται δεδομένο. (βλέπε Garfinkel 1967 και στις πολλές αναφορές στον Schutz).

Ο κοινωνιολόγος Everett Hughes επέκτεινε την δουλειά του Simmel σε σχέση με το παράξενο, προχωρώντας την δουλειά του δασκάλου του Robert Park. Θεώρησε το ανθρωπολογικό παράξενο των συμπλοκών μεταξύ των μελών από διαφορετικές εθνικολογικές ομάδες οι οποίες εργάστηκαν και έζησαν μαζί, και ανέπτυξε μία ανάλυση μερικών τρόπων στους οποίους η πολλαπλή συμμετοχή παίζει μέχρι τέλους μόνη της στην οικολογία των ανθρωπίνων σχέσεων. Στα “Διλήμματα και Αντιφάσεις της κατάστασης του Ατόμου”, για παράδειγμα, αυτός εξερευνεί τι συμβαίνει όταν ένα πρόσωπο εργάζεται σ’ έναν οργανισμό, ανήκει σε δύο κόσμους ταυτόχρονα, και οι εντολές για δράση και συμμετοχή είναι διαφορετικές. Χρησιμοποίησε το παράδειγμα μιας γυναίκας γιατρού, ή ενός μαύρου φαρμακοποιού. Αργότερα οι κοινωνιολόγοι χρησιμοποίησαν μια συγγενή έννοια, “τάση ρόλου”, αλλά αυτό απέτυχε να αποδώσει την αίσθηση της “υψηλής ζώνης τάσης” ή την περιπλοκότητα των σχέσεων εμπλεκομένων σε ταυτόχρονη πολλαπλή σχέση.

Ένας άλλος μαθητής του Park, ο Ever Stonequist, έγγραψε κριτική διαφόρων τύπων περιθωριακότητας στην μονογραφή του, “ Ο Περιθωριακός Άνθρωπος: Μια μελέτη στην Προσωπικότητα και στην Πολιτιστική Σύγκρουση”. (1961[1937]). Αυτός συζήτησε τις ιστορίες ποικίλων φυλετικών και πολιτιστικών υβριδίων: στην Χαβάη, στην Βραζιλία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ν. Αφρική, καθώς επίσης το φαινόμενο του πολιτιστικού υβριδισμού, μεταξύ των μεταναστών και των απεθνικοποιημένων ανθρώπων και των Εβραίων. Το ενδιαφέρον σ’ αυτή τη δουλειά είναι ότι τοποθετεί την περιθωριακότητα στο κέντρο όλης της κοινωνιολογίας:

Είναι ο παράγων του πολιτιστικού διχασμού ο οποίος είναι η καθοριστική επιρροή στην ζωή ενός περιθωριακού ανθρώπου. Δεν είναι μια σύγκρουση μεταξύ έμφυτης ιδιοσυγκρασίας και κοινωνικής προσδοκίας, μεταξύ εκ γενετής τάσης προσωπικότητας και των σχημάτων ενός δοθέντος πολιτισμού. Το δικό του δεν είναι ένα πρόβλημα του να προσαρμόσεις έναν μονό όπως φαίνεται στον καθρέπτη εαυτό, αλλά δύο ή περισσότερους τέτοιους εαυτούς. Και η ρύθμιση των σχημάτων του σπάνια εξασφαλίζει τέλεια πολιτιστική καθοδήγηση και υποστήριξη, γι’ αυτό το πρόβλημά του βγαίνει στην επιφάνεια της μεταβαλλόμενης κοινωνικής σειράς από μόνο του.
Αλλά εμείς είμαστε όλοι εμπλεκόμενοι σ’ αυτήν την κοινωνική σειρά που αλλάζει, ο Stonequist συνεχίζει να λέει-μέσα από τις μεταβολές στην έννοια της φυλής και εθνικότητας και μέσα από την εξάπλωση των ανθρώπων σ’ όλη τη γη.
Διότι, αναλύοντας την δύναμη και την τεχνολογία, εμπλεκόμαστε στο να καταλάβουμε ακριβώς τέτοιες μεταβολές και ακριβώς τέτοιες μεταβαλλόμενες κοινωνικές επιταγές και μπορούμε να λάβουμε μια παρόμοια εντολή. Ξέρουμε ότι τα αντικείμενα που συμπεριλαμβάνουμε τώρα στην κοινωνιολογία της επιστήμης και της τεχνολογίας ανήκουν σε πολλούς κόσμους αμέσως. Ενός ανθρώπου το άχρηστο χαρτί, μπορεί να είναι ενός άλλου μια πολύτιμη φόρμουλα× ενός ανθρώπου το τεχνολογικό αποφασιστικό βήμα στο χτίσιμο της καριέρας του, μπορεί να είναι ενός άλλου μέσον καταστροφής. Κάπου αλλού έχω αναλύσει οι τρόποι διαφορετικών κοινωνικών κόσμων ερμηνεύουν τα αντικείμενα τα οποία κατοικούν σε περισσότερους από έναν μοιρασμένους χώρους μεταξύ επιστημόνων και άλλων εμπλεκομένων στην επιστήμη που κάνει επιχείρηση, σαν ερασιτέχνες συλλέκτες (Star 1988). Οι άνθρωποι κατοικούν πολλούς διαφορετικούς χώρους μεμιάς, καθώς και η διαπραγμάτευση των ταυτοτήτων, μέσα και απέναντι στις ομάδες, ένα εξαιρετικά περίπλοκο και ευαίσθητο καθήκον. Είναι σημαντικό να μην θεωρηθείς είτε ενιαίο σύνολο ή μονό μέλος, είτε στο ανακάτεμα των ανθρώπων και μη ή μεταξύ ανθρώπων. Η περιθωριακότητα είναι μια δυνατή εμπειρία. Και εμείς όλοι είμαστε περιθωριακοί κατά κάποια άποψη, ως μέλη σε παραπάνω από μία κοινότητα εφαρμογής.

Συμπέρασμα: Μεταφορές και ανομοιότητα

Επειδή είμαστε όλοι μέλη σε παραπάνω από μία κοινότητα εφαρμογής και έτσι σε πολλά δίκτυα, τη στιγμή της δράσης προχωρούμε μαζί, ρεπερτόρια ανακατεμένα από διαφορετικούς κόσμους. Μεταξύ άλλων πραγμάτων, δημιουργούμε μεταφορές-γέφυρες μεταξύ εκείνων των διαφορετικών κόσμων.

Δύναμη είναι ποιου η μεταφορά φέρνει τους κόσμους μαζί και τους κρατά εκεί. Μπορεί να είναι μια δύναμη του σημείου μηδέν ή μια δύναμη πειθαρχίας ή εγγραφής ή έλξης× μπορεί να είναι η συγκεντρωτική δύναμη της μη διάσπασης. Οι μεταφορές μπορεί να γιατρεύουν ή να δημιουργούν, να σβήνουν ή να παραβιάζουν, να επιβάλλουν μια φωνή ή να ενσωματώνουν περισσότερες από μία φωνές. Το σχήμα 1 δείχνει μερικές από τις διαμορφώσεις αυτού του είδους της δύναμης.

Αυτή η έκθεση είναι για ένα σημείο αναχώρησης για την ανάλυση της δύναμης. Δεν συστήνω χειραφέτηση ή δημιουργία μιας θέσης στην αγορά γι’ αυτούς που υποφέρουν από αλλεργία στα κρεμμύδια× ούτε έναν ειδικό προσδιορισμό αναγκών που θα μπορούσε να προσπαθήσει να βρει απείρως ελαστικές τεχνολογίες για όλες αυτές τις περιπτώσεις. Ούτε προσπαθώ να πω ότι δεσμεύσεις και δεδομένα είναι άχρηστα, ή ότι μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτούς. Αλλά υπάρχει μια ερώτηση για το από πού να αρχίσουμε και που να βασιστούμε στις αναλύσεις των κανόνων και των τεχνολογιών. Εάν αρχίσουμε από το σημείο μηδέν, σαν τη φίλη μου Jan, μπαίνοντας σε μια ζώνη υψηλής τάσης η οποία μπορεί να φωτίσει τις κυριότητες των πιο συμβατικών, τυποποιημένων πλευρών, εκείνων των δικτύων τα οποία είναι σταθεροποιημένα για πολλούς. Εκείνων που δεν έχουν πόρτες ή που αντέχουν την μεταβίβαση, εκείνων στις αναπηρικές καρέκλες, καθώς επίσης και των κατασκευαστών πόρτας και θυρωρών είναι καλά σημεία αναχώρησης για την ανάλυσή μας, διότι μας θυμίζουν ότι, πράγματι, θα μπορούσε να έχει γίνει αλλιώς.

Σχήμα 1 Διαστάσεις της εξουσίας

Συνεχής σειρά της εξουσίας: Διάσταση, Φτιάχνοντας τον κόσμο
Απομόνωση. Ομιλώντας, Εγγραφή: Αγωνία
Πλουραλιστική
άγνοια
Μετατρέποντας από τη σιγή μεταφράζοντας
ένα πιθανό κόσμο
καθορίζοντας το κόσμο

--------------------------------------------------------------------------------

Συνεχής σειρά της εξουσίας: Διάσταση, Ταυτότητα από την πλευρά των καταγραφέων Το Ανώνυμο Τερατούργημα Το Άλλο Διοικητικός/
Πολιτικός
Βασανιστής

-----------------------------------------------------------------

Ασημείωτος Σημειωμένος Ασημείωτος


Συνεχής σειρά της εξουσίας: Διάσταση, Ταυτότητα από την πλευρά του Cyborg
(απόσταση από το σημείο Μηδέν)
Αγνότητα

Πολλαπλή
προσωπικότητα
Το σημείο Μηδέν Μονολιθική εξουσία
Πολλαπλή οριακότητα
Cyborgs

Σε αναγνώριση

Ο Geof Bowker και ο John Law έκαναν πολλά ωφέλιμα σχόλια σ’ αυτό το χειρόγραφο. Μία συζήτηση με τον Bruno Latour φώτισε την σπουδαιότητα της διοικητικής μεταφοράς στην κατανόηση της πολλαπλής προσωπικότητας. Συζητήσεις με τον Allan Regenstreif για την σχέση μεταξύ αυστηρής παιδικής κακομεταχείρισης και πολλαπλής προσωπικότητας ήταν εξαιρετικά πολύτιμη. Η δουλειά και η φιλία τους όπως και των Adele Clarke, Joan Fujimara, και Anselm Strauss είναι με ευγνωμοσύνη αναγνωρίσιμη.

Βιβλιογραφία

Arendt, Hannah, (1977) [1965], Eichmann in Jerusalem: A Report on the Banality of Evil, 2nd edition, Harmondsworth: Penguin (reprinted).
Becker, Howard, (1960), ‘Notes on the Concept of Commitment’, American Journal of Sociology, 66:32-40.

Becker, Howard, (1967), ‘Who Side Are We On?’, Social Problems, 14:239-47.

Becker, Howard, (1982), Art Worlds, Berkeley, CA: University of California Press

Callon, Michel, (1986), ‘Some Elements of a Sociology of Translation: Domestication of the Scallops and the Fishermen of St. Brieuc Bay’, pp.196-233 in John Law, (ed.) Power, Action and Belief, London: Routledge & Kegan Paul.

Callon, Michel, (1991), ‘Techno-Economic Networks and Irreversibility’, paper delivered to conference on ‘Programmes’, Centre de Sociologie de l’ Innovation, Êcole Nationale Supérieure des Mines, Paris and this volume.

Clarke, Adele, (1990a), ‘A Social Worlds Research Adventure: The case of Reproductive Science’, pp.15-42 in Suzan Cozzens and Thomas Gieryn, (eds), Theories of Science in Society, Bloomington: Indiana University Press.

Clarke, Adele, (1990b), ‘Controversy and the Development of Reproductive Sciences’, Social Problems, 37:18-37.

Clarke, Adele, (1991), ‘Social Worlds/Arenas Theory as Organizational Theory’, to appear in Davis Maines, (ed.), Social Organization and Social Processes: Essays in Honor of Anselm L. Strauss, Hawthorne, NY: Aldine de Gruyter.

Clarke, Adele and Joan Fujimura (ed.), (in press), The Right Tools for the Job in Twentieth Century Life Sciences: Materials, Techniques, Instruments, Models and Work Organization, Princeton University Press.

Daniels, Arlene Kaplan,(1988), Invisible Careers: Women Civic Leaders from the Volunteer World, Chicago: University of Chicago Press.

David, Paul, (1989), ‘Computer and Dynamo: The Modern Productivity Paradox as a Not-Too-Distant-Mirror’, Center of Economic Policy Research Publication 172, Stanford Univesity.

De Beauvoir, Simone, (1948), The Ethics of Ambiguity, New York: Philosophical Library.

Fujimura, Joan, (1991a), ‘On Methods, Ontologies and Representation in the Sociology of Science: Where Do We Stand?’, to apper in David Maines (ed.), Social Organization and Social Processes: Essays in Honor of Anselm L. Strauss, Hawthorne, NY: Aldine de Gruyter.

Fujimura, Joan, (1991b), ‘Crafting Science: Standarized Packages, Boundary Objects, and “Translation”, to appear in Andrew Pickering (ed.), Science as Practice and Culture, Chicago: University of Chicago Press.

Garfinkel, Harold, (1967), Studies in Ethnomethodology, Englewood Cliffs, NJ: Prentice-Hall.

Goffman, Erving, (1961), Asylums: Essays on the Social Situation of Mental Patients and Other Inmates, New York: Anchor Books.

Haraway, Donna, (1991), Simians, Cyborgs and Women: The Reinvention of Nature, New York: Routledge.

Hubbard, Ruth and Randall, Margaret, (1988), The Shape of Red: Insider/Outsider Reflections, San Francisco: Cleis Press.

Hughes, Everett, (1970), The Sociological Eye, Chicago: Aldine.

Kottak C., (1978), ‘Rituals at McDonalds’s’, Natural History, 87:75-82.

Latour, Bruno, (1983), ‘Give Me a Loboratory and I Will Raise the World’, pp.141-70 in K.Knorr-Getina and M.Mulkay (eds), Science Observed: Perspectives on the Social Study of Science, Beverly Hills, CA: Sage.

Latour, Bruno, (1987), The Pasteurization of French Society, with Irreductions, Cambridge, MA: Harvard University Press.

Latour, Bruno, (1988), ‘Mixing Humans and Non-Humans Together: The Sociology Of a Door-Closer’, Social Problems, 35:298-310.

Lave, Jean and Wenger, Etienne, (to appear), Situated Learning: Legitimate Peripheral Participation, Cambridge: Cambridge University Press.

Law, John, (1984), ‘How Much of Society Can the Sociologist Digest at One Sitting? The “Macro” and the “Micro” Revisited for the Case of Fast Food’, Studies in Symbolic Interaction, 5:171-96.

Linden, Ruth, (1989), ‘Making Stories, Making Selves: The Holocaust, Identity and Memory’, Ph. D. Dissertation, Department of Sociology, Brandeis University.

Martyna, Wendy, (1978), ‘What Does “He” Mean? Use of the Generic Masculine’, Journal of Communication, 28:131-8.

Merchant, Caroline, (1980), The Death of Nature: Women, Ecology and the Scientific Revolution, San Francisco: Harper & Row.

Moraga, Cher’rie, (1983), Loving in the War Zone: Lo Que Nunca Pasó por sus Labios, Boston: South End Press.

Penley, Constance and Ross, Andrew, (1990/91), ‘Cyborgs at Large: Interview with Donna Haraway’, Theory/Culture/Ideology, 25/26:8-23.

Pickering, Andrew, (ed.), (1991), Science as Practice and Culture, Chicago: University of Chicago Press.

Restivo, Sal, (1988), ‘Modern Science as a Social Problem’, Social Problems, 33:206-25.

Rich, Adrienne, (1978), ‘Power’ from The Dream of a Common Language, Poems 1974-1977, New York: Norton.

Scarry, Elaine, (1985), The Body in Pain: The Making and Unmaking of the World, Oxford: Oxford University Press.

Scott, Pam, (1991), ‘Levers and Counterweights: A Laboratory that Failed to Raise the World’, Social Studies of Science, 21:7-35.

Shapin, Steven, (1989), ‘The Invisible Technician’, American Scientist, 77:554-63.

Smith, Dorothy E., (1987), The Everyday World as Problematic: A Feminist Sociology, Boston: Northeastern University Press.

Star, Susan Leigh, (1988), ‘The Structure of Ill-Structured Solutions: Heterogeneous Problem-Solving, Boundary Objects and Distributed Artificial Intelligence’, in M.Huhns and L.Gasser (eds), Distributed Artificial Intelligence 3, Menlo Park: Morgan Kauffmann.

Star, Susan Leigh, (1989), Regions of the Mind: Brain Research and the Quest for Scientific Certainty, Stanford, CA: Stanford University Press.

Star, Susan Leigh, (1990), ‘Layered Space, Formal Representations and Long-Distance Control: The Politics of Information’, Fundamenta Scientiae, 10:125-55.

Star, Susan Leigh, (1991), ‘The sociology of the Invisible: The Primacy of Work in the Writings of Anselm Strauss’, to appear in David Maines (ed.), Social Organization and Social Processes: Essays in Honor of Anselm L. Strauss, Hawthorne, NY: Aldine de Gruyter.

Star, Susan Leigh and Griesemer, James, (1989), ‘Institutional Ecology, “Translations”, and Coherence: Amateurs and Professionals in Berkeley’s Museum of Vertebrate Zoology, 1907-1939’, Social Studies of Science, 19:387-420.

Stone, Allucquere R., (1989), ‘The Empire Strikes Back: A Posttranssexual Manifesto’, in Kristina Stroub and Julia Epstein, (eds), Bodyguards: The Cultural Politics of Sexual! Ambiguity, London Routledge.

Sagerhaugh, S. and Strauss, A., (1977), Politics of Pain Management; Staff-Patient Interaction, Addison-Wesley, Menlow Park, California.

Stonequist, Everett V., (1961) [1937], The Marginal Man: A Study in Personality and Culture Conflict, New York: Russell & Russell.

Strauss, Anselm, (1969), Mirrors and Masks: The Search for Identity, San Francisco: The Sociology Press.

Wenger, E., (1990), ‘Toward a Theory of Cultural Transparency: Elements of a Social Discourse of the Visible and the Invisible’, Ph. D. Dissertation, Department of Information and Computer Science, University of California, Irvine.

Woolgar, Steve, (1991), ‘The Turn to Technology in Science Studies’, Science, Technology and Human Values, 16:20-50.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου